Με ένα νέο, σύγχρονο σκάφος ανορθόδοξου πολεμου που θα φέρει το όνομα «ΑΓΗΝΩΡ» θα ενισχυθεί το Πολεμικό Ναυτικό.
H Eλλάδα που μπορεί όταν θέλει. Έπρεπε να περάσουν χρόνια για να πάρουν ''φωτιά'' οι μηχανές. Η χώρα μας θα μπορούσε να κατασκευάζει όχι μόνο μικρά σκάφη, αλλά και ολόκληρες φρεγάτες, όμως συμφέροντα τόσο εσωτερικά, όσο και εξωτερικά δεν μας το επιτρέπουν τόσα χρόνια.
Πάντως οι ΕΔ χρειάζονται νέα συστήματα. Το γράφουμε συνεχώς στο Πενταπόσταγμα. Η Ελλάδα μπορεί να κατασκευάσει τα δικά της οπλικά συστήματα.
Το προσεχές φθινόπωρο ολοκληρώνεται η ναυπήγηση του Σκάφους Ειδικών Επιχειρήσεων ΑΓΗΝΩΡ για λογαριασμό του Πολεμικού Ναυτικού. Το πρόγραμμα που αφορά την ναυπήγηση ενός πρωτοτύπου ΣΑΠ που θα καλύψει επιχειρησιακές ανάγκες της Διοίκησης Υποβρυχίων Καταστροφών, αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα ευελιξίας λήψεως αποφάσεων και ταχύτητος εκτελέσεως, μέσω συνεργασίας του ιδιωτικού τομέα -η εταιρεία NAVINCO- και του Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο αξιοποιεί τις “ευκολίες” που απολαμβάνει από το υψηλού επιπέδου προσωπικό των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά.
Το πετυχημένο σχήμα συνεργασίας, έχει επικεφαλής τον Αναστάσιο Κυπριάνη, Τεχνικό Διευθυντή Μονάδας Υποβρυχίων και Έργων Πολεμικού Ναυτικού στην Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ και τον Παναγιώτη Αλούρδα, Ναυπηγό Μηχανολόγο Μηχανικό (MIT), απόστρατο του Πολεμικού Ναυτικού, που σχεδίασε το σκάφος, σύμφωνα με Σάββα Βλάαση και το doureios.com
Η σχετική σύμβαση ανατέθηκε τον Μάιο του 2019, με τους ανθρώπους του Πολεμικού Ναυτικού να ζητούν κάποιες τροποποιήσεις στο βασικό σχέδιο του σκάφους που παρουσίασαν οι άνθρωποι της NAVINCO. Πρόκειται για ένα σκάφος κατασκευασμένο από αλουμίνιο, μήκους 17,6 μέτρων, εκτοπίσματος 22 τόννων, ικανό για ταχύτητες άνω των 45 κόμβων και για πλεύση σε κατάσταση θαλάσσης με ανέμους μέχρι και 6 Beaufort.
Αυτό που πρέπει να αναδειχθεί, είναι ότι το ΣΑΠ/ΤΜ ΑΓΗΝΩΡ δεν αντιπροσωπεύει απλώς ένα μέσον το οποίο προορίζεται να καλύψει επιχειρησιακές ανάγκες της ΔΥΚ. Αντιπροσωπεύει ένα ολοκληρωμένο προϊόν που παρουσίασε ο ιδιωτικός τομέας της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι προστίθεται αυτομάτως στα “όπλα” ασκήσεως “στρατιωτικής διπλωματίας” από πλευράς κυβερνήσεως και στρατιωτικής ηγεσίας.