Από τις 12 Ιουνίου που υπεγράφη στους Ψαράδες των Πρεσπών η επαίσχυντη συμφωνία Ελλάδας – Σκοπίων έχουν περάσει πλέον των οκτώ μηνών. Αλλά όσα συνέβησαν εκείνη την ημέρα στο γραφικό ψαροχώρι όπως και στην ευρύτερη περιοχή όπου τα ΜΑΤ ξυλοκόπησαν ανηλέως Έλληνες πολίτες που συγκεντρώθηκαν στη Βίγλα και το Πισοδέρι για να διαμαρτυρηθούν έχουν μείνει βαθιά χαραγμένα στην μνήμη των κατοίκων. Όλα ξεκίνησαν από την Μητρόπολη Φλωρίνης, Πρεπσών και Εορδέας Θεόκλητο. Έναν Ιεράρχη πράο στο πρόσωπο καμία σχέση με τον αψίκορο προκάτοχό του Αυγουστίνο Καντιώτη αλλά αποφασιστικό όσο δεν παίρνει. Ο Θεόκλητος αποφάσισε εκείνη την ημέρα να δώσει εντολή στον ιερέα των Πρεσπών Ειρηναίο να κτυπά συνεχώς τις καμπάνες της εκκλησίας πένθιμα για όσο θα διαρκούσε η τελετή υπογραφής της συμφωνίας μεταξύ Τσίπρα Ζάεφ στην περίφημη τέντα.
Ταυτοχρόνως ο Θεόκλητος του έδωσε εντολή να τελέσει τρισάγιο στην μνήμη των σφαγιασθέντων κληρικών του Μακεδονικού Αγώνος. Επειδή όμως τα πνεύματα ήταν τεταμένα επιστράτευσε δύο ακόμα μπαρουτοκαπνισμένους και ψύχραιμους Ιερείς της Μητροπόλεως του, τον πατέρα Αναστάσιο και τον πατερά Κωνσταντίνο. Τους κάλεσε να σπεύσουν στις Πρέσπες για να στηρίξουν τον Ειρηναίο καθώς ορθά προέβλεψε ότι θα του ασκείτο αφόρητο πίεσης από τις Αρχές να σταματήσει την πένθιμη κωδωνοκρουσία.
Ο διευθυντής της εφημερίδας «Εστία» Μανώλης Κοττάκης συνάντησε κατά την επίσκεψή του στις Πρέσπες τον ένα εκ των τριών ψυχωμένων Ιερών, τον Αναστάσιο Γκερτσάκη, ο οποίος αργότερα έγινε γνωστός στο πανελλήνιο μετά την πρωτοβουλία του να ζητήσει από τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Κωνσταντίνο Σέλτσα να μετανοήσει δημοσίως για την προδοσία της Μακεδονίας. Ο πατήρ Αναστάσιος μας απεκάλυψε ότι τρεις φορές τους έστειλε η κυβέρνησης αξιωματικούς της αστυνομίας για να σταματήσουν να χτυπούν πένθιμα τις καμπάνες διότι αυτό ενοχλούσε τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών. Την πρώτη φορά τον πήραν με τον καλό: «Υποθέτουμε ότι μόλις τελειώσετε το τρισάγιο θα σταματήσετε να χτυπάτε» τους είπαν οι άνδρες της ΕΛΑΣ, «Και να τελειώσει το τρισάγιο εμείς θα … συνεχίσουμε απάντησαν ήρεμα».