“Αν ο Πατριάρχης δεν έκανε τον «αφορισμό», ποια θα ήταν η εξέλιξη των πραγμάτων; Πέραν πάσης αμφιβολίας, θα επακολουθούσαν ανελέητες σφαγές σε όλη την αυτοκρατορία και η Επανάσταση θα είχε καταπνιγεί για μια ακόμη φορά στο αίμα”.... Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του το γραφείο Αιρέσεων και Παραθρησκειών της Μητροπόλεως Πειραιώς.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
Εφέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, η οποία αποτελεί έναν μοναδικό σταθμό στην μακραίωνη ιστορική πορεία του Έθνους μας και το γενεσιουργό γεγονός της δημιουργίας της νεοελληνικής μας κρατικής υπόστασης. Γι’ αυτό έχει αποφασισθεί από την Ελληνική Πολιτεία, η φετινή χρονιά να είναι αφιερωμένη στο μεγάλο αυτό γεγονός της εθνικής μας παλιγγενεσίας και να λάβουν χώρα επετειακές και εορταστικές εκδηλώσεις σε όλη τη χώρα και στον απανταχού Ελληνισμό της Διασποράς. Προς τον σκοπό αυτό έχει συσταθεί μια ιδική Επιτροπή, «Ελλάδα 2021», για τη διοργάνωση εορταστικών εκδηλώσεων και την προβολή της σημασίας του μεγάλου αυτού εθνικού γεγονότος. Μεταξύ των άλλων συλλογικών φορέων συμμετέχει και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία και αυτή έχει συστήσει ειδική Επιτροπή για την διοργάνωση αναλόγων εκδηλώσεων. Επίσης εορταστικές εκδηλώσεις άρχισαν ήδη να γίνονται και σε πολλές Ιερές Μητροπόλεις, τιμώντας τη μεγάλη εθνική μας επέτειο και εξαίροντας την υπέρτατη συμβολή της Μητέρας και Τροφού του Γένους μας Εκκλησίας, στον αγώνα για την απελευθέρωση του Έθνους μας.
Γύρω από το κομβικής σημασίας αυτό θέμα, της συμβολής και του ρόλου δηλαδή της Εκκλησίας για την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, συνεχίζονται δυστυχώς μέχρι σήμερα να εκφράζονται θέσεις και απόψεις, προερχόμενες κυρίως από τον χώρο της Αριστεράς και της Αθεΐας, που προσπαθούν να απομειώσουν, ή και να διαγράψουν την ανεκτίμητη προσφορά της Εκκλησίας προς το Γένος μας, διαστρεβλώνοντας όμως και συσκοτίζοντας την ιστορική αλήθεια. Και επειδή οι αθεϊστικές φωνές, με αφορμή την μεγάλη φετινή εθνική επέτειο, όλο και περισσότερο πληθαίνουν, αλλά και επειδή τα περισσότερα από τα μέλη της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», που διόρισε η κυβέρνηση για τις προγραμματισμένες διοργανώσεις, δεν εμπνέονται δυστυχώς από τις αξίες του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, θεωρήσαμε αναγκαίο να επανέλθουμε στο θέμα και να τονίσουμε πολύ συνοπτικά κάποιες βασικές αλήθειες.
