Στους οκτώ ανέρχονται οι νεκροί τρόφιμοι του ελληνικού γηροκομείου “Βασιλειάδα” σε προάστιο της Μελβούρνης στην Αυστραλία από την επιδημία Covid – 19. Αυτό αποκαλύπτει η εφημερίδα “Νέος Κόσμος”, σύμφωνα με την οποία συνολικά οι νεκροί ομογενείς ανέρχονται σε δώδεκα!
Βάσει των στοιχείων της ομογενειακής εφημερίδας “Νέος Κόσμος”, συνολικά στον συγκεκριμένο οίκο ευγηρίας της Μελβούρνης στην Αυστραλία φιλοξενούνται περίπου 120 τρόφιμοι – από τους οποίους οι 71 έχουν προσβληθεί από τον κορονοϊό.
Αρκετοί από τους ασθενείς μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία της πόλης καθώς η κατάστασή τους κρίθηκε σοβαρή. Επίσης, έχουν μολυνθεί από την επιδημική νόσο και 21 μέλη του προσωπικού της “Βασιλειάδας”. Μάλιστα, ένα απ’ αυτά νοσηλεύεται στη μονάδα εντατικής θεραπείας νοσοκομείου της Μελβούρνης.
Συνολικά αυτές τις μέρες πέθαναν 12 ηλικιωμένοι ομογενείς της αυστραλιανής μεγαλούπολης από κορονοϊό, όπως γράφει ο “Νέος Κόσμος”. Όσον αφορά τον οίκο ευγηρίας, αρκετοί συγγενείς νεκρών ομογενών αποδίδουν ευθύνες στο ίδρυμα, καταγγέλλοντας ότι “το προσωπικό δεν τηρούσε τους κανόνες προστασίας”.
Σύμφωνα με την ΕΡΤ, τη διαχείριση έχουν πλέον αναλάβει οι Ομοσπονδιακές Αρχές της Αυστραλίας με κλιμάκιο ειδικών να βρίσκεται επί τόπου, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, όπως το Aged Care Quality and Safety Commission, και την κυβέρνηση της Πολιτείας της Βικτώρια.
Ανάμεσα στο προσωπικό υπάρχουν και διερμηνείς για την εξυπηρέτηση των Ομογενών, τροφίμων του γηροκομείου, ενώ ο αρμόδιος Ομοσπονδιακός υπουργός για τους Ηλικιωμένους Richard Colbeck, δεσμεύτηκε ότι θα υπάρξει ειδική μέριμνα για για την παροχή πληροφοριών σε τρόφιμους και τους συγγενείς τους και τη μεταξύ τους επικοινωνία.
Αυστραλία: Η ελληνική τραγωδία της Μελβούρνης
Ο ομογενής Αποστόλης Μπαρμπούσας είναι το τελευταίο θύμα. Ο 79χρονος ομογενής πέθανε το μεσημέρι της Κυριακής (26.07.2020) από κορονοϊό στη “Βασιλειάδα”, όπως ενημέρωσε την εφημερίδα “Νέος Κόσμος” ο γιoς του, Νικόλας.
Άλλος ένας ομογενής, ο 92χρονος Θεόδωρος Μακρίδης, πέθανε το Σάββατο (25.07.2020). Ο άτυχος υπέργηρος μπήκε στο γηροκομείο μόλις πριν τρεις εβδομάδες. Πάντως, μέχρι στιγμής δεν είναι βέβαιο ότι ο θάνατός του οφείλεται στον Covid – 19.
Όπως είπε εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας στην ομογενειακή εφημερίδα, το προσωπικό στη “Βασιλειάδα” μόλις κρίνει ότι κάποιος τρόφιμος χρειάζεται θεραπεία μεταφέρεται στο νοσοκομείο.
Σύμφωνα με τα ονόματα που έχουν δημοσιοποιηθεί, από κορονοϊό πέθαναν οι τρόφιμοι Μαρία Βασιλάκη, 81 χρόνων, Δημήτριος Φωτιάδης, 79 ετών, Γεωργία Μιτσινίκου, 87 χρόνων, και η Ελένη Αλεξίου.
Κάποια ονόματα δεν είχαν γίνει γνωστά από τις οικογένειές τους.
Στο μεταξύ, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί μετά την προσωρινή ανάληψη του γηροκομείου από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, καθώς συγγενείς καταγγέλλουν ότι δεν υπάρχει επικοινωνία με τους δικούς τους.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Ivan Rukavina που λέει ότι η 86χρονη μητέρα του Marija, ήταν τρόφιμος του ιδρύματος και από την 20η Ιουλίου, οπότε βρέθηκε θετική στον κορονοϊό δεν ξέρει πού βρίσκεται και κανείς δεν μπορεί να τον βοηθήσει.
