Εκκλησία
Ενημερώθηκε στις:

Έλλειψη επιστημονικής συνάφειας μεταξύ κατεύθυνσης Μουσουλμανικών σπουδών και κατεύθυνσης θεολογίας του τμήματος θεολογίας Α.Π.Θ.

 

Α. ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΑΜΠΟΥ ΝΤΑΜΠΙ ΤΟΥ 2019 ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΒΡΑΑΜΙΚΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

(βλ. https://www.romfea.gr/katigories/10-apopseis/36920-to-theosofistiko-themelio-tis-neas-pagkosmias-thriskeias-basizetai-stin-arnisi-tis-theias-fusis-tou-xristou)

Β. ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ - ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ  ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΟΥ ΙΣΛΑΜ - ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ, ΕΣΤΩ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

           

Β.1 - Η ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ – ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ – ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘ. 7  ΠΑΡ. 10Α ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 4009/2011 (ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘ. 7 ΠΑΡ. 4 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 4142/2013) ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΑΦΕΙΑ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

Η παρ. 10α του αρθ. 7 Νόμος 4009/2011 (η οποία προστέθηκε με το αρθ. 7 παρ. 4 του Νόμου 4142/2013) προβλέπει τη δυνατότητα ίδρυσης εισαγωγικής κατεύθυνσης  προπτυχιακών σπουδών στα Τμήματα των Α.Ε.Ι. ισόχρονης με εκείνη των προπτυχιακών τους σπουδών. Κατά την τελολογική ερμηνεία της, η συγκεκριμένη διάταξη έχει ως σκοπό τη δυνατότητα τέτοιας ιδρύσεως υπό τον όρο ότι η εν λόγω εισαγωγική κατεύθυνση είναι επιστημονικά συναφής με το γνωστικό πεδίο το οποίο υπηρετεί το ενδιαφερόμενο Τμήμα. Άλλως, δηλ. χωρίς την από τον σκοπό του Νόμου αυτού απαιτούμενη συνάφεια γνωστικών πεδίων της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών και του Τμήματος (Ορθόδοξης Χριστιανικής) Θεολογίας ΑΠΘ, θα μπορούσε να ιδρυθεί εισαγωγική κατεύθυνση οργανικής χημείας ή βουδιστικής θρησκευτικής διδασκαλίας στο εν λόγω Τμήμα.

 

Β.2 - ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

Το γνωστικό πεδίο του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ. δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το γνωστικό πεδίο της 4ετούς Εισαγωγικής του Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών, για τους ακόλουθους λόγους:

Με το Νόμο 3341/1925 «περί Ιδρύσεως πανεπιστημίου εν Θεσσαλονίκη», ιδρύθηκε το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με πέντε (5) σχολές, με πρώτη από αυτές τη Θεολογική Σχολή (άρθρο 3). Με το Νομοθετικό Διάταγμα 964/1942 «Περί λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης», ορίστηκε χρόνος ενάρξεως της λειτουργίας της ίδιας Σχολής του εν λόγω Πανεπιστημίου το πανεπιστημιακό έτος 1941 -1942 (άρθρο 1). Οι αρχικές τακτικές έδρες της Σχολής ήταν οι εξής: 1) Γενική Εκκλησιαστική Ιστορία, 2) Γενική Εκκλησιαστική Γραμματολογία, 3) Εκκλησιαστικόν Δίκαιον, 4) Εισαγωγή και Ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης, 5) Εισαγωγή και Ερμηνεία της Καινής Διαθήκης, 6) Συστηματική Θεολογία, 7) Θρησκειολογία και Φιλοσοφία, 8) Κατηχητική και Ιστορία της Χριστιανικής Αγωγής, 9) Λειτουργική και Εκκλησιαστική Ομιλητική, και 10) Ποιμαντική, Εξομολογητική και Ιεραποστολή.

