Δύο μεγάλους Πατέρες και Διδασκάλους, πατριάρχες Αλεξανδρείας, τον Αθανάσιο και τον Κύριλλο, τιμά σήμερα η Εκκλησία. Ο Αθανάσιος του 4ου και ο Κύριλλος του 5ου αιώνα μ.Χ. όμως τους ταυτίζει η αγωνιστική προσήλωση στην πίστη και τη διδασκαλία της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής, Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Και οι δύο, ως «Φωστήρες υπέρλαμπροι της Εκκλησίας Χριστού» συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανατροπή των αιρέσεων, με τα σπουδαία δογματικά συγγράμματα και ασφαλώς με τον ενάρετο βίο, που ενέπνευσε το Γρηγόριο Θεολόγο να πει την περίφημη φράση: «επαινώντας τον Αθανάσιο, επαινώ την ίδια την αρετή», καθώς και άλλους συγγραφείς να πουν ότι «όπως ο Νείλος ποτίζει την Αίγυπτο με τα νερά του, έτσι και ο Κύριλλος ποτίζει την Εκκλησία με τους θεόπνευστους λόγους του».
Ως στύλοι της Εκκλησίας χαρακτηρίστηκαν, αφού στήριξαν πραγματικά το ορθόδοξο φρόνημα. Ο Αθανάσιος κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το 325 μ.Χ., (εφέτος 1700 έτη από τη συγκρότησή της) όπου κατατρόπωσε τον Άρειο και με τα συγγράμματά του κατοχύρωσε το Τριαδολογικό δόγμα, δηλ. ότι ο Χριστός είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα. Ο Κύριλλος, αργότερα, κατά την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Έφεσο το 431 μ.Χ., με το θρίαμβό του κατά του Νεστορίου, ο οποίος αμφισβητούσε την πραγματική ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού, θεωρώντας ότι η Παναγία γέννησε τον άνθρωπο Χριστό, στον οποίο κατοίκησε αργότερα η θεότητα. Γι’ αυτό ονόμαζε την Παναγία χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο. Την τελική λύση στο θεολογικό ζήτημα έδωσε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ. με τη διατύπωση του Χριστολογικού δόγματος.
Οι δύο Ιεράρχες, σύμφωνα με τον υμνογράφο, έλαμψαν με τα έργα τους και έσβησαν κάθε κακοδοξία με το θεολογικό τους λόγο, κοσμώντας με τον τρόπο αυτό για πάντα την Εκκλησία και τους πιστούς.
Να σημειωθεί ότι τιμώνται και ξεχωριστά: ο Μέγας Αθανάσιος στις 2 Μαΐου και ο Άγιος Κύριλλος στις 9 Ιουνίου. Ημέρες κατά τις οποίες η Εκκλησία τιμά την κοίμησή τους.