Εξέφρασε την έκπληξή του που η ποινική έρευνα έφτασε τόσο κοντά στον ίδιο (έγινε και έρευνα στην κατοικία του), επιμένει ότι δεν έκανε τίποτα παράνομο ή κατακριτέο, ότι εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη και υπέβαλε την παραίτησή του. Η έκπληξη από την αιφνιδιαστική αποχώρηση του Αντόνιο Κόστα, του πρωθυπουργού της Πορτογαλίας από το 2015, πέρασε και έξω από τα σύνορα της χώρας του.
Ο Σοσιαλιστής πολιτικός που οδήγησε την Πορτογαλία έξω από τα μνημόνια με επιτυχία, τώρα φέρεται να εμπλέκεται σε μια υπόθεση που «ακουμπά» στην πράσινη ενέργεια και τις εξορύξεις του λιθίου, ενός πολύτιμου μετάλλου για την εποχή μας -θυμηθείτε τις μπαταρίες λιθίου που δίνουν ρεύμα στις ηλεκτρονικές συσκευές μας και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Η έρευνα της αστυνομίας, αναφέρει το Politico, σχετίζεται με μια διπλή υπόθεση διαφθοράς, την εκμετάλλευση κοιτασμάτων στο βόρειο τμήμα της χώρας και μια εγκατάσταση για «πράσινο» υδρογόνο, το καύσιμο του μέλλοντος, αλλά και ένα data center, στο Σίνες, στα νότια.
Οι ύποπτοι φέρονται να επικαλέστηκαν το όνομα και την εξουσία του Κόστα «για να ξεμπλοκάρουν διαδικασίες» που σχετίζονταν με τις εξορύξεις. Ειδικά για το λίθιο, η έρευνα αφορά στην «κακή χρήση κονδυλίων, ενεργητική και παθητική δωροδοκία από πολιτικά πρόσωπα και άσκηση επιρροής».
Οι Αρχές έθεσαν υπό κράτηση πέντε πρόσωπα, μεταξύ τους τον δήμαρχο του Σίνες, τον επικεφαλής του πρωθυπουργικού γραφείο Βίτορ Εσκάρια, ενώ απηύθυναν κατηγορίες κατά του υπουργού Υποδομών Ζοάο Γκαλάμπα και του επικεφαλής της Πορτογαλικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, Νούνιο Λακάστα.
Δύο φιλόδοξα σχέδια
Η κυβέρνηση Κόστα είχε υποστηρίξει ένθερμα τα σχέδια για την εξόρυξη λιθίου, στο πλαίσιο και των σχεδιασμών της ΕΕ για επάρκεια σε κρίσιμης σημασίας πρώτες ύλες και απεξάρτηση από άλλους παραγωγούς (Κίνα, Αφρική και Νότια Αμερική). Φιλόδοξα τα σχέδια της Πορτογαλίας, που ήθελε να περάσει από τους 900 τόνους τον χρόνο στους 5.000 τόνους στο κοντινό μέλλον -αν και υπολείπεται από τους 20.000 τόνους της Χιλής και τους 40.000 της Αυστραλίας. Σχέδια όμως ελκυστικά, λόγω της αύξησης στην τιμή του μετάλλου.
Το ορυχείο, για το οποίο θα σκάβονταν τεράστια ορύγματα, θα παρείχε λίθιο για περίπου 500.000 μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων στα 14 χρόνια της «ζωής» του.
Οι επικρίσεις ήταν πάντως πολλές και αφορούσαν τη χαμηλή ποιότητα του μεταλλεύματος, την εξόρυξη που είναι πιο ακριβή από άλλες χώρες λόγω της μεθόδου, αλλά κυρίως και το περιβαλλοντικό κόστος. Οι χωρικοί στην ευρύτερη περιοχή των ορυχείων επισήμαναν όμως ότι, για να βρεθεί το λίθιο, θα έπρεπε να χάσουν τα χωράφια και τα βοσκοτόπια τους.
Παρά τις αλλαγές σχεδίων και τις διαβεβαιώσεις από την εκμεταλλεύτρια εταιρεία ότι η εξόρυξη θα έχει (όσοι το δυνατόν) μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, οι κάτοικοι παρέμεναν αμετάπειστοι. Τελευταίο «χαρτί» στα χέρια της κυβέρνησης, να πάρει -αν χρειαζόταν- στα χέρια της την ιδιοκτησία της γης όπου θα βρίσκονται τα ορυχεία.
Πάντως, έπειτα από αρκετές περιπέτειες, μέσα στο 2023 η Πορτογαλική Υπηρεσία Περιβάλλοντος έδωσε δύο διαφορετικές άδειες για την εξόρυξη.
Παράλληλα έτρεχε και η επένδυση αξίας άνω των 1,5 δισ. ευρώ, για την εγκατάσταση «πράσινου» υδρογόνου στο λιμάνι του Σίνες. Και εδώ υπήρχε ενδιαφέρον από την ΕΕ, με πιθανότητα χρηματοδότησης, αφού σχετίζεται με τους σχεδιασμούς της για την ενέργρια.
Η προοπτική ήταν να μετατραπεί ως το 2025 το (κλειστό πλέον) εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα σε εργοστάσιο παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου, ένα πολλά υποσχώμενο καύσιμο ειδικά για τον τομέα των μεταφορών και τη βιομηχανία. Σχέδια υπήρχαν και για εγκαταστάσεις για άλλα εναλλακτικά, όπως και «πράσινα» καύσιμα.
Η μονάδα υδρογόνου θα παρήγαγε έως και 15 χιλιάδες τόνους υδρογόνου ετησίως, που θα επέτρεπε στην Πορτογαλία να αντικαταστήσει περίπου το 20% της τρέχουσας κατανάλωσης υδρογόνου και να μειώσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά πάνω από 100.000 τόνους.
Τέλος ενός πολιτικού κεφαλαίου
Στον Κόστα και τις κυβερνήσεις συνεργασίας στις οποίες ηγούνταν μετά το 2015, πιστώνεται η έξοδος της χώρας από την επιτήρηση και η επιστροφή της οικονομίας στα παλαιά επίπεδα. Η πανδημία έπληξε όχι μόνο τον τουρισμό (μία από τις βασικές πηγές εσόδων) αλλά και την εικόνα των κυβερνήσεων. Η Αριστερά τον κατηγόρησε ότι δεν έδωσε έμφαση στην υγεία και την εκπαίδευση, η Ακροδεξιά βρήκε έδαφος να διευρύνει την επιρροή της.