Ἀξίζει νά προσεγγίσουμε, νά προσέξουμε στό Ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου τίς τρεῖς πρῶτες φράσεις. «Κανόνας πίστεως» ὁ Ἅγιος Νικόλαος. Τί εἶναι ὁ κανών πίστεως; Γιατί δέν λέγει μόνον «πίστεως» καί λέγει «κανών πίστεως»; Κανών εἶναι ὁ χάρακας, μέ τόν ὁποῖον, ὅταν θέλουμε νά ἔχουμε μία εὐθεία γραμμή, βάζουμε τόν κανόνα, τόν χάρακα καί χαράσσουμε τήν εὐθεία γραμμή. Ἔτσι καί ἡ πίστη χρειάζεται κάποιον κανόνα, κάποια ὁριοθέτηση, διότι καραδοκοῦν οἱ ψευδοπροφῆτες, οἱ ψευτοδιδάσκαλοι, δηλαδή, ἡ ἑτεροδιδασκαλία, ἡ κακοδοξία. Καί ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἴδιος, ἀνεδείχθη κανών πίστεως. Γιατί ἦταν ἐκεῖνος πού εἶχε μελετήσει βαθειά ὁλόκληρη τήν Ἁγία Γραφή. Καί ἀκόμη ἤξερε νά στέκεται ἔναντι τῶν ποικίλων αἱρέσεων, αὐτός, κανών πίστεως. Αὐτόν τόν κανόνα πίστεως στήριξε καί μέ τή συμμετοχή του στήν Α' Οἰκουμενική Σύνοδο.
Κανών πίστεως σημαίνει ὅτι ὀρθοτομῶ τήν ἀλήθεια, δέν λέγω δικά μου, λέγω τά τοῦ Κυρίου, δέν λέγω τά μισά, λέγω ὅλα, ὅλες τίς ἐντολές τίς ὁποῖες τηρῶ, ἑρμηνεύω καί ἐφαρμόζω στή ζωή μου. Καί πόσο ἀνάγκη ἔχει καί σήμερα ὁ ἄνθρωπος νά υἱοθετήσει στή ζωή του τόν ὀρθόδοξο χριστιανικό κανόνα τῆς πίστεως, γιά νά μήν ἐμπλέκεται καί παγιδεύεται σέ ποικίλες αἱρέσεις πού κυκλοφοροῦν καί ἑτεροδιδασκαλίες καί σέ ποικίλα μηχανεύματα τοῦ διαβόλου καί τοῦ πονηροῦ, πού κάθε φορά ἐμφανίζονται καί θέλουν νά ἀλλοιώσουν τήν ἀκραιφνῆ Ὀρθόδοξη Διδασκαλία καί νά παρερμηνεύσουν τό Εὐαγγέλιο καί τήν Ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Θά ἔχετε παρατηρήσει ἄλλωστε ὅτι, κάθε φορά πού ὑπάρχει μία μεγάλη ἑορτή τῆς Χριστιανοσύνης, Χριστούγεννα ἤ Πάσχα, ἐμφανίζονται αὐτοί, οἱ ὁποῖοι παραχαράσσουν καί διαστρεβλώνουν τά Ἱερά Κείμενα, τά Εὐαγγέλια, τό Πανάγιο Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Τό δεύτερο χαρακτηριστικό τοῦ Ἁγίου εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς πραότητος. Καί δέν θά μποροῦσε νά εἶναι διαφορετικά. Ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ καλός ποιμήν, τή γαλήνη τῆς ψυχῆς του, τήν ἠρεμία πού εἶχε μέσα του καί αὐτή τήν γαλήνη καί ἠρεμία καί πραότητα ἐξέφραζε παντοῦ καί πάντοτε. Ἦταν γλυκύς στήν μορφή ὁ Ἅγιος Νικόλαος, γεμᾶτος καλωσύνη, γεμᾶτος ἀγάπη, πραότητα. Καμμία ὀργή καί κανένας θυμός. Ὅλα τά ζητήματα στήν Ἐπισκοπή του καί στήν ποιμαντική δραστηριότητα τά ἔλυνε ἔχοντας ὡς γνώμονα τήν ἐπιείκεια, τήν καλωσύνη, τήν ἀνεξικακία, τήν στοργή, τήν πραότητα. Διότι εἶχε μιμηθεῖ τόν Χριστό, πού Ἐκεῖνος διεκήρυξε καί εἶπε: «Μάθετε ἀπ' ἐμοῦ ὅτι πρᾶος εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. 11, 29). Ἔπειτα, δέν εἶπε ὁ Χριστός στόν τρίτο Μακαρισμό, στήν περίφημη ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία Του, δέν διεκήρυξε καί εἶπε: «μακάριοι οἱ πραείς ὅτι αὐτοί κληρονομήσουσι τήν γῆν» (Ματθ. 5, 5); Καί κάνει ἐντύπωση, γιατί νά λέγει «τήν γῆν»; Δηλαδή θά κληρονομήσουμε κάποια ἐκτάρια, κάποια στρέμματα, κάποιο χῶμα; Ὄχι. Ἀλλά θέλει νά τονίσει μέ τή λέξη αὐτή τή βεβαιότητα ὅτι μᾶς περιμένει μία Ἐπουράνιος Βασιλεία, ὅπου «πολλαί μοναί εἰσί», ἐκεῖ ἡτοιμασμένες γιά τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς. Καί μέ τή φράση «κληρονομήσουσι τήν γῆν» φανερώνει τή βεβαιότητα, ὅτι δέν εἶναι κάτι νεφελῶδες καί ἀόριστο, ἀλλά ἔχει μία βεβαιότητα καί ἀσφάλεια αὐτή ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, πού περιμένει αὐτούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι στήν κατάσταση τῆς πραότητος.
