Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου στην ενημέρωση για τον κορονοϊό, η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου μίλησε για το τι ισχύει στην χώρα μας, στην περίπτωση που ένας πλήρως εμβολιασμένος πολίτης έρθει σε επαφή με κρούσμα.
Συγκεκριμένα, αποκάλυψε ότι: «Όπως ισχύει κατά CDC και σύντομα, στην χώρα μας, τα άτομα που έχουν εμβολιαστεί με δυο δόσεις αν έρθουν σε επαφή με ένα άτομο που έχει την λοίμωξη, απλώς παρακολουθούνται χωρίς να απαιτείται να κάνουν μοριακά και self τεστ. Εκτός κι αν εμφανίσουν συμπτώματα. Εφόσον παραμένουν ασυμπτωματικοί δεν υφίστανται ούτε απομόνωση ούτε εργαστηριακή διερεύνηση για πιθανή λοίμωξη. Βέβαια αυτό δεν ισχύει για άτομα που έχουν εμβολιαστεί με μία μόνο δόση, θεωρείται ότι είναι ατελώς εμβολιασμένα επομένως μπορεί σε αυτή την περίπτωση η επαφή να έγινε σε χρονική περίοδο που τα αντισώματα της πρώτης δόσης δεν έχουν αναπτυχθεί.»
Οι δηλώσεις της προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, ταυτίζονται με τις οδηγίες του CDC.
Όπως αναφέρει το Ευρωπαϊκό Κέντρο πρόληψης και ελέγχου νοσών, με βάση τις νέες οδηγίες του CDC (Centers for Disease Control and Prevention) όσοι είναι πλήρως εμβολιασμένοι δεν χρειάζεται να ελέγχονται τακτικά με τεστ ή να μπουν σε καραντίνα, ακόμα και αν έρθουν σε επαφή με κάποιον που νοσεί. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης, και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τις νεότερες οδηγίες του CDC.
Σε περίπτωση που κάποιος πλήρως εμβολιασμένος αναπτύξει συμπτώματα όπως πυρετός, βήχας ή κόπωση, τότε πρέπει να υποβληθεί σε τεστ και να μπει σε καραντίνα. Οι περισσότεροι πλήρως εμβολιασμένοι, δεν χρειάζεται να μπουν σε καραντίνα, να απομονωθούν από την εργασία τους, ή να κάνουν τεστ μετά την έκθεση σε κάποιο επιβεβαιωμένο κρούσμα, καθώς η πιθανότητα να αναπτύξουν λοίμωξη είναι μικρή, αλλά πρέπει να παρακολουθούν για πιθανή ανάπτυξη συμπτωμάτων 14 μέρες μετά την έκθεση σε επιβεβαιωμένο κρούσμα.
Οι πλήρως εμβολιασμένοι έχουν πολύ μικρό κίνδυνο να νοσήσουν και να μεταδώσουν τον ιό, ενώ έχουν συνήθως ήπια ή καθόλου συμπτώματα. Αυτό συνεπάγεται ότι μπορούν να εξαιρεθούν από τα τεστ μαζικού ελέγχου που γίνονται στους χώρους εργασίας, εκτός από ειδικές περιπτώσεις όπως εργαζόμενοι σε χώρους υγείας, ή φυλακές όπου μπορούν εύκολα να παρατηρηθούν μαζικές εξάρσεις του ιού.
Οποιοσδήποτε βγει θετικός σε τεστ COVID-19 πρέπει να απομονωθεί για 10 ημέρες. Οι πλήρως εμβολιασμένοι μπορούν να ταξιδεύουν εντός της χώρας, χωρίς τεστ ή καραντίνα, ενώ για τα ταξίδια στο εξωτερικό ισχύουν διαφορετικοί κανόνες ανάλογα με τη χώρα προορισμού. Πολλές διαφορετικές λοιμώξεις εμφανίζουν παρόμοια συμπτώματα με τη λοίμωξη COVID-19, αλλά δεν υποβαλλόμαστε σε τεστ ρουτίνας για αυτές, οπότε δε θα χρειάζεται με την πρόοδο του μαζικού εμβολιασμού να υποβαλλόμαστε σε διαδοχικά τεστ.