28η Οκτωβρίου 2018. Μέρα εθνικής υπερηφάνειας και μνήμης της επετείου του «ΟΧΙ», αλλά και ημέρα θλίψης και μνήμης της επετείου του τραγικού χαμού του Έλληνα ομογενή βορειοηπειρώτικης καταγωγής Κωνσταντίνου Κατσίφα, που έπεσε νεκρός από πυρά των αλβανικών ειδικών δυνάμεων.
Τέσσερα χρόνια πέρασαν από την αλησμόνητη θυσία του Κωνσταντίνου Κατσίφα, ενός Έλληνα που κάθε χρόνο ανήμερα της εθνικής επετείου, ύψωνε την ελληνική σημαία στα πατρογονικά του εδάφη της πονεμένης βορείου Ηπείρου.
Ο Κωνσταντίνος Κατσίφας ήταν Έλληνας βορειοηπειρώτικης καταγωγής, από το μειονοτικό χωριό Βουλιαράτες στην νότια Αλβανία. Σκοτώθηκε κατόπιν ανταλλαγής πυροβολισμών με Αλβανούς αστυνομικούς, ανήμερα της επετείου της 28ης Οκτωβρίου, γεγονός που προκάλεσε αναταραχή στην κοινή γνώμη της Ελλάδας και της Αλβανίας.
Συγκεκριμένα, αφού προηγήθηκε λεκτικός διαξιφισμός με τους αστυνομικούς, ο Κατσίφας, σύμφωνα με την οικογένειά του πυροβόλησε στον αέρα και έπειτα, διέφυγε στο βουνό, όπου και έπεσε νεκρός ύστερα από ανταλλαγή πυροβολισμών με τμήμα των Ειδικών Δυνάμεων που κατέφθασε στο χωριό. Ο ακριβής τρόπος θανάτου του διερευνάται ακόμη, ενώ η εκδοχή της αλβανικής αστυνομίας αναφέρει πως δεν πυροβόλησε στον αέρα, αλλά κατά των Αλβανών αστυνομικών.
Ο Κωνσταντίνος Κατσίφας είχε γεννηθεί στους Βουλιαράτες από Έλληνες γονείς της και σε ηλικία επτά ετών, το 1990, εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου και μεγάλωσε. Εργαζόταν ως σιδεράς και σε εποχιακές δουλειές και είχε υπηρετήσει στον ελληνικό στρατό. Είχε παντρευτεί σε νεαρή ηλικία και είχε αποκτήσει μια κόρη.
Ήταν ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάνοντας αναρτήσεις για την ένωση της Βορείου Ηπείρου με την Ελλάδα, ενώ είχε αναρτήσει φωτογραφίες που σχετίζονταν με την οργάνωση ΜΑΒΗ.
Οι τραγικές στιγμές
Σύμφωνα με όσα αναφέρει η οικογένειά του, το πρωί της τραγικής ημέρας, Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018, ο Κατσίφας διαπληκτίστηκε στην κεντρική πλατεία του χωριού με έναν Αλβανό αστυνομικό ο οποίος του ζήτησε το λόγο γιατί είχε μόλις ζωγραφίσει μια ελληνική σημαία στον τοίχο του ελληνικού σχολείου. Ο Κατσίφας εγκατέλειψε προσωρινά την πλατεία για να πάει σπίτι του, και να πάρει το αυτόματο όπλο Καλάσνικοφ που είχε στη κατοχή του. Γυρίζοντας άρχισε να πυροβολεί στον αέρα, προς εκφοβισμό των αστυνομικών.
