Μ. Ανδρέα Χ. Χριστοδούλου
Ἀπὸ τοὺς ἰδιαίτερα δημοφιλεῖς ἁγίους εἶναι ὁ Μεγαλομάρτυς Γεώργιος ὁ Τροπαιοφόρος, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζεται «ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτὴς καὶ τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής, ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος». Ὀνομάστηκε Μεγαλομάρτυς γιὰ τὰ πολλὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστη καὶ κυρίως γιατὶ μ’ αὐτὰ ἔδωσε πληροφορίες γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ἔπεισε πολλοὺς νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν εἰδωλολατρία καὶ νὰ γίνουν χριστιανοί, ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους μαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τους στὸν ἀληθινὸ Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ βασανιστήρια αὐτὰ εἶναι γνωστὰ καὶ ὡς μαρτύρια. Ἐπίσης, ὀνομάστηκε Τροπαιοφόρος, γιατί, μὲ τὸν ὅλο βίο του καὶ κυρίως μὲ τὴν παρρησία μὲ τὴν ὁποία ἄντεξε τὰ πολλὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστη, διεκήρυξε τὴν πίστη του στὸν ἀληθινὸ Θεό, καὶ μὲ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ συνέβησαν κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ ἔστησε πολλὰ τρόπαια, δηλαδὴ ἔφερε πολλοὺς ἀνθρώπους στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἔδειξε τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος γεννήθηκε περὶ τὸ 280 μ.Χ. στὴν Καππαδοκία ἀπὸ εὐσεβεῖς χριστιανοὺς γονεῖς, τὸ Γερόντιο ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ὑψηλόβαθμο στρατιωτικό, καὶ τὴν Πολυχρονία ἀπὸ τὴ Λύδδα (ἀρχαία Διόσπολη) τῆς Παλαιστίνης. Ὅταν ἀπεβίωσε ὁ Γερόντιος, ἡ Πολυχρονία πῆρε τὸ νεαρὸ Γεώργιο, ποὺ ἦταν τότε δέκα ἐτῶν ἢ κάπως μεγαλύτερος, στὴν πατρίδα της Λύδδα. Ὅταν ὁ Γεώργιος ἔγινε δεκαοκτὼ ἐτῶν, μετέβη στὴ Νικομήδεια τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, πρωτεύουσα τότε τοῦ ἀνατολικοῦ τμήματος τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ὅπου κατετάγη στὸ ρωμαϊκὸ στρατό. Ἡ ἀνδρεία καὶ οἱ ἱκανότητες τοῦ Γεωργίου σύντομα ἐκτιμήθηκαν καὶ ἔγινε χιλίαρχος στὸ ρωμαϊκὸ στρατὸ καὶ λίγο ἀργότερα Δούκας (διοικητής). Ἐπίσης, τοῦ ἀπονεμήθηκε ὁ τίτλος τοῦ κόμητα, τίτλος ποὺ διδόταν σὲ ὑπευθύνους ὑπηρεσιῶν ἢ ἐπαρχιῶν.
Μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου μ.Χ. αἰώνα, οἱ χριστιανοὶ ἀντιμετώπιζαν στὴ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία ἀρκετὲς φορὲς δυσκολίες καὶ κατατρεγμό, ποὺ κατὰ διαστήματα γινόταν ὀξύτερος καὶ εἶναι γνωστὸς ὡς διωγμός. Ὁ μεγαλύτερος διωγμὸς («μέγας διωγμός») ποὺ ἀντιμετώπισαν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἄρχισε ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος διάρκεσε ἀπὸ τὸ 303-311 μ.Χ. Ἡ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία μόλις εἶχε καταφέρει νὰ ἐπαναφέρει στὴν ἐξουσία της ἀποσχισθεῖσες περιοχές, νὰ ἀντιμετωπίσει εἰσβολές (Γότθων, Περσῶν) καὶ νὰ σταματήσει ἐμφύλιες διαμάχες, ἔκρινε ὅτι ἔπρεπε νὰ πάρει αὐστηρὰ μέτρα γιὰ νὰ προστατεύσει τὴν ἑνότητά της. Ἔτσι, θεώρησε ὅτι στὴ λατρεία τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν καὶ τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα ἔπρεπε νὰ συμμετέχουν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς αὐτοκρατορίας: συμμετοχὴ στὴ λατρεία τῶν θεῶν, προσφορὰ θυμιάματος ἢ θυσίας στὸ ἄγαλμα τοῦ αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἐθεωρεῖτο θεός, συμμετοχὴ σὲ συνεστίαση εἰδωλοθύτων (κρεάτων ἀπὸ τὶς θυσίες). Στὸ διωγμὸ αὐτό, μαρτύρησε μεγάλος ἀριθμὸς χριστιανῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων οἱ Ἅγιοι Γεώργιος, Δημήτριος καὶ Αἰκατερίνη.
