Στις 31 Μαΐου 1905, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Θεόδωρος Δηλιγιάννης, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου μπροστά στα σκαλοπάτια της Βουλής συγκλονίζοντας την κοινή γνώμη. Ο λόγος που κρίθηκε "απαραίτητο" να πεθάνει; Απλά γιατί ήθελε να καταργήσει το τζόγο και να κλείσει τις χαρτοπαίκτες λέσχες.
Η δολοφονία Δηλιγιάννη ήταν η δεύτερη πρωθυπουργού στη νεότερη ελληνική Ιστορία, μετά από εκείνη του Ιωάννη Καποδίστρια.
Το πιο σοκαριστικό της υπόθεσης ήταν ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τον δολοφόνο του λίγα λεπτά νωρίτερα όταν ο τελευταίος του άνοιξε την πόρτα της άμαξας για να κατέβει.
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης διετέλεσε 5 φορές πρωθυπουργός (1885-1886, 1890-1892, 1895-1897, 1902-1903 και 1904-1905) και υπήρξε ο μεγάλος αντίπαλος του Χαρίλαου Τρικούπη.
Οι δύο πολιτικοί κυριάρχησαν στην ελληνική πολιτική σκηνή το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.
Το απόγευμα της 31ης Μαΐου 1905 ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης πήρε το δρόμο για τη Βουλή, για να παραστεί σε μία συνεδρίαση ρουτίνας. Ούτε που φανταζόταν ότι αυτή θα ήταν και η τελευταία.
Στις 5:05 μ.μ. έφθασε με την άμαξά του στην είσοδο της παλιάς Βουλής, στην οδό Σταδίου, συνοδευόμενος από τον σωματοφύλακά του Γιάννη Πάνο.
Ένας άνδρας, γύρω στα 35, προθυμοποιήθηκε να του ανοίξει την πόρτα της άμαξας. Λίγα λεπτά μετά θα του στερούσε τη ζωή.
Ο ανύποπτος Δεληγιάννης τον ευχαρίστησε για την ευγενική χειρονομία του και κατευθύνθηκε προς τη μαρμάρινη σκάλα της Βουλής. Τότε, ο άγνωστος με μια αστραπιαία κίνηση και χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς από τους παρευρισκομένους, έβγαλε ένα μαχαίρι και το κάρφωσε βαθιά στην κοιλιά του άτυχου πολιτικού.
Όσοι ήταν παρόντες επιχείρησαν να φροντίσουν τον Δηλιγιάννη. Χωροφύλακες και πολίτες έτρεξαν να πιάσουν τον δράστη που δεν μπόρεσε να ξεφύγει και συνελήφθη. Ο όχλος επιχειρεί να τον λιντσάρει αλλά οι ένστολοι τον φυγαδεύουν.
Από την οργή του κόσμου τον έσωσε ένας λοχίας της Φρουράς, που τον μετέφερε βαριά πληγωμένο στο υπόγειο της Βουλής. Τότε ο επικεφαλής της Φρουράς πληροφορήθηκε το όνομα του δράστη: Αντώνιος Κωσταγερακάρης, Λεσχειάρχης – Χαρτοπαίκτης.
Η κατάσταση του Δηλιγιάννη χειροτέρευε συνεχώς. Υπεβλήθη αμέσως σε επέμβαση από τρεις καθηγητές της Ιατρικής. Έχανε συνεχώς αίμα. Δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά.
«Πεθαίνω, πεθαίνω» έλεγε επανειλημμένα.
Το τραύμα είναι βαθύ, ο Δηλιγιάννης βαριανασαίνει και σχεδόν χάνει επαφή με το περιβάλλον.
Θα φύγει από τη ζωή στις 18:49 μ.μ. Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης κηδεύτηκε την επομένη με μεγάλες τιμές.
Δολοφονία για μία εκδίκηση
Ο Δηλιγιάννης ήταν πολέμιος των χαρτοπαικτικών λεσχών οι οποίες ήταν μάστιγα για την εποχή, καταστρέφοντας οικογένειες και κλείνοντας σπίτια.
Το νήμα της ζωής του κόπηκε από τον διαβόητο Μανιάτη χαρτοπαίκτη και μόνιμο θαμώνα χαρτοπαικτικών λεσχών Αντώνη Γερακάρη (που τον φώναζαν και Κωσταγερακάρη από το όνομα του πατέρα του), επειδή είχε απαγορεύσει τη λειτουργία τους.
Ο Γερακάρης εργαζόταν ως πορτιέρης ή μπράβος σε χαρτοπαικτική λέσχη η οποία είχε κλείσει εξαιτίας του νόμου που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση του δολοφονημένου Δηλιγιάννη. Ήταν 38 ετών και πατέρας πέντε παιδιών.
Συνελήφθη και δικάστηκε στο Κακουργοδικείο Αθηνών και τιμωρήθηκε με θανατική ποινή. Καρατομήθηκε στο Παλαμήδι του Ναυπλίου.
Ο Δηλιγάννης είχε ευχαριστήσει νωρίτερα τον δολοφόνο του
Ο Δηλιγιάννης δεν ήταν απρόσιτος. Ήταν ευφυής και του άρεσε να συναναστρέφεται με το πλήθος. Έτσι και τώρα, όταν ένας άγνωστος τον πλησίασε και του άνοιξε την πόρτα στην άμαξα, δεν πήγε ο νους του στο κακό. Αντιθέτως μόνο θετικά το εξέλαβε.
Βλέποντας μάλιστα ότι κράταγε και ένα χαρτί στο χέρι, υπέθεσε ότι ήθελε να του υποβάλει κάποιο αίτημα. Εκείνος άπλωσε το χέρι του να το πάρει.
Τότε ο 35χρονος δολοφόνος βγάζει ένα μαχαίρι και το καρφώνει με μανία στην κοιλιά του πρωθυπουργού.
Ο Δηλιγιάννης «έφερεν αμφοτέρας τας χείρας προς την κοιλίαν, εκύρτωσε το σώμα και μίαν μόνον λέξιν άφηκε των χειλέων του να φύγη, ένα μόνον στεναγμόν: Αχ!» θα γράψει η εφημερίδα «Εμπρός».
Στην ερώτηση γιατί σκότωσε τον πρωθυπουργό της χώρας θα απαντήσει «επειδή μας έκλεισε από τον Μάρτιο τις χαρτοπαικτικές λέσχες και η οικογένειά μου πεινάει».