Αυστραλία: Η απάντηση του Γηροκομείου
Σχολιάζοντας την κατάσταση που επικρατεί και απαντώντας σε όλες τις κατηγορίες, ο επί 20ετία πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της “Βασιλειάδας” Κωνσταντίνος Κόντης, εξέδωσε σχετικό Δελτίο Τύπου.
Αρχικά, το ΔΣ και το προσωπικό του γηροκομείου εκφράζουν την οδύνη τους και τη συμπαράστασή τους στις οικογένειες. Στη συνέχεια διευκρινίζεται ότι από το πρωί της Τετάρτης, 23 Ιουλίου, τη διαχείριση της μονάδας έχει αναλάβει ομάδα του Υπουργείου Υγείας και ότι όλο το προσωπικό βρίσκεται σε κατ’ οίκον απομόνωση, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα αποτελέσματα του τεστ κορονοϊού στο οποίο υποβλήθηκαν τα περισσότερα μέλη του ήταν αρνητικά.
Όσοι επαναλάβουν το τεστ τις επόμενες μέρες και παραλάβουν αρνητικά αποτελέσματα, θα μπορέσουν να επιστρέψουν στη θέση τους στις 30 Ιουλίου, ημερομηνία επιστροφής της διαχείρισης του γηροκομείου στην κανονική διοίκηση.
Απαντώντας στις αιχμές που δέχτηκε το ΔΣ γύρω από τα εργασιακά ζητήματα, ο κ. Κόντης ξεκαθαρίζει ότι όλοι οι υπάλληλοι που παύθηκαν προσωρινά αποζημιώνονται στο ακέραιο και δεν έχουν ενταχθεί στο κυβερνητικό σχήμα Jobkeeper. “Είναι το ελάχιστο που θα μπορούσαμε να κάνουμε για το τόσο αφοσιωμένο προσωπικό μας”, αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου.
Ως προς τις κατηγορίες για χρήση αποκλειστικά εποχικού προσωπικού, στο Δελτίο Τύπου καθίσταται σαφές ότι πάγια πολιτική της διοίκησης του γηροκομείου, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της θητείας του κ. Κόντη, ήταν η πρόσληψη μόνιμου προσωπικού πλήρους ή μερικής απασχόλησης με πρόσβαση σε όλες τις άδειες.
Από τα 110 μέλη του προσωπικού (κυρίου και εφεδρικού) που αναλογούν στους 120 τροφίμους, οι 50 εργάζονται από 5 έως και 15 χρόνια συνεχόμενα στη “Βασιλειάδα”, αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου.
Στις κατηγορίες για μη χρήση ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού από τα μέλη του προσωπικού, η Διοίκηση της “Βασιλειάδας” απαντά ότι η χρήση είχε επιβληθεί στο προσωπικό από τις 9 Ιουλίου, τέσσερις ημέρες πριν την έκδοση της σχετικής κυβερνητικής οδηγίας.
Όσο για τις κατηγορίες ότι, συγκεκριμένα την Κυριακή, 19 Ιουλίου, το προσωπικό κυκλοφορούσε χωρίς την απαραίτητη προστασία, η Διοίκηση απαντά ότι επρόκειτο για άτομα που κατευθύνονταν σε ειδικό απομονωμένο χώρο του γηροκομείου για να υποβληθούν σε τεστ κορονοϊού και τα οποία “δεν ήρθαν σε καμία απολύτως επαφή με κανέναν από τους τροφίμους”.
Στις κατηγορίες ότι η Διοίκηση της “Βασιλειάδας” δεν ενημέρωσε εγκαίρως τις οικογένειες των τροφίμων για το ξέσπασμα του ιού στη μονάδα, ο κ. Κόντης απαντά, μέσω του Δελτίου Τύπου, ότι ενημερώθηκε από το μέλος του προσωπικού ότι είναι θετικό στη νόσο στις 9 Ιουλίου και ενημέρωσε με ηλεκτρονικό μήνυμα τις οικογένειες την επόμενη ημέρα.
Για τα υπόλοιπα περιστατικά ενημερώθηκε στις 14 Ιουλίου και απέστειλε μήνυμα την επομένη. Έκτοτε, υπήρχε τακτή ενημέρωση με όλα τα γεγονότα και τους ακριβείς αριθμούς στις 17, 19, 21 και 22 Ιουλίου, οπότε και τη διοίκηση της μονάδας ανέλαβαν οι κρατικές υπηρεσίες, καταλήγει το Δελτίο Τύπου.