Στόχος τοῦ διωγμοῦ ἦταν νὰ δηλώσουν οἱ χριστιανοὶ ὅτι ἀρνοῦνται τὴν πίστη τους, γιὰ νὰ φανεῖ ἡ ἑνότητα τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Σύντομα θὰ φανεῖ ὅτι ἡ προσπάθεια αὐτὴ δὲν θὰ στεφθεῖ μὲ ἐπιτυχία: οἱ φυλακὲς γεμίζουν ἀπὸ χριστιανούς, τὰ λατομεῖα καὶ τὰ μεταλλεῖα δὲν μποροῦν νὰ δεχθοῦν ἄλλους καταδικασμένους χριστιανοὺς ἐργαζόμενους καὶ δημιουργοῦνται νέα. Γι’ αὐτὸ ἀρχίζουν ἐκτελέσεις τῶν χριστιανῶν ἔπειτα ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια. Ἐπίσης, ναοὶ καὶ ἱερὰ βιβλία τῶν χριστιανῶν καταστρέφονται, ἡ ἐκκλησιαστικὴ περιουσία κατάσχεται καὶ ὁ χριστιανισμὸς κηρύσσεται παράνομη θρησκεία. Ἰδιαίτερο στόχο ἀποτελοῦν οἱ κληρικοί, οἱ ἀξιωματοῦχοι τῆς αὐτοκρατορίας καὶ οἱ στρατιωτικοί.
Τέσσερα διατάγματα ἐκδίδονται. Τὸ πρῶτο διάταγμα κατὰ τῶν χριστιανῶν ἐκδίδει ὁ Διοκλητιανὸς τὸ 303 μ.Χ. στὴ Νικομήδεια ὑπὸ τὴν πίεση τοῦ γαμπροῦ του καίσαρα Γαλερίου καὶ τοῦ ἐπάρχου τῆς Βιθυνίας Ἱεροκλῆ. Στὴ Νικομήδεια, ὅπου ἔχουν συρρεύσει πολλοὶ ἀξιωματοῦχοι τῆς αὐτοκρατορίας, ὀργανώνονται τελετὲς πρὸς τιμὴ τῶν θεῶν. Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀρνεῖται νὰ λατρεύσει τοὺς θεούς, διακηρύσσει τὴν πίστη του στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ διαμαρτύρεται γιὰ τὴν ἀδικία ποὺ γίνεται στοὺς χριστιανούς.
Οἱ ἐπανειλημμένες προσπάθειες τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ ἄλλων νὰ μεταπείσουν τὸν Ἅγιο Γεώργιο ἀποτυγχάνουν, καὶ ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε νὰ ὑποβληθεῖ ὁ Ἅγιος σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Σύμφωνα μὲ τὸ βίο του, ὁ Ἅγιος ὑποβλήθηκε σὲ ἀρκετὰ βασανιστήρια, σὲ κάποια περισσότερο ἀπὸ μία φορά: μαστιγώνεται, στερεώνεται σὲ ξύλο καὶ γίνεται προσπάθεια νὰ λογχιστεῖ στὴν κοιλιά, ὅμως ἡ προσπάθεια ἀποτυγχάνει, οἱ δήμιοι μὲ σιδερένια νύχια ξύνουν τὰ πλευρὰ τοῦ Ἁγίου καὶ συνήθως μετὰ καῖνε τὰ πληγωμένα μέρη τοῦ σώματός του μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, τὸν δένουν σὲ ξύλινο βωμό, στὸν ὁποῖο ὑπάρχουν ἀγκωνίσκοι ποὺ κατατρώγουν τὸ σῶμα του, τὸν δένουν στὸ ἔδαφος καὶ τοποθετοῦν στὸ στῆθος του ἕνα μεγάλο λίθο ἢ τὸν πιέζουν μὲ σανίδα, γιὰ νὰ πεθάνει ἀπὸ ἀσφυξία.
