Κι ἐνῶ θὰ πίστευε κανεὶς ὅτι, ἔχοντας γευτῆ πλέον ὅλον αὐτὸν τὸν πλοῦτο, θὰ ἔχωμε ἐπὶ τέλους χορτάσει τὴν πείνα μας καὶ θὰ ἔχωμε σβήσει τὴν δίψα μας, ἐν τούτοις ὅλοι μας εὐχόμαστε καὶ προσευχόμαστε νὰ μὴν τελειώσῃ ποτὲ ἡ πνευματικὴ αὐτὴ πανδαισία καὶ ἡ ἀναστάσιμη τράπεζα νὰ συνεχίσῃ νὰ εἶναι πλήρης ἀγαθῶν καὶ δωρεῶν.
Ἀλλὰ δὲν τὸ εὐχόμαστε μόνον, τὸ βιώνομε κιόλας, ἐφ’ ὅσον ὀ ἀναστημένος Κύριος εἶναι διαρκῶς ἀνάμεσά μας, ἰδιαιτέρως τὴν περίοδο αὐτήν. Εἶναι ὁ πρῶτος καρπὸς τῆς Ἀναστάσεως, καθ’ ὅτι ἡ ἔγερσή Του σήμανε τὴν «ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων». Ἡ νίκη Του ἐπὶ τοῦ θανάτου συνέτριψε τὸ βασίλειο τοῦ Ἅδου καὶ ἡ δική Του Ἀνάσταση συμπαρέσυρε σὲ ἀνάσταση σύνολο τὸ ἀνθρώπινο γένος, «τὸν Ἀδάμ παγγενῆ». Λέγει χαρακτηριστικὰ ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «πρὸ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὁ θάνατος ἦταν φοβερὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ἀπὸ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πλέον ὁ ἄνθρωπος γίνεται φόβος γιὰ τὸν θάνατο»!
Ἀλλὰ ποιός ἄνθρωπος γίνεται φοβερὸς γιὰ τὸν θάνατο; Ὄχι ἀσφαλῶς ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ ἄνω στημένος-ἀναστημένος ἄνθρωπος, διότι κατ’ οὐσίαν μόνον αὐτὸς εἶναι ἄνθρωπος, μὲ ὅλη τὴν σημασία τῆς λέξεως. Μόνον ὁ ἀνα-στημένος ἄνθρωπος «ἄνω θρώσκει» - ἀτενίζει πρὸς τὸν Δημιουργό Του- καὶ παράλληλα ἐκτείνεται πρὸς τὸν συνάνθρωπό Του. Σχηματίζει ἑπομένως μὲ τὴν ὀρθία στάση καὶ συγχρόνως μὲ τὴν ἔκταση τῶν χειρῶν του Σταυρό, καὶ μόνον διὰ τοῦ Σταυροῦ νοεῖται ἡ Ἀνάσταση. Μόνον ὁ ἄνθρωπος ποὺ παραμένει ἑνωμένος μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ διὰ τῆς πίστεως καὶ ἀδελφωμένος μὲ τὸν συνάνθρωπό του διὰ τῆς ἀγάπης, ὁ σταυρωμένος δηλαδὴ ἄνθρωπος, εἶναι ἀναστημένος, ἑπομένως ἀληθινὸς ἄνθρωπος.
Πῶς μποροῦν ἀλήθεια νὰ καλοῦνται ἄνθρωποι καὶ νὰ φέρουν τὸ ὑψηλὸ αὐτὸ ὄνομα ἐκεῖνοι ποὺ δὲν σέβονται οὔτε ἱερὸ οὔτε ὅσιο, καὶ οἱ ὁποῖοι δὲν δείχνουν κανένα ἔλεος γιὰ τὸν συνάνθρωπό των; Ἡ ἐποχή μας δυστυχῶς ἔχει γεμίσει ἀπὸ ἀνθρώπους βλάσφημους καὶ ἄσπλαγχνους, κυριευμένους ἀπὸ τὰ πάθη των, καὶ κυρίως ἀπὸ τὴν φιλαρχία, τὴν φιλαυτία καὶ τὴν φιληδονία. Ἔτσι οἱ «ἄνθρωποι» αὐτοὶ ὄχι μόνον εἶναι οἱ ἴδιοι ἀμετανόητοι ἀλλὰ γίνωνται καὶ σταυρωτὲς τῶν συνανθρώπων των μὲ τὴν ἀπάνθρωπή των συμπεριφορά.
Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ διαφυλάττῃ τὸ «κατ’ εἰκόνα», παραμένοντας προς-ηλωμένος πρὸς τὸ πρότυπό του, καὶ συγχρόνως ἐργάζεται γιὰ τὸ «καθ’ ὁμοίωση», ὄχι συγκρουόμενος ἀλλὰ συνεργαζόμενος μὲ τὸν ἀδελφό του, τότε καταξιώνει τὴν ὕπαρξή του καὶ εἶναι ἀληθινὰ χαριτωμένος, ὅπως ἀναφωνεῖ καὶ ὁ ποιητής Μένανδρος: «Ὡς χαρίεν ἐστὶ ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ».
Χαριτωμένος εἶναι, ἀλήθεια, ὁ ἀνακαινισμένος ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πορεύεται στὴν «καινὴ ζωὴ» καὶ ἀκολουθεῖ τὰ ἴχνη τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ εἶναι σὲ θέση νὰ ἀπολαύσῃ τοὺς καρπούς τῆς Ἀναστάσεως. Τέτοιοι καρποί, πέραν τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ὑπῆρξαν στὴν συνέχεια καὶ οἱ μαθητές Του, -καὶ φυσικὰ οἱ πιστοὶ Πατέρες, γιοι καὶ Μάρτυρες ὅλων τῶν ἐποχῶν-, ποὺ ἔζησαν τὴν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεώς Του καὶ φωτισμένοι καὶ οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν διακήρυξαν καὶ στοὺς ἄλλους: «Οὐ δυνάμεθα ἡμεῖς ἅ εἴδομεν καὶ ἠκούσαμεν μὴ λαλεῖν» (Πράξ. Δ’, 20).
Δὲν ἀποτελεῖ πάντως μόνον ὁ Χριστὸς τὸν κατ’ ἐξοχὴν καρπὸ τῆς Ἀναστάσεως ἀλλὰ καὶ ὅ τι ἀπορρέει ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ τὴν ἐνέργειά Του, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἡ εἰρήνη καὶ ἡ χαρὰ ποὺ σκόρπισε ὁ Ἀναστὰς Κύριος «ἐν μέσῳ» τῶν μαθητῶν Του, διαλύοντας τὸν φόβο καὶ τὴν θλίψη τους. Καρπὸ τῆς Ἀναστάσεως ἀποτελεῖ καὶ ἡ ἐρευνητικὴ πίστη τοῦ Θωμᾶ, ποὺ ἐνισχύεται ἀπὸ τὸν Κύριο! Ἀλλὰ μήπως δὲν ἀποτελεῖ καρπὸ τῆς Ἀναστάσεως ἡ τόλμη τῶν Μυροφόρων, καὶ μάλιστα τῶν γυναικῶν, ποὺ ἔδωσαν ἕνα μάθημα ἀνδρείας στοὺς φοβισμένους καὶ δειλοὺς μαθητές;
Ἀκόμη καὶ ἡ ἐλπίδα τοῦ παραλύτου στὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ τὸν ὁδηγήσῃ στὴν σωστικὴ κολυμβήθρα ἀποτελεῖ καὶ ἐκείνη καρπὸ τῆς Ἀναστάσεως, διότι ὁ Κύριος εἶναι ὁ μόνος ποὺ δὲν τὸν ἐγκαταλείπει ἀλλὰ «γέγονε ἄνθρωπος δι’ αὐτόν», ὥστε νὰ ἀναστήσῃ τὴν παραλυμένη εἰκόνα του. Καρπὸς τῆς Ἀναστάσεως δὲν εἶναι καὶ ἡ πιστὴ Σαμαρείτιδα ποὺ ὁδηγήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ ξεδιψάσῃ μὲ τὸ «ζῶν ὕδωρ, ἵνα μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα» καὶ στὴν συνέχεια γίνεται κήρυκας καὶ ἀπόστολος τοῦ Σωτῆρος της; Ὅσο γιὰ τὸν τυφλό, ποὺ μέχρι τότε ὁδηγοῦταν ἀπὸ ἄλλους, γίνεται τώρα ὁδηγὸς τῶν «βλεπόντων» καὶ φωτιστής των.
