Το προσχέδιο προϋπολογισμού που συμφωνήθηκε πρόσφατα από τον ομοσπονδιακό καγκελάριο Όλαφ Σολτς (SPD), τον υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι) και τον υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ (FDP) προβλέπει μόνο 4 δισ. ευρώ για το Κίεβο το επόμενο έτος
Το συγκεκριμένο ποσό βοήθειας από την Γερμανία προς την Ουκρανία είναι το μισό ποσό σε σχέση με αυτό που είχε δοθεί το 2024, ενώ αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με δημοσίευση της Handelsblatt.
Κατά το τρέχον έτος, ο συνασπισμός εξακολουθεί να σχεδιάζει να δαπανήσει 7,5 δισ. ευρώ για παραδόσεις όπλων. Ωστόσο, τα χρήματα έχουν ήδη δεσμευτεί, γι’ αυτό και δεν είναι δυνατή προς το παρόν νέα στήριξη για την Ουκρανία.
Στις 5 Αυγούστου, ο υπουργός Οικονομικών Λίντνερ απέστειλε επιστολή στον υπουργό Άμυνας Boris Pistorius (SPD) και στην υπουργό Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ (Πράσινοι), υπενθυμίζοντάς τους ότι «τα ανώτατα όρια πρέπει να τηρηθούν».
Η διαδικασία προκαλεί αναταραχή στον τρικομματικό συνασπισμό
Σύμφωνα με την εφημερίδα, το μπλοκάρισμα προκαλεί ήδη προβλήματα, καθώς το γερμανικό υπουργείο Άμυνας δεν μπόρεσε να χρηματοδοτήσει ένα σύστημα αεράμυνας «Iris-T» που ήταν διαθέσιμο σε σύντομο χρονικό διάστημα. Νέες δεσμεύσεις δεν είναι επίσης δυνατές, καθώς ο προϋπολογισμός για στρατιωτική βοήθεια τα επόμενα χρόνια έχει ήδη εξαντληθεί.
Το περιστατικό προκαλεί αναστάτωση στον συνασπισμό των φωτεινών σηματοδοτών. «Η Ουκρανία πρέπει να μπορεί να βασίζεται στην υποστήριξή μας στον αγώνα της για αυτοδιάθεση, ελευθερία και δημοκρατία. Αυτό δεν πρέπει να αποτύχει εξαιτίας της κοντόφθαλμης δημοσιονομικής γραφειοκρατίας», δήλωσε η Μπρίτα Χάσελμαν (Britta Haßelmann), συν-επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πρασίνων, στην Handelsblatt.
«Η υποστήριξη της Ουκρανίας είναι επίσης προς το συμφέρον της δικής μας ασφάλειας, διότι η ασφάλεια της Ευρώπης και η κατάσταση στην Ουκρανία είναι στενά συνυφασμένες», δήλωσε η Χάσελμαν. Γι’ αυτό πρέπει να διατεθούν και στο μέλλον οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι.
Ο εμπειρογνώμονας του SPD σε θέματα εξωτερικής πολιτικής Μίχαελ Ροτ (Michael Roth) εξήγησε: «Θα ήταν μοιραίο να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η ασφάλεια και η ελευθερία της Ουκρανίας δεν αξίζουν πλέον τίποτα για εμάς στο μέλλον». Ο Ουκρανός πρέσβης στη Γερμανία, Oleksii Makeiev, κάλεσε τη γερμανική κυβέρνηση να μην εγκαταλείψει την υποστήριξή της.
Η διαμάχη για τον γερμανικό προϋπολογισμό είναι εις βάρος της Ουκρανίας και της γερμανικής ασφάλειας, επέκρινε ο Γκούντραμ Βολφ, πρώην επικεφαλής του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (DGAP). «Πώς μπορείτε να ενεργείτε με έναν τόσο κοντόφθαλμο, μη στρατηγικό και ανεύθυνο τρόπο;», δήλωσε ο Βολφ.
Γερμανική κυβέρνηση: «Βοήθεια για όσο διάστημα χρειαστεί»
Εξαιτίας των επικρίσεων, η γερμανική κυβέρνηση προσπάθησε να ηρεμήσει τα πράγματα το Σαββατοκύριακο (17-18.8.2024). Η Γερμανία είναι «ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της Ουκρανίας στην Ευρώπη, οικονομικά, χρηματοπιστωτικά, οικονομικά και επίσης στρατιωτικά», διαβεβαίωναν κυβερνητικοί κύκλοι. Η στήριξη θα συνεχιστεί για όσο διάστημα χρειαστεί.
Σε στενό συντονισμό με την Ουκρανία, η γερμανική κυβέρνηση έχει προβεί σε έγκαιρες παραγγελίες στρατιωτικού εξοπλισμού και πυρομαχικών, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ενίοτε μεγάλοι χρόνοι παράδοσης και να δοθεί ασφάλεια σχεδιασμού στη βιομηχανία. «Αυτό διασφαλίζει ότι ο νέος αμυντικός εξοπλισμός μπορεί να προμηθεύεται συνεχώς στην Ουκρανία φέτος και του χρόνου», ανέφεραν κυβερνητικοί κύκλοι.
Η στήριξη θα συνεχιστεί και το επόμενο έτος. Θα παραδοθούν περισσότερα από 20 επιπλέον αυτοκινούμενα οβιδοβόλα, 20 οχήματα μάχης πεζικού Marder, 37 άρματα μάχης Leopard 1, πέντε αντιαεροπορικά άρματα Gepard και περαιτέρω συστήματα αεράμυνας Iris T. Θα παραδοθούν, επίσης, αρκετές δεκάδες χιλιάδες σφαίρες πυροβολικού και πυρομαχικών για τα τεθωρακισμένα.
