Γιορτή που αναβιώνει κάθε χρόνο στις 26 Δεκεμβρίου στα καραγκουνοχώρια του κάμπου της Καρδίτσας, αλλά και σε περιοχές των Τρικάλων, της Λάρισας και της Δυτικής Μακεδονίας.
Ο λόγος για την «Γουρνοχαρά» ή «Γουρουνοχαρά» που παλαιότερα αποτελούσε το μεγάλο γεγονός των Χριστουγέννων, καθώς την παραμονή ή την επομένη της μεγάλης γιορτής της Χριστιανοσύνης σφάζονταν τα γουρούνια, τα οποία οι χωρικοί είχαν εκθρέψει επιμελώς για ένα χρόνο.
Στη σχετική διαδικασία συμμετείχε όλη η οικογένεια. Το σφάξιμο και το τεμάχισμα ήταν δουλειά των αρσενικών, ενώ στο βράσιμο συμμετείχαν τα θηλυκά μέλη της οικογένειας, που τραγουδούσαν πανηγυριώτικα τραγούδια ή τα κάλαντα, αν το σφάξιμο συνέβαινε την παραμονή των Χριστουγέννων, σύμφωνα με την ιστοσελίδα sansimera.gr.
Για την επιλογή της 26ης Δεκεμβρίου οι χωρικοί της Θεσσαλίας επιχειρηματολογούσαν:
«Τα Χριστούγεννα σφάζουμι τα γουρούνια, γιατί τα Χριστούγεννα πήγινι η Παναγία μι τουν Ιουσήφ και του Χ’στο στ’ν Άίγυπτου, να μη τ’ σφαξ’ η Ηρώδ’ς. Μπρουστά πηγαίναν η Παναγία μι τουν Ιουσήφ και πίσου τα γ’ρούνια χαλούσαν τα χνάρια και γι’ αυτό τα κάνουμι γκουρμπάν’ τα ’χουμι για του καλύτιρου γκουρμπάν’».
Ο οικόσιτος χοίρος ήταν μια επένδυση για τους ντόπιους και δείγμα πλούτου για όποιον τον κατείχε. Έτρωγε τα αποφάγια τους και συσσώρευε λίπος, τη βασική λιπαρή ουσία που χρησιμοποιούσαν για το φαγητό, καθώς το ελαιόλαδο δεν υπήρχε στις παραπάνω περιοχές έως τη δεκαετία του ’60.
Το κρέας του μπορούσε όχι μόνο να συντηρήσει την οικογένεια, αλλά και να πουληθεί, συνεισφέροντας σημαντικά στον οικογενειακό προϋπολογισμό.