Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται πολύ περισσότερο συντονισμό στην βιομηχανική πολιτική, ταχύτερες αποφάσεις και μαζικές επενδύσεις, αν θέλει να συμβαδίσει στον οικονομικό τομέα με ανταγωνιστές όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε οικονομική υστέρηση σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα πρέπει να συνεχίσει την κοινή έκδοση χρέους για την βελτίωση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ασφάλειάς της, προειδοποιεί στην πολυαναμενόμενη έκθεσή του ο Μάριο Ντράγκι κάνοντας λόγο για «υπαρξιακό πρόβλημα».
Ο Ντράγκι πιέζει την ΕΕ να εκδώσει νέο κοινό χρέος για τη χρηματοδότηση των βιομηχανικών και αμυντικών αναγκών της, κάτι στο οποίο αντιτίθενται αρκετές κυβερνήσεις. Σημείωσε ότι ο στόχος της Ευρώπης να μηδενίσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μέχρι τα μέσα του αιώνα προσφέρει στο μπλοκ την ευκαιρία να κατασκευάσει και να εξάγει καθαρές τεχνολογίες σε όλο τον κόσμο.
«Θα πρέπει να εγκαταλείψουμε την ψευδαίσθηση ότι μόνο η αναβλητικότητα μπορεί να διατηρήσει τη συναίνεση», είπε. «Η αναβλητικότητα παρήγαγε μόνο βραδύτερη ανάπτυξη και σίγουρα δεν πέτυχε περισσότερη συναίνεση. Έχουμε φτάσει στο σημείο όπου, χωρίς δράση, θα πρέπει είτε να θέσουμε σε κίνδυνο την ευημερία μας, το περιβάλλον μας ή την ελευθερία μας».
Οικονομικό «χάσμα» χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ
Μετά την επιτυχία του ιστορικού σχεδίου ανάκαμψης έπειτα από την πανδημία του κορωνοϊού, η ΕΕ θα πρέπει «να συνεχίσει την έκδοση εργαλείων κοινού χρέους για την χρηματοδότηση κοινών προγραμμάτων επενδύσεων με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και της ασφάλειας της ΕΕ», σημειώνει στην εισαγωγή της 400σέλιδης έκθεσης ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας επισημαίνοντας το οικονομικό «χάσμα» που χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση χρειάζεται επιπλέον επενδύσεις ύψους 750-800 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως — που αντιστοιχεί στο 5% του ΑΕΠ – , πολύ υψηλότερο του 1%-2% του Σχεδίου Μάρσαλ για την ανοικοδόμηση της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Οι ανάγκες για επενδύσεις είναι τεράστιες», προειδοποίησε ο Μάριο Ντράγκι κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες παρουσία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Επιμένοντας ότι υπάρχει ανάγκη «δραστικής αλλαγής» στην ευρωπαϊκή προσέγγιση, παρουσίασε ορισμένες από τις «170 προτάσεις του».
Η ιδέα της έκδοσης κοινού χρέους παραμένει πάντως κόκκινη γραμμή για πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης, με προεξάρχουσα την Γερμανία, που εξακολουθούν να φοβούνται ότι θα υπερχρεωθούν για να συμπληρώσουν τις καθυστερήσεις των χωρών του ευρωπαϊκού νότου.
Ο Μάριο Ντράγκι αναγνωρίζει ότι αυτό το σχέδιο δεν είναι εφικτό, εκτός «αν συντρέξουν οι πολιτικές και θεσμικές συνθήκες». Επισημαίνει την ανάγκη κινητοποίησης ιδιωτικών κεφαλαίων για την χρηματοδότηση της καινοτομίας μέσω της δημιουργίας μίας πραγματικής «Ενωσης αγορών κεφαλαίων».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πλήττεται από οικονομική στασιμότητα
«Το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο έχει αυξηθεί σχεδόν επί δύο φορές στις Ηνωμένες Πολιτείες σε σχέση με την Ευρώπη από το 2000», προειδοποιεί ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην έκθεση αυτή την σύνταξη της οποίας ζήτησε η πρόεδρος της Κομισιόν.
Τα πορίσματα της έκθεσης του Μάριο Ντράγκι προορίζεται για να γίνει πηγή έμπνευσης του έργου της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα πέντε προσεχή χρόνια.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πλήττεται από οικονομική στασιμότητα εδώ και ενάμισι χρόνο. Οι επιδόσεις της σ την υπέρβαση της κρίσης που προκλήθηκε από την πανδημία ήταν χαμηλότερες σε σχέση με τις ΗΠΑ, όπως συνέβη και με την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Η υστέρηση εξηγείται «κυρίως με την μεγαλύτερη επιβράδυνση της παραγωγικότητας στην Ευρώπη» και αντιπροσωπεύει απειλή για το κοινωνικό της μοντέλο, προειδοποιεί ο Μάριο Ντράγκι.
«Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να γίνει παραγωγικότερη, θα είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε επιλογές. Δεν θα μπορούμε ταυτόχρονα να έχουμε ηγετική θέση στον τομέα των νέων τεχνολογιών, να είμαστε υπόδειγμα κλιματικής υπευθυνότητας και ανεξάρτητος παράγοντας στην διεθνή σκηνή. Δεν θα μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο. Θα πρέπει να αναθεωρήσουμε προς τα κάτω ορισμένες έως και το σύνολο των φιλοδοξιών μας. Πρόκειται για μία υπαρξιακή πρόκληση».