Η εκχριστιάνιση των Ρως (Ρώσων) είναι ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της ιστορίας. Κι’ αυτό διότι οι πολυάριθμοι λαοί της βορειοανατολικής Ευρώπης, γνώρισαν το φως του Χριστού, και άφησαν οριστικά πίσω τον εφιαλτικό παγανισμό και μαζί του το βάρβαρο και απολίτιστο παρελθόν τους. Πρωτεργάτης σε αυτή την παλιγγενεσία υπήρξε ο άγιος Βλαδίμηρος, ο Μέγας Πρίγκιπας του Κιέβου, του οποίου δίκαια η Εκκλησία του απένειμε τον τίτλο του Ισαποστόλου.
Γεννήθηκε περί το 950 και ήταν νόθος γιος του ηγεμόνα του Κιέβου Σβιάτοσλαβ Α΄ και της υπηρέτριάς του Μαλούσας. Ανήκε στην βαραγγική δυναστεία και το πραγματικό του όνομα ήταν σκανδιναβικής προέλευσης: Βαλνταμάρ, αργότερα εκσλαβίστηκε σε Βολοντίμιρ (Βλαδίμηρος), που σημαίνει: αυτός που εξουσιάζει τον κόσμο. Επειδή ο πατέρας του απουσίαζε συνεχώς σε εκστρατευτικούς πολέμους την ανατροφή του είχε αναλάβει ο θείος του Ντομπρίνια και η πιστή χριστιανή γιαγιά του Χέλγκα. Ο Ντομπρίνια ήταν αδελφός της Μαλούσας και η Χέλγκε ήταν μητέρα του Σβιάτοσλαβ. Φαίνεται πως τα δύο αυτά πρόσωπα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για την μετέπειτα πορεία του Βλαδιμήρου και τις μεγάλες αποφάσεις που πήρε, οι οποίες έστρεψαν τη ροή της ιστορίας.
Ο πατέρας του Σβιάτοσλαβ πολεμώντας κατέλαβε τα βορειοανατολικά Βαλκάνια και μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους του στον Δούναβη, το 969 στην πόλη Περεγιασλάβετς. Ταυτόχρονα εγκατέστησε τους νεαρούς γιούς του ως τοπικούς ηγεμόνες σε διάφορες περιοχές του μεγάλου κράτους των Ρως. Τον γιό του Γιάροπολκ εγκατέστησε στο Κίεβο, τον Βλαδίμηρο στο Νόβγκοροντ και τον Όλεγκ στην Ντρέβλινα. Εξυπακούεται πως οι τρεις γιοί του διεκδικούσαν το θρόνο του πατέρα τους.
Το 972 ο Σβιάτοσλαβ δολοφονήθηκε από τους Πεσενέγκους, κατά διαταγή του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή (969-976). Η επέκτασή του στα Βαλκάνια θεωρήθηκε απειλή για το Βυζάντιο. Ο γιος του Γιάροπολκ φόρεσε το στέμμα του πατέρα του και μετέφερε την πρωτεύουσα στο Κίεβο. Αυτό όμως δεν άρεσε στον αδελφό του Όλεγκ, ο οποίος συμμάχησε με τον Βλαδίμηρο και υποκίνησαν εμφύλιο πόλεμο κατά του Γιάροπολκ. Όμως νικήθηκαν, ο Όλεγκ δολοφονήθηκε το 977 και ο Βλαδίμηρος έφυγε για την Σκανδιναβία να σωθεί από τη μανία του αδελφού του. Εκεί οργάνωσε στράτευμα από βαράγγους μισθοφόρους, τους οποίους εκπαίδευσε. Το 978 εκστράτευσε κατά του Γιάροπολκ και κατέλαβε το Νόβγκοροντ. Δύο χρόνια μετά κατέλαβε το Κίεβο χωρίς μάχη. Τελικά δολοφονήθηκε ο Γιάροπολκ και ο Βλαδίμηρος και το 980 φόρεσε το στέμμα του πατέρα του και ανακηρύχτηκε ηγεμόνας των Ρως.
Ο Βλαδίμηρος αναδείχτηκε άξιος ηγέτης, ο οποίος εκτός από τους νικηφόρους πολέμους, ανέπτυξε και τη διπλωματία. Συνήψε συνθήκες με τους γειτονικούς λαούς (Τούρκους, Γιοτβιγκίους, Βουλγάρους και Πεσενέγκους), πετυχαίνοντας μια σχετική ειρήνη, η οποία τον βοήθησε να αναδιοργανώσει το κράτος του. Ανάπτυξε το εμπόριο, εκμεταλλευόμενος τις ποτάμιες οδούς. Ως χαρακτήρας ήταν ηγεμονικός και αδιάλλακτος. Τον διέκρινε η φιληδονία, έχοντας χαρέμι από πολλές γυναίκες, με τις οποίες απόκτησε 12 γιούς και 11 θυγατέρες.
