Το Άγιον Όρος μπορεί να έκλεισε τα σύνορα στους επισκέπτες - προσκυνητές του ως μέτρο κατά του κορωνοϊού, τον 14ο αιώνα όμως, όταν η πανώλη θέριζε τις χώρες της Ευρώπης, άνοιξε τις πύλες του για υψηλούς επισκέπτες. Εν μέσω της πανδημίας, τον Αύγουστο του 1347, υποδέχθηκε τον αυτοκράτορα Στέφανο Ούρος (ή Ούρεση) Δ΄ Δουσάν. Η επίσκεψη του ισχυρού μονάρχη στην Αθωνική Πολιτεία δεν είχε μόνο προσκυνηματικό και πολιτικό χαρακτήρα. Ένας από τους βασικούς λόγους ήταν να γλιτώσουν, ο ίδιος και η οικογένειά του, από τον Μαύρο Θάνατο.
Σύμφωνα με την kathimerini.gr, ο αυτοκράτορας κατέφυγε στο Άγιον Όρος «συν γυναιξί και τέκνοις». Καταπατώντας τον αυστηρό κανόνα του Αβάτου σε γυναίκες, επέλεξε τη Χερσόνησο του Άθω ως ιδανικό τόπο για την προστασία της συζύγου του Ελένης και του γιου τους Ούρεση. Η βασιλική οικογένεια, σύμφωνα με τις πηγές, διέμεινε στο Αγιον Ορος επί οκτώ μήνες. Από τον Αύγουστο του 1347 έως τον Απρίλιο του 1348, ακριβώς έναν χρόνο μετά την ανακήρυξη του Δουσάν (16 Απριλίου 1346) σε αυτοκράτορα των Σέρβων, Ελλήνων, Βουλγάρων, Βλάχων και Αλβανών.
Η πολύμηνη παραμονή του Δουσάν στο Περιβόλι της Παναγίας και, κυρίως, της συζύγου, σώζεται στις θρυλικές παραδόσεις των Αγιορειτών μοναχών. Σύμφωνα με αυτές, η πρώτη αυτοκράτειρα της Σερβίας, Ελένη, δεν πάτησε το πόδι της στο Αγιον Ορος. Εισήλθε στη Χερσόνησο μέσα σε ένα κουβούκλιο το οποίο κουβάλησαν μοναχοί, για να τη μεταφέρουν στη μονή Χιλανδαρίου, σε έναν χώρο ο οποίος είχε προετοιμαστεί ειδικά για τη διαμονή της. Καταφύγιό της κατά τη διάρκεια της απομόνωσης ήταν ο ψηλότερος πύργος της σερβικής μονής.
Την περίοδο εκείνη, ο Στέφανος Δουσάν ήταν ένας από τους ισχυρότερους μονάρχες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι αλλαγές στην οργάνωση της Εκκλησίας ήταν μία από τις προτεραιότητές του. Υπό τη σερβική δικαιοδοσία περιήλθε και το Αγιον Ορος. Από τον Νοέμβριο του 1345, οι Αγιορείτες μοναχοί, αποδεχόμενοι την κυριαρχία του και την εγγύηση της αυτονομίας τους, απολάμβαναν οικονομικά και άλλα προνόμια – προπάντων η Μονή Χιλανδαρίου, λίκνο της Σερβικής Εκκλησίας, που ιδρύθηκε από τον πρόγονό του, Αγιο Σάββα.
Κύριο έργο της Ελένης ήταν η ανακαίνιση το κελιού του Αγίου Σάββα στις Καρυές, όπου μνημονεύεται ως δεύτερη κτητόρισσά του
Μέσα στο ιστορικό αυτό πλαίσιο της αυτοκρατορίας του αλλά και του ρόλου του ως προστάτη του Χριστιανισμού, το Άγιον Ορος έγινε ο τόπος καταφυγής του από την πανώλη, που άρχιζε να εξαπλώνεται στα Βαλκάνια και να μαστίζει τη Σερβία. Την επίσκεψη του Δουσάν και της συζύγου του Ελένης εις το Αγιον Ορος μνημονεύουν ελληνικές και σερβικές σύγχρονες πηγές. Σημαντική μαρτυρία αποτελούν, επίσης, τα διασωθέντα αυτοκρατορικά χρυσόβουλα, ενώ ο «Σταυρός Δουσάν», ένα λιτό μνημείο, βρίσκεται έως σήμερα έξω από το μοναστήρι όπου οι μοναχοί «υποδέχθηκαν τον Δουσάν μετά της συζύγου του και του υιού του».