Καί τό τρίτο χαρακτηριστικό στό Ἀπολυτίκιο εἶναι τό «διδάσκαλος ἐγκρατείας», πού τόν ἀνέδειξε, τόν Ἅγιο Νικόλαο, ἡ ποίμνη, ὁ πιστός λαός. Αὐτός, ὁ ὁποῖος τά πάντα ἔδωσε ἀπό τήν ἀρχοντική του οἰκογένεια γιά τούς πτωχούς, γιά τούς ἀπόρους, αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἐκεῖνο, πού περιέλαμπε ὅλα τά τῆς καθημερινῆς του βιοτῆς. Τό ἦθος τῆς ἐγκράτειας. Πόσες καί πόσες φιλανθρωπίες καί ἐλεημοσύνες δέν ἔκαμε! Μέ πόση λιτότητα καί ἁπλότητα δέν ζοῦσε! Ὄχι βίον κοσμικό, φιλελεύθερο μέ τήν κακή ἔννοια τοῦ ὅρου, δηλαδή ἀσύδοτο. Δέν ἔζησε μέσα στήν κραιπάλη, στήν ἀσωτία καί στήν ἀκολασία. Καί ὅταν λέγει ἐδῶ ἐγκράτεια, ἐννοεῖ τόν ὅρο αὐτό καί ὑπό τή στενή ἠθική ἔννοια, ἀλλά καί ὑπό τήν εὐρύτατη ἔννοια. Ἐγκράτεια στή γλῶσσα, ἐγκράτεια στόν θυμό, στήν ὀργή, ἐγκράτεια καί στήν ἀπληστία ἐνδυμάτων, στό φαγητό, στόν τρόπο τοῦ βίου. Σημειώνω, ἐν προκειμένῳ, ὅτι κάποτε χαρακτηριστικό τῶν Ἑλλήνων ἦτο τό λιτοδίαιτο. Ἤξερε συγχρόνως μέσα σ' αὐτό τό λιτοδίαιτο νά εἶναι καί ἄνθρωπος φιλάνθρωπος καί νά εἶναι καί εὐτυχισμένος στή ζωή του. Τώρα, ἐκορέσθη ἡ κοιλία τοῦ ἀνθρώπου καί ὅμως δέν νοιώθει χαρά καί εὐτυχία. Καί ἡ διασκέδαση δέν εἶναι πλέον ψυχαγωγία, ἀλλά διασκέδαση, ὡς λέγει τό ρῆμα διασκεδάννυμι, δηλαδή διασκορπισμός τοῦ νοῦ καί τῆς ὕπαρξης ἐδῶ καί ἐκεῖ. Διδάσκαλος, λοιπόν, τῆς ἐγκράτειας ὁ ἅγιος Νικόλαος καί αὐτό τυγχάνει καθοδηγητικό καί γιά μᾶς σήμερα.
Αὐτές τίς ἀρετές τοῦ Ἁγίου Νικολάου, αὐτές τίς τρεῖς χάριτες πού εἶχε, τίς ἀναφέρει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Καί κάνει ἐντύπωση ὅτι τίς ἀναφέρει στήν πρός Γαλάτας Ἐπιστολή του ὡς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μακάρι, ὁ Ἅγιος Νικόλαος νά μᾶς φωτίσει, νά μᾶς βοηθήσει νά νοιώσουμε μέσα μας αὐτές τίς ἀρετές, πού ὅλοι μας τίς ἔχουμε ἀνάγκη, στήν σημερινή δύσκολη καί περίπλοκη κοινωνία μας. Τήν πίστη, τήν ἐγκράτεια, τήν πραότητα. Ἱκεσία μας ὁ Ἅγιος Νικόλαος νά ἔρθει αὐτός καί νά κρατήσει τό τιμόνι τῆς ζωῆς μας καί νά μᾶς ὁδηγήσει στόν «καλό λιμένα», τόν Χριστό. Καί ὁ Χριστός στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.