Έρευνα που υποστηρίζει ότι ο νέος κορονοϊός δεν έχει φυσική προέλευση αλλά αντίθετα ότι δημιουργήθηκε από Κινέζους επιστήμονες οι οποίοι στη συνέχεια προσπάθησαν να καλύψουν τα ίχνη τους, δημοσιεύει η βρετανική εφημερίδα Daily Mail.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, που επικαλείται μια έκθεση 22 σελίδων του Βρετανού καθηγητή Angus Dalgleish και του Νορβηγού επιστήμονα Birger Sørensen, η οποία πρόκειται να δημοσιευτεί σε επιστημονικό περιοδικό (Quarterly Review of Biophysics Discovery), ο κορονοϊός φαίνεται να προήλθε από Κινέζους επιστήμονες σε εργαστήριο στην Ουχάν, που έκαναν πειράματα σε έναν ιό που εντόπισαν σε νυχτερίδες, αυξάνοντας την μεταδοτικότητά του (Gain of function research), με σκοπό να μπορέσουν να προετοιμαστούν καλύτερα για μια πιθανή πανδημία.
Όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, οι Κινέζοι επιστήμονες προσπάθησαν στη συνέχεια με ανάστροφη μηχανική, να δείξουν ότι ο ιός προήλθε από νυχτερίδες.
Η εν λόγω μελέτη υποστηρίζει ακόμα ότι Κινέζοι επιστήμονες που ήθελαν να μοιραστούν τα ευρήματά τους δεν ήταν σε θέση να το πράξουν ή έχουν εξαφανιστεί.
Μέχρι πρόσφατα, οι περισσότεροι ειδικοί υποστήριζαν ότι ο ιός έχει φυσική προέλευση, ωστόσο μόλις προσφάτως, ο επικεφαλής Αμερικανός επιδημιολόγος Άντονι Φάουτσι, αποκάλυψε ότι οι ΗΠΑ χρηματοδότησαν με 600.000 δολάρια το Ινστιτούτο Ιολογίας της Ουχάν σε μια περίοδο 5 ετών, ώστε να μελετηθεί αν οι κορoνοϊοί της νυχτερίδας μπορούν να προσβάλουν τον άνθρωπο.
Στην μελέτη των 22 σελίδων οι δύο επιστήμονες περιγράφουντην έρευνά τους στα πειράματα που έγιναν στο Ινστιτούτο Ιολογίας της Ουχάν μεταξύ του 2002 και του 2019 και υποστηρίζουν ότι Κινέζοι επιστήμονες, μερικοί από αυτούς μάλιστα συνεργάστηκαν και με αμερικανικά πανεπιστήμια, φέρεται να βρήκαν τα εργαλεία για τη δημιουργία του ιού.
.
Μεγάλο μέρος της εργασίας επικεντρώθηκε στην αμφιλεγόμενη έρευνα «Gain of Function» - η οποία απαγορεύτηκε στις ΗΠΑ υπό την κυβέρνηση Ομπάμα. Με τη συγκεκριμένη διαδικασία οι επιστήμονες προσπαθούν να τροποποιήσουν ιούς που εντοπίζονται στη φύση, κάνοντάς τους περισσότερο μολυσματικούς, ώστε να μπορούν να αναπαραχθούν σε ανθρώπινα κύτταρα σε ένα εργαστήριο, με σκοπό να κατανοήσουν καλύτερα την πιθανή επίδρασή τους στους ανθρώπους.