Είθισται να λέγεται ότι η Ελλάδα επιτυγχάνει όταν υπάρχει ενότητα. Λίγες φορές βρέθηκαν οι Ελληνες τόσο ενωμένοι, όσο ως προς το όνομα της γειτονικής χώρας. Εντούτοις, παρά τη σπάνια αυτή πολιτική σύγκλιση, οι εικοσιπενταετείς διπλωματικές μάχες κατέληξαν σε μια στρατηγική ήττα. Η Ελλάδα δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τη χρήση του ονόματος «Μακεδονία».
Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Ο επιθετικός προσδιορισμός «Βόρεια» είναι σαν τους αστερίσκους και τις υποσημειώσεις στα διπλωματικά έγγραφα: καταγράφεται απλώς η αναποτελεσματική διαφωνία του μειοψηφούντος μέλους. Αν, μάλιστα, η συμφωνία των Πρεσπών δεν ολοκληρωθεί, ούτε αυτός ο αστερίσκος θα υφίσταται. Οι γείτονες θα αναγνωριστούν ως Μακεδονία. Η ήττα αυτή, πικρή και ευτελιστική, μπορεί να αποβεί ευεργετική· μια πρώιμη προειδοποίηση για μελλοντικές απώλειες.
Η δημιουργία του ελληνικού κράτους ανέδειξε το νεόκοπο ελληνικό έθνος σε κληρονόμο της ελληνικής ιστορίας. Παρά τις αμφισβητήσεις του Φαλμεράγιερ και τις ανεπάρκειες της ελληνικής πολιτείας, η εικόνα των Νεοελλήνων ως συνεχιστών της Αρχαίας Ελλάδος εμπεδώθηκε στη δυτική κοινή γνώμη. Ο συνεπαγόμενος διάχυτος φιλελληνισμός απέβη εντόνως αποδοτικός. Η διπλωματική και στρατιωτική υποστήριξη συνδυάστηκε με την αλλεπάλληλη οικονομική βοήθεια, ένα είδος προσόδου η οποία, ως προς τις συνέπειές της στην οικονομική και πολιτική ζωή του τόπου, θυμίζει συχνά την πετρελαϊκή.
Διαμορφώθηκε η πεποίθηση ότι η δυτική προστασία και βοήθεια, καθώς και μια ορισμένη αίγλη της Ελλάδος και των Ελλήνων στο εξωτερικό, προέκυπταν κληρονομικώ δικαιώματι – όπως, δηλαδή, οι κληρονόμοι – απόγονοι δεν χρειάζεται να ανανεώσουν την πατρική περιουσία, αλλά απλώς να την προστατεύουν από υπεξαιρέσεις και συγγενικές διεκδικήσεις. Οι Νεοέλληνες δεν θεωρούν ότι η ελληνική πολιτισμική κληρονομία χρειάζεται μόχθο, φροντίδα και καλλιέργεια. Το σύνθημα «η Ελλάδα στους Ελληνες» συνοψίζει πλήρως την κληρονομική και προσοδοθηρική αντίληψη για τη μακρά ελληνική ιστορία. Στο απόγειό της, τη δεκαετία του ’80, η αντίληψη αυτή οδήγησε σε δύο καταστροφικές επιλογές.
Η πρώτη διέβρωσε όλα τα πνευματικά στοιχεία που συνδέουν με το παρελθόν: γλώσσα, παιδεία, αγωγή, ορθόδοξη παράδοση.
