Τη Δευτέρα, το Ανώτατο Συμβούλιο της Επικρατείας της Λιβύης (HCS) εξέφρασε την άρνηση του για το αίτημα της Μεικτής Στρατιωτικής Επιτροπής 5 + 5 (JMC) να παγώσει όλες τις διεθνείς συμφωνίες συνεργασίας για την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένων αυτών που υπογράφηκαν από την πρώην κυβέρνηση εθνικής συμφωνίας (GNA) με την Τουρκία.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί, ότι ο Πρόεδρος του HCS, Khalid al-Mishri, είναι τουρκικής καταγωγής, με ότι αυτό συνεπάγεται...
Σε δήλωσή του, το HCS επαίνεσε τις προσπάθειες που κατέβαλε η JMC, όσον αφορά τη διατήρηση της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, την επαναλειτουργία του Παράκτιου Δρόμου, τις επιχειρήσεις αποναρκοθέτησης και την εκδίωξη των μισθοφόρων. Κάλεσε τη Στρατιωτική Επιτροπή να «αποστασιοποιηθεί από τη συζήτηση ή την ανάμειξη σε πολιτικές υποθέσεις ή διεθνείς συμφωνίες».
"Εάν η Επιτροπή δεν τηρήσει τις αρμοδιότητές της, θα θεωρηθεί ως εργαλείο για ένα πολιτικό κόμμα και ένοχη για την δημιουργία μίας ανεύθυνης κατάστασης", σημείωσε το HCS.
Στο τέλος των συναντήσεών της το Σάββατο, η JMC επιβεβαίωσε ότι είχε καλέσει το Προεδρικό Συμβούλιο και την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) να παγώσουν τις στρατιωτικές συμφωνίες και τα μνημόνια συνεννόησης που έχουν συναφθεί με οποιαδήποτε χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας.
Κάλεσε επίσης το Λιβυκό Φόρουμ Πολιτικού Διαλόγου (LPDF) να υιοθετήσει γρήγορα τη συνταγματική βάση και να «ξεπεράσει τα στενά συμφέροντα ώστε οι Λίβυοι να ασκήσουν το δικαίωμά τους στις εκλογές τον Δεκέμβριο». ενώ επανέλαβε το αίτημά της να διορίσει υπουργό Άμυνας.
Η Τουρκία έχει εμπλακεί στενά στη Λιβύη, υποστηρίζοντας το GNA, το οποίο είχε την έδρα του στην Τρίπολη, ενάντια στον Εθνικό Στρατό της Λιβύης (LNA), που εδρεύει στη Βεγγάζη. Η Άγκυρα έστειλε στρατιωτικά εφόδια και Σύριους μισθοφόρους στη Λιβύη, βοηθώντας στην κλίση της ισορροπίας δυνάμεων υπέρ του GNA.
Τον Νοέμβριο του 2019, παράλληλα με μια στρατιωτική συμφωνία που επισημοποίησε την προμήθεια και την ανάπτυξη όπλων της Άγκυρας, συμπεριλαμβανομένων των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, η Τουρκία υπέγραψε επίσης μια συμφωνία με το GNA που ορίζει τα θαλάσσια όρια μεταξύ των δύο χωρών στη Μεσόγειο.
Η συμφωνία πυροδότησε ένα κύμα διεθνών διαμαρτυριών που περιελάμβανε τις ΗΠΑ, την ΕΕ, την Ελλάδα, τη Ρωσία και τον Αραβικό Σύνδεσμο, οι οποίοι τη θεώρησαν ως παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και αγνόησαν τα δικαιώματα άλλων μεσογειακών χωρών.