Μια αντικειμενική και χωρίς ιδεοληπτικές τάσεις, μελέτη της ιστορίας αποδεικνύει ξεκάθαρα, ότι η Ελληνική Επανάσταση ξεκίνησε και προχώρησε πέραν πάσης λογικής, καθ’ όν χρόνον επικρατούσε στην Ευρώπη ένα άκρως αρνητικό πολιτικό κλίμα. Την εποχή εκείνη ουδεμία ξένη δύναμη είχε εκδηλώσει το παραμικρό ενδιαφέρον της για την εθνική μας απελευθέρωση. Η ομόδοξη Ρωσία δεν είχε καμιά διάθεση να εμπλακεί σε πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και η «φωτισμένη» Ευρώπη «έτριζε τα δόντια» της στους Έλληνες επαναστάτες, με την διαβόητη «Ιερά Συμμαχία», τέκνο φυσικά της «Γαλλικής Επανάστασης»! Οι υπόδουλοι πρόγονοί μας χτυπούσαν τις πόρτες των ευρωπαίων, αλλά ματαίως! Τις εύρισκαν κλειστές, έτσι ώστε να γράφει αργότερα ο εθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός: «Με τα ρούχα ματωμένα ξέρω ότι έβγαινες κρυφά, να γυρεύης εις τα ξένα, άλλα χέρια δυνατά. Μοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλθες μοναχή, δεν ειν’ εύκολες οι θύρες, εάν η χρεία τες κουρταλή. Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, αλλ’ ανάσασιν καμιά, άλλος σου έταξε βοήθεια και σε γέλασε φρικτά». Σύντομα κατάλαβαν οι αγωνιστές του 21, ότι μόνοι τους θα έπρεπε να ξεκινήσουν τον αγώνα, έχοντας μοναδική τους, ακαταμάχητη βοήθεια και στήριγμα, την πίστη τους στον Χριστό και την Παναγία. Γι’ αυτό και το έμβλημα του αγώνος τους ήταν: «Για του Χριστού τη πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία». Επομένως η πρωταρχική κινητήρια δύναμη του γενικού ξεσηκωμού και η κύρια πηγή εμπνεύσεως, θάρρους και ηρωισμού των αγωνιστών ήταν η Ορθόδοξη Εκκλησία. Η Εκκλησία ήταν πάντοτε ο μπροστάρης στον αγώνα. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε τη σημαία του αγώνα και κήρυξε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στο Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας στα Καλάβρυτα. Δεκάδες ήταν οι επίσκοποι και χιλιάδες οι λοιποί κληρικοί και οι μοναχοί που έχυσαν το αίμα τους στα πεδία των μαχών, ή κατακρεουργήθηκαν από τους τούρκους. Τα μοναστήρια είχαν μεταβληθεί σε προπύργια του αγώνος, σε αποθήκες πυρομαχικών, σε καταφύγια των αγωνιστών. Ουσιαστικότατη ήταν ακόμη και η συμβολή ορισμένων σπουδαίων κληρικών, μεγάλων εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων της εποχής εκείνης, όπως των αγίου Κοσμά του Αιτωλού, Άνθιμου Γαζή, Ευγένιου Βούλγαρη, Νικηφόρου Θεοτόκη, κ.α., οι οποίοι με την κηρυκτική και ιεραποστολική τους δράση, την ίδρυση σχολείων, κλπ. τόνωσαν την Ορθόδοξη πίστη, αφύπνισαν πνευματικά το υπόδουλο γένος και καλλιέργησαν τον πόθο της λευτεριάς. Οι παρά πάνω κληρικοί και ιδίως ο πρώτος, όργωσαν κυριολεκτικά όλη την Ελλάδα, και όχι μόνον, κηρύττοντας Χριστό και Ελλάδα. Η παιδεία, (όσο αυτή ήταν ανεκτή από τους βαρβάρους τυράννους), η απόδοση δικαιοσύνης, η διάσωση της ελληνικής γλώσσας, η καλλιέργεια της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας και η κοινωνική μέριμνα και οργάνωση ήταν έργα της Εκκλησίας. Αυτή κυρίως διατήρησε την εθνική μνήμη και άναψε στις καρδιές των ραγιάδων την ιδέα και τον πόθο της λευτεριάς. Υπάρχουν πάμπολλες ιστορικές μαρτυρίες που επιβεβαιώνουν τις παρά πάνω αλήθειες, σε αντίθεση βέβαια με μια μικρή μειοψηφία χριστιανομάχων, οι οποίοι, προκειμένου να κτυπήσουν την Εκκλησία, δεν διστάζουν να παραχαράξουν τα ιστορικά γεγονότα.
Δεν είναι τυχαίο πως αυτοί οι κύκλοι ανάγονται μέχρι τα χρόνια της Επαναστάσεως. Μια πλειάδα «άκαπνων» Ελλήνων, «πολεμούσαν» για την εθνική μας παλιγγενεσία από τα ασφαλή και ζεστά σαλόνια της Ευρώπης. Κατόπιν, μετά την απελευθέρωση, ήρθαν στην Ελλάδα, φέρνοντας στις αποσκευές τους το μίσος προς την Εκκλησία και τα δόλια μέσα για την ιστορική παραχάραξη. Βαθύτατα επηρεασμένοι από τα ολέθρια διδάγματα του άθεου «Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού», όχι μόνο απέρριψαν τον πολύπλευρο αγώνα της Εκκλησίας, αλλά έφτασαν και στο κατάντημα της συκοφαντίας, ότι δηλαδή Αυτή ήταν δήθεν με το μέρος των Οθωμανών και πολέμησε την Επανάσταση!
