Δοξάζει καὶ ἀνυμνεῖ ἡ Ἐκκλησία μας τοὺς «οὐρανόφρονας Πατέρας», διότι ἀφ’ ἑνὸς μὲν κατετρόπωσαν «τοῖς ὅπλοις τῶν λόγων» τοὺς ἐχθροὺς τῶν σεβαστῶν εἰκόνων, ἀφ’ ἑτέρου δὲ διετράνωσαν τὴν ἀληθινῆ πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράστηκε διὰ στόματος ὅλων τῶν Πατέρων, ὅτι «ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνος ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει».
Εἶναι, ὅμως, ἀξιοπρόσεκτο ὅτι, ἐνῷ ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἡμέρα αὐτὴν ἑορτάζει τὴν νίκη ἐπὶ τῶν ἀσεβῶν εἰκονομάχων, ἐν τούτοις στοὺς περισσοτέρους ὕμνους δὲν γίνεται λόγος μόνον γιὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οὔτε γιὰ τὴν καταπολέμηση τῆς συγκεκριμένης αἱρέσεως, τῆς εἰκονομαχίας, ἀλλὰ γίνεται λόγος γιὰ ὅλους τοὺς Πατέρες, ὡς προμάχους τῆς πίστεως, ὅπως καὶ γιὰ τὴν λύτρωση τῆς Ἐκκλησίας «ἐκ πάσης αἱρέσεως».
Ἔτσι ὁ ὑμνογράφος, στὸ Δοξαστικὸ τῶν Στίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ, καλεῖ τοὺς πιστοὺς νἀ ἀνευφημήσωμε τοὺς «Τριάδα μίαν, ἀπαράλλακτον οὐσίαν τε καὶ θεότητα» κηρύξαντες Πατέρες, «τοὺς καθαιρέτας Ἀρείου καὶ ὀρθοδόξων προμάχους». Στὰ ὑπέροχα, μάλιστα, Προσόμοια τῶν Αἴνων ὑμνοῦνται «οἱ εὐκλεεῖς καὶ πανόλβιοι καὶ θεόφρονες Πατέρες», διότι ὑπῆρξαν «ἑπόμενοι ταῖς τῶν ἀποστόλων διδαχαῖς», «προϊστάμενοι εὐαγγελικῶν δογμάτων καὶ τῶν εὐσεβῶν παραδόσεων». Ἐξ ἄλλου, τὸ Δοξαστικὸ τῶν Αἴνων, «τῶν Ἁγίων Πατέρων ὁ χορός…», ψάλλεται τρεῖς φορὲς τὸν χρόνο, ὅσες φορὲς δηλαδὴ τιμάει ἡ Ἐκκλησία μας «τοὺς θεοφεγγεῖς ἀστέρας», στὶς ἀντίστοιχες Κυριακὲς τῶν Πατέρων τῆς Α’, τῆς Δ’ καὶ τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Γίνεται, ἔτσι, κατανοητὸ ἀπὸ τὰ παραπάνω ὅτι κάθε φορὰ ποὺ ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τοὺς Πατέρες τιμᾶ στὸ πρόσωπό των τὴν τριαδικότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ συγχρόνως τοὺς ἀνυμνεῖ γιὰ τὴν συνολική των προσφορὰ στὴν διατήρηση τῆς ἑνότητος τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.
Σὲ ἕνα, μάλιστα, ἀπὸ τὰ τροπάρια τοῦ Ὄρθρου τονίζεται χαρακτηριστικὰ ἡ συμβολικότητα τοῦ ἀριθμοῦ ἑπτά, ὡς ἑξῆς: «Μείζων ἀρχῆθεν ἀριθμῶν ὀ ἕβδομος﮲ δημιουργίας τοῦ Θεοῦ γέγονεν ἡ παντελὴς κατάπαυσις εἰς ἑβδόμην ἡμέραν﮲ καὶ πασῶν τῶν αἱρέσεων λῆξις εἰς ἰσάριθμον Σύνοδον.» Καὶ ὅπως στὴν Α’ Σύνοδο, στὴν Νίκαια, ὁ χορὸς τῶν Πατέρων νίκησε «τὸν θεομάχον Ἄρειον», ἔτσι καὶ στὴν Ζ’ Σύνοδο, πάλι στὴν Νίκαια, ὁ «σύμμαχος» τοῦ πρώτου ἐκείνου χορὸς τῶν νέων Πατέρων κατῄσχυνε τοὺς εἰκονομάχους.
