Κατά την διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος αναφερόμενος στην «κορωνίδα των δημιουργημάτων», όπως χαρακτηριστικά τόνισε, τον άνθρωπο, σημείωσε πως «ο άνθρωπος δεν νοείται μόνο ως σώμα, ούτε βέβαια μόνο ως πνεύμα, αλλά η σύμμειξης αυτών των δύο, αποτελούν την κορωνίδα των δημιουργημάτων».
«Ορισμένοι άνθρωποι βλέπουν μόνο το εξωτερικό περίγραμμα του ανθρωπίνου προσώπου», υπογράμμισε ο Σεβασμιώτατος και σημειώνοντας πως «ο άνθρωπος είναι ένα πρόσωπο στο οποίο το σώμα και το πνεύμα αλληλοπεριχωρούνται και αλληλογνωρίζονται», πρόσθεσε: «Αυτό λοιπόν είναι ο άνθρωπος, και ο Θεός του έδωσε ακόμη την αυτεξουσιότητα, δηλαδή την ελευθερία, να μπορεί να επιλέγει, να κρίνει, να δέχεται ή να απορρίπτει και ταυτόχρονα να παρεμβαίνει στον κτιστό περίγυρο. Ο άνθρωπος είναι το μόνο δημιούργημα που μπορεί να παρεμβαίνει και να αρνείται ακόμη και την ίδια του την ζωή». «Ο άνθρωπος, λοιπόν, έχει την εγγενή δύναμη από τον Δημιουργό του να είναι ελεύθερος, να επιλέγει, να κρίνει, να αποφασίζει, να απορρίπτει ακόμη και Αυτόν τον Δημιουργό του και να θεωρεί ότι η ζωή είναι μία τυχαία συνάρμοση κυττάρων που συνέβη κάποτε και που δεν ξανασυμβαίνει ποτέ».
«Μέσα στον κτιστό αυτό κόσμο, ο Πανάγιος Θεός προβάλλει τα αιώνια πρότυπα, τους Αγίους Του, οι οποίοι μιμούνται τον αληθινό τύπο του ανθρώπου που είναι αρχετυπικά ο Χριστός, ο όποιος ήρθε στον κόσμο για να φέρει στους ανθρώπους τη μόνη δύναμη που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και που είναι η αγάπη», «η αληθινή αγάπη με την οποία προσφέρεις τη ζωή σου υπέρ του άλλου, χωρίς αντάλλαγμα, όπως ακριβώς ο Χριστός», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος, υπογραμμίζοντας με έμφαση πως «η πορεία του ανθρώπου είναι ένα άθλημα που επισυμβαίνει εδώ, αλλά που δεν τελειώνει εδώ». «Έχει μία μεταφυσική αναγωγή», συμπλήρωσε.
Επισημαίνοντας πως «ήρθαμε στη ζωή αυτή για να κερδίσουμε την αγάπη, για να μαθητεύσουμε στο έλεος, για να προσφέρουμε σε κάθε άνθρωπο όπως ο Χριστός τον εαυτόν Του», τόνισε πως «αυτό ακριβώς επέτυχε ο Άγιος Παντελεήμων, ο πρώην Παντολέων, ιατρός περισπούδαστος, καταξιωμένος στη Νικομήδεια» και «επειδή αγάπησε τον αληθινό άνθρωπο, το αρχέτυπο κάθε ανθρώπου, το Χριστό, γι’ αυτό και από Παντολέων, μετονομάσθη Παντελεήμων και έγινε πράγματι Παντελεήμονας και προσέφερε την ιατρική τέχνη αλλά κυρίως την πνευματική εκζήτηση, την μεταφυσική αναγωγή από την κτίση στον Κτίσαντα».
«Ο Άγιος Παντελεήμων ήταν διττός άνθρωπος: ιατρός κατά την τέχνη, αλλά και πνευματικός ιατρός κατά την δύναμη της καρδίας του. Θεράπευε ψυχή και σώμα», είπε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος, υπογραμμίζοντας πως παρότι «οδηγήθηκε ο γιατρός Παντελεήμων, ο μεγάλος ευεργέτης των ανθρώπων της εποχής του, στο μαρτύριο και τον αποκεφαλισμό» από τον Μαξιμιανό, «η φωνή του δεν έπαυσε και επί δεκαοκτώ τώρα αιώνες συνεγείρει ευτόνος και ευγλώττος της συνειδήσεις όλων μας».
Αναφερόμενος στην σημερινή πραγματικότητα σημείωσε πως «σήμερα η ανθρωπότητα προσπαθεί να αντλήσει ύπαρξη από τρία μεγέθη: από την θύραθεν επιστήμη, από την οικονομία και από την τεχνολογία», συμπληρώνοντας ταυτόχρονα πως «αυτά είναι κτιστά πράγματα, έχουν όριο», «δεν έχουν τη δυνατότητα να εισδύσουν πέρα από την κουρτίνα της ύλης, στον ωκεανό της θείας σοφίας, της θείας αγάπης, της θείας μεθέξεως», «γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο και βλέπουμε αυτό τον αλληλοσπαραγμό, αυτή την αποκαραδοκία της καθημερινότητος, αυτό το ψέμα που κυβερνά τον κόσμο». «Βλέπετε, λοιπόν, πόσο τραγική είναι η κατάσταση όταν δεν μιμηθούμε τον Άγιο Παντελεήμονα», πρόσθεσε ολοκληρώνοντας ο Σεβασμιώτατος, ευχόμενος «το πρόσωπο αυτό να εμπνέει και την δική μας πορεία, να εμπνέει και το δικό μας βίο, να αγιάζει την καθημερινότητά μας και να μας ανάγει από την κτιστεί πραγματικότητα στην άκτιστη και υπερχρονική Βασιλεία του Θεού.