Η δημοσκόπηση έγινε έξι εβδομάδες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, από το ινστιτούτο Ipsos.
Βασικό εύρημα της δημοσκόπησης είναι ότι το 41% των Αμερικανών εγκρίνει τις επιδόσεις του Τζο Μπάιντεν στο αξίωμα, από 39% μία εβδομάδα νωρίτερα.
Η χαμηλή δημοτικότητα του Δημοκρατικού προέδρου, που υποχώρησε ως ακόμη και στο 36% τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, είναι ανάμεσα στους λόγους που αναμένεται πως η παράταξή του οδεύει να χάσει τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων τον Νοέμβριο, αν και ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως έχει πιθανότητες να διατηρήσει αυτόν της Γερουσίας.
Η απώλεια του ελέγχου ακόμη και ενός από τα δύο σώματα θα σηματοδοτούσε την παράλυση των προσπαθειών προώθησης του προγράμματος του κ. Μπάιντεν με νομοθετικό έργο. Στην περίπτωση που οι Ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή, μπορεί εξάλλου να κινήσουν διάφορες πολιτικά αιματηρές έρευνες.
Ο αμερικανός πρόεδρος ανέλαβε την εξουσία εν μέσω της πανδημίας του νέου κορονοϊού και η θητεία του σημαδεύτηκε από τις πληγές της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης στην αμερικανική οικονομία και τον ραγδαία αυξανόμενο πληθωρισμό.
Η δημοτικότητα του Τζο Μπάιντεν παραμένει κάτω από το 50% από τον Αύγουστο του 2021 και φέτος πλησίασε, μολονότι δεν έφθασε, τα επίπεδα της δημοτικότητας του προκατόχου του, του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ, που είχε κατακρημνιστεί στο 33% τον Δεκέμβριο του 2017.
Στην ερώτηση ποιο θεωρούν το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας, οι περισσότεροι έκριναν πως είναι η οικονομία. Για τους υποστηρικτές των Ρεπουμπλικάνων, το επόμενο πιεστικότερο πρόβλημα είναι είτε η μετανάστευση, είτε η εγκληματικότητα. Για τους Δημοκρατικούς το δεύτερο σημαντικότερο πρόβλημα είναι το περιβάλλον ή ο τερματισμός του δικαιώματος στην άμβλωση σε εθνικό επίπεδο με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου τον Ιούνιο, αλλά και η εγκληματικότητα.
Η κυλιόμενη εθνική δημοσκόπηση διενεργήθηκε μέσω διαδικτύου, στην αγγλική γλώσσα, σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.004 ενηλίκων, εκ των οποίων 469 δήλωσαν υποστηρικτές των Δημοκρατικών και 367 υποστηρικτές των Ρεπουμπλικάνων. Το περιθώριο στατιστικού σφάλματος είναι ±4%.