Μπορεῖ, ἑπομένως, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νὰ καλοῦνται θεοφόροι, ἀλλὰ καὶ οἱ ὑμνογράφοι της ὑπῆρξαν «θεολόγοι», ἐμπνευσμένοι, ἀσφαλῶς, ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε νὰ συνθέτουν τέτοιους ἐξαίσιους ὕμνους. Βεβαίως, δὲν ἀρκεῖ ὁ περιορισμένος χῶρος ἑνὸς ἄρθρου, γιὰ νὰ ἀποδώσῃ τὸ περιεχόμενο καὶ τὸ βάθος τῶν νοημάτων ὅλων αὐτῶν τῶν θαυμασίων ὕμνων.
Αὐτὸ ποὺ ἐναπομένει, πλέον, σὲ μᾶς, ποὺ τοὺς μελετοῦμε, εἶναι ὄχι μόνον νὰ ἐμβαθύνωμε στὸ περιεχόμενό των ἀλλὰ καὶ νὰ προσπαθήσωμε νὰ μιμηθοῦμε ἐκείνους γιὰ τοὺς ὁποίους γράφτηκαν. Οἱ Πατέρες ὑπῆρξαν, ὁμολογουμένως, ἀθλοφόροι τῆς πίστεως, διότι δὲν ἀνεδείχθησαν μόνον ὁμολογητὲς τοῦ δόγματος ἀλλὰ καὶ μάρτυρες αὐτοῦ διὰ τοῦ ἰδίου των αἵματος. Τὸ ἔργο τῶν Πατέρων ἦταν, πράγματι, πολὺ ὑπεύθυνο ἀλλὰ καὶ πολὺ δύσκολο. Ἀπὸ τὴν μία μεριμνοῦσαν, ὥστε νὰ ἀποκόψουν, μὲ τὴν μάχαιρα τοῦ Πνεύματος, τὶς πολυκέφαλες αἱρέσεις καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἀγωνιοῦσαν, γιὰ νὰ διαφυλάξουν «τὴν ἑνότητα τῆς Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (Ἐφέσ., δ’ 3). Τὸ διπλὸ αὐτὸ ἔργο τὸ ἐπωμιζόμαστε, μὲ τὴν σειρά μας, οἱ πιστοὶ τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, καὶ ἰδιαιτέρως οἱ Πατέρες της ἔχουν χρέος «ἵνα καλῶν ἔργων προΐστασθαι φροντίζωσιν (…) καὶ μὴ ἄκαρποι ὦσιν» ( Τίτ., γ’ 8-15).
Γιὰ τὴν ἐπίτευξη, βεβαίως, τοῦ παραπάνω ἔργου προϋποτίθεται ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρὶς τὴν συνέργεια τῆς Ὁποίας κανένα ἔργο δὲν εὐοδώνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὅμως, δὲν νοεῖται νὰ καλεῖται κάποιος μέλος τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς νὰ καταβάλῃ καὶ τὴν παραμικρὴ ἔστω προσπάθεια νὰ προσελκύσῃ τὴν Θεία Χάρη. Εἶναι χρέος ὅσων ἀνήκουμε στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἀναδειχθοῦμε τοὐλάχιστον πιστὰ καὶ γνήσια τέκνα της. Πρὸς τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητο νὰ διαθέτωμε ὄχι μόνον ὀρθὴ πίστη, ἀλλὰ καὶ συνετὸ προσωπικὸ βίο καὶ πρὸ πάντων φιλάδελφη καὶ ἀγαπητικὴ πολιτεία.
Ἔτσι καὶ μόνον ἔτσι, μέσα ἀπὸ τὰ πιστὰ τέκνα, θὰ ἀναδεικνύωνται διαρκῶς εὐσεβεῖς, σώφρονες καὶ δίκαιοι πατέρες (καὶ ἀντιστοίχως μητέρες) πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ταῖς πρεσβείαις τῶν Ἁγίων καὶ Θεοφόρων Πατέρων γένοιτο!