Η μαζική τήξη των παγετώνων, ως αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη έχει προκαλέσει αξιοσημείωτες αλλαγές στον άξονα της περιστροφής της Γης σε σχέση με τη δεκαετία του 1990, σύμφωνα με νέα έρευνα. Το γεγονός αυτό αποκαλύπτει τις τεράστιες επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας επί του φυσικού περιβάλλοντος, υποστηρίζουν οι επιστήμονες.
Ο γεωγραφικός βόρειος και νότιος πόλος είναι τα σημεία στα οποία ο άξονας περιστροφής τέμνει την επιφάνεια, όμως δεν είναι σταθεροί. Οι αλλαγές στην κατανομή της μάζας της Γης γύρω από τον πλανήτη, κάνουν τον άξονα – επομένως και τους πόλους – να μετατοπίζονται.
Στο παρελθόν, μόνο φυσικά φαινόμενα, όπως τα ρεύματα των ωκεανών και η θερμοσυναγωγή των καυτών πετρωμάτων στο υπέδαφος της Γης συνέβαλαν στις αλλαγές της θέσης των πόλων. Όμως η νέα έρευνα δείχνει ότι από τη δεκαετία του 1990, η απώλεια εκατοντάδων εκατομμυρίων τόνων πάγου σε ετήσια βάση, που καταλήγουν στον ωκεανό, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, οδήγησαν σε μετακίνηση των πόλων.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η κατεύθυνση της πολικής μετατόπισης άλλαξε: Ενώ μέχρι το 1995 κινούνταν προς τον νότο, πλέον κινείται προς την ανατολή, ενώ η μέση ταχύτητα της μετατόπισης στο διάστημα 1995-2020 ήταν 17 φορές υψηλότερη σε σχέση με εκείνη του διαστήματος 1981-1995.
Από το 1980 και έπειτα, η θέση των πόλων έχει μετατοπιστεί κατά περίπου τέσσερα μέτρα.
«Η επιταχυνόμενη μείωση [του νερού που αποθηκεύεται επί της γης] ως αποτέλεσμα της τήξης των παγετώνων είναι ο κύριος παράγοντας που οδήγησε στην ραγδαία μετατόπιση των πόλων μετά τη δεκαετία του 1990», καταλήγει η ομάδα των επιστημόνων, επικεφαλής της οποίας είναι η Σανσάν Ντενγκ, του Ινστιτούτου Γεωγραφικών Επιστημών και Έρευνας Φυσικών Πόρων στην Κινεζική Ακαδημία Επιστημών.
Μετρήσεις του βαρυτικού πεδίου από τον δορυφόρο Grace, που εκτοξεύτηκε το 2002, χρησιμοποιήθηκαν για να συνδέσουν την τήξη των πάγων με τις κινήσεις των πόλων τη διάρκεια του 2005 και του 2012, και οι δύο εκ των οποίων σημειώθηκαν μετά από αυξήσεις στην απώλεια του πάγου. Όμως η έρευνα της Ντενγκ είναι ριζοσπαστική, καθώς προεκτείνει τη σύνδεση αυτή στο διάστημα που προηγήθηκε της εκτόξευσης του δορυφόρου, αποδεικνύοντας ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα μετατοπίζει τους πόλους ήδη από τη δεκαετία του 1990, δηλαδή σχεδόν επί τριάντα χρόνια.
Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Geophysical Research Letters, έδειξε ότι η απώλεια των παγετώνων ευθύνεται για το μεγαλύτερο μέρος της μετατόπισης, όμως δεν αποκλείεται να έχει συμβάλει και η υπεράντληση των υπόγειων υδάτων.
Τα υπόγεια ύδατα είναι αποθηκευμένα στο υπέδαφος, όμως όταν αντλούνται με στόχο την διάθεσή τους ως πόσιμου νερού ή ως νερού για άρδευση, εντέλει ο κύριος όγκος τους καταλήγει στη θάλασσα, με αποτέλεσμα το βάρος τους να ανακατανέμεται γύρω από τον πλανήτη. Στη διάρκεια των τελευταίων 50 ετών, η ανθρωπότητα έχει αντλήσει 18 τρισεκατομμύρια τόνους νερού από υπόγεια αποθετήρια βαθιά στο υπέδαφος, χωρίς να τα αντικαθιστά.
Ο Βίνσεντ Χάμφρεϊ του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης στην Ελβετία, που δεν έχει εμπλακεί στη νέα έρευνα, δήλωσε στον Guardian ότι τα ευρήματα δείχνουν πώς οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν ανακατανείμει τεράστιες ποσότητες νερού γύρω από τον πλανήτη: «Σου δείχνει πόσο ισχυρή είναι αυτή η αλλαγή στη μάζα. Είναι τόσο μεγάλη που μπορεί να αλλάξει τη θέση του άξονα της γης». Ωστόσο, η μετατόπιση του άξονα δεν είναι αρκετά μεγάλη ώστε να επηρεάσει την καθημερινότητα στον πλανήτη, επισημαίνει: Το μόνο που θα μπορούσε να προκαλέσει στη διάρκεια της ημέρας, θα μετριόταν σε millisecond.
Ο καθηγητής Τζόναθαν Όβερπεκ, του Πανεπιστημίου της Αριζόνας στις ΗΠΑ, δήλωσε στον Guardian σε παλαιότερη περίσταση ότι οι αλλαγές στον άξονα της Γης υπογραμμίζουν «πόσο πραγματικές και τεράστιες είναι οι επιπτώσεις της ανθρώπινης παρουσίας στον πλανήτη».
Ορισμένοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η κλίμακα αυτών των επιπτώσεων σημαίνει ότι θα έπρεπε να ανακηρύξουμε μια νέα γεωλογική περίοδο, την Ανθρωπόκαινο. Από τα μέσα του 20ού αιώνα, έχει υπάρξει αξιοσημείωτη επιτάχυνση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και της στάθμης των θαλασσών, αλλά και της καταστροφής της άγριας ζωής και της μεταμόρφωσης της γης εξαιτίας της γεωργίας, της αποψίλωσης και της ανάπτυξης.