Στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Κω κατηγορούμενοι για ομαδικό βιασμό μιας Νορβηγής τουρίστριας στη Ρόδο θα καθίσουν την 4η Οκτωβρίου 2021 δύο ημεδαποί κάτοικοι της Ρόδου και των Χανίων.
Το θύμα καταγγέλλει ότι οι δύο άνδρες την χτύπησαν, την έφτυσαν και την εξανάγκασαν σε κολπικές, στοματικές και πρωκτικές συνουσίες και μάλιστα επανειλημμένως σε μια κατοικία στις παρυφές της πόλης της Ρόδου, όπου την οδήγησε ο ένας εξ αυτών, τον οποίο γνώρισε ως μέλος μιας μπάντας σε νυχτερινό κέντρο.
Η κοπέλα, αφού επέστρεψε στην πατρίδα της, αναγνώρισε τους δύο καταγγελλόμενους από φωτογραφίες που είχαν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του νυχτερινού κέντρου στο Facebook και μέσω αυτών οι αρχές της Νορβηγίας κατέληξαν στην ταυτότητά τους. Συγκεκριμένα, παρουσιάστηκε την 4η Αυγούστου 2017 στις αστυνομικές αρχές του Όσλο, συνοδευόμενη από την δικηγόρο της και έδωσε κατάθεση με ήχο και εικόνα και στη συνέχεια υπέβαλε μήνυση.
Όπως εξέθεσε, την 30ή Ιουλίου 2017 μαζί με μια φίλη της επισκέφθηκαν γνωστό κέντρο στην πόλη της Ρόδου και εκεί την προσέγγισε ένας εργαζόμενος με τον οποίο φλέρταρε. Τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας και ενώ το κατάστημα είχε σχεδόν αδειάσει τον ακολούθησε για μια βόλτα με το αυτοκίνητό του. Στη διαδρομή προς άγνωστη σε αυτή κατεύθυνση υποστήριξε ότι την εξανάγκασε σε στοματικό έρωτα και εν συνεχεία την οδήγησε σε μια κατοικία, σε άγνωστη τοποθεσία. Εκεί έφτασε ένα ακόμη άτομο, τον οποίο είχε δει να μιλάει με τον πρώτο στο ίδιο κέντρο. Όπως σημειώνει, την βίασαν διαδοχικά και από κοινού με ιδιαίτερη σκληρότητα. Έπειτα ο δεύτερος εξ αυτών την οδήγησε με το αυτοκίνητό του στο νυχτερινό κέντρο.
Με την φίλη της, όπως είπε, πήγαν σε αστυνομικό τμήμα για να καταγγείλουν το περιστατικό και δεν έτυχε της δέουσας αντιμετώπισης, σύμφωνα με την καταγγελία της. Οι κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς όρους μετά την απολογία τους.
Απολογούμενος ο ένας τόνισε ότι εργάστηκε στο νυχτερινό κέντρο ως σερβιτόρος το έτος 2017. Με τον συγκατηγορούμενο του εργάστηκαν μαζί τη περίοδο του 2017 χωρίς ποτέ να γνωριστούν καλά καθώς το κέντρο απασχολεί συνολικά πάνω από 30 ατομα και δεν είχαν, όπως είπε, κάποια στενή επαφή ή σχέση. Πρόσθεσε μάλιστα ότι το θύμα πήγε στη συνέχεια να δειπνήσει, κοιμήθηκε και αρκετά αργότερα αποφάσισε να μεταβεί στην Ασφάλεια Ρόδου, λίγο πριν αναχωρήσει για την πατρίδα της, ενώ δεν θέλησε τελικά να υποβάλει καταγγελία, καθώς δεν ήταν σίγουρη αν η ερωτική συνεύρεση έγινε με την… συναίνεση της ή όχι. Τόνισε επίσης ότι μοναδικός λόγος που μετέβαλε την άποψή της και τελικά κατήγγειλε στις Νορβηγικές αρχές ότι βιάστηκε στην Ελλάδα, είναι το προσδοκώμενο οικονομικό όφελος.
Ο συγκατηγορούμενός του τόνισε ότι εργάζεται στο ίδιο κέντρο από το έτος 2012 και ότι οι προσωπικές σχέσεις και επαφές του είναι γενικά περιορισμένες λόγω των δύο μικρών παιδιών που η σύζυγός του κι εκείνος μεγαλώνουν. Επιβεβαίωσε και ο ίδιος ότι δεν είχε σχέσεις με τον συγκατηγορούμενο του, ενώ πρόσθεσε ότι δεν θυμάται την καταγγέλλουσα και ότι δεν μπορούσε να διανοηθεί τον λόγο της κατηγορίας, τη στιγμή που δεν γνώριζε καν το όνομα του αλλά βρήκε τα στοιχεία του από τη σελίδα του καταστήματος στο facebook.