Ένας πρώην επιστήμονας υπολογιστών της CIA καταδικάστηκε την Τετάρτη στη Νέα Υόρκη επειδή μετέδωσε, το 2017, εργαλεία κυβερνοκατασκοπείας στον ιστότοπο WikiLeaks που ανήκουν στην αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών, μια μαζική διαρροή που καταγγέλθηκε έντονα από τις αρχές.
Ο Τζόσουα Σούλτε, 33 ετών, "έχει καταδικαστεί για μια από τις πιο αναίσχυντες και καταστροφικές πράξεις κατασκοπείας στην αμερικανική ιστορία", δήλωσε ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης Ντέμιαν Ουίλιαμς. Το 2016, ενώ εργαζόταν σε μια ελίτ μονάδα που ειδικεύεται στην κατασκοπεία στον κυβερνοχώρο, άρχισε να συλλέγει τη συλλογή "Vault 7", εργαλεία hacking, κακόβουλο λογισμικό, ιούς, Trojans.
Τις συνθήκες κράτησής του κατήγγειλε ο ελληνοαμερικανός πρώην αξιωματικός της CIA, Τζον Κυριάκου, παρομοιάζοντάς τες με αυτές των κρατουμένων της Αλ Κάιντα.
«Πώς προστατεύεται η εθνική ασφάλεια με το να μην του επιτρέπεται να βλέπει τον ουρανό για χρόνια; Πώς προστατεύεται η εθνική ασφάλεια με το να μην του επιτρέπεται να δει γιατρό ή οδοντίατρο; Πώς προστατεύεται η εθνική ασφάλεια με απαγόρευση της ανάγνωσης; Δεν προστατεύεται. Απλώς αποδεικνύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα ή το κράτος δικαίου», έλεγε ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Το WikiLeaks είχε αρχίσει να δημοσιεύει τα 8.761 έγγραφα τον Μάρτιο του 2017, φέρνοντας σε μεγάλη αμηχανία την υπηρεσία και παρέχοντας σε επαγγελματίες και ερασιτέχνες χάκερ σε όλο τον κόσμο τα ίδια εργαλεία με τους Αμερικανούς κατασκόπους. «Η πηγή επιθυμεί να ξεκινήσει μια δημόσια συζήτηση για την ασφάλεια, τη δημιουργία, τη χρήση, τη διάδοση και τον δημοκρατικό έλεγχο των όπλων στον κυβερνοχώρο», ανέφερε τότε το WikiLeaks.
Αλλά για τους εισαγγελείς, ο Τζόσουα Σούλτε ήθελε εκδίκηση από τη CIA, τη διοίκηση της οποίας κατηγόρησε ότι δεν πήρε το μέρος του σε συγκρούσεις με συναδέλφους. Αφού «ανάπτυξε δυσαρέσκεια προς τη CIA, άρχισε να κρατά κρυφά αυτά τα εργαλεία και να τα παραδίδει στο WikiLeaks», είπε ο Ντέμιαν Ουίλιαμς, «ήξερε ότι η παράπλευρη ζημιά της εκδίκησής του αποτελούσε σημαντική απειλή για την ασφάλεια της χώρας», πρόσθεσε.
Γρήγορα ύποπτος, ο νεαρός άνδρας κατηγορήθηκε κρυφά το 2017 μετά την ανακάλυψη μιας μεγάλης συλλογής βίντεο παιδικής πορνογραφίας στους υπολογιστές του. Οι κατηγορίες αργότερα επαναταξινομήθηκαν ως κλοπή και μετάδοση απόρρητων πληροφοριών βάσει νόμου κατά της κατασκοπείας.
Το 2020, ένας ένορκος τον καταδίκασε για ψευδορκία, αλλά δεν κατάφερε να συμφωνήσει για τις άλλες κατηγορίες και η δίκη κηρύχθηκε άκυρη. Μετά τη δεύτερη δίκη του και τέσσερις ημέρες διαβουλεύσεων, το δικαστήριο την Τετάρτη τον έκρινε ένοχο για οκτώ κατηγορίες κατασκοπείας και μία για ψέματα στο FBI.
Η ποινή του θα οριστεί αργότερα.