Μια γυναίκα ηλικίας 90 ετών κατάφερε να ανασυρθεί ζωντανή από τα συντρίμμια πέντε ημέρες μετά τον μεγάλο σεισμό της Ιαπωνίας ο οποίος στοίχησε τη ζωή σε 126 άτομα, ενώ οι επιχειρήσεις έρευνας και οι διάσωσης έγιναν σήμερα ακόμα πιο δύσκολες λόγω χιονοπτώσεων.
Ο σεισμός 7,5 βαθμών, που έγινε αισθητός ως την πρωτεύουσα της Ιαπωνίας Τόκιο, έπληξε σκληρά τη χερσόνησο Νότο, στον νομό Ισικάουα, στενή λωρίδα γης που εκτείνεται εκατό χιλιόμετρα στη θάλασσα της Ιαπωνίας. Προκάλεσε καταρρεύσεις δεκάδων κτιρίων και κατέστρεψε πολλούς δρόμους.
Πέρα από τους 126 νεκρούς, οι αρχές έκαναν επίσης σήμερα λόγο για 560 τραυματίες και άλλους 222 ανθρώπους που συνεχίζουν να αγνοούνται, κυρίως στις πόλεις Ουατζίμα και Σούσου.
Χθες, ενενηντάχρονη ανασύρθηκε ζωντανή από τα συντρίμμια σπιτιού που κατέρρευσε στη Σούσου, στο άκρο της χερσονήσου, πέντε ημέρες μετά την καταστροφή.
Σύμφωνα με το newsit.gr, είχε τις αισθήσεις της, ήταν σε θέση να απαντά καθαρά στις ερωτήσεις κατά τη διάρκεια της επιχείρησης διάσωσής της και διακομίστηκε αφού την έβγαλαν σε νοσοκομείο, μετέδωσε το ιαπωνικό δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο NHK.
«Κράτα γερά!» της φώναζαν μέλη σωστικών συνεργείων μέσα στη βροχή, κατέγραψε βίντεο της αστυνομίας που μεταδόθηκε από ιαπωνικά ΜΜΕ. «Όλα θα πάνε καλά», «μείνε θετική», έλεγαν.
Εκπρόσωπος της αστυνομίας στο Τόκιο επιβεβαίωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι η διάσωση έγινε από μέλη της αστυνομικής διεύθυνσης της πρωτεύουσας και της Φουκουόκα (νοτιοδυτικά), χωρίς να δώσει λεπτομέρειες.
Ο σεισμός, που ακολουθήθηκε από εκατοντάδες μετασεισμικές δονήσεις, προκάλεσε κάπου χίλιες κατολισθήσεις και εκτεταμένες πυρκαγιές, ειδικά στην Ουατζίμα, όπου οι αρχές φοβούνται πως υπάρχουν ακόμα πολλοί παγιδευμένοι στα συντρίμμια.
Προκάλεσε επίσης τσουνάμι, αλλά —ευτυχώς— τα κύματα δεν ξεπέρασαν πολύ το ένα μέτρο.
Σωστικά συνεργεία συνεχίζουν τις προσπάθειές τους να βρουν επιζήσαντες κι ανθρώπους που απομονώθηκαν σε περιοχές όπου οι δρόμοι κόπηκαν, καθώς και να μοιράσουν τρόφιμα και εξοπλισμό σε αυτούς που έμειναν άστεγοι.
Κάπου 30.000 πολίτες βρίσκονταν χθες σε 366 χώρους υποδοχής που άνοιξαν οι αρχές, σύμφωνα με την αυτοδιοίκηση στην Ισικάουα.
Πρόβλεψη για ισχυρές χιονοπτώσεις
Όμως οι μετεωρολογικές συνθήκες αναμένεται να χειροτερέψουν στην περιοχή από σήμερα, με νέες βροχοπτώσεις και κατά τόπους ισχυρές χιονοπτώσεις, σύμφωνα με την ιαπωνική μετεωρολογική υπηρεσία, που προειδοποίησε εναντίον του κινδύνου υποθερμίας.
Υπάρχει εξάλλου κίνδυνος να σημειωθούν κι άλλες κατολισθήσεις λόγω των βροχών σήμερα, ενώ ο παγετός θα περιπλέξει την κυκλοφορία στους δρόμους, πολλοί από τους οποίους υπέστησαν ήδη ζημιές λόγω του σεισμού.
Εξαιτίας της άσχημης κατάστασης του οδικού δικτύου, ο ιαπωνικός στρατός ανέπτυξε μικρές ομάδες που κινούνται πεζή σε καθεμιά από τις κοινότητες που αποκλείστηκαν, καθώς και ελικόπτερα, δήλωσε σήμερα ο ιάπωνας πρωθυπουργός Φουμίο Κισίντα στο NHK.
«Παράλληλα με τις προσπάθειες αυτές, είναι απαραίτητο να βελτιωθούν οι συνθήκες στέγασης και η φροντίδα της υγείας των πληγέντων από την καταστροφή», καθώς η κατάσταση αυτή ενδέχεται να παραταθεί, έκρινε ο κ. Κισίντα, συμπληρώνοντας πως θα χρειαστούν «μακρόπνοες» πρωτοβουλίες για να ανοικοδομηθούν οι σεισμόπληκτες περιοχές.
Περίπου 20.000 νοικοκυριά συνέχιζαν να μην έχουν ηλεκτρικό ρεύμα στον νομό Ισικάουα νωρίτερα σήμερα το πρωί.
Ο σεισμός της πρωτοχρονιάς είναι ο πρώτος ο οποίος στοιχίζει τη ζωή σε πάνω από 100 ανθρώπους στο αρχιπέλαγος έπειτα από εκείνον στο Κουμαμότο (νοτιοδυτικά) το 2016, όταν είχαν χαθεί 276 ζωές και είχαν σημειωθεί εκτεταμένες καταστροφές.
Η Ιαπωνία, πάνω στον λεγόμενο δακτύλιο της φωτιάς του Ειρηνικού Ωκεανού, συγκαταλέγεται στις χώρες όπου καταγράφονται πολλές από τις ισχυρότερες σεισμικές δονήσεις σε όλη την υφήλιο.
Η χώρα παραμένει στοιχειωμένη από τον φοβερό σεισμό 9 βαθμών και το γιγαντιαίο τσουνάμι του Μαρτίου του 2011 στις βορειοανατολικές ακτές της χώρας, καταστροφή που άφησε πίσω κάπου 20.000 νεκρούς και αγνοούμενους.
Εκείνος ο σεισμός και το τσουνάμι που ακολούθησε προκάλεσαν το πυρηνικό δυστύχημα στη Φουκουσίμα, το χειρότερο στην παγκόσμια ιστορία έπειτα από αυτό του Τσερνόμπιλ το 1986.