Στην εξέλιξη της πανδημίας, τις τάσεις της, τον πραγματικό αριθμό των κρουσμάτων, τις επαναμολύνσεις και τη διαχείριση της κατάστασης μέσα στην περίοδο των διακοπών, αναφέρθηκε ο Ιωάννης Κιούμης καθηγητής πνευμονολογίας στο ΑΠΘ, μιλώντας στην εκπομπή της ΕΡΤ «Με νέα ματιά».
Όπως τόνισε μεταξύ άλλων ο κ. Κιούμης: «Πριν από λίγες ημέρες που ξεκίνησε αυτή η έξαρση που παρατηρούμε πάλι το τελευταίο χρονικό διάστημα, είδαμε ότι οι επαναλοιμώξεις ήταν κάτω από το 10%, σύμφωνα με το ertnews.gr.
Με τα τελευταία στοιχεία φαίνεται πως φτάνουμε το 20% και θα υπάρξει ανοδική πορεία, σας το βεβαιώνω αυτό, τις επόμενες εβδομάδες, για το λόγο ότι όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότεροι από τους συμπολίτες μας που είτε νόσησαν, είτε είναι εμβολιασμένοι, σιγά-σιγά εξασθενεί η ανοσία τους, άρα θα είναι ακόμα περισσότερο εκτεθειμένοι σε έναν ιό που έτσι και αλλιώς έχει μία σημαντική διαφυγή από την προστασία των αντισωμάτων, άρα οι επαναλοιμώξεις θα αποτελούν ολοένα και ένα πιο σημαντικό κομμάτι από τις λοιμώξεις που θα καταγράφονται καθημερινά».
Συνεχίζοντας τόνισε πως: «Οι λοιμώξεις που καταγράφονται είναι ένα κλάσμα των πραγματικών λοιμώξεων που συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στη χώρα. Να υπολογίζετε ότι αυτό το νούμερο θα πρέπει να πολλαπλασιαστεί με έναν παράγοντα που θα πρέπει να είναι ένα 3 ή 4 ή 5, καμιά φορά και περισσότερο.
Δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, ξέρουμε ότι οι καταγραφόμενες λοιμώξεις, ιδίως όταν είναι σχετικά ήπιες, ένα μεγάλο μέρος τους διαφεύγει από την καταγραφή, γιατί είτε δεν γίνεται αντιληπτό από αυτούς που νοσούν, είτε γιατί δεν δίνεται η κατάλληλη σημασία, είτε γιατί δεν θέλουν να πάνε να τις καταγράψουν.
Πάντως οι λοιμώξεις είναι πολύ περισσότερες και αυτό σημαίνει ότι και η διασπορά του ιού είναι μεγαλύτερη, από ότι αντιλαμβανόμαστε αυτή τη στιγμή. Με βάση την εξέλιξη των στοιχείων, μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες θα έχουμε την κορύφωση και θα ακολουθήσει μία αποκλιμάκωση και πάλι.
Με βάση τα στοιχεία που έχουμε, παρά την αύξηση των κρουσμάτων, δεν υπήρξε η ανάλογη επιβάρυνση των σκληρών δεικτών της πανδημίας, των εισαγωγών στις ΜΕΘ, των διασωληνωμένων και των θανάτων.
Μία εύκολη εξήγηση είναι ότι αυτές οι παραλλαγές του ιού, προκαλούν μία ηπιότερη νόσηση, υπάρχει και άλλη μία άποψη, που λέει ότι ο βαθμός επικινδυνότητας αυτών των παραλλαγών δεν είναι μικρότερος από αυτόν των προηγούμενων, απλώς τώρα ο κορονοϊός έχει να αντιμετωπίσει τώρα ένα τείχος ανοσίας είτε μερικής, είτε πλήρους, με αποτέλεσμα να δίνει ηπιότερες νοσήσεις».
Ως προς το ενδεχόμενο επαναφοράς μέτρων, ανέφερε: «Θα ευχόμουν να μην γίνει μέσα στο καλοκαίρι η επαναφορά της μάσκας γιατί θα επηρεάσει τον τουριστικό τομέα σε μία κρίσιμη περίοδο, ελπίζω ότι τα πράγματα δεν θα φτάσουν σε αυτό το σημείο.
Θα πρέπει να σκεφτόμαστε όταν βρισκόμαστε σε περιβάλλον υψηλής επικινδυνότητας, με συνωστισμό, συγχρωτισμός, άτομα που πάσχουν από σοβαρές νοσήσεις, ή είναι υπερήλικες, να παίρνουμε τα μέτρα που χρειάζονται και εδώ χρειάζονται οι μάσκες, για να μπορέσουμε να αποφύγουμε τα χειρότερα.
Η προηγούμενη νόσηση αν ήταν ήπια, δε σημαίνει ότι προδιαθέτει τον άνθρωπο που θα νοσήσει ξανά, το να περάσει τη νόσο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, μπορεί η δεύτερη φορά να είναι διαφορετική, η τρίτη φορά επίσης διαφορετική. Υπήρξε μία άστοχη διαχείριση του θέματος του τέταρτου εμβολιασμού, γιατί όταν “θολώνει” το μήνυμα, τότε ο κόσμος το εκλαμβάνει αρνητικά και δεν ακολουθεί τις οδηγίες».
Τέλος, σχολίασε πως «είναι το μοντέλο διακοπών τέτοιο που δεν συνάδει με περιορισμούς και μάσκες, αυτή είναι η μόνη αλήθεια».