Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νιγηρίας παρεχώρησε συνέντευξιν, εἰς τὴν ὁποίαν διαφαίνεται ὅτι δὲν ἔχει κατανοήσει βασικὰ σημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας. Ὁ Σεβασμιώτατος μεταθέτει εἰς τὸν χῶρον τῆς ἐσχατολογίας τὴν ἐπίδρασιν τῆς Ἀκτίστου Χάριτος, δηλαδὴ κατὰ τὴν ἄποψίν του εἰς τὸ παρὸν ὁ βίος ἐκτυλίσσεται πάντοτε καὶ ἀπαραβάτως ὑπὸ τοὺς νόμους τῆς φθορᾶς, χωρὶς νὰ δέχεται ὅτι, «ὅπου γὰρ βούλεται Θεὸς νικᾶται φύσεως τάξις», σύμφωνα με πληροφορίες από τον Ορθόδοξο Τύπο
Παραλλήλως καίτοι ἀνήκει εἰς τὸ Πατριαρχεῖον Ἀλεξανδρείας θεωρεῖ ὡς γνώμονα τὰς ὁδηγίας τοῦ Πατριάρχου Κων/λεως, πού «ἀφήνει στὴ διακριτικὴ εὐχέρεια τῶν κατὰ τόπους ἐπισκόπων νὰ φροντίσουμε γιὰ τὸ πῶς θὰ διαχειριστοῦμε τὶς ἀκολουθίες»! Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸ δὲν μᾶς προξενεῖ ἐντύπωσιν ὅτι ἤλλαξε τὸν τρόπον μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας οὔτε ὅτι θεωρεῖ ἐπαρκὲς τὸ νὰ μεταδίδεται ἡ Θεία Λειτουργία διὰ τῆς τηλοψίας! Ἀπὸ ποῖον προσπαθεῖ νὰ «προστατεύσει τὸ δικό του ποίμνιο», ἀπὸ τὸν Χριστόν; Παραθέτομεν ὀλίγα ἀποσπάσματα πρὸς κρίσιν τῶν ἀναγνωστῶν, ὡς ἐδημοσιεύθησαν εἰς τὴν ἐφημερίδα «Καθημερινή» τῆς 27ης Δεκεμβρίου 2020:
«Ὅσο γιὰ τὴ γενικότερη συζήτηση περὶ τοῦ δῆθεν ἀπρόσβλητου ἀπὸ τὸν ἰὸ στὸ ἐσωτερικὸ τῶν ναῶν καὶ κατὰ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τόνισε: «Πρέπει νὰ ἀπαντήσει ἡ “ἄλλη πλευρά”, ἐκείνη ποὺ βλέπει διωγμούς, κατακόμβες, ποὺ θέλει νὰ βουτήξουμε τὸ λάβαρο τῆς Ἁγίας Λαύρας καὶ νὰ βγοῦμε στοὺς δρόμους, σὲ μία πάρα πολὺ ἁπλὴ καὶ ἀγαθὴ ἐρώτηση: μέσα στὴν ἐκκλησία ἡ κτιστότητα (σ.σ.: ὁ γήινος, ὁ ἀνθρώπινος χαρακτήρας) καταργεῖται; Ἀναιρεῖται; Ἔχω τὴν αἴσθηση πὼς ὄχι. Γιατί ἂν ἀναιρεῖται, τότε δὲν θὰ ἔπρεπε κανένας ἀπὸ ἐμᾶς νὰ πεθαίνει. Θὰ ἔπρεπε ἑκατομμύρια ἄνθρωποι ἀπὸ συστάσεως τῆς Θείας Εὐχαριστίας νὰ εἶχαν παραμείνει ζωντανοί. Καὶ ὅμως μπαίνουμε, λειτουργοῦμε, μεταλαμβάνουμε, ξέρουμε ὅτι μεταλαμβάνουμε σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ, ὄχι κάτι συμβολικό, ἀλλὰ οὐσιαστικό.
