Γεννήθηκε στην Κύπρο και για κάποιο λόγο μετανάστευσε στην Παλαιστίνη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωσής ή Ιωσήφ και ήταν ιουδαϊκής καταγωγής, απ’ τη φυλή του Λευί, απ’ την οποία, ως γνωστόν, λαμβάνονταν οι ιερείς και οι υπηρέτες του Ναού. Αναφέρεται ως θείος του Ευαγγελιστή Μάρκου (Κολ.4,10), καθότι η μητέρα του Μάρκου, Μαρία, ήταν αδελφή του Βαρνάβα. Η στενή αυτή συγγενική σχέση που είχε με τη Μαρία, τον έφερε πιο κοντά στον Χριστό, γιατί ως γνωστόν η Μαρία ήταν ανάμεσα στις γυναίκες που ακολουθούσαν και διακονούσαν τον Κύριο. Το σπίτι της μάλιστα χρησιμοποιήθηκε σαν τόπος συγκέντρωσης της πρώτης Εκκλησίας και στο υπερώο αυτής της οικίας ήταν, που ο Χριστός έφαγε με τους δώδεκα μαθητές του, τελώντας τον περίφημο Μυστικό Δείπνο, όπου τους παρέδωσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Οι απόστολοι τον ονόμασαν «Βαρνάβα», που σημαίνει «υιός παρακλήσεως», δηλαδή «γιος παρηγοριάς» (Πράξεις 4:36), προφανώς επειδή παρηγορούσε και βοηθούσε τους φτωχούς και ασκούσε υπερβαλλόντως την φιλανθρωπία. Στο Βιβλίο των Πράξεων (Πράξ.4,37), αναφέρεται ότι πούλησε αγρόκτημά του και παρέδωσε ολόκληρο το αντίτιμο στο κοινό ταμείο της Εκκλησίας. Πούλησε στη συνέχεια όλη την περιουσία του, για να μην έχει κανένα περισπασμό στη ζωή, και την έθεσε στη διάθεση των Αποστόλων. Έγινε ένας από τους εβδομήντα μαθητές του Χριστού και μάλιστα ο κορυφαίος των Αποστόλων.
Ο Βαρνάβας κατείχε ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Αποστόλους, ιδιαίτερα γιατί πρόσφερε την περιουσία του στους πτωχούς κι ήταν πάντοτε για τους δυστυχισμένους ο παρήγορος άγγελός τους. Όπως μάλιστα αναφέρει γι’ αυτόν ο Ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων (κεφ.11,23-24), «ην ανήρ αγαθός και πλήρης Πνεύματος Αγίου και πίστεως», δηλαδή ήταν άνθρωπος ενάρετος και φωτισμένος απ’ το Άγιο Πνεύμα για την πίστη που ακολουθούσε με πιστότητα και συνέπεια. Επίσης κάνει λόγο και στα κεφάλαια 4, 13 και 15 για τη σπουδαία δράση του. Ήταν προφήτης και δάσκαλος στην Αντιόχεια. Αν και δεν ήταν ένας από τους 12 αποστόλους, περιγράφεται ως «απόστολος» καθώς «ήταν σταλμένος από το Άγιο Πνεύμα».
Το ιεραποστολικό του έργο αρχίζει όταν, γνωρίστηκε και συνδέθηκε στενά με τον απόστολο Παύλο από την Ταρσό, με τον οποίο συνεργάστηκε επί χρόνια ως πιστός ακόλουθός του και πολύτιμος συνεργάτης του. Τον ακολούθησε πιστά και με αφοσίωση στις περιοδείες του και είχε για βοηθό του τον ανεψιό του, Ευαγγελιστή Μάρκο.
Το Άγιο Πνεύμα διαμήνυσε στους Αποστόλους να ξεχωρίσουν τον Παύλο και τον Βαρνάβα για να τους στείλουν να το Ευαγγέλιο της σωτηρίας στα Έθνη. Έτσι ο Βαρνάβας ακολούθησε τον Παύλο στις περιοδείες του, αν και μετά από κάποιο σημείο χώρισαν μετά από «ζωηρή διαφωνία» και ως εκ τούτου ο Παύλος συνέχισε την περιοδεία του έχοντας μαζί του τον Ευαγγελιστή Λουκά, ενώ ο Βαρνάβας έμεινε στην Κύπρο μαζί με τον Μάρκο, όπου οργάνωσαν την εκεί Εκκλησία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου θεωρεί τον Βαρνάβα ιδρυτή και προστάτη της. Σύμφωνα με αρχαία παράδοση ο Απόστολος Βαρνάβας, μετά τις περιοδείες του με τον Παύλο, έφτασε στην Κύπρο, όπου κήρυξε με θέρμη το Ευαγγέλιο,
μεταστρέφοντας πολλούς Ιουδαίους και Εθνικούς στην χριστιανική πίστη. Κατόπιν έγινε Επίσκοπος Σαλαμίνος, όπου ποίμανε με ζήλο για αρκετά χρόνια. Αλλά οι φανατικοί Ιουδαίοι και ειδωλολάτρες, εξαιτίας μεγάλου μίσους, τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν και τον φόνευσαν με λιθοβολισμό, στην επισκοπή του, τη Σαλαμίνα.
Κοντά στην αρχαία πόλη της Σαλαμίνας βρίσκεται το μοναστήρι του Αποστόλου Βαρνάβα, που εκεί υπάρχει και ο τάφος του και όπου βρέθηκε και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του Μάρκου στο στήθος του, κατόπιν οράματος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Ανθέμιου.
Στην Κύπρο υπάρχουν πολλοί ναοί αφιερωμένοι στον Απόστολο Βαρνάβα και ένας στην κατεχόμενη σταυροπηγιακή μονή.
Στη βυζαντινή αγιογραφία κάποτε παρουσιάζεται με τον Απόστολο Παύλο να κρατούν μια Εκκλησία.
Η μνήμη του αγίου εορτάζεται στις 11 Ιουνίου.