Όταν η Μελόνι επέστρεψε από το πρόσφατο ταξίδι της στην Κίνα, οι υποθέσεις για τα αληθινά κίνητρα αυτής της κίνησης ήταν άπειρες. Πλέον, λίγες εβδομάδες μετά, είναι γνωστό το γιατί πήγε στην Κίνα.
Από δημοσιεύματα σε ορισμένα οικονομικά ιταλικά ΜΜΕ, μαθαίνουμε ότι λίγο μετά την επιστροφή της Μελόνι από το Πεκίνο, στην Ιταλία άρχισαν βάση συγκεκριμένου προγράμματος συζητήσεις, για την οργάνωση της παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων, μέσα από την συνεργασία ιταλικών και κινεζικών βιομηχανικών μονάδων. Οι συζητήσεις γίνονται ανάμεσα στις συναφείς ιταλικές βιομηχανίες και σε τρεις από τις μεγάλες κινεζικές εταιρείες παραγωγής αυτοκινήτων, μεταξύ των οποίων και η «Dongfeng Motors».
Η συζήτηση αφορά στην δημιουργία εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Οι συζητήσεις γίνονται στην βάση συμφωνιών που έχουν υπογραφεί στο Πεκίνο και αφορούν την δημιουργία μονάδων παραγωγής που θα απευθύνονται στις καταναλωτικές ανάγκες της Ευρώπης και όχι απλά της Ιταλίας.
Η «είδηση» όπως μαθαίνουμε έχει προκαλέσει ισχυρούς τριγμούς στις Βρυξέλλες, καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο αγγίζει την «αχίλλειο πτέρνα» της βαριάς βιομηχανίας της Κεντρικής Ευρώπης, με σημείο αναφοράς βέβαια το ηλεκτρικό αυτοκίνητο, το οποίο από τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες δεν μπορεί να παραχθεί σε τιμές προσιτές για τον μέσο ευρωπαίο καταναλωτή.
Τι έχει συμβεί και γιατί η Ιταλία που βγήκε με πρωθυπουργό την Μελόνι άρον – άρον από την κινεζική «ζώνη του μεταξιού», τώρα κάνει στροφή 180 μοιρών και «χτυπάει» σε διμερή συνεργασία με το Πεκίνο στο πιο ευαίσθητο σημείο της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, το αυτοκίνητο.
Η απάντηση βρίσκεται ήδη διατυπωμένη σε πολλαπλές μελέτες των αρμόδιων οικονομικών Υπουργείων, που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με τις οποίες, ο βασικός κρίκος διασύνδεσης της ιταλικής με την γερμανική βιομηχανία αυτοκινήτου, η παραγωγή ανταλλακτικών και εξαρτημάτων των γερμανικών αυτοκινήτων από τις βιομηχανίες της βόρειας Ιταλίας φθίνει δραματικά (με την συμβολή της πράσινης μετάβασης) σε συνάρτηση με την κρίση της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Και το χειρότερο, αυτή η διολίσθηση διαφαίνεται πλέον ως εξαιρετικά δύσκολο να αντιστραφεί.
Η στροφή στην Κίνα, με άλλα λόγια, δεν ήταν μία επιλογή ανάμεσα σε πολλές, αλλά η μοναδική επιλογή επιβίωσης της πλέον παραγωγικής εξαγωγικής βιομηχανικής δραστηριότητας στην Ιταλία, με την υψηλότερη προστιθέμενη αξία.
Η «κίνηση» αυτή από μόνη της θα μπορούσε να είναι άλλη μία …απόκλιση ή έστω πράξη πίεσης της Ιταλίας προς τις Βρυξέλλες για μεγαλύτερη ανταπόκριση στις διαρκείς απαιτήσεις της Ρώμης για συμμετοχή και μεγαλύτερο ρόλο των Ιταλών στις Βρυξέλλες.
Αλλά κατά πως φαίνεται δεν είναι. Δημοσιεύματα που συνοδεύουν εκ των υστέρων το περιβόητο ταξίδι στην Κίνα αποκαλύπτουν ότι η ιταλική βιομηχανία έχοντας συνδεθεί με την ευρωπαϊκή βιομηχανία παραγωγής αυτοκινήτων σαν ο βασικός παραγωγός ανταλλακτικών και εξαρτημάτων, βυθίζεται κυριολεκτικά σε μία χωρίς προηγούμενο κρίση, καθώς έχει ήδη απολέσει τις «ιδιοκτησία» της μεγάλης made in Italy αυτοκινητοβιομηχανίας.
Ξεκινώντας από την Autobianchi, την Fiat, την Alpha Romeo, την Lamborghini, κ.λ.π. η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία …σβήνει σταθερά και είχε μετατραπεί σε βιομηχανία παραγωγής εξαρτημάτων και ανταλλακτικών των Γερμανών και των Γάλλων.