Ἀλλὰ ξέρουμε καὶ κάτι ἄλλο, τὸ ὁποῖο, ὡστόσο, στὸ πλαίσιο τοῦ θρησκευτικοῦ ἀναλφαβητισμοῦ ποὺ ἐπικρατεῖ, διαφεύγει ἀπὸ τοὺς περισσότερους: ὅτι τὸ φάρμακο τῆς ἀθανασίας καὶ ὅλα αὐτὰ ποὺ γνωρίζουμε ἔχουν ἐσχατολογικὴ ἔννοια. Μήπως ἔχουμε καθῆκον νὰ ἐξηγήσουμε περισσότερα πράγματα, λόγω θρησκευτικοῦ ἀναλφαβητισμοῦ, στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους; Στοὺς ἱερωμένους, μηδὲ καὶ ἐπισκόπων ἑξαιρουμένων; Μήπως ἡ θεολογική τους κατάρτιση εἶναι ἐλλιπής; Μήπως πρέπει νὰ ξανακαθίσουμε στὰ θρανία πρῶτα καὶ καλύτερα οἱ ἐπίσκοποι;…
Ἐγὼ δὲν εἶχα κανένα ἀπολύτως πρόβλημα νὰ προχωρήσω κάποια πράγματα τὰ ὁποῖα ἴσως στὴν Ἑλλάδα νὰ μὴ τὰ ἀποδέχονταν. Μὲ ἀφήνει ἀδιάφορο, διότι ἐκεῖνο ποὺ μὲ κάλυψε ἦταν ὄχι μόνον ἡ ἀνθρώπινη συνείδησή μου, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ θέση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη νὰ γίνουν ἀπολύτως σεβαστοὶ οἱ κατὰ τόπους νόμοι καὶ τὰ πάντα ὅσα πρέπει, γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἡ δημόσια ὑγεία. Αὐτὸ τὰ λέει ὅλα καὶ ἀφήνει στὴ διακριτικὴ εὐχέρεια τῶν κατὰ τόπους ἐπισκόπων νὰ φροντίσουμε γιὰ τὸ πῶς θὰ διαχειριστοῦμε τὶς ἀκολουθίες…
Δὲν ὑπάρχει Ἐκκλησία χωρὶς τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἔχω τὴ βεβαιότητα ὅτι κανεὶς ἀπ’ ὅσους θεώρησαν ὅτι πιθανὸν θὰ πρέπει νὰ ἀλλάξει, ἔστω περιοδικὰ αὐτὴ τὴν ἐποχή, ὁ τρόπος μετάδοσης τῆς Θείας Εὐχαριστίας δὲν ἀμφισβήτησε οὔτε τὸ μυστήριο, οὔτε τὴν ἱερότητά του, οὔτε τὴ θεολογική του ἑρμηνεία. Γιὰ τὸ μέσο μετάδοσης ἔγινε ἡ συζήτηση. Ἐγὼ ἐπέλεξα τὴ μέθοδο τῆς ἔκχυσης τῆς Θείας Κοινωνίας στὸ στόμα τῶν πιστῶν μὲ τὸ κοχλιάριο καὶ θεωρῶ ὅτι στὴ συγκεκριμένη περίπτωση γιὰ ἐμᾶς ἐκεῖ λειτούργησε. Ἔριχναν οἱ ἱερεῖς τὴ μεταλαβιὰ μὲ τὸ κουταλάκι χωρὶς νὰ τὸ ἀκουμπᾶνε στὸ στόμα. Σὲ ἄλλα μέρη, ὅπως στὴ Γερμανία, ὁ ἐπίσκοπος ἔκανε ἐμβάπτιση στὸ ψωμί, τὸ ἀπέθετε σὲ ἕνα πιάτο μπροστὰ καὶ τὸ ἔπαιρνε ὁ πιστὸς μὲ τὰ χέρια του. Τὸν κατηγόρησαν γι’ αὐτό, ὅπως μπορεῖ νὰ κατηγορήσουν κι ἐμένα. Μὲ ἀφήνει ἀδιάφορο, γιατί κάθε Ἐκκλησία κοιτάζει πῶς θὰ προστατεύσει τὸ δικό της ποίμνιο. Δὲν ὑπάρχουν ὑπερεπίσκοποι ποὺ κρίνουν τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα…
Τώρα, ἀπὸ τὸν Μάρτιο ποὺ κλείσαμε τὶς ἐκκλησίες, ὁ καθεδρικὸς ναὸς τοῦ Λάγος ἔκανε διαδικτυακὴ ζωντανὴ μετάδοση τῆς Θείας Λειτουργίας, λειτουργοῦσα κι ἐγώ. Δὲν ὑπῆρξε Κυριακὴ ποὺ νὰ τοὺς ἀφήσουμε δίχως Θεία Λειτουργία».