Στὴ συνέχεια ὁ Ἅγιος ὑπεβλήθη στὸ φοβερὸ βασανιστήριο τοῦ τροχοῦ. Ἔτσι, τὸν ἔδεσαν σφικτὰ σὲ ἕναν τροχό, τὸν ὁποῖο κύλησαν σὲ μία κατωφέρεια κατὰ μῆκος μίας δοκοῦ, στὴν ὁποία εἶχαν ἐφαρμοστεῖ καρφιὰ καὶ μαχαίρια, τὰ ὁποία καταξέσχισαν τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου, γιὰ νὰ πεθάνει ἀπὸ αἱμορραγία.
Ἔπειτα ἔριξαν τὸν Ἅγιο σὲ ἕνα λάκκο, στὸν ὁποῖο γινόταν ἐπεξεργασία ἀσβέστη, δηλαδὴ σχηματιζόταν καυστικὴ οὐσία (ὑδροξείδιο τοῦ ἀσβεστίου), γιὰ νὰ πεθάνει ὁ Ἅγιος. Μετὰ τρεῖς ἡμέρες, οἱ στρατιῶτες βρῆκαν τὸν Ἅγιο Γεώργιο ὑγιὴ στὸ λάκκο. Στὴ συνέχεια ὁ μάγος Ἀθανάσιος πότισε τὸν Ἅγιο Γεώργιο ἕνα ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνο δηλητήριο, χωρὶς νὰ μπορέσει νὰ τὸν βλάψει, ὑποχρέωσαν τὸν Ἅγιο νὰ τρέχει μὲ πυρακτωμένα παπούτσια μὲ καρφιά, ἐνῶ τὸν κτυπούσαν μὲ ρόπαλα, τὸν ἔδεσαν σὲ πυρακτωμένο κρεβάτι, τὸν πότισαν μὲ λιωμένο μόλυβδο, τὸν κρέμασαν ἀνάποδα καὶ κρέμασαν στὸ λαιμό του ἕνα μεγάλο λίθο, ἔπειτα τὸν ἔβαλαν σὲ ἕναν περιστρεφόμενο μηχανισμό, ποὺ κατάκοψε τὸ σῶμα του, τὸν ἔριξαν σὲ καζάνι μὲ λιωμένο μόλυβδο, τὸν ἔδεσαν στὸ ἔδαφος καὶ τοποθέτησαν γύρω ἀπὸ τὴν κεφαλή του ἀναμμένα κάρβουνα.
Κατὰ τὴν περίοδο τῶν βασανιστηρίων, ὁ Κύριος ἐπανειλημμένα θεράπευσε καὶ ἀπελευθέρωσε τὸν Ἅγιο, ὁ ὁποῖος κήρυσσε τὴν ἀληθινὴ πίστη στὴ Νικομήδεια. Σὲ μία περίπτωση, ὁ ἔπαρχος Μαγνέντιος ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο νὰ ἀναστήσει νεκρό, γιὰ νὰ πιστοποιηθεῖ ὅτι ὁ Θεὸς ποὺ λατρεύει εἶναι ἀληθινός. Ὁ Ἅγιος ἀνέστησε νεκρὸ ποὺ εἶχε ἀποβιώσει πρὸ Χριστοῦ καὶ ἦταν ἱερέας τῶν εἰδώλων. Ὅμως, οὔτε τώρα ὁ Διοκλητιανὸς καὶ ἡ συνοδεία του πίστεψαν.
Σὲ ἄλλη περίπτωση, ὁ Ἅγιος προσποιεῖται ὅτι ἀποδέχεται τὴν προτροπὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ νὰ συμφιλιωθεῖ μαζὶ του καὶ νὰ θυσιάσει στὸ ναὸ τοῦ Ἀπόλλωνα. Κήρυκες διαλάλησαν σὲ ὅλη τὴ Νικομήδεια τὸ γεγονὸς καὶ μεγάλο πλῆθος λαοῦ συγκεντρώθηκε στὸ ναό. Ὅμως ὁ Ἅγιος, κάνοντας τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, συνέτριψε τὰ εἴδωλα. Ὀργισμένος ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁδηγήθηκε ἔξω ἀπὸ τὴ Νικομήδεια καὶ ἀποκεφαλίστηκε, λαμβάνοντας ἔτσι τὸ στεφάνο τοῦ μαρτυρίου καὶ ἐπιβεβαιώνοντας ὅτι πράγματι ἦταν «Θεοῦ γεώργιον» (Α΄ Κορ. γ΄ 9), δηλαδὴ καλλιεργημένο κτῆμα τοῦ Θεοῦ. Ἦταν Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου τοῦ 303 μ.Χ. Ἔχουν καταγραφεῖ καὶ ἀρκετὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου καὶ μετὰ τὸ μαρτύριό του, γι’ αὐτὸ καὶ στὸ ἀπολυτίκιό του ὀνομάζεται ἐλευθερωτὴς αἰχμαλώτων, ὑπερασπιστὴς τῶν πτωχῶν, ἰατρὸς ἀσθενῶν καὶ ὑπέρμαχος τῶν βασιλέων ἐναντίον ἐχθρῶν.
Μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Γεώργιο, μαρτύρησε καὶ ἡ μητέρα του Πολυχρονία, ἀφοῦ ὑπέστη ἀρκετὰ βασανιστήρια. Ἡ μνήμη της τιμᾶται στὶς 23 Ἀπριλίου.
Ἀρκετοὶ, βλέποντας τὴν καρτερία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ συνέβαιναν, πίστεψαν στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ κάποιοι απ΄ αὐτοὺς διακήρυξαν τὴν πίστη τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ λάβουν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου, ἀφοῦ πρῶτα βασανίστηκαν: οἱ Ἅγιοι Βίκτωρ, Ζωτικός, Ζήνων, Ἀκίνδυνος καὶ Σεβηριανός (ἡ μνήμη τους τιμᾶται στὶς 20 Ἀπριλίου) καὶ οἱ ἀνώτεροι στρατιωτικοὶ (στρατηλάτες) Ανατόλιος καὶ Πρωτολέων (ἡ μνήμη τους τιμᾶται στὶς 23 Ἀπριλίου), ἀποκεφαλίστηκαν, ὅπως καὶ ὁ μάγος Ἀθανάσιος (ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 23 Ἀπριλίου). Ἐπίσης, τὰ μέλη τῆς αὐτοκρατορικῆς φρουρᾶς Χριστοφόρος, Θεωνᾶς, Καισάρειος καὶ Ἀντωνῖνος, τοὺς ὁποίους ἔκαψαν ζωντανούς (ἡ μνήμη τους τιμᾶται στὶς 20 Ἀπριλίου).
Ὁ γεωργὸς Γλυκέριος, ποὺ ἦταν μεταξὺ τῶν χριστιανῶν ποὺ τὶς νύκτες, δωροδοκώντας τοὺς φρουρούς, ἐπισκέπτονταν τὸν Ἅγιο Γεώργιο στὴ φυλακὴ γιὰ στήριξή τους, καθὼς καὶ γιὰ θεραπεία πολλῶν ἀσθενῶν, ζήτησε ἀπὸ αὐτὸν νὰ ἀναστήσει τὸ βόδι του ποὺ ψόφησε. Ὁ Ἅγιος ἀνέστησε τὸ βόδι του καὶ ὁ Γλυκέριος διακήρυξε τὴν πίστη του στὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε καὶ τὸν κομμάτιασαν (ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 23 Ἀπριλίου).
Ἐπίσης, ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμὸ τῆς συζύγου του Αλεξάνδρας, ποὺ διακήρυξε τὴν πίστη της στὸν ἀληθινὸ Θεό, καθὼς καὶ τῶν τριῶν ὑπηρετῶν της, ποὺ τὸν ἐπέπληξαν γιὰ τὴν ἀπόφασή του νὰ ἀποκεφαλισθεῖ ἡ αὐτοκράτειρα. Ἡ Ἁγία Αλεξάνδρα ἀπεβίωσε στὴ φυλακή, ὁ Ἅγιος Κοδρᾶτος ἀποκεφαλίστηκε καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀπολλὼ καὶ Ἰσαάκιος ἀπεβίωσαν ἀπὸ πεῖνα στὴ φυλακή. Ἡ μνήμη τους τιμᾶται στὶς 21 Ἀπριλίου.
Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθοῦν ὅσοι δήλωσαν ὅτι εἶναι χριστιανοὶ ἐξαιτίας τῶν θαυμαστῶν γεγονότων ποὺ συνέβησαν κατὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ οἱ ὁποῖοι βρίσκονταν στὴ φυλακή. Ἔτσι, ἀφοῦ βασανίστηκαν, ἀποκεφαλίσθηκαν οἱ μάρτυρες Εὐσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγῖνος, Χριστοφόρος, Δημήτριος, Δαναβὸς καὶ Νέσταβος (ἡ μνήμη τους τιμᾶται στὶς 24 Ἀπριλίου).
Τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου μαζὶ μὲ αὐτὸ τῆς μητέρας του Πολυχρονίας μετέφερε ὁ ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Πασικράτης στὴ Λύδδα, ὅπου τὰ ἐνταφίασε. Ἐπὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἀνεγέρθηκε στὴ Λύδδα μεγαλοπρεπὴς ναὸς τοῦ Ἁγίου, στὸν ὁποῖο ἐναποτέθηκε τὸ λείψανό του (ἀνακομιδή). Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τιμᾶται στὶς 23 Ἀπριλίου. Λόγω τοῦ ἀναστάσιμου χαρακτήρα τῆς ἀκολουθίας του, ἂν ἡ 23η Ἀπριλίου συμπέσει Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἢ Μεγάλη Ἑβδομάδα, τότε ἡ μνήμη του μεταφέρεται καὶ τιμᾶται τὴ Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου. Ὡς ἡμέρα ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου τιμᾶται ἡ 3η Νοεμβρίου, περίοδος τῆς σπορᾶς, ἐξοῦ ἡ κοινὴ ὀνομασία τῆς ἑορτῆς ὡς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Σπόρου.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος παλαιότερα στὶς εἰκόνες καὶ τὶς τοιχογραφίες του παριστάνετο ὡς ἀξιωματοῦχος τοῦ κράτους καὶ κατόπιν ὡς στρατιωτικὸς Ἅγιος. Ἀπὸ τὸ 12ο αἰώνα, μὲ ἀφετηρία τὴν Καππαδοκία, ἄρχισε ἡ εἰκονογραφία του ὡς ἔφιππου στρατιωτικοῦ, ὁ ὁποῖος σκοτώνει δράκοντα, ποὺ ἤθελε νὰ φάει μία βασιλοπούλα. Ἡ προσφορὰ ἀνθρώπων γιὰ τροφὴ τοῦ δράκοντα, σύμφωνα μὲ τὸ μῦθο, ἦταν ἀναγκαία γιὰ νὰ μὴ διακόπτεται ἀπὸ τὸ δράκοντα ἡ διοχέτευση νεροῦ στὴν πόλη. Τὸ ἐπεισόδιο αὐτὸ τοποθετεῖται στὴ Μικρὰ Ἀσία, ἀπὸ ἄλλους στὴ Λύδδα τῆς Παλαιστίνης καὶ ἀπὸ ἄλλους στὴν περιοχὴ τῆς Κυρήνης τῆς Λιβύης τῆς Βόρειας Ἀφρικῆς. Στὴν πραγματικότητα, ὁ Ἅγιος δὲν σκότωσε ποτὲ δράκοντα, δηλαδὴ μεγάλο φίδι μὲ κεφάλι λιονταριοῦ ἢ ἄλλου ἁρπακτικοῦ ζώου, γιατὶ δράκοντες δὲν ὑπάρχουν τὰ τελευταῖα ἑκατομμύρια χρόνια. Ὅμως, στὸ θέμα δόθηκε ἀλληγορικὴ ἐξήγηση, δηλαδὴ ὅτι ὁ δράκων εἶναι ἡ εἰδωλολατρία.