«Ούτω, το 1347, ο Σέρβος ηγεμών αφίχθη μετά της συζύγου του Ελένης και του υιού του Ούρεση εις το Αγιον Ορος, προσκομίζων πολύτιμα δώρα τα οποία προσέφερεν εις τας διαφόρους μονάς. Το “Αβατον”, η αρχαιόθεν εν τη πολιτεία του Αθω ισχύουσα απαγόρευσις της εισόδου γυναικών, ελησμονήθη τότε. Εις όλας τας μονάς επέδειξεν το αυτοκρατορικόν ζεύγος μεγάλην ελευθεριότητα, ιδίως δε προς την σερβικήν μονήν Χελανδαρίου», (Χρήστος Σούλης, «Ο τσάρος Στέφανος Δουσάν και το Αγιον Ορος»).
Την παραμονή της αυτοκράτειρας Γελένα στον Αθω αναφέρουν κυρίως σερβικές πηγές. Ορισμένες από αυτές μετέφρασε για την «Κ» η βυζαντινολόγος κ. Ελενα Κόστιτς. Η παρουσία της συζύγου του Σέρβου ηγεμόνα ήταν «διακριτική και η συμπεριφορά της σεμνή. Το πρόσωπο και το σώμα ήταν πάντα καλυμμένο, ενώ περνούσε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου προσευχόμενη πάνω σε έναν από τους ψηλότερους πύργους του μοναστηριού. Εγγραφα, ωστόσο, από αρχεία του Αθω, μαρτυρούν ότι επισκέφθηκε και άλλες μονές με πλούσια δώρα», περιγράφει σε μελέτη του ο ακαδημαϊκός του πανεπιστημίου Μέριλαντ, Ντούσαν Κόρατς.
Κύριο έργο της ήταν η ανακαίνιση του Κελιού του Αγίου Σάββα στις Καρυές, ενώ μνημονεύεται ως δεύτερη κτήτορας του. Μετά τον θάνατο του συζύγου της (1355), η αυτοκράτειρα, ως μοναχή Ελισάβετ, παρέμεινε ευεργέτης του Αθω. «Η Αθωνική Χερσόνησος, κατά τη διάρκεια ταραχών, χρησίμευσε ως καταφύγιο για τον ντόπιο πληθυσμό, μεταξύ αυτών και γυναικών, ειδικά στα βόρεια χερσαία σύνορα του», εξηγεί ο Ντούσαν Κόρατς στην ίδια μελέτη (παρουσιάστηκε στο Χάρβαρντ), αιτιολογώντας την «παρουσία δύο ακόμη Σέρβων γυναικών ευγενών στο Ορος: της Ευφημίας, συζύγου του Σέρβου ηγεμόνα των Σερρών Ιωάννη Ούγγλεση (1365-1371), και της Μάρας, κόρης του ηγέτη της Σερβίας Γεωργίου Μπράνκοβιτς. Και οι τρεις ευεργέτησαν το Αγιον Ορος», αναφέρει ο Κόρατς και προσθέτει: «Το καταφύγιο της αυτοκράτειρας Γελένα από τον “Μαύρο Θάνατο”, η μητρική θλίψη της Ευφημίας για τον μοναδικό δίχρονο γιο της που είχε ταφεί σε καθολικό τάφο της Μονής Χιλανδαρίου, η ευλάβεια και η βαθιά αφοσίωση της Μάρας μετά την έξοδό της από το παλάτι του σουλτάνου Μουράτ Β΄, άγγιξαν τις καρδιές των Αγιορειτών μοναχών σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αγνοήσουν ακόμη και την παράδοση του Αβάτου».