Σύμφωνα με την Υπουργική Απόφαση 118737/19-12-1963 του τότε Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας Ευάγγελου Παπανούτσου, κατ’ εξουσιοδότηση του τότε Πρωθυπουργού και Υπουργού Παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου,  δημιουργήθηκαν τα εξής τρία (3) τμήματα στη Θεολογική Σχολή: α) Θεολογίας, β) Ποιμαντικής και γ) Εκκλησιαστικής και Κοινωνικής Διακονίας. Αυτά τα τμήματα ήταν τρεις κατευθύνσεις ή προγράμματα εξειδίκευσης. Τα τμήματα αυτά δεν ήταν αυτοδύναμα αλλά ανήκαν οργανικά στη Σχολή που είχε την ευθύνη για την οργάνωση και πραγματοποίηση των σπουδών, για το έργο της διοίκησης και τη χορήγηση των πτυχίων. Το διδακτικό και το λοιπό προσωπικό ανήκε στη Σχολή και δεν ήταν διαιρεμένο στα τμήματα.

Τόσο το Τμήμα Θεολογίας όσο και το Τμήμα Ποιμαντικής, στα οποία διαιρέθηκε η Θεολογική Σχολή απέκτησαν διοικητική και εκπαιδευτική αυτοτέλεια με το Νόμο 1268/1982 (άρθρο 6 παρ. 2). Με το Νόμο 4009/2011, οι διοικητικές αρμοδιότητες ανατίθενται στη Σχολή, ενώ οι εκπαιδευτικές λειτουργίες παραμένουν στην αρμοδιότητα του Τμήματος.

 

Το Τμήμα Θεολογίας, σύμφωνα με την Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησής του, αποσκοπεί στο να πραγματοποιεί έρευνα και να προσφέρει εκπαίδευση στο επιστημονικό πεδίο της θεολογίας και στην επιστημονική μελέτη της θρησκείας και του πολιτισμού. Βασικός του στόχος είναι να προετοιμάσει, πρώτο, τους μελλοντικούς θεολόγους εκπαιδευτικούς που θα στελεχώσουν τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, δεύτερο θεολογικά καταρτισμένους κληρικούς που θα στελεχώσουν την Εκκλησία, τρίτο, στελέχη για διάφορους πολιτιστικούς, εκκλησιαστικούς και κοινωνικούς οργανισμούς, τέταρτο, τους μελλοντικούς επιστήμονες που θα ασχολούνται με τη μελέτη αφενός της χριστιανικής θεολογίας, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ορθόδοξη Θεολογία και παράδοση, και αφετέρου της θρησκείας και της σχέσης  της με την κοινωνία και τον πολιτισμό (Ιωάννη Πέτρου – Νίκου Μαγγιώρου, Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ – Από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα (Ιστορία – Νομοθεσία – Πρόσωπα)
[http://www.theo.auth.gr/sites/default/files/attachments/istoriko_tmimatos.pdf].

 

Κατά την κατωτέρω αναφερόμενη πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, από το Προοίμιο και τις εξής διατάξεις του Συντάγματος,

α) στο Προοίμιο του ισχύοντος Συντάγματος γίνεται ρητή επίκληση: «Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος»,

β) στο αρθ. 3 παρ. Συντάγματος ορίζεται ότι « Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού» και ότι «η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού, τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις»,

γ) στο αρθ. 13 του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία (παρ. 1) και η ελευθερία εκδήλωσης θρησκευτικών πεποιθήσεων (παρ. 2),

δ) στο αρθ. 16 παρ. 2 ορίζεται ότι: «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες»,

όπως έχει κριθεί με την ως άνω σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 3533/1986, 3356/1995, 2176/1998), ενόψει του ότι η  συντριπτική πλειονότητα του Ελληνικού Λαού πρεσβεύει την Ορθόδοξη πίστη και ακολουθεί την Ορθόδοξη Χριστιανική Θρησκεία, όπως τούτο μαρτυρείται τόσο από τη γενόμενη στο Προοίμιο επίκληση της Αγίας Τριάδος, όσο και από το αρθ. 3 Συντάγματος, με το οποίο το Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα χαρακτηρίζεται ως «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα», συνάγεται με σαφήνεια ότι:

1 - Σκοπός της παρεχόμενης στα σχολεία παιδείας είναι, μεταξύ άλλων, η «ανάπτυξη» σε τουλάχιστον επαρκή βαθμό (ρητώς οι ΣτΕ 3356/1995, 2176/1998 και η ΔιοικΕφΧαν 115/2012 που τις ακολουθεί) της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ελληνοπαίδων σύμφωνα με τις αρχές του Ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος, δηλαδή με το Ορθόδοξο μάθημα των θρησκευτικών, η διδασκαλία του οποίου είναι υποχρεωτική.

