Τα τελευταία δέκα χρόνια, η 43χρονη Μαρία ζει τον εφιάλτη στα χέρια του 46χρονου συζύγου της. «Του έλεγα “σε παρακαλώ φύγε, θα πάρω την αστυνομία”, γιατί ένιωθα πανικό και για όλους μας ότι θα κάνει κακό. Ήταν εκτός ελέγχου, φώναζε, είχε κοκκινίσει, δε καταλάβαινε τι έλεγε και τι έκανε. Με βούτηξε από το μπράτσο και πήγε να με πετάξει από τις σκάλες που έχουμε εδώ μέσα», ανέφερε.
Βρισιές, ξυλοδαρμοί, απειλές για τη ζωή της ίδιας και της 18χρονης κόρης της. Ο 46χρονος έπινε και συχνά, έχανε τον έλεγχο. Η Μαρία μίλησε για τον εφιάλτη που βιώνει. Όπως λέει, έχει χάσει πλέον τον εαυτό της, έχει αρρωστήσει.
«Τον έχω ηχογραφήσει και να μου το λέει και να το κάνει, ότι θα μου βγάλει τα άντερα, ότι θα βάλει μπράβους να με σκοτώσουν, ότι θα μου σκοτώσει ότι αγαπάω . Απειλούσε το παιδί μου. Στην αρχή ήταν καλός, από τα δεκατέσσερα χρόνια τα τέσσερα ήταν καλά. Τα υπόλοιπα ήταν μαρτύριο. Αρρώστησα και εγώ και το παιδί μου. Το τρέχω σε παιδοψυχολόγους από έξι χρονών».
Το τελευταίο επεισόδιο έγινε ανήμερα του Πάσχα και ενώ η οικογένεια καθόταν στο γιορτινό τραπέζι. Ο αδίστακτος σύζυγος βγήκε και πάλι εκτός εαυτού. Άρχισε να τη βρίζει και να τη χτυπά. Την ώρα που η γυναίκα άρπαξε το τηλέφωνο για να καλέσει το «100», εκείνος άρχισε να τη χτυπά και αποπειράθηκε να τη ρίξει από τις εσωτερικές σκάλες μπροστά στα έντρομα μάτια της κόρης της και των υπολοίπων συγγενών.
«Όταν πίνει αυτός ο άνθρωπος μετατρέπεται, αλλάζει. Πάω να κλείσω την πόρτα και με λιώνει ανάμεσα στον τοίχο και τη μεταλλική πόρτα. Λέω στην κόρη μου “το 100, το 100 τώρα”, αυτός ακούει την κοπέλα από την αστυνομία και έβαλε μπροστά και έφυγε».
Αμέσως μετά οι δύο γυναίκες, ούσες σε κατάσταση – σοκ, μετέβησαν στο αστυνομικό τμήμα και προχώρησαν σε καταγγελία. Οι αστυνομικοί εγκατέστησαν στα κινητά τους τηλέφωνα την εφαρμογή Panic Button και τις ρώτησαν αν επιθυμούσαν να μεταφερθούν σε δομή.
Ενώ έφτασαν συνοδεία περιπολικού στο διαμέρισμα της Νίκαιας προκειμένου να μαζέψουν τα πράγματά τους, βρήκαν το δράστη να κοιμάται στο υπνοδωμάτιο. Προσπάθησε να διαφύγει από την πίσω πόρτα αλλά συνελήφθη.
«Αυτό που πονάω από την πόρτα τώρα ξέρω ότι θα περάσει. Είναι το ψυχολογικό που δεν περνάει ποτέ κοιμάμαι και ξυπνάω και νομίζω θα τον δω με το αμάξι του και με πιάνει ταραχή. Δε θέλω να πάθει κακό, αλλά δε θέλω να είναι μαζί μου. Προσπάθησα να φύγω πάρα πολλές φορές, αλλά έπαιρνε τους πάντες, με απειλούσε. Είναι τρελός ο άνθρωπος». Ο 46χρονος, που έχει συλληφθεί και κρατείται στο τμήμα, είναι γνώριμος των Αρχών και έχει κάνει φυλακή.
Εις βάρος του 46χρονου εκκρεμούν καταδικαστικές αποφάσεις. Η Μαρία επιθυμεί να κάνει μία καινούρια αρχή μαζί με το παιδί της, να βρει ξανά δουλειά, να βρει τον εαυτό της και να ζήσει.