Φρόντιζαν ώστε οι μετανάστες να μπουν παράνομα στη χώρα, τους παραλάμβαναν, τους εγκαθιστούσαν προσωρινά σε κάποιους άθλιους χώρους στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα και στη συνέχεια τους μετέφεραν σε διάφορες αγροτικές περιοχές της ελληνικής επικράτειας και τους εκμεταλλεύονταν εργασιακά.
Ο λόγος για τα μέλη μίας οργάνωσης που είχε αναγάγει την εκμετάλλευση ανθρώπων σε επιστήμη. Η συμμορία «ξεδοντιάστηκε» πριν μερικές ημέρες από τα στελέχη της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων μετά από επιχείρηση που έλαβε την ονομασία «Sherpa». Η επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ. έλαβε χώρα την 1η Ιουλίου με τους αστυνομικούς να προχωρούν σε δύο συλλήψεις και σε πέντε ταυτοποιήσεις μελών τα οποία και αναζητούνται.
Η αντίστροφη μέτρηση για την αποδόμηση της οργάνωσης ξεκίνησε στα τέλη του 2023 όταν εντοπίστηκε από αστυνομικούς του Οργανωμένου Εγκλήματος ένας άνδρας από το Νεπάλ 23 ετών ο οποίος προέκυψε ότι είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων με σκοπό την εργασιακή του εκμετάλλευση.
Κάπως έτσι το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται με τις αποκαλύψεις να διαδέχονται η μία την άλλη. Ειδικότερα, από την έρευνα προέκυψε η ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης η οποία δρούσε τουλάχιστον από τον Σεπτέμβριο του 2023 και αποτελούνταν από Νεπαλέζους, Μπαγκλαντεσιανούς και Έλληνες - τον «Δράκο» και τον «Νίκο».
Ως προς τον τρόπο δράσης, τα μέλη της συμμορίας εντόπιζαν άτομα, κυρίως από το Νεπάλ, τα οποία ζούσαν και εργαζόντουσαν νόμιμα στη Ρουμανία και αναζητούσαν εργασία στην Ευρώπη καθώς βρίσκονταν σε ευάλωτη οικονομική και κοινωνική θέση.
Στη συνέχεια, οι «υποψήφιοι» απέστελλαν φωτογραφίες των διαβατήριων τους στην και εκδίδονταν στο όνομά τους αεροπορικά εισιτήρια με προορισμό το Βελιγράδι Σερβίας. Η είσοδος στην ελληνική επικράτεια γίνονταν με τη συνδρομή εγκληματικής ομάδας διακίνησης μεταναστών που δρα στις χώρες της Σερβίας, της Βόρειας Μακεδονίας και της Ελλάδας. Μέλη της ανωτέρω ομάδας, ερχόμενοι σε συμφωνία με μία εκ των δύο συλληφθέντων παραλάμβαναν μετανάστες από τη Σερβία και κάνοντας χρήση μέσων μαζικής μεταφοράς και αυτοκινήτων, τους συνόδευαν έως τα χερσαία σύνορα της χώρας μας με την Βόρεια Μακεδονία. Από εκεί, τους κατηύθυναν να διασχίσουν πεζή τα σύνορα, χωρίς να υποβληθούν στους προβλεπόμενους ελέγχους.
Μετά την είσοδο τους στο ελληνικό έδαφος, οι μετανάστες ανέμεναν σε προκαθορισμένο σημείο, από το οποίο στη συνέχεια παραλαμβάνονταν από έτερους δράστες. Σε τουλάχιστον μία περίπτωση τα ανωτέρω άτομα προέβησαν με την απειλή πυροβόλων όπλων στην αφαίρεση του χρηματικού ποσού των 1.000 ευρώ.
Οι διακινούμενοι μετανάστες, έχοντας ως ενδιάμεσο σταθμό μη εξακριβωμένο κατάλυμα στη Θεσσαλονίκη όπου εγκαθιστούνταν προσωρινά και τελούσαν υπό την επίβλεψη μελών της οργάνωσης, μεταφέρονταν τελικά στην Αθήνα. Με την άφιξή τους παραλαμβάνονταν από τους συλληφθέντες, οι οποίοι τους μετέφεραν και τους εγκαθιστούσαν σε διαμέρισμα πολυκατοικίας στο κέντρο της Αθήνας, διευκολύνοντας την παράνομη διαμονή τους.
Εκεί, προέβαιναν στην παρακράτηση των ταξιδιωτικών τους εγγράφων, ως μέσο πίεσης για την αποπληρωμή του χρέους τους το οποίο είχε δημιουργηθεί από τη μεταφορά στη χώρα και την εύρεση εργασίας. Οι συλληφθέντες κατεύθυναν τους ανωτέρω αλλοδαπούς σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης Μεταναστών (camp), κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, για την έκδοση καρτών ασύλου και στη συνέχεια προέβαιναν στην διοχέτευση των αλλοδαπών στην επαρχία.
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι αναλαμβάναν έναντι αμοιβής, την μεταφορά των αλλοδαπών από την Αθήνα σε διάφορές περιοχές της επαρχίας, χρησιμοποιώντας τα ιδιωτικά τους οχήματα. Κατά την διάρκεια των προαναφερόμενων μεταφορών, οι οδηγοί διατηρούσαν μεταξύ τους συνεχόμενη επικοινωνία, ώστε να ενημερώνονται και να αποφεύγουν οδικές αρτηρίες στις οποίες διενεργούνταν τυχόν έλεγχοι από αστυνομικές δυνάμεις.
Τελικός προορισμός των διακινούμενων αλλοδαπών ήταν διάφορες αγροτικές περιοχές της επαρχίας.
Τότε οι εργάτες παραλαμβάνονταν από έναν εκ των κατηγορουμένων ο οποίος απασχολούταν ως επιστάτης σε εποχικές καλλιέργειες φράουλας της περιοχής και για την επίβλεψη και επιτήρηση των εργατών χρησιμοποιούσε ως βοηθούς δύο ομοεθνείς του.
Η συλληφθείσα παραλάμβανε χρηματικά ποσά τα οποία προέρχονταν από την εργασία των διακινούμενων αλλοδαπών, προβάλλοντας ως αιτιολογία την αποπληρωμή του χρέους που είχε δημιουργηθεί από τη μεταφορά τους και την εξεύρεση εργασίας. Προκειμένου δε να επιτύχει την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους, χρησιμοποιούσε ως μέσο πίεσης την κατοχή των ταξιδιωτικών εγγράφων των διακινούμενων, τα οποία οι συλληφθέντες είχαν πρωτίστως παρακρατήσει και παρανόμως τα κατείχαν.