Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της G-20 στο Μπαλί της Ινδονησίας. Τουρκικά μέσα ενημέρωσης δημοσίευσαν φωτογραφίες τους μαζί στο Twitter, αλλά ο Λευκός Οίκος δεν ανακοίνωσε τη συνάντηση εκ των προτέρων και οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι, που συνόδευαν τον Βiden στην G-20, δεν είχαν τη δυνατότητα να την καλύψουν.
Ο Erdogan έχει απογοητεύσει κατά καιρούς τις ΗΠΑ και τους άλλους συμμάχους της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Έχει καλλιεργήσει στενούς δεσμούς με τη Μόσχα, αγοράζοντας ένα ρωσικό σύστημα αεράμυνας λόγω των αντιρρήσεων του ΝΑΤΟ. Και πρόσφατα εμπόδισε την είσοδο της Σουηδίας και της Φινλανδίας στη συμμαχία, λόγω ανησυχιών σχετικά με την υποστήριξη των ΗΠΑ και της Ευρώπης στους Κούρδους μαχητές, που η Άγκυρα θεωρεί τρομοκράτες.
Οι εκπρόσωποι του Λευκού Οίκου δεν απάντησαν στο αίτημα για σχολιασμό. Ο Biden δεν απάντησε σε ερώτηση σχετικά με τη συνάντηση με τον Erdogan, που φωναχτά του έκαναν (δημοσιογράφοι) κατά τη διάρκεια μιας επακόλουθης εκδήλωσης με τον ηγέτη της Ινδονησίας, Joko Widodo, και την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen.
Οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ επιδεινώθηκαν περαιτέρω μετά τη βομβιστική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη την Κυριακή, για την οποία η κυβέρνηση Erdogan κατηγόρησε την κουρδική ομάδα PKK. Τη Δευτέρα, ο υπουργός Εσωτερικών Suleyman Soylu είπε ότι ένα συλλυπητήριο μήνυμα από τις ΗΠΑ για τη βομβιστική επίθεση θα πρέπει να θεωρηθεί ως «ο δολοφόνος που επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος».
Οι ΗΠΑ έχουν χαρακτηρίσει το PKK τρομοκρατική οργάνωση και διατηρούν τη συνεργασία τους με την κουρδική ομάδα YPG στη Συρία, παρόλο που η Τουρκία ισχυρίζεται ότι οι ομάδες συνδέονται στενά.
«Ο Πρόεδρος Biden εξέφρασε τα βαθιά του συλλυπητήρια στον Πρόεδρο Erdogan και τον λαό της Τουρκίας για τις πράξεις βίας στην Κωνσταντινούπολη και κατέστησε σαφές ότι στεκόμαστε στο πλευρό του συμμάχου μας στο ΝΑΤΟ», ανέφερε ο Λευκός Οίκος σε δήλωση μετά τη συνάντηση.
Ο Biden «εξέφρασε επίσης την εκτίμησή του» στον Erdogan για το έργο του, μεσολαβώντας για μια συμφωνία για τη συνέχιση των αποστολών σιτηρών από την Ουκρανία, παρά τη ρωσική εισβολή στη χώρα. Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι η συμφωνία «ήταν κρίσιμη για τη βελτίωση της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας εν μέσω του πολέμου της Ρωσίας και ότι η πρωτοβουλία πρέπει να συνεχιστεί».