Κύριο επίσης μέλημά του υπήρξε η θρησκευτική μεταρρύθμιση. Ο ίδιος ήταν φανατικός ειδωλολάτρης. Αλλά υπό την επίδραση των νότιων γειτονικών μονοθεϊστικών λαών, προσπάθησε να μεταρρυθμίσει τον σλαβικό παγανισμό, ο οποίος κρατούσε το λαό σε απίστευτη δεισιδαιμονία. Ανάδειξε τη λατρεία του ανώτατου «θεού» Περούν, του σλαβικού παγανισμού, σε υπέρτατη θεότητα,
προωθώντας έτσι ένα είδους μονοθεϊσμού. Όμως η προσπάθειά του απέτυχε και γι’ αυτό αναζήτησε έξω από το κράτος καθαρή μονοθεϊστική θρησκεία. Ζήτησε εκπροσώπους του Χριστιανισμού, του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ σε δημόσιο διάλογο, για να αναδειχτεί η καλλίτερη θρησκεία, που θα διάλεγε για το λαό του. Βυζαντινοί κληρικοί έφτασαν στο Κίεβο και διαλέχτηκαν με τους Ιουδαίους και Μουσουλμάνους, τους οποίους και κατατρόπωσαν. Βλαδίμηρος πείστηκε πως ο Χριστιανισμός και ιδιαίτερα η Ορθοδοξία, είναι η τελειότερη θρησκευτική πίστη και αποφάσισε να την ασπασθεί ο ίδιος και να την επιβάλει στο λαό του. Προφανώς έπαιξε πρώτιστο ρόλο η χριστιανική πίστη της γιαγιάς του Χέλγκε. Σημαντικό ρόλο έπαιξε επίσης η περιγραφή των απεσταλμένων του στην Κωνσταντινούπολη της λαμπρής Θείας Λειτουργίας στο ναό της Αγίας Σοφίας.
Έτσι αποφάσισε να κατηχηθεί και έλαβε το άγιο Βάπτισμα, στη Χερσώνα της Κριμαίας το 988. Θεώρησε υψίστης σημασίας ο γεγονός ότι έλαβε το φώτισμα από το λαμπρό Βυζάντιο. Ήθελε πιο στενές σχέσεις με τους βυζαντινούς και γι’ αυτό ζήτησε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β΄ το Βουλγαροκτόνο (976-1025) να παντρευτεί την αδελφή του Άννα, χωρίζοντας τις δεκάδες συζύγους του. Η μορφωμένη βυζαντινή πριγκίπισσα έφερε μαζί της πλήθος μορφωμένων βυζαντινών λογίων, οι οποίοι εργάστηκαν δραστήρια για τον εκπολιτισμό των υπηκόων της. Έφερε επίσης πληθώρα βυζαντινών κληρικών και θεολόγων να κατηχήσουν το λαό και να τον βαπτίσουν. Συγκινητικό φαινόμενο ήταν οι ομαδικές βαπτίσεις χιλιάδων Ρώσων στους ποταμούς και τις λίμνες της χώρας!
Ο ίδιος ο Βλαδίμηρος άλλαξε κυριολεκτικά χαρακτήρα και ζωή, ζώντας με ευσέβεια και δικαιοσύνη και μεταρρυθμίζοντας το κράτος και τους θεσμούς σύμφωνα με τις αρχές του Ευαγγελίου. Υποστήριζε την Εκκλησία με όλες του τις δυνάμεις και την επεξέτεινε σε όλη την απέραντη επικράτειά του και κατέστρεψε όλα τα ειδωλολατρικά «ιερά». Ο λαός των Ρώσων βίωσε μια σπάνια περίοδο ευημερίας κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του.
Ο Βλαδίμηρος, ύστερα από 35 χρόνια ηγεμονίας του, αρρώστησε και πέθανε ξαφνικά το 1015 ενώ κατευθύνονταν προς το Νόβογκορντ, τον οποίο διαδέχτηκε στο θρόνο ο μεγαλύτερος γιος του Σβιάτοπολκ. Η Εκκλησία εκτίμησε τις ανεκτίμητες υπηρεσίες του για τον εκχριστιανισμό των Ρώσων και την στήριξη προς Αυτήν και γι’ αυτό τον ανακήρυξε άγιο και ισαπόστολο. Ο άγιος Βλαδίμηρος τιμάται ως μέγας άγιος από τους Ρώσους και θεωρείται ο φωτιστής τους. Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Ιουλίου.