Για να απαντήσει κάποιος στο ερώτημα που το πάει ο Ερντογάν πρέπει πρώτα απ' όλα να δει το προφίλ του ανθρώπου. Από που ξεκίνησε, που πάει και ποιες είναι οι φοβίες και οι εμμονές που τον ακολουθούν.
O παράλογος και νεοεθνικιστικός λόγος του Ερντογάν δεν οφείλεται μόνο στη φιλοσοφία μιας χώρας με εξαιρετικά ανεπτυγμένη αίσθηση του μεγαλοϊδεατισμού και μεγαλομανίας.
Αν κάποιος θέλει να βγάλει ασφαλή συμπεράσματα για την μετάλλαξη της τουρκικής επιθετικότητας πρέπει να μελετήσει προσεκτικά την πορεία και την ενέλιξη του Ταγίπ Ερντογάν, ενός ανθρώπου που εντάχθηκε από μικρός στην αντικομμουνιστική «Τουρκική Εθνική Ένωση Φοιτητών» και με ένα θεατρικό έργο εναντίον της μασονίας, του κομμουνισμού και του ιουδαϊσμού κατάφερε να απασχολήσει την πολιτική ζωή της Τουρκίας.
Μοναδικός στόχος του Ερντογάν είναι η παραμονή του στην εξουσία με οποιοδήποτε κόστος. Όλες οι κινήσεις του γίνονται με βάση το σχέδιο απόλυτου ελέγχου της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Για αυτούς τους λόγους έχει ήδη στήσει ένα κλειστό σύστημα οικογενειοκρατίας το οποίο έχει βολέψει σε όλες τις δομές εξουσίας.
Γιοι, κόρες, ανίψια, ξαδέλφια, κουμπάροι και κουμπαροξάδερφα του Ταγιπ βρίσκονται στις θέσεις κλειδιά της κομματικής νομανκλατούρας που ο ίδιος έχει στήσει και ελέγχουν όλα τα μεγάλα οικονομικά deals της Τουρκίας.
Ταυτόχρονα όπως εκτιμούν πολιτικοί αναλυτές δεν είναι ένας «light» ισλαμιστής όπως τον παρουσίαζαν στο παρελθόν κάποιοι, αλλά είναι ένας τζιχαντιστής ο οποίος θέλει να επιβάλει την Τουρκία ως την ηγέτιδα όλου του ισλαμικού κόσμου. Αξίζει να θυμηθούμε ότι ακόμα και στην Ελλάδα πολιτικοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι τον αποθέωναν για τη μετριοπάθεια, την αποτελεσματικότητα και τον πραγματισμό του.
Με το προσωπείο του μεταρρυθμιστή ο Ερντογάν κατάφερε μέσα σε λίγα χρόνια να διαλύσει την εξουσία του κεμαλισμού, το στρατιωτικό κατεστημένο και την κοσμική επιχειρηματική ελίτ.
Αυτή τη στιγμή ο Ερντογάν διεξάγει έξι πολέμους: Ο ένας είναι εσωτερικός πόλεμος εναντίον των Κούρδων της Τουρκίας. Οι άλλοι δυο πόλεμοι είναι στη Συρία και προς το Ιράκ. Και μετά είναι άλλοι πόλεμοι που διεξάγει και ήδη προχωρεί προς Αρμενία - Ελλάδα – Κύπρο, αλλά και προς το Ιράν σε κάποια στιγμή.
Γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1954 στην περιοχή Kasimpasa της Κωνσταντινούπολης. Η οικογένειά του είχε Γεωργιανές ρίζες και διέμενε αρχικά στην περιοχή της Ριζούντας, στην οποία επέστρεψαν όταν ο Ρετζέπ Ερντογάν ήταν ακόμα μωρό.
Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στη σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών του Ακσαράι, η οποία σήμερα ανήκει στο Πανεπιστήμιο Μαρμαρά (ως Σχολή Οικονομικών και Διοικητικών Επιστημών).
Στα νιάτα του υπήρξε και ποδοσφαιριστής σε τοπική ομάδα της πόλης. Προς τιμήν του το στάδιο της γειτονιάς του Κασίμπασα, έδρα της τοπικής ομάδας Κασίμπασα Σπορ Κουλουμπού, έχει πάρει το όνομα του.