Ρωσικά περιουσιακά στοιχεία ως νέα πηγή χρηματοδότησης
Από την άποψη της γερμανικής κυβέρνησης, τα χαμηλότερα ποσά στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό δεν σημαίνουν μείωση της στήριξης προς την Ουκρανία.
Αντίθετα, θέλει να χρηματοδοτήσει τη βοήθεια από άλλες πηγές στο μέλλον. Οι επτά μεγάλες δυτικές βιομηχανικές χώρες (G7) συμφώνησαν να χρησιμοποιούν στο μέλλον έσοδα από τα δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας. Μετά από απόφαση των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στη σύνοδο κορυφής της G7 τον Ιούνιο, 50 δισ. δολάρια πρόκειται να κινητοποιηθούν με αυτόν τον τρόπο βραχυπρόθεσμα.
Για τη γερμανική κυβέρνηση, η αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας δεν προσφέρει μόνο οικονομικά πλεονεκτήματα, αλλά και πολιτικά. Εξάλλου, η στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία επικρίνεται όλο και περισσότερο από τμήματα του πληθυσμού. Με το νέο κανάλι χρηματοδότησης αποφεύγεται τουλάχιστον η εντύπωση ότι άλλες δαπάνες του προϋπολογισμού πρέπει να περικοπούν λόγω της στήριξης της Ουκρανίας.
Ωστόσο, το νέο κανάλι χρηματοδότησης δεν είναι εύκολο να εφαρμοστεί. Ειδικά οι Ευρωπαίοι επιθυμούν να αξιοποιήσουν μόνο τα έσοδα από τα περιουσιακά στοιχεία της ρωσικής κεντρικής τράπεζας, αλλά να μην αγγίξουν σε καμία περίπτωση τα ίδια τα περιουσιακά στοιχεία. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει νομικά προβλήματα και να θέσει σε κίνδυνο τη φήμη της Ευρώπης ως αξιόπιστου χρηματοπιστωτικού κέντρου.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η G7 εργάζονται επί του παρόντος εντατικά για την επεξεργασία των ακριβών λεπτομερειών του πιστωτικού μέσου», ανέφεραν κυβερνητικοί κύκλοι. Τα χρήματα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα πριν από το τέλος του 2024. Η Ουκρανία θα είναι τότε σε θέση να αγοράσει μόνη της τα απαιτούμενα όπλα.
Αλλά το ερώτημα είναι: Είναι δυνατόν να γίνουν πρόσθετες παραδόσεις μέχρι τότε; Και τι θα συμβεί αν το όργανο καθυστερήσει; Ο στρατιωτικός εμπειρογνώμονας Καρλο Μασσαλά (Carlo Masala) από το Πανεπιστήμιο της Bundeswehr στο Μόναχο φοβάται ότι η εναλλακτική χρηματοδότηση μέσω δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων μπορεί να μην αποδώσει: «Η απόφαση για τη χρήση δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων (δηλαδή των τόκων) ελήφθη τον Μάιο. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν έχει συμβεί σχεδόν τίποτα».
Η νέα βοήθεια από τον προϋπολογισμό δεν μπλοκάρεται ουσιαστικά
Η γερμανική κυβέρνηση επισημαίνει, επομένως, επίσης ότι δεν εξαρτώνται πλέον όλα από τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Άλλωστε, η χρηματοδότηση περαιτέρω βοήθειας προς την Ουκρανία από τον προϋπολογισμό δεν είναι θεμελιωδώς μπλοκαρισμένη. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, τα κονδύλια θα μπορούσαν βεβαίως να αποδεσμευτούν εάν το υπουργείο Άμυνας ανακοινώσει αντίστοιχη ανάγκη.
Αυτό τονίζει και ο αναπληρωτής της κοινοβουλευτικής ομάδας του FDP, Christoph Meyer: «Η κυβέρνηση και το κοινοβούλιο θα εξετάσουν τι μπορεί να χρηματοδοτηθεί επιπλέον της υπάρχουσας στήριξης», δήλωσε ο Meyer στην Handelsblatt. Ωστόσο, για το γεγονός ότι δεν έχει συμβεί τίποτα μέχρι στιγμής στο θέμα αυτό ευθύνεται ο υπουργός Άμυνας Πίστοριους: «Μέχρι στιγμής, το υπουργείο Άμυνας δεν έχει δώσει σαφείς εξηγήσεις για το ποιο υλικό μπορεί ακόμη να παραδοθεί ή να γίνει νέα προμήθεια για την Ουκρανία φέτος».
Η κυβέρνηση είχε αρχικά προϋπολογίσει μόνο τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ για την Ουκρανία κατά το τρέχον έτος. Οι υπεύθυνοι για τον προϋπολογισμό στην Μπούντεσταγκ αύξησαν αργότερα το ποσό σε 7,5 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, μια τέτοια αύξηση θα μπορούσε τώρα να γίνει πιο δύσκολη, καθώς υπάρχει έλλειψη χρημάτων. Εξάλλου, στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους εξακολουθεί να υπάρχει ένα χρηματοδοτικό κενό ύψους δώδεκα δισεκατομμυρίων ευρώ.