Το θέμα της ιδιωτικότητας είναι το Ιερό Δισκοπότηρο των τεχνολογικών κολοσσών οσο βυθιζόμαστε ολοένα και περισσότερες ώρες στο smartphone μας μέσω κάποιας εφαρμογής. Οι χρήστες απαιτούν περισσότερη διαφάνεια και η Apple μαζί με τη Google κάνουν ό,τι μπορούν για να διασκεδάσουν τις κακές εντυπώσεις που προκύπτουν από αποκαλυπτικά ντοκιμαντέρ σαν το Social Dilemma.
Οι ρυθμίσεις ιδιωτικότητας γίνονται όλο και πιο περίπλοκες και δίνουν περισσότερο έλεγχο στους χρήστες. Όμως παρά το ότι μπορεί ο καθένας να επιλέξει να σταματήσει το tracking μια οποιαδήποτε εφαρμογή, ορισμένες βρίσκουν παράθυρα για να παρακάμψουν την εντολή.
Ένα ερευνητικό ρεπορτάζ στην Washington Post ρίχνει φως σε μια υπόγεια πρακτική ορισμένων apps. Με τη βοήθεια της εταιρείας Lockdown που παρέχει υπηρεσίες λογισμικού ασφαλείας έψαξαν να δουν κατά πόσο κάνει όσα υπόσχεται η επιλογή που δίνει η Apple στους χρήστες της όταν διαλέγουν να σταματήσει το tracking από μια εφαρμογή. Τελικά αποδείχθηκε ότι πολλές συνεχίζουν να παρακολουθούν τους χρήστες με άλλο τρόπο και όνομα.
Ο τρόπος αυτός λέγεται “fingerprinting” και πολλές εφαρμογές συνεχίζουν μέσω αυτού να συλλέγουν πληροφορίες και να τις στέλνουν σε υπηρεσίες διαφήμισης. Παρά τη δημοσιότητα που πήρε αυτή η «διαρροή» προσωπικών στοιχείων, η Apple δεν έχει τοποθετηθεί επί του θέματος.
Η πρακτική της εταιρείας μέχρι στιγμής είναι να συλλέγει τις διαμαρτυρίες όσων διαπιστώνουν ότι συνεχίζεται το tracking και να ενημερώνουν τους υπεύθυνους του app να το σταματήσουν. Η διακοπή της συνεργασίας και η έξωση από το App Store ακολουθεί σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, αλλά η ζημιά έχει γίνει ήδη. Είναι προφανές ότι απαιτείται καλύτερη επιτήρηση της απαγόρευσης του tracking και αυτό να μη γίνεται μόνο με βάση την καλή πίστη στους developers των εφαρμογών.