Ως έφηβος πουλούσε λεμονάδα και κουλούρια στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης. Στα 13 του επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παράλληλα με τα μαθήματα σε μια από τις θρησκευτικές σχολές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (σχολές İmam Hatip) αναγκαζόταν να δουλεύει στον δρόμο πουλώντας λεμονάδα και κουλούρια για να εξασφαλίσει περισσότερα χρήματα.
Η οικογένεια του και η απόπειρα αυτοκτονίας της γυναίκας του
Παντρεύτηκε την Emine Gulbaran στις 4 Ιουλίου 1978. Η Εμινέ Ερντογάν γεννήθηκε το 1955, ήταν το τελευταίο από τα 5 παιδιά της οικογένειάς της, πήγε σχολείο, αλλά εκεί κάπου στο λύκειο τα παράτησε. Το 1977 γνώρισε τον Ταγίπ Ερντογάν σε ένα συνέδριο του κόμματος. Ο Ταγίπ μιλούσε κι εκείνη καθόταν από κάτω, όταν την πρόσεξε ο Ερντογάν και άρχισε μία ιστορία αγάπης.
Η Εμινέ Ερντογάν, ομολόγησε ότι έφτασε μέχρι και σε σημείο απόπειρας αυτοκτονίας, όταν ο αδελφός της της επέβαλε σε ηλικία 15 ετών να φορέσει τη μαντήλα.
Η Εμινέ Γκιουλμπαράν ήταν μαθήτρια τότε και το μόνο που της άρεσε ήταν να διαβάζει μυθιστορήματα, ποίηση και να ακούει μοντέρνα μουσική. Της άρεσε επίσης να οδηγεί αμάξια, αλλά μόνο κρυφά, καθώς στη συντηρητική κοινωνία, στην οποία ζούσε, οι γυναίκες δεν συνήθιζαν να πιάνουν τιμόνι. Ο αδελφός της, ο οποίος ήταν μόλις ένα χρόνο μεγαλύτερός της, ήρθε μια μέρα και της είπε ότι είχε φτάσει ο καιρός πια να αρχίσει να φοράει μαντήλα.
Όπως θα διηγηθεί αργότερα στο βιογράφο της, «εκείνη τη μέρα σκέφτηκα ακόμη και να αυτοκτονήσω. Πως θα κάλυπτα το κεφάλι μου; Αλλά δυστυχώς έπρεπε να υπακούσω, αν ήθελα να συνεχίσω να ζω στο σπίτι. Η επιθυμία του αδελφού μου, ήταν διαταγή για μένα». Σήμερα, η Εμινέ Ερντογάν δεν συμμετέχει ποτέ σε επίσημες εκδηλώσεις επειδή το κρατικό πρωτόκολλο απαγορεύει την ισλαμική μαντίλα.
Τα δαχτυλίδια της και οι μαντήλες της που είναι πάντα μεγάλων γνωστών οίκων είναι αυτά που τραβούν πάντα την προσοχή των φωτογραφιών. Αλλά και το γεγονός ότι βρίσκεται σχεδόν πάντα δίπλα στον άνδρα της.
Θεωρείται πολύ δυναμική, μάλιστα κυκλοφορεί κι ένα αστείο, ότι o κ. «Μάγκας» της Τουρκίας τρώει… παντόφλα κάθε βράδυ… Άσχετα με το αστείο και τις κακεντρέχειες, ο Ερντογάν τη συμβουλεύεται σχεδόν πάντα και προτιμά να πηγαίνει οπουδήποτε μαζί της, παρά μόνος του.
Το ζευγάρι έχει δυο γιούς, τον Αχμέτ Μπουράκ και τον Νετσμεντίν Μπιλάλ και δυο κόρες την Eσρά και την Σουμεγιέ, ενώ απέκτησε τον πρώτο του εγγονό το 2006. Για τα παιδιά του Ερντογάν είναι ελάχιστα γνωστά. Η κόρη του, Εσρά είχε μάρτυρα στον πολιτικό της γάμο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, η νεότερη, Σουμεγιέ αγαπάει την πολιτική, ο Νεμετίν Μπιλάλ μονοπωλεί το ενδιαφέρον των media με το κοσμοπολίτικο lifestyle του και ο Αχμέτ Μπουράκ αναφέρεται συχνά σε υποθέσεις σκανδάλων με χώρες στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, το όνομα του βρέθηκε εμπλεκόμενο στον θάνατο από τροχαίο μιας από τις ντίβες του τουρκικού τραγουδιού και αυτό είναι ένα μόλις κομμάτι από τη σαπουνόπερα μιας οικογενειοκρατίας που ορίζει την Τουρκία σήμερα.