Η δεύτερη ενέπνευσε την εκστρατεία για να επαναπατριστούν τα Ελγίνεια. Συμπεριφερόμενοι πάντοτε ως κληρονόμοι, οι Ελληνες διεκδικούμε τα υπεξαιρεθέντα από τους Βρετανούς. Ακόμη και το Μουσείο της Ακροπόλεως έχει αφιερώσει ειδικό χώρο στη διεκδίκηση αυτή – όπως οι δικηγόροι επινοούν επιχειρήματα και κατασκευάζουν τεκμήρια στις δικαστικές αντιπαραθέσεις. Το σημαντικότερο σύμβολο του δυτικού πολιτισμού σμικρύνθηκε, με ελληνική ευθύνη, σε έναν μικρόψυχο περιουσιακό ανταγωνισμό
Το νέο μακεδονικό ζήτημα, το ονοματολογικό, έχει βέβαια πολλές πλευρές. Οι τραυματικές εμπειρίες από τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, είτε ως βαλκανικές εδαφικές διεκδικήσεις είτε με την ποντιακή και μικρασιατική προσφυγιά, εξηγούν κατά μέγα μέρος τις ισχυρές αντιδράσεις, ακατανόητες στους ανιστόρητους σημερινούς δυτικούς ηγέτες. Οφείλεται αναγνώριση και σεβασμός προς αυτά τα αισθήματα. Πρέπει, όμως, να μας προβληματίσει και η άλλη όψη του ζητήματος. Η χρήση του ονόματος «Μακεδονία» από το γειτονικό κράτος εισπράχθηκε ως αμφισβήτηση του ελληνικού κληρονομικού δικαιώματος, ως υπεξαίρεση ενός τμήματος από μια περιουσία η οποία εξασφαλίζει προνόμια erga omnes.
Δίκαιο, άδικο; Σημασία έχει ότι η συμφωνία των Πρεσπών στέλνει ένα βαρυσήμαντο μήνυμα. Για πρώτη φορά από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, χάθηκε η κληρονομική μάχη. Θα ακολουθήσουν και άλλες αμφισβητήσεις. Η παγκοσμιοποίηση, η κοινωνία της πληροφορίας και των συμβόλων, ο τουρισμός εγείρουν νέες απειλές, καθώς τα αγαθά της Ελλάδας, υλικά και συμβολικά, τοπία και ονόματα, έχουν καταστεί περιζήτητα.
Ο νομικισμός των αδικουμένων κληρονόμων δεν προφυλάσσει πλέον από τις πολλαπλές βλέψεις. Η γη αγοράζεται από αλλοδαπούς, τα νησιά υφίστανται τουριστική και μεταναστευτική εισβολή, τα μνημεία και ο πολιτισμός θα τεθούν σύντομα υπό την προστασία και την αιγίδα ξένων ιδρυμάτων, ικανών να τα αναδείξουν. Η δημογραφική αδυναμία και οι μεταναστευτικές πιέσεις θα μεταβάλουν άρδην την πληθυσμιακή σύνθεση της χώρας. Πόση Ελλάδα θα ανήκει σε ποιους Ελληνες;
Η μακεδονική ήττα οφείλει και μπορεί να αφυπνίσει. Η αντίληψη ότι, οχυρωμένοι πίσω από τον οικογενειακό μύθο, μπορούμε να αδιαφορούμε για την πολιτισμική και οικονομική μας ανταγωνιστικότητα κατέρρευσε στις Πρέσπες. Η στρατηγική αυτή ήττα, ευτυχώς όχι θανάσιμη, πρέπει να μας κλονίσει, ώστε να ανανεώσουμε τη γλωσσική μας παιδεία, να επιδιώξουμε εκ νέου την αριστεία, να αναβιώσουμε τον δεσμό μας με τη θάλασσα, να καλλιεργήσουμε την εξωστρέφεια, να ανασυνδεθούμε με τις θρησκευτικές μας παραδόσεις – δηλαδή, να επιβεβαιώσουμε τον πολλαπλό σύνδεσμο με την αρχαιότητα, με το παρελθόν.
Αλλιώς, θα υποστούμε πολλές νέες ήττες. Μόνο καταφύγιο του Ελληνισμού θα αποτελεί, όπως και πριν από δύο αιώνες, η διασπορά, όπου το ανταγωνιστικό περιβάλλον επιβάλλει εγρήγορση.
Στην απευκταία αυτή εξέλιξη, ίσως φτάσουμε να ευλογούμε το brain drain…
* Ο κ. Γιώργος Πρεβελάκης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη (Paris I). Δημοσιεύθηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
πηγή: hellasjournal