Μια τέτοια αστήρικτη θέση διαπιστώσαμε σε πρόσφατη ανακοίνωση της λεγομένης «Κίνησης Ελλήνων Πολιτών για την Εκκοσμίκευση του Κράτους», διά της οποίας ζητήθηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, να άρει τον «αφορισμό» της Ελληνικής Επανάστασης, τον οποίο επέβαλε ο Οικουμενικός Πατριάρχης άγιος Γρηγόριος ο Ε΄. Μάλιστα άνοιξαν «πλατφόρμα» συλλογής υπογραφών πολιτών γι’ αυτή την απαίτηση!
Αυτή είναι η ανοικτή επιστολή τους: «Προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Το 2021 εορτάζουμε τα 200 χρόνια από την κήρυξη της Επανάστασης των Ελλήνων κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αναμφίβολα πρόκειται για ένα κορυφαίας σημασίας γεγονός που σηματοδοτεί την αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, αλλά και τη δημιουργία ενός ελεύθερου ελληνικού κράτους, για πρώτη φορά ύστερα από πολλούς αιώνες και κατακτητές που εκμεταλλεύτηκαν αυτόν τον τόπο και τους ανθρώπους του. Παρά τις αντίξοες συνθήκες και τα περιοριστικά μέτρα λόγω της απειλητικής πανδημίας που έχει πλήξει τον πλανήτη μας τους τελευταίους μήνες, στη χώρα μας έχουν ήδη ξεκινήσει οι εκδηλώσεις και οι εορτασμοί για το μεγάλο αυτό γεγονός. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν αρκετές μαύρες κηλίδες στον καμβά της ιστορικής αποτίμησης των γεγονότων του ’21, που γεγονός είναι ότι διχάζουν τους συμπατριώτες μας και μας απομακρύνουν από το πραγματικό νόημα και αξία των εορτασμών. Η ασφαλής οδός για την εξάλειψη των εμποδίων αυτών, δεν θα μπορούσαν να είναι οι επικοινωνιακοί τακτικισμοί, οι υπεκφυγές και η διαιώνιση των περίφημων -και επιζήμιων για την ιδιοσυγκρασία του λαού μας- εθνικών μύθων, αλλά μία θαρραλέα και ειλικρινής αντιμετώπιση των ιστορικών γεγονότων.
Ας έρθουμε όμως στο κυρίως θέμα της επιστολής αυτής. Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το 1821, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Ε’ προέβη σε αφορισμό των Ελλήνων Επαναστατών και της Φιλικής Εταιρείας. Κάποιοι μέχρι και σήμερα υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο συνέβη κάτω από το καθεστώς της πίεσης των Οθωμανών και της απειλής τους για μαζικές σφαγές Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη. Άλλοι σημειώνουν ότι η αντεπαναστατική και αντιδιαφωτιστική δράση και πορεία του Γρηγορίου Ε’ δεν περιορίζεται μόνο στους αφορισμούς εκείνου του έτους, αλλά ανιχνεύεται σε μία περίοδο τουλάχιστον 23 ετών νωρίτερα, μέσα από σχετικές αντεπαναστατικές εγκυκλίους, κείμενα και δράσεις, που αποκαλύπτουν τον αντεθνικό του ρόλο. Σε κάθε περίπτωση, ο ρόλος του Γρηγορίου Ε’ και γενικότερα της ηγεσίας της Εκκλησίας απέναντι στον ξεσηκωμό των Ελλήνων, είναι ένα ζήτημα που απασχολεί διαχρονικά την εγχώρια κοινή γνώμη, ενώ τους τελευταίους μήνες, όπως είναι φυσικό, το ενδιαφέρον έχει ενταθεί στη δημόσια σφαίρα. Ελάχιστοι όμως, μέχρι σήμερα, έχουν θέσει επί τάπητος το κρίσιμο ερώτημα: Έχει αρθεί ο αφορισμός της Ελληνικής Επανάστασης; Δυστυχώς η απάντηση είναι αρνητική.