Συχνά συμβουλεύει όλες τις τουρκικές οικογένειες να κάνουν τουλάχιστον 3 παιδιά.
Είναι ο πιο καλά αμειβόμενος πολιτικός στον κόσμο, καθώς λαμβάνει ως αποζημίωση 989.000 δολάρια τον μήνα. Η προσωπική του περιουσία υπολογίζεται στα 950 εκατ. δολάρια. Ο ετήσιος μισθός του Τούρκου Προέδρου της Δημοκρατίας είναι μόλις 250.000 δολάρια.
Η πολιτική του σταδιοδρομία
Μέχρις τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ήταν παντελώς άγνωστος. Η μοναδική του ενασχόληση ήταν το ποδόσφαιρο. Το 1974 έγραψε ένα θεατρικό έργο με πολιτικοθρησκευτικές προεκτάσεις, το οποίο σκηνοθέτησε αλλά και πρωταγωνίστησε. Σε αυτό παρουσίαζε τη μασονία, τον κομμουνισμό και τον ιουδαϊσμό ως «διαβολικά πράγματα». Συμφοιτητές του από εκείνη την εποχή λένε ότι είναι κρίμα που δεν υπήρχε Youtube για να αποθηκεύσει το πολιτιστικό πόνημα που ξεπερνούσε τα όρια του κλαυσίγελου. Όσοι όμως υποτίμησαν τον θρησκόληπτο νεαρό το πλήρωσαν ακριβά.
Το 1976 εξελέγη πρόεδρος της Νεολαίας του ισλαμικού MSP. Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980, ακολούθησε τον Ερμπακάν, ηγέτη του MSP, στο κόμμα Islamist Welfare. Το 1985 κατάφερε να γίνει πρόεδρος της επιτροπής του κόμματος για την Κωνσταντινούπολη. Στις 27 Μαρτίου 1994 εκλέγεται δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης και παραμένει ως το 1998. Κατά τη θητεία του στη θέση αυτή αντιμετώπισε με πραγματισμό τα προβλήματα της πόλης, βελτιώνοντας το πρόβλημα της υδροδότησης με τη δημιουργία νέων αγωγών νερού εκατοντάδων χιλιομέτρων και εργαζόμενος πάνω στα προβλήματα των μετακινήσεων και της διαχείρισης των απορριμάτων.
Καταδικάστηκε σε 10 μήνες φυλάκιση και του αφαιρέθηκαν τα πολιτικά του δικαιώματα επειδή διάβασε σε μια ομιλία του το 1997 ένα μουσουλμανικό ποίημα που κρίθηκε ότι προάγει τον θρησκευτικό φανατισμό. Εν τω μεταξύ, το κόμμα του είχε τεθεί εκτός νόμου. Εξέτισε λιγότερο από 4 μήνες και αποφυλακίστηκε στις 27 Ιουλίου 1999.
Το 2001 δημιούργησε το Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Στις εκλογές της επόμενης χρονιάς το κόμμα του πέτυχε ευρεία νίκη. Ο Ερντογάν, όμως, ο οποίος στερούνταν ακόμη τα πολιτικά του δικαιώματα, δεν ορκίστηκε πρωθυπουργός παρά το 2003, οπότε και ανέλαβε από τον πρωθυπουργό Αμπντουλάχ Γκιουλ. Στις 22 Ιουλίου 2007 ξανακέρδισε τις εκλογές, κατακτώντας το 46,6% των ψήφων, αυξάνοντας τα ποσοστά του. Τον Σεπτέμβριο του 2007 ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής «κουμπάριασε» με τον Ερντογάν στον γάμο της κόρης του τελευταίου στην Κωνσταντινούπολη.