Ἡ ἀπεικόνιση τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ὡς ἔφιππου δρακοκτόνου ἔγινε ἰδιαίτερα δημοφιλὴς σὲ ὅλο τὸ χριστιανικὸ κόσμο. Πολλὲς χῶρες, περιοχές, πόλεις καὶ χωριὰ τὸν ἔχουν πολιοῦχο. Στὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Κύπρο ὁ Ἅγιος Γεώργιος εἶναι προστάτης τοῦ Στρατοῦ Ξηράς, μὲ ἐξαίρεση τὸ Πυροβολικὸ καὶ τὶς Διαβιβάσεις. Στὴν Κύπρο ἀρκετοὶ ναοί, παρεκκλήσια καὶ ἐξωκκλήσια εἶναι ἀφιερωμένα στὸν Ἅγιο Γεώργιο, μεταξὺ τῶν ὁποίων 18 στὸ Διαμέρισμα Μεσαορίας τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου: Λευκωσία (ἐντὸς τῶν τειχῶν), Ἄσσεια, Ἀφάνεια, Βατιλή, Βώνη, Γέναγρα, Γερόλακκος, Γοῦφες, Ἔξω Μετόχι, Κυθρέα (Στρατηλάτου, Ποταμίτη, Μάντουδους), Λύση, Μελούντα (Μονὴ Ἁγίου Γεωργίου), Μιὰ Μηλιά, Μόρα, Παλαίκυθρο, Τύμβου. Κάποια εἶναι σὲ ἐρειπιώδη κατάσταση. Μόνο ἡ Παναγία, ὡς ἡ μητέρα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἔχει περισσότερους ναοὺς ἀφιερωμένους σ’ αὐτή. Ἑπτὰ χωριὰ στὴν Κύπρο ἔχουν τὸ ὄνομα Ἅγιος Γεώργιος καὶ τοὐλάχιστον ἕνδεκα Μονὲς ἀφιερωμένες σ’ αὐτὸν ὑπάρχουν ἢ ὑπῆρχαν στὴν Κύπρο. Ἐπίσης, ἑκατοντάδες τόποι στὴν Κύπρο φέρουν τὸ ὄνομά του. Ἐπειδὴ γιὰ αἰῶνες κάποιοι κυρίαρχοι τῆς Κύπρου ἀπαγόρευαν στοὺς Ἕλληνες τῆς Κύπρου νὰ ἔχουν ἄλογα, ἡ ἀπεικόνιση κάποιων Ἁγίων ἔφιππων ἦταν καὶ μία ὑγιὴς ἀντίδραση στὴν ξένη καταπίεση: ὁ Ἅγιος Γεώργιος εἶναι ἔφιππος σὲ λευκὸ ἄλογο, ὁ Ἅγιος Δημήτριος σὲ καφέ, ὁ Ἅγιος Νικήτας σὲ μαῦρο κ.ἄ.
Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν στὴν Κύπρο τὰ θρησκευτικὰ τραγούδια, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀφιερωμένα στὸν Ἅγιο Γεώργιο. Ἕνα ὄχι τόσο διαδεδομένο τραγούδι ποὺ ἀναφέρεται στὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἔχει δημοσιευθεῖ ἀπὸ τὸν Ἀνδρέα Χ. Χριστοδούλου, μαθητὴ τοῦ Ε΄2 τμήματος στὸ «Μαθητικὸν Σάλπισμα», τὸ «Περιοδικὸν τῶν μαθητῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ Γυμνασίου Μόρφου» (ἔτος Δ΄, ἀρ. 4, 1962-1963, σ. 35-38). Τὸ τραγουδοῦσαν στὴν αὐλὴ τῆς ἐκκλησίας Παναγίας Χρυσελεούσας στὴν Κατωκοπιά, μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Τὸ τραγούδι ἀπὸ 198 στίχους ἦλθε στὴν Κατωκοπιά ἀπὸ τὸ γειτονικὸ χωριὸ Καπούτη. Ὅπως σημειώνει ὁ Γεώργιος Νεοφύτου, μαθητὴς τοῦ Δ΄5 τμήματος τοῦ ἴδιου Γυμνασίου (ὅπου προηγουμένως, σ. 38), τὸ τραγούδι ἦταν γνωστὸ στὸ Καπούτη στὸν πατέρα Ἰάκωβο ποὺ ἔζησε ἴσως περὶ τὸ 1800. Ἀπὸ τὸ Καπούτη διαδόθηκε καὶ στὸ γειτονικὸ χωριὸ Συριανοχώρι καὶ στὴ γειτονικὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ὁριάτη.
Πιὸ διαδεδομένο στὴν Κύπρο εἶναι τὸ τραγούδι γιὰ τὸ μῦθο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ποὺ σκοτώνει τὸ δράκοντα. Ὁ Ἀθανάσιος Σακελλάριος δημοσίευσε τὸ 1868 μία παραλλαγή του ἀπὸ 155 στίχους. Στὴ συνέχεια δημοσιεύτηκαν καὶ ἄλλες παραλλαγὲς ἀπὸ ἀρκετὰ μέρη τῆς Κύπρου, μὲ μειωμένο ἢ αὐξημένο ἀριθμὸ στίχων