Η ήπια, προς ώρας, συρρίκνωση της οικονομίας μάλιστα, χτυπά καμπανάκι και για τον ελληνικό τουρισμό, δεδομένου ότι βασικές αγορές-τροφοδότες οδηγούνται ή θα μπορούσαν να οδηγηθούν σε οπισθοχώρηση. Σε αυτό το πλαίσιο, ενθαρρυντικό στοιχείο αποτελεί το άνοιγμα του τουρισμού σε αγορές εκτός Ευρώπης, μερικές εκ των οποίων καταγράφουν ήδη θεαματικές επιδόσεις.
Η υποχώρηση της γερμανικής αγοράς
Ενδεικτική της επίπτωσης που έχει η τεχνητή ύφεση της ευρωπαϊκής οικονομίας στον τουριστικό κλάδο είναι η πτωτική πορεία της γερμανικής αγοράς, που παραδοσιακά συμπεριλαμβάνεται στις βασικές αγορές-τροφοδότες του ελληνικού τουρισμού. Να θυμίσουμε ότι ειδικά πέρυσι η Γερμανία αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δεξαμενή εσόδων για τον ελληνικό τουρισμό - τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 40,6% φτάνοντας τα 3,25 δισ. ευρώ - ενώ βρέθηκε στην δεύτερη θέση του top 5 των χωρών από άποψη ταξιδιωτικής κίνησης - η ταξιδιωτική κίνηση από τη Γερμανία αυξήθηκε κατά 45% σε σχέση με το 2021 και διαμορφώθηκε σε 4,35 εκατ. ταξιδιώτες.
Την τρέχουσα χρονιά ωστόσο και παρά το γεγονός ότι ξεκίνησε με την ίδια δυναμική, τα σημάδια κάμψης είναι ήδη εμφανή. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ταξιδιωτικού ισοζυγίου της ΤτΕ, οι εισπράξεις από τη Γερμανία τον Μάρτιο του 2023 μειώθηκαν κατά 12,0% και διαμορφώθηκαν στα 23,4 εκατ. ευρώ, ενώ πτωτικά κατά 5,9% κινήθηκε και η ταξιδιωτική από τη Γερμανία ( 52,2 χιλ. ταξιδιώτες).
Σε επίπεδο τριμήνου, έφτασαν στη χώρα περισσότεροι Γερμανοί (σ.σ. η ταξιδιωτική κίνηση από τη Γερμανία παρουσίασε αύξηση κατά 4,4% φτάνοντας τους 158 χιλ. ταξιδιώτες) ξόδεψαν όμως λιγότερα σε σχέση με πέρυσι, με τις εισπράξεις από τη Γερμανία καταγράφονται μειωμένες κατά 3,5%.
Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, του μεγαλύτερου αεροδρομίου της χώρας, τους πρώτους πέντε μήνες του έτους, οι αφίξεις από την Γερμανική αγορά ήταν αυξημένες κατά 18% σε σχέση με το 2022. Σε σχέση όμως με το 2019, χρονιά ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό που φιλοδοξούμε να ξεπεράσουμε φέτος, παρατηρείται πτώση της τάξης 10%. Η πτώση, σύμφωνα με στελέχη του ΔΑΑ που μίλησαν στο insider.gr εδράζεται στις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις που διαφοροποιούν την ταξιδιωτική συμπεριφορά των Γερμανών, αφού μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει κάποια περικοπή δρομολογίων από τη Γερμανία.
Ο αδύναμος κρίκος της οικονομίας της ευρωζώνης που επηρεάζει τις δαπάνες των νοικοκυριών δημιουργεί σύννεφα και για την συνέχεια. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με στοιχεία του Airdata Tracker του ΙΝΣΕΤΕ, για το σύνολο της θερινής περιόδου, η πτώση στις προγραμματισμένες αεροπορικές θέσεις σε διεθνείς πτήσεις από την Γερμανία φτάνει το 6,7% σε σύγκριση με το 2022. Ενώ πέρσι οι προγραμματισμένες θέσεις από τη Γερμανία ήταν 4,6 εκατομμύρια, φέτος ανέρχονται σε 4,3 εκατομμύρια.
Οι αγορές που κάνουν τη διαφορά
Παρά τον αστερίσκο της γερμανικής αγοράς στον φετινό στόχο του ελληνικού τουρισμού, οι προοπτικές παραμένουν θετικές χάρη στις αγορές έκπληξη, ειδικά εκτός ΕΕ, οι οποίες παρουσιάζουν ήδη θεαματική άνοδο.
