Άρθρο στο οποίο σκιαγραφείται η σημερινή δομή και λειτουργία του οργανισμού Frontex με αναφορά στο ιστορικό σύστασής του, δημοσιεύει το βρετανικό περιοδικό The Economist.
Όπως σημειώνεται, ο Frontex, εκτός από την επίβλεψη των συνόρων είναι τώρα υπεύθυνος για τη λειτουργία του νέου συστήματος European Travel Information and Authorisation System (ETIAS) που θα ελέγχει και θα δίνει την άδεια σε πολίτες εκτός της Ε.Ε. να εισέρχονται στη ζώνη Schengen χωρίς βίζα, συμπεριλαμβανομένων και των Βρετανών.
Παράλληλα, έχει στην αρμοδιότητά του το σύστημα European Border Surveillance System (EUROSUR) που συνδυάζει στοιχεία από drone, πλοία, κοινωνικά μέσα και τους δορυφόρους Copernicus για τη διαμόρφωση της εικόνας των μεταναστευτικών ροών.
Πέρυσι, ο οργανισμός υπέγραψε συμβόλαια με την Airbus και την Israel Aerospace Industries και την Elbit, μια άλλη ισραηλινή εταιρεία, για την αγορά προηγμένων drones αξίας 100 εκατ. ευρώ που θα εδρεύουν στην Ελλάδα, στην Ιταλία και στη Μάλτα. Επίσης, διοχετεύει πόρους σε άλλη τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένης της τεχνητής νοημοσύνης.
«Νομίζω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το βλέπει αυτό ως έναν τρόπο να εμπλουτίσουμε το είδος της βασικής αμυντικής σφαίρας, όπως οι τεχνολογίες διπλής χρήσης και των συνόρων (dual-use and border technologies)», δηλώνει ο Roderick Parkes του γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων.
«Προσβλέπουν, στην ουσία, στην Europol», προσθέτει, αναφερόμενος στη συγκεκριμένη υπηρεσία της ΕΕ. Όμως, ενώ η Europol διακρίνεται για τη διοικητική αριστεία της, ο Frontex έχει μια πιο πολύκροτη φήμη: η υπηρεσία καταπολέμησης ης απάτης, OLAF, ‘εισέβαλε’ στις 7 Δεκεμβρίου στα γραφεία του Fabrice Leggeri, διευθυντή του Frontex στο πλαίσιο έρευνας για αθέμιτη δράση, συμπεριλαμβανομένης επαναπροώθησης μεταναστών.
Τον Οκτώβριο, μια έρευνα της Bellingcat, ανέφερε ότι τα πλοία του Frontex είτε «εμπλέκονταν ενεργά» είτε ήταν παρόντα κατά τη διάρκεια πολλών τέτοιων προσπαθειών επαναπροώθησης στα ελληνοτουρκικά σύνορα (ο Frontex το αρνείται).
Στις 27 Ιανουαρίου ο Frontex δήλωσε ότι είχε αναστείλει τις επιχειρήσεις στην Ουγγαρία, αφότου το ανώτατο δικαστήριο της ΕΕ επέκρινε την αναγκαστική επιστροφή των μεταναστών στη Σερβία. Πολλά από αυτά τα προβλήματα εντείνονται, σύμφωνα με την Hanne Beirens από τη δεξαμενή σκέψης Migration Policy Institute Europe.
Ένα ζήτημα είναι ότι η κεντρική διοίκηση του Frontex είναι πολύ μικρή για να επιβλέπει τον αυξανόμενο αριθμό υπαλλήλων που βρίσκονται μακριά και τη συμμόρφωσή τους με τους κανόνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο παρελθόν, τα κράτη μέλη ήταν εν μέρει υπεύθυνα για τους αποσπασμένους αξιωματικούς τους με τον Frontex. Το νέο μόνιμο σώμα στερεί αυτήν την εθνική ‘’αλυσίδα’’ λογοδοσίας, δηλώνει ο Raphael Bossong από τη δεξαμενή σκέψης SWP στο Βερολίνο.
«Τελικά, η ΕΕ θα καταστεί άμεσα υπεύθυνη για αυτές τις εκτελεστικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες».
Το μεγαλύτερο ζήτημα, αναφέρει ο Beirens, είναι η σύγκρουση μεταξύ των ανερχόμενων φιλοδοξιών της ΕΕ – έχει επεκτείνει την εντολή του Frontex τρεις φορές μέσα σε πέντε χρόνια – και των επιτόπου περιορισμένων εξουσιών του οργανισμού. Εάν οι αξιωματούχοι βλέπουν να συμβαίνουν παραβιάσεις, έχουν λίγες επιλογές για να το σταματήσουν εκτός από το να αποσυρθούν, όπως στην Ουγγαρία.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι τοπικές δυνάμεις των συνόρων ασκούν τις πιο άθλιες δραστηριότητες όταν ο Frontex δεν επιβλέπει. Καθώς ο Frontex επεκτείνεται, υπάρχει ο κίνδυνος απόσυρσης στρατιωτών από την υπάρχουσα δύναμη των 100.000 περίπου συνοριοφυλάκων της ΕΕ, αφήνοντας κενά στις εθνικές δυνάμεις. Ωστόσο, το γεωγραφικό μοτίβο προσλήψεων μπορεί επίσης να εμφανίζει βαθύτερες αδυναμίες.
Οι στρατιώτες του Frontex προέρχονται από κράτη μέλη της Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης, τα οποία έχουν χαμηλούς μισθούς, αλλά η ηγεσία του αποτελείται από πλουσιότερα κράτη της βορειοδυτικής Ευρώπης «που δεν φρουρούσαν τα χερσαία σύνορα τα τελευταία 30 χρόνια», παρατηρεί ο Roderick Parkes.