Η Βόρεια Ιρλανδία γιορτάζει σήμερα χωρίς τυμπανοκρουσίες την 25η επέτειο της ειρηνευτικής συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, η οποία έβαλε τέλος σε τρεις δεκαετίες βιαιοτήτων, και ετοιμάζεται να υποδεχθεί τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος θα επισκεφθεί τη χώρα με την ευκαιρία αυτή.
Στις 10 Απριλίου 1998, την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής πριν από το Πάσχα των Καθολικών, οι δημοκρατικοί, που υποστηρίζουν την επανένωση με την Ιρλανδία, και οι ενωτικοί, που θέλουν την παραμονή της Βόρειας Ιρλανδίας στους κόλπους του Ηνωμένου Βασιλείου, κατέληγαν σε μια ανέλπιστη συμφωνία ειρήνης έπειτα από εντατικές διαπραγματεύσεις με συμμετοχή του Λονδίνου, του Δουβλίνου και της Ουάσινγκτον.
Η συμφωνία έβαλε τέλος σε τρεις δεκαετίες βιαιοτήτων που στοίχισαν τη ζωή σε 3.500 ανθρώπους, ανάμεσα στους ενωτικούς, κυρίως προτεστάντες, και τους δημοκρατικούς, στην πλειονότητά τους καθολικούς, με εμπλοκή του βρετανικού στρατού. Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, το πολιτικό αδιέξοδο και οι ανησυχίες για την ασφάλεια που επικρατούν, δεν προσφέρονται για εορτασμούς.
Καμιά μεγάλη εκδήλωση δεν προβλέπεται για σήμερα, όμως πολλές πολιτικές προσωπικότητες αναμένονται μέσα στη εβδομάδα, στην πρώτη γραμμή των οποίων ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο οποίος έχει ιρλανδικές ρίζες και φθάνει αύριο, Τρίτη, το βράδυ στο Μπέλφαστ, όπου θα τον υποδεχθεί στο αεροδρόμιο ο βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ. «Θυμόμαστε σήμερα την αρχή ενός νέου κεφαλαίου για την ιστορία του βορειοϊρλανδικού λαού», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο Ρίσι Σούνακ, ο οποίος ήταν μόλις 17 ετών όταν είχε υπογραφεί η συμφωνία.
Πολιτικό αδιέξοδο
Ο Σούνακ δήλωσε πως η επέτειος είναι η ευκαιρία «για να τιμήσουμε αυτούς που πήραν δύσκολες αποφάσεις, αποδέχθηκαν συμβιβασμούς και επέδειξαν ηγετική ικανότητα». Στα χρόνια που ακολούθησαν την ειρηνευτική συμφωνία, παραστρατιωτικές οργανώσεις αφοπλίσθηκαν, τα στρατιωτικά σημεία ελέγχου διαλύθηκαν και τα βρετανικά στρατεύματα αποχώρησαν. Όμως η επέτειος τιμάται χωρίς ενθουσιασμό, καθώς η ειρήνη στη Βόρεια Ιρλανδία μοιάζει σήμερα πιο εύθραυστη απ’ ό,τι σπάνια ήταν μετά το 1998. Οι τοπικοί θεσμοί -που δημιουργήθηκαν ως επακόλουθο της συμφωνίας και υποτίθεται ότι συνδέουν τις κοινότητες- έχουν παραλύσει εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο εξαιτίας διαφωνιών οι οποίες συνδέονται με τις συνέπειες της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το ενωτικό κόμμα DUP -βαθιά προσηλωμένο στην παραμονή της επαρχίας στο Ηνωμένο Βασίλειο- αρνείται να συμμετάσχει στην κυβέρνηση όσο εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις μετά το Brexit (τελωνειακοί έλεγχοι, εφαρμογή ορισμένων ευρωπαϊκών κανονισμών…) που έχουν στόχο την αποφυγή της επιστροφής ενός φυσικού συνόρου με την Ιρλανδία. Μια επαναδιαπραγμάτευση του πρωτοκόλλου ανάμεσα στην ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, που υποτίθεται ότι θα απαντούσε στις ανησυχίες των ενωτικών, απορρίφθηκε τις τελευταίες εβδομάδες από το DUP.
Μέσα σ’ αυτό το ήδη δύσκολο πλαίσιο καθώς πλησιάζε η επέτειος, η Βόρεια Ιρλανδία αύξησε το επίπεδο της τρομοκρατικής απειλής μετά την απόπειρα δολοφονίας ενός αστυνομικού το Φεβρουάριο, την ευθύνη για την οποία ανέλαβαν μέλη μιας διαφωνούσας οργάνωσης των δημοκρατικών. Για την άφιξη του Τζο Μπάιντεν στην επαρχία, αναμένεται να κινητοποιηθούν περισσότεροι από 300 πράκτορες που θα φθάσουν εκεί από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο.
«Διεθνής υποστήριξη»
Μολονότι «τα 25 τελευταία χρόνια είχαν σκαμπανεβάσματα», παραδέχθηκε ο Τζέρι Άνταμς, πρώην ηγέτης του κόμματος των δημοκρατικών Σιν Φέιν, «ένα πράγμα είναι βέβαιο, βρισκόμαστε όλοι σε μια καλύτερη κατάσταση» σήμερα. Η συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, «όπως θα διαπιστώσουμε κατά την επίσκεψη του προέδρου Μπάιντεν αυτή την εβδομάδα, συνεχίζει να χαίρει σημαντικής διεθνούς υποστήριξης από την πλευρά των πιο στενών συμμάχων μας», υπενθύμισε επίσης ο Σούνακ.
Ο πρωθυπουργός πρόκειται να οργανώσει για την περίσταση ένα «επίσημο δείπνο» και να συμμετάσχει σε ένα εορταστικό συνέδριο στο πανεπιστήμιο Queen’s του Μπέλφαστ. Η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον -της οποίας ο σύζυγος Μπιλ Κλίντον διαδραμάτισε ρόλο κλειδί στην ειρηνευτική συμφωνία όταν ήταν πρόεδρος των ΗΠΑ- πρόκειται επίσης να συμμετάσχει σ’ αυτό το τριήμερο συνέδριο.
Από την πλευρά του, ο Τζο Μπάιντεν θέλει να επωφεληθεί από την επίσκεψή του για να «σηματοδοτήσει τις σημαντικές προόδους που έχουν επιτευχθεί μετά την υπογραφή της συμφωνίας» και να υπενθυμίσει «τη βούληση των Ηνωμένων Πολιτειών να υποστηρίξουν το μεγάλο οικονομικό δυναμικό της Βόρειας Ιρλανδίας», σύμφωνα με το Λευκό Οίκο.
Ο αμερικανός πρόεδρος θα μεταβεί στη συνέχεια στην Ιρλανδική Δημοκρατία, στην πρωτεύουσα Δουβλίνο, αλλά επίσης στις κομητείες του Λουθ (ανατολικά) και του Μάγιο (δυτικά), απ’ όπου κατάγονταν οι πρόγονοί του, οι οποίοι μετανάστευσαν στα μέσα του 19ου αιώνα, διαφεύγοντας, όπως και τόσοι άλλοι, από μια Ιρλανδία που μάστιζε ο λιμός, για να εγκατασταθούν τελικά στην Πενσιλβάνια.