Το 2008 βγήκε νικητής από την κόντρα του με το Ανώτατο Δικαστήριο, όταν ο ανώτατος εισαγγελέας ζήτησε να τεθεί το κόμμα του εκτός νόμου. Τελικά, επιβλήθηκαν μόνο χρηματικές κυρώσεις στο ΑΚΡ.
Το 2009 έξαλλος ο Ερντογάν εγκατέλειψε τις διεργασίες του Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, όταν ο συντονιστής της συζήτησης δεν τον άφησε να μιλήσει όσο θεωρούσε ότι μίλησε και ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Σιμόν Πέρες.
Το Μάιο 2010, μετά την επίθεση των Ισραηλινών ειδικών δυνάμεων στη νηοπομπή που κατευθυνόταν στη Γάζα και το θάνατο οκτώ Τούρκων ακτιβιστών, ο Ερντογάν μίλησε για «κρατική τρομοκρατία», διαρρηγνύοντας τις παραδοσιακά καλές σχέσεις της χώρας του με το Ισραήλ. Το 2010 αποκαλύφθηκε ένα δίκτυο στρατιωτικών και παραστρατιωτικών με την ονομασία «Εργκένεκον» που σχεδίαζε επιθέσεις εναντίον διακεκριμένων μη μουσουλμάνων της Τουρκίας, με σκοπό να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση του Ερντογάν. Απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε πάνω από 300 άτομα. Πολλοί μίλησαν για μαζικές εκκαθαρίσεις στο στράτευμα.
Στις 12 Ιουνίου 2011 ο Ερντογάν κέρδισε και τρίτη εκλογική αναμέτρηση, συγκεντρώνοντας σχεδόν το 50% των ψήφων, αυξάνοντας για 2η φορά τα ποσοστά του κόμματός του. Τον Φεβρουάριο του 2013 ο Ερντογάν, με παντελή έλλειψη τακτ, πρότεινε να χρηματοδοτήσει η Τουρκία την ανέγερση ισλαμικού τεμένους στην Αθήνα. Είχαν προηγηθεί δηλώσεις για τους «Έλληνες που πουλάνε τα νησιά τους για να ξεφύγουν από την κρίση». Μετά από 3 χρόνια μηδενικών σχέσεων με το Ισραήλ, ο Ερντογάν δέχτηκε στις 22 Μαρτίου 2013 την τηλεφωνική συγγνώμη του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου.
Τον Μάιο του 2013 ο Ερντογάν εισήγαγε νόμο σύμφωνα με τον οποίο η πώληση οινοπνευματωδών απαγορεύεται μεταξύ 10 μ.μ. και 6 π.μ. σε αποστάσεις μικρότερες των 100 μέτρων από σχολεία, πανεπιστήμια και τζαμιά, σε νέους κάτω των 18 ετών, όπως επίσης και σε αυτόματους πωλητές.
Ο Ερντογάν, κατά τη συζήτηση στο Κοινοβούλιο, χαρακτήρισε το αλκοόλ «μητέρα όλων των κακών». Ο Ερντογάν στο παρελθόν έχει δηλώσει την αντίθεση του ακόμη και για το μακιγιάζ των αεροσυνοδών στις τουρκικές αερογραμμές τις οποίες και αναστάτωσε αφού πρώτα τις ανέδειξε σε μια από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις στον κόσμο. Ο Eρντογάν δεν διστάζει να επιτεθεί ακόμη και στη σειρά της υψηλής τηλεθέασης Σουλειμάν, Ο Μεγαλοπρεπής καθώς “προβάλει ένα ιστορικό πρόσωπο σαν πρωταγωνιστή σαπουνόπερας με ίντριγκες και πάθη και άλλες αδυναμίες.
Ο στόχος του είναι ξεκάθαρος: Να διασφαλίσει τον έλεγχο της εξουσίας και στην «μετά Ταγίπ εποχή» που δεν θα αργήσει να έρθει, κυρίως για λόγους οικονομικούς... Προς αυτή την κατεύθυνση είναι αποφασισμένος να παζαρέψει μεταξύ τωφν δυο μεγάλων δυνάμεων και ενδεχομένως να συμμαχήσει και με τον διάβολο.