Η «πρόταση» της Κίνας έρχεται σαν σωσίβιο για την επιβίωσή της σε μία εξαιρετικά ανήσυχη συγκυρία…
Σ’ αυτή την κατεύθυνση όμως η όποια «πρόοδος» γίνει για συνεργασία Ιταλίας – Κίνας, ισοδυναμεί με «κόντρα γραμμή» σε ότι έχει αποφασισθεί στις Βρυξέλλες απέναντι στην κινέζικη βιομηχανία, της οποίας τα πολύ φθηνότερα και ποιοτικά προϊόντα τα έχουν «φορτώσει» με υψηλούς δασμούς για να προστατέψουν τα γερμανικά και γαλλικά αυτοκίνητα.
Ακόμα και αυτό το μέτωπο όμως θα μπορούσε να αξιολογηθεί σαν μια «μεμονωμένη υπόθεση» σύγκρουσης στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, αν δεν συνέβαινε σε συνθήκες που η ενεργειακή κρίση εξακολουθεί εδώ και δύο χρόνια να αυξάνει τις διαφορές στο κόστος παραγωγής μεταξύ των μεγάλων βιομηχανικών χωρών της Ευρωζώνης.
Τα Οικονοκλαστικά απευθύνθηκαν με σχετική ερώτηση σε παλιό και γνωστό στέλεχος της Κομισιόν, που έχει υπηρετήσει στα ψηλά κλιμάκιά της (κοντά στην συνταξιοδότηση, σε «πολυήμερες» διακοπές στην Ελλάδα όπου και σκοπεύει να εγκατασταθεί μετά την σύνταξη) και η απάντηση/σχόλιο ήταν αρκετά διαφωτιστική.
«Η κίνηση της ιταλικής κυβέρνησης να φέρει την παραγωγή κινεζικών – ιταλικών αυτοκινήτων μέσα στην Ευρωζώνη, θα προκαλέσει πολύ ισχυρούς «σεισμούς». Η ιταλική βιομηχανία με την ενεργειακή κρίση έχει βρεθεί σε πολύ δυσχερή θέση παρά την δυναμική της. Το κόστος της ενέργειας έχει προκαλέσει ρήγματα στην εσωτερική αγορά της Ευρωζώνης, ισχυρά ρήγματα. Τώρα έρχεται η οικονομική επιβράδυνση με αναφορά στην κρίση της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας να «σπάσει» τον κρίκο αμοιβαίας συνεργασίας και επιβίωσης με τον ιταλικό βιομηχανικό βορά. Προσέξτε οι ισχυροί κρίκοι στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, όπως οι ενιαίες τιμές ενέργειας και η συνεργασία στην αυτοκινητοβιομηχανία μεταξύ Γερμανίας – Ιταλίας έχουν ραγίσει…
Στις Βρυξέλλες δεν υπάρχει προς το παρόν τρόπος για να αποκατασταθούν οι ζημιές. Φοβάμαι ότι αυτές μόνο να μεγαλώσουν μπορούν.
Πιστεύω ότι αυτής της διαδικασίας στιγμές είναι αυτές που παρακολουθούμε και με την εμφάνιση των κινεζικών αυτοκινητοβιομηχανιών στην Ιταλία. Και θα έχουν συνέχεια.
Αν δεν κάνω λάθος τον Σεπτέμβριο πρόκειται να περάσουν σε άλλο επίπεδο προετοιμασίας σύμφωνα με το MoU που έχει υπογραφεί στο Πεκίνο. Αυτό το γνωρίζουν στις Βρυξέλλες, έχουν ήδη λάβει κάποια ενημερωτικά στοιχεία από την ιταλική κυβέρνηση για τις προθέσεις της…».
Σ’ αυτή την αλληλουχία «γεγονότων» αμφισβήτησης και ρήξης στην συνοχή της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, θα μπορούσε να φανταστεί κανείς τι θα ακολουθούσε, αν για οποιοδήποτε αιτία (και προφανώς υπάρχουν πολλές και ανεξέλεγκτες) ενόψει του χειμώνα, σταματούσε η ροή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, από τον μοναδικό αγωγό που διασχίζει τα πεδία των συγκρούσεων του πολέμου Ουκρανίας – Ρωσίας. Αυτού από τον οποίο τροφοδοτούνται αποκλειστικά κατά βάση τουλάχιστον 3 – 4 χώρες της Ευρωζώνης, μαζί με τις ροές προς τις άλλες χώρες της δυτικής Ευρώπης…
Μέσα σ’ αυτό το ευρύτερο σκηνικό, η κίνηση της Ιταλίας με την «Dongfeng Motors», ίσως πρέπει να «ξυπνήσει» κάποιους και στην Αθήνα για την σημασία της κινεζικής – ήδη – παρουσίας στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.