Πρώτη και κύρια αυτών, η αγορά της Αμερικής, η οποία ήδη από πέρυσι σημείωσε μεγάλη άνοδο, ενισχύοντας τον κλάδο με τουρίστες που ξοδεύουν αισθητά περισσότερα. Αξίζει να σημειωθεί ότι παρότι οι αφίξεις από την αμερικανική αγορά είναι αισθητά λιγότερες από την γερμανική - το πρώτο τρίμηνο του έτους έφτασαν στη χώρα 86,5 χιλ. ταξιδιώτες από τις ΗΠΑ έναντι 158 χιλ. ταξιδιωτών από τη Γερμανία - η αύξηση που καταγράφεται στην επιβατική κίνηση σε σχέση με πέρυσι είναι θεαματική και φτάνει το 129,6% το α' τρίμηνο του έτους. Παρότι μάλιστα οι Γερμανοί επισκέπτες της χώρας το εξεταζόμενο διάστημα είναι σχεδόν διπλάσιοι από τους Αμερικανούς, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις των Αμερικανών είναι περισσότερες. Το α’ τρίμηνο οι εισπράξεις από την Γερμανία έφτασαν τα 63,3 εκατ. ευρώ όταν αυτές από την Αμερική έφτασαν τα 67 εκατ. ευρώ.
Σε επίπεδο πενταμήνου, βάσει στοιχείων που παραχώρησε ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών στο insider.gr, η Αμερικανική αγορά κινείται κατά 21% υψηλότερα από το 2022 και κατά 89% υψηλότερα σε σχέση με το 2019. Αντίστοιχα κατά 88% υψηλότερα από το 2022 και κατά 46% υψηλότερα από το 2019 κινείται και η επιβατική κίνηση από τον Καναδά στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας.
Πολύ καλή πορεία μέχρι σήμερα ακολουθεί και η επιβατική κίνηση από το Ισραήλ, η οποία στην περίπτωση του ΔΑΑ καταγράφει αύξηση της τάξης του 92% σε σχέση με το 2022 και κατά 73% σε σχέση με το 2019. Χάρη στην καλή συνεργασία και στον στρατηγικό διάλογο Ελλάδας-Αιγύπτου στον τομέα του τουρισμού μάλιστα, ανοδική είναι η πορεία και της αιγυπτικής αγοράς. To πρώτο πεντάμηνο του έτους η επιβατική κίνηση από την Αίγυπτο παρουσιάζει αύξηση της τάξης του 83% σε σχέση με το 2022 και του 25% σε σχέση με την χρυσή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό.
Συγκρατημένη αισιοδοξία από την Ασία
Οι ελπίδες για μια καλή τουριστική χρονιά παρά τα σύννεφα της ύφεσης αναπτερώνονται εν μέρει και από τις αγορές της Ασίας.
Στην περίπτωση της Κίνας, ξεκίνησε την προηγούμενη Παρασκευή το 3ο εβδομαδιαίο δρομολόγιο της Air China, το οποίο θα δώσει μια σχετική ώθηση στην επιβατική κίνηση. Ακόμα όμως, η κινεζική αγορά παραμένει μικρή (σ.σ. μεταξύ 2013 -2019 η κινεζική αγορά αναπτύχθηκε κατά 144,8% ωστόσο ο συνολικός αριθμός των κινέζων επιβατών που έφτασαν στον ΔΑΑ το 2019 ήταν 200.000) και συνεχίζει να υπολείπεται του 2019, με την πλήρη ανάκαμψή της να τοποθετείται εντός του 2024.
Εν αντιθέσει με την Κίνα βέβαια, υπάρχουν αγορές της Ασίας που κινούνται πολύ υψηλότερα σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές. Για παράδειγμα θετικό πρόσημο παρατηρείται στον ΔΑΑ από την αγορά της Σιγκαπούρης με την επιβατική κίνηση να κινείται κατά 284% υψηλότερα από το 2022 και κατά 44% υψηλότερα από το 2019.
Αντίστοιχα κατά 80% υψηλότερη από το 2022 και κατά 70% υψηλότερη από το 2019 παρατηρείται η επιβατική κίνηση στο ΔΑΑ και από την αγορά του Μπαχρέιν, το πρώτο πεντάμηνο του έτους ενώ 223% και 243% υψηλότερη καταγράφηκε η κίνηση στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας και από την Σαουδική Αραβία, την περίοδο Ιανουαρίου - Μαΐου.
Τέλος στις αγορές έκπληξη του 2023 συμπεριλαμβάνεται και η Αιθιοπία με την κίνηση το ίδιο διάστημα να καταγράφεται 415% υψηλότερη αλλά και η Τυνησία, η άνοδος από την οποία το πρώτο πεντάμηνο φτάνει το 625%.