Η Ρωσία επιδιώκει όλο και περισσότερο να ενθαρρύνει αλλά και να κατευθύνει χάκερ να επιτεθούν σε βρετανικούς και άλλους δυτικούς στόχους, δήλωσε η διευθύντρια της GCHQ στην πρώτη της ομιλία ως επικεφαλής της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Η Αν Κιστ-Μπάτλερ επισήμανε ότι η υπηρεσία της «ανησυχεί ολοένα και περισσότερο για τους αυξανόμενους δεσμούς» μεταξύ των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών και των ομάδων χάκερ που μέσω τρίτων εκμεταλλεύονται εδώ και καιρό το ανεκτικό περιβάλλον στο εσωτερικό της χώρας.
Στο παρελθόν η Ρωσία απλώς δημιουργούσε τα κατάλληλα περιβάλλοντα για τη δράση αυτών των ομάδων, αλλά τώρα τους ενθαρρύνει, είπε η Κιστ-Μπάτλερ μιλώντας για μια «απειλή με παγκόσμια διάδοση».
Αναφέρθηκε ειδικά στις απειλές από το ransomware (το λογισμικό που «κλειδώνει» αρχεία και ζητά λύτρα) ως την «οξύτερη και πιο διαδεδομένη απειλή».
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, όπως αναφέρει ο Guardian, η Εθνική Υπηρεσία Εγκλήματος της Βρετανίας ανακοίνωσε ότι αποκάλυψε τη δράση του Ρώσου υπηκόου Ντμίτρι Χοροσέι ως διαχειριστή της ομάδας LockBit, τα εργαλεία της οποίας για χάκινγκ χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση περισσότερων από 7.000 επιθέσεων μεταξύ Ιουνίου 2022 και Φεβρουαρίου 2024 στις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Κίνα και αλλού.
Η καταβολή λύτρων σε εγκληματίες του κυβερνοχώρου συνήθως δεν είναι παράνομη τακτική, εκτός εάν οι χάκερ χαρακτηρίζονται τρομοκρατική οργάνωση. Συχνά οι εταιρείες καταβάλουν τα λύτρα σε κρυπτονομίσματα.
Η επικεφαλής της GCHQ αναφέρθηκε επίσης στην Κίνα, έναν «πραγματικό και αυξανόμενο κίνδυνο στον κυβερνοχώρο για το Ηνωμένο Βασίλειο», αν και όχι απειλή.