Ο Άγιος Νικηφόρος, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον 8ο αι. Οι γονείς του Θεόδωρος και Ευδοκία ανήκαν σε αρχοντική και επίσημη κοινωνική τάξη και βέβαια ήταν ευσεβείς και ενάρετοι άνθρωποι, οι οποίοι γαλούχησαν τον γιο τους στον Χριστιανισμό.
Η προσήλωση μάλιστα του πατέρα του στην ορθή πίστη, έγινε αιτία να διωχθεί και να εξορισθεί από τον σκληρό εικονομάχο και δυσεβή αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε`, τον Κοπρώνυμο. Προικισμένος με ιδιαίτερες πνευματικές ικανότητες, ο άγιος Νικηφόρος απέκτησε μεγάλη θεολογική και θύραθεν παιδεία.
Γρήγορα, όμως, αποσύρθηκε σε ένα κτήμα του στον Βόσπορο, όπου εκεί αφοσιώθηκε στην άσκηση, αλλά και στη μελέτη των Θείων Γραφών. Όμως ο αυτοκράτορας τότε τον υποχρέωσε να αναλάβει τη διεύθυνση του μεγάλου πτωχοκομείου της Κωνσταντινουπόλεως.
Όταν εκοιμήθη ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιος, ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α`, υπέδειξε ως άξιο διάδοχό του τον άγιο Νικηφόρο. Όντως την Κυριακή του Πάσχα του 806 ανήλθε στον Πατριαρχικό Θρόνο. Θρόνος όμως που εκείνη την εποχή ισοδυναμούσε με Γολγοθά.
Ο άγιος Νικηφόρος έδωσε πολλούς και σκληρούς αγώνες για την τιμή και την προσκύνηση των ιερών Εικόνων. Όταν όμως το 813 ανέβηκε στο θρόνο της Βασιλεύουσας, ο ασεβής Λέων Ε`, ο Αρμένιος, ξέσπασε μεγάλος και απηνής διωγμός κατά των εικονολατρών.
Η αγέρωχη στάση και εμμονή του αγίου Νικηφόρου στην προστασία της Ορθοδοξίας, προκάλεσε την οργή του αυτοκράτορα, ο οποίος και τον απομάκρυνε από τον πατριαρχικό θρόνο. Ο άγιος Νικηφόρος υπέστη πάρα πολλές ταλαιπωρίες και τελικά, ταλαιπωρημένος παρέδωσε στο δίκαιο μισθαποδότη Θεό το πνεύμα του στις 2 του Ιουνίου του 822.