Ύστερα από ανταλλαγή πυροβολισμών ο Κατσίφας διέφυγε από τα σοκάκια του χωριού προς τα κοντινά βουνά. Οι αστυνομικοί, ειδοποίησαν το σώμα ειδικών δυνάμεων της Αλβανίας, τη Renea, να έρθουν προς ενίσχυσή τους. Οι άντρες των ειδικών δυνάμεων, ανακάλυψαν με την βοήθεια εκπαιδευμένου σκύλου τα ίχνη του Κατσίφα. Ο Κατσίφας, αν και είχε ήδη φτάσει στην κορυφή Τσούκλισα της περιοχής, προτίμησε να γυρίσει πίσω, προς το χωριό, όπου και συναντήθηκε με το απόσπασμα της Renea. Ύστερα από λίγο ο Κατσίφας έπεσε νεκρός, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Από την άλλη, σύμφωνα με την εκδοχή της αλβανικής αστυνομίας, η οποία είχε και πολλά κενά, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 2018 ο Κατσίφας ήρθε σε λεκτική αντιπαράθεση με μέλη της αλβανικής αστυνομίας στο μειονοτικό χωριό Βουλιαράτες κατά την διάρκεια του σημαιοστολισμού για την εθνική επέτειο. Μετά την αντιπαράθεση, όπως ισχυρίζονται οι Αλβανοί, άνοιξε πυρ κατά των αστυνομικών. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών με την αλβανική αστυνομία ενώ εισήλθε σε καφενείο της περιοχής. Τρεις σφαίρες χτύπησαν αστυνομικό όχημα. Ο Κατσίφας κατάφερε να διαφύγει προς τα παρακείμενα βουνά, όμως εν τέλει εντοπίστηκε από ελικόπτερο της αλβανικής αστυνομίας και σε ανταλλαγή νέων πυροβολισμών, έπεσε νεκρός.
Την εκδοχή των Αλβανών αρνείται κατηγορηματικά η οικογένειά του, ενώ η αλβανική έρευνα έχει πολλά κενά, πυροδοτώντας υποψίες για απόπειρα συγκάλυψης ενός εγκλήματος σε βάρους Έλληνα ομογενή.
Κατόπιν, η άρνηση των αλβανικών αρχών να παραχωρήσουν τη σορό στις ελληνικές οδήγησε σε κύκλο αντιπαραθέσεων μεταξύ των δύο πλευρών. Όταν αυτό τελικώς επιτεύχθηκε, η εξέταση διενεργήθηκε από τον ιατροδικαστή Θεόδωρο Βουγιουκλάκη σε χρονικά περιορισμένο διάστημα (περίπου 5 λεπτά) και ουσιαστικά δεν κατέστη εφικτή λόγω των επεμβάσεων των αλβανικών ιατροδικαστικών αρχών (πλύση της σορού και συρραφή των τραυμάτων) αλλά και της απώλειας στοιχείων που θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει σε ιατροδικαστικές εκτιμήσεις. Παρ' όλα αυτά, ο Έλληνας ιατροδικαστής κατόρθωσε να διαπιστώσει ότι ο Κατσίφας δέχτηκε δύο σφαίρες στην καρδιά από απόσταση περίπου 25 μέτρων, χωρίς κανένα άλλο σημαντικό πλήγμα. Η σορός του Κατσίφα παραδόθηκε στους οικείους του για ταφή, στις 7 Νοεμβρίου.
Η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης ανατέθηκε στην εισαγγελία πρωτοδικών Αργυροκάστρου, η οποία πρότεινε την αρχειοθέτηση της υπόθεσης θεωρώντας ότι ο θάνατος του Κατσίφα ήταν αποτέλεσμα αυτοχειρίας. Η πρόταση της εισαγγελίας απορρίφθηκε από το αρμόδιο δικαστήριο, η δε δικογραφία επιστράφηκε στην εισαγγελία για περαιτέρω διερεύνηση καθώς θεωρήθηκε ελλειπής. Στη συνεδρίαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2021 το αρμόδιο δικαστήριο επέστρεψε για δεύτερη φορά τη δικογραφία λόγω της μη προσκόμισης νέων στοιχείων.
Εκτός από την αλβανική, έρευνα για τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου του, έχει αναλάβει και η ελληνική δικαιοσύνη. Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών άσκησε τον Δεκέμβριο του 2019 ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά παντός υπευθύνου, όπως του επιτρέπει ο Νόμος καθώς ο Κατσίφας ήταν Έλληνας υπήκοος.
Η οικογένεια αμφισβήτησε από την αρχή την εκδοχή της αλβανικής αστυνομίας περί αυτοχειρίας υποστηρίζοντας ότι ο Κατσίφας δολοφονήθηκε εν ψυχρώ.
Ας αναπαυθεί η ψυχή του Έλληνα ομογενή Κωνσταντίνου Κατσίφα και ας αποδοθούν επιτέλους - έστω και αργοπορημένα - οι ευθύνες στους αυτουργούς μιας δολοφονίας, που συγκλόνισε την ελληνική κοινή γνώμη και επί έτη συγκαλύπτεται από τις αλβανικές αρχές και το αλβανικό κράτος.