Για διασυνδέσεις του δισεκατομμυριούχου «Βρετανού Μπιλ Γκέιτς», Μάικ Λιντς, με αμερικανικές και βρετανικές μυστικές υπηρεσίες κάνει λόγο το ειδησεογραφικό μέσο Politico.
Μπορεί το ναυάγιο που έλαβε χώρα πρόσφατα στα ανοιχτά του Παλέρμο της Σικελίας να ήταν κάτι που από μόνο του συγκλόνισε τον κόσμο, ωστόσο η υπόθεση απέκτησε ξεχωριστό ενδιαφέρον με την είδηση ότι ο Λιντς, Βρετανοϊρλανδός μεγιστάνας στον τομέα της τεχνολογίας, είναι ένας από αυτούς που αγνοούνται.
Και ενώ δεν υπάρχει καμία υπόνοια ότι πρόκειται για εγκληματική ενέργεια και οι κλιματολόγοι μιλούν για κακοκαιρία που οδήγησε στο ναυάγιο του Bayesian, ο θάνατος του συνεταίρου του Μάικ Λιντς, Στίβεν Τσάμπερλεϊν σε τροχαίο περιπλέκει ακόμα περισσότερο την υπόθεση, δημιουργώντας το ερώτημα αν κρύβεται κάτι περισσότερο πίσω από μια «απλή σύμπτωση».
Τα μέλη της εταιρείας Darktrace ήταν πρώην αξιωματούχοι μυστικών υπηρεσιών
Ο Λίντς ίδρυσε την εταιρεία Darktrace σε συνεργασία με πρώην αξιωματούχους των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών το 2013, αφού είχε πουλήσει την εταιρεία λογισμικού Autonomy το 2011. Η εταιρεία είχε δημιουργηθεί με σκοπό να καταπολεμά τις κυβερνοεπιθέσεις, χρησιμοποιώντας λογισμικό που μαθαίνει τα μοτίβα συμπεριφοράς κάθε παράγοντα σε έναν οργανισμό και ανιχνεύοντας κάθε τυχόν ασυνήθιστη δραστηριότητα.
Ένας από τους συνιδρυτές ήταν ο Στίβεν Χάξτερ, υψηλόβαθμο στέλεχος της ομάδας κυβερνοάμυνας της MI5, ο οποίος έγινε διευθύνων σύμβουλος της Darktrace. Έπειτα ο Χάξτερ, σύμφωνα με το Politico, προσέλαβε τον επί 30 χρόνια βετεράνο της μυστικής υπηρεσίας GCHQ (το βρετανικό Αρχηγείο Επικοινωνιών της κυβέρνησης), Άντριου Φρανς, ως διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας - που αργότερα εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο.
Ο Λιντς συμμετείχε στο διοικητικό συμβούλιο μέχρι το 2018, όταν παραιτήθηκε αφού κατηγορήθηκε για απάτη.
Επιπλέον, ο πρώην επικεφαλής της MI5, Τζόναθαν Έβανς ήταν επίσης μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Darktrace για ένα διάστημα, ενώ ο Τζιμ Πένροουζ, βετεράνος της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας των ΗΠΑ με 17ετή θητεία, ήταν επικεφαλής των δραστηριοτήτων της εταιρείας που αφορούσαν σε συνεργασίες με τις ΗΠΑ. Άλλοι πρώην κατάσκοποι της εταιρείας ήταν ο διευθυντής τεχνολογίας Ντέιβ Πάλμερ, ο οποίος στο παρελθόν εργάστηκε στην MI5 και την GCHQ, αλλά και ο διευθυντής ασφαλείας Τζόν Ρίτσαρντσον, ο οποίος εργάστηκε στον τομέα της κυβερνοάμυνας για την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Διασυνδέσεις του Λιντς με μυστικές υπηρεσίες από το 1996
Οι διασυνδέσεις του Λιντς με τη σφαίρα των μυστικών υπηρεσιών προϋπήρχαν της Darktrace.
Η πρώτη του εταιρεία Cambridge Neurodynamics, η οποία ειδικεύεται στην αναγνώριση δακτυλικών αποτυπωμάτων μέσω υπολογιστή, είχε συμβόλαια με τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, αναφέρει το Politico.
Ο Λιντς έβγαλε την Autonomy από τη Neurodynamics το 1996. Η εταιρεία, στην οποία ο Τσάμπερλεϊν εντάχθηκε το 2005, χρησιμοποιούσε τη μηχανική μάθηση για την ανάλυση δεδομένων από πηγές, όπως τηλεφωνικές κλήσεις και μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έχουν υποκλαπεί.
Η Autonomy κέρδισε, επίσης, διαγωνισμούς υψηλού προφίλ από κυβερνητικές υπηρεσίες του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης μιας σύμβασης για την παροχή υποδομής στο Γραφείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ για την ανάλυση πληροφοριών στο πλαίσιο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας μετά την 11η Σεπτεμβρίου.
Η εταιρεία φέρεται να κατείχε και άλλα συμβόλαια με κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, όπως ο στρατός, η NASA και οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών. Η GCHQ και η MI6 πιστεύεται επίσης ότι ήταν πελάτες της. Ακόμη, ο Ρίτσαρντ Περλ, πρώην διορισμένος από το Πεντάγωνο, λειτουργούσε ως ένας από τους διευθυντές της εταιρείας.
Οι κατηγορίες για απάτη
Ο Λιντς, γνωστός είχε βρεθεί στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων τους τελευταίους μήνες, λόγω μιας πολύκροτης υπόθεσης απάτης. Σύμφωνα με το Sky News, στις 15 Ιουνίου απαλλάχθηκε από αμερικανικό δικαστήριο από όλες τις κατηγορίες που αφορούσαν την πώληση της εταιρείας Autonomy στην Hewlett-Packard το 2011.
Εκδόθηκε στις ΗΠΑ για να δικαστεί τον Μάιο του περασμένου έτους και πέρασε 13 μήνες σε κατ' οίκον περιορισμό στο Σαν Φρανσίσκο, καθώς ανέμενε τη δίκη για 17 κατηγορίες συνωμοσίας και απάτης -που αργότερα μειώθηκαν σε 15- που του απαγγέλθηκαν από το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Ο Λιντς κατηγορήθηκε από την HP για τεχνητή διόγκωση της αξίας της Autonomy, μιας επιχείρησης που ίδρυσε και διηύθυνε, πριν εξαγοραστεί από την αμερικανική εταιρεία τεχνολογίας. Ο ίδιος αρνιόταν κάθε αδίκημα.
Ο Στίβεν Τσάμπερλεϊν ήταν επίσης κατηγορούμενος για τα ίδια αδικήματα. Ο Τσάμπερλεν, ήταν ο πρώην αντιπρόεδρος των οικονομικών στο Autonomy. Πριν από τη δίκη του στις ΗΠΑ, ήταν επίσης ο πρώην επικεφαλής επιχειρησιακός διευθυντής της Darktrace.