Αὐτοὶ καὶ ἄλλοι τόσοι εἶναι οἱ καρποὶ τῆς Ἀναστάσεως, μὲ κορυφαῖο καὶ ἀνώτερο τὸ ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ κατῆλθε καὶ φώτισε ὁλοκληρωτικὰ πλέον τοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ γίνουν ἀπόστολοι τῆς εἰρήνης καὶ τῆς χαρᾶς ποὺ βίωσαν κοντὰ Του καὶ σὰν περιστέρια τοῦ οὐρανοῦ νὰ φέρουν τὸ μήνυμά Του στὰ πέρατα τῆς γῆς. «Ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος … ὅτι ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο», λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (Α’, 16).
Μόνον ὁ πληρωμένος θείας χάριτος Κύριός μας καὶ Θεὸς μπορεῖ νὰ μετοχετεύσῃ τὴν χάρη Του στοὺς μαθητές Του, ὥστε λαμβάνοντες «χάριν ἀντὶ χάριτος», πλούσιες δηλαδὴ τὶς δωρεές Του, νὰ γίνουν καὶ αὐτοὶ μὲ τὴν σειρά των δοχεῖα καὶ φορεῖς τῆς θείας χάριτος.
Κατ’ ἐπέκταση ὅλοι ἐμεῖς οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ποὺ δεχθήκαμε πλούσιες τὶς χάριτες καὶ τοὺς καρποὺς τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν συνέχεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχομε μὲ τὴν σειρά μας χρέος νὰ διαλαλήσωμε τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως, νὰ γίνωμε δηλαδὴ τὰ σύγχρονα περιστέρια τῆς εἰρήνης, τῆς χαρᾶς, τῆς ἐλπίδος, τῆς ἀγάπης καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐμπιστοσύνης στὸν Ἀναστημένο Κύριο.
Ἐὰν θέλωμε ἑπομένως νὰ γευώμαστε εἰς τὸ διηνεκὲς τοὺς καρποὺς τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ παραμένωμε ἄνω στημένοι, χρειάζεται νὰ σταυρώνωμε διαρκῶς τὰ ἁμαρτωλά μας πάθη καὶ νὰ θυσιάζωμε τὸ ἀτομικό μας θέλημα πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ πρὸς ὄφελος τοῦ κοινοῦ καλοῦ. Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου εἶναι ξεκάθαρος: «Εἰ οὖν συνηγέρθητε τῷ Χριστῶ, τὰ ἄνω φρονεῖτε, τὰ ἄνω ζητεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς.» (Κολ. Γ’, 1-2).
Αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι καὶ ἡ μεγαλύτερη δυσκολία, τὴν ὁποία καλούμαστε νὰ ξεπεράσωμε. Εἶναι ἐπιεικῶς ἀπαράδεκτο νὰ ἐπιδιώκωμε ὡς ἀναστημένοι ἄνθρωποι οὐρανόδρομη πορεία, διατηρῶντας συγχρόνως τὶς ψυχοφθόρες ἐξαρτήσεις μας καὶ παραμένοντας συχνὰ ἀγκυλωμένοι σὲ ἀντίθεες καὶ ἀντικοινωνικὲς ἰδεολογίες καὶ στοὺς μὴ ἀναστημένους ἐκπροσώπους των.
Μόνον ἡ πίστη στὸν ἀναστημένο καὶ δυνάμενο νὰ ἀναστήσῃ καὶ ἐμᾶς Κύριό μας μπορεῖ νὰ μᾶς χαρίσῃ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν αἰώνια ζωή, ὥστε νὰ ἀπολαμβάνωμε ἀδιαλείπτως τοὺς γλυκεῖς καρποὺς τῆς ἀναστάσεως μαζί Του καὶ μὲ τοὺς συναναστημένους ἀδελφούς μας! Γένοιτο!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος