Αύξηση σημειώνεται στο ιικό φορτίο των λυμάτων της Θεσσαλονίκης ωστόσο όπως λέει στο Sputnik ο πρύτανης του ΑΠΘ, Νίκος Παπαϊωάννου, είναι διαφορετικά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και προς το παρόν δεν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα.
Αύξηση στο ιικό φορτίου μεν, όχι επιθετική δε, χαρακτηρίζει ο πρύτανης του ΑΠΘ, Νίκος Παπαϊωάννου, τα αποτελέσματα των νέων μετρήσεων στα λύματα της Θεσσαλονίκης.
Μιλώντας στο Sputnik, ο πρύτανης του ΑΠΘ ζήτησε «ηρεμία» καθώς αυτή την περίοδο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά είναι εντελώς διαφορετικά από εκείνα του περασμένου Οκτώβριου οπότε είχε σημειωθεί η έκρηξη της πανδημίας στη Θεσσαλονίκη.
«Η ουσία είναι ότι έχουμε ποιοτικές διαφορές από τον Οκτώβριο. Τότε είχαμε ανοιχτή εστίαση, κυκλοφορούσε ο κόσμος περισσότερο, πανεπιστήμια και σχολεία ανοιχτά, τώρα τι ισχύει απ' αυτό; Γι' αυτό δεν είμαστε "επιθετικά" (σ.σ. ως προς την τάση αύξηση του φορτίου) και γι' αυτό δεν είμαστε να μπούμε -αυτή τη στιγμή- στο "κόκκινο". Δεν έχει πάρει επιθετική αύξηση. Δεν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα αυτή τη στιγμή. Είναι μια δυναμική κατάσταση που αλλάζει μέρα με τη μέρα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαϊωάννου.
Να σημειωθεί ότι όπως ανακοινώθηκε από την ομάδα του ΑΠΘ που πραγματοποιεί τις μετρήσεις στα λύματα της πόλης, οι τιμές της συγκέντρωσης του κορονοϊού στα δείγματα τα οποία ελήφθησαν στις 15 και 16 Φεβρουαρίου, μετά τον περιβαλλοντικό εξορθολογισμό των μετρήσεων, είναι αυξημένες κατά 17% σε σχέση με τις τιμές των δύο προηγούμενων δειγματοληψιών.
Διευκρινίσεις σχετικά με την επίδραση της κακοκαιρίας στις μετρήσεις έδωσε η καθηγήτρια Μ. Πεταλά, επικεφαλής της ομάδας υποδοχής των λυμάτων στο ΑΠΘ και πιο συγκεκριμένα στο Εργαστήριο Τεχνικής και Σχεδιασμού Περιβάλλοντος του Tμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, καθώς όπως είπε κατά τις ημέρες των χιονοπτώσεων σημειώθηκαν «διαφοροποιήσεις στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά των λυμάτων που ελήφθησαν από την είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης. Πιο συγκεκριμένα, αυξήθηκε η συγκέντρωση των αιωρούμενων στερεών σωματιδίων και μεταβλήθηκε η σύσταση του οργανικού φορτίου. Και οι δύο αυτές παράμετροι επηρεάζουν την μέτρηση του ιικού φορτίου και ελήφθησαν υπόψη στον εξορθολογισμό των αποτελεσμάτων».