2 - Ως θρησκευτική συνείδηση, κατά το αρθ. 16 παρ. 2 Συντάγματος, «νοείται αυτή που διαμορφώνεται σύμφωνα με την πατροπαράδοτη Ορθόδοξη χριστιανική πίστη, την οποία πρεσβεύει η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, και όχι γενικώς η θρησκειολογική συνείδηση, σύμφωνα με την οποία ο ανώριμος μαθητής (…) θα πρέπει να γίνεται κοινωνός όλων ή των κυριότερων θρησκειών ή χριστιανικών δογμάτων, ώστε αυτός και μόνο να επιλέξει, όταν ωριμάσει πνευματικά, τη θρησκεία ή το δόγμα της αρεσκείας του (ΔιοικΕφΑθ 299/1988, η οποία συμφωνεί με την ως άνω πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας).

Επειδή το ορθόδοξο μάθημα των θρησκευτικών διδάσκουν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση πτυχιούχοι των τεσσάρων (4) Τμημάτων των δύο (2) Θεολογικών Σχολών της Χώρας, τα εν λόγω Τμήματα είναι Ορθόδοξα, σύμφωνα με την ΣτΕ 194/1987.

 

Από τα γνωστικά αντικείμενα των μελών Δ.Ε.Π. του Τμήματος Θεολογίας προκύπτει ότι:

1 - Το 99%  των γνωστικών τους αντικειμένων  ανήκει στην έρευνα και τη διδασκαλία της χριστιανικής θεολογίας με έμφαση στην Ορθόδοξη θεολογία, και συγκεκριμένα όλες οι ειδικότητες των μελών ΔΕΠ του εν λόγω Τμήματος είναι χριστιανικής θεολογίας, με την εξαίρεση της μοναδικής ειδικότητας της Θρησκειολογίας την οποία κατέχει ένα μόνον μέλος ΔΕΠ.

2 – Η μοναδική εξαίρεση της ειδικότητας ενός μόνον μέλους ΔΕΠ, εκείνη της Θρησκειολογίας, δεν αφορά ειδικά το Ισλάμ, αλλά είναι το διεπιστημονικό ακαδημαϊκό πεδίο που προορίζεται στην έρευνα των θρησκευτικών πεποιθήσεων, συμπεριφορών και θεσμών και το οποίο περιγράφει, συγκρίνει, ερμηνεύει και εξηγεί τη θρησκεία, τονίζοντας τις συστηματικές ιστορικά βασισμένες και διαπολιτιστικές προοπτικές. Δηλαδή, ενώ η θεολογία προσπαθεί να κατανοήσει τη   φύση των υπερβατικών ή υπερφυσικών δυνάμεων (όπως εκείνες των θεοτήτων), η θρησκειολογία προσπαθεί να μελετήσει τη θρησκευτικές συμπεριφορές και πεποιθήσεις εκτός οποιασδήποτε επιμέρους θρησκευτικής οπτικής. Τούτο σημαίνει ότι η θρησκειολογία βασίζεται σε πολλές επιστήμες και στις μεθοδολογίες τους, περιλαμβανομένων εκείνων της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας, της φιλοσοφίας και της ιστορίας των θρησκειών. Τα πλέον συνήθη στην επιστημονική ενασχόληση γνωστικά αντικείμενα της Θρησκειολογίας είναι η Ιστορία των Θρησκειών και η Φαινομενολογία των Θρησκειών (ή Συγκριτική των Θρησκειών),                                                                                              

3 – Όλα τα μέλη Δ.Ε.Π., περιλαμβανομένης και του μοναδικού μέλους ΔΕΠ που έχει την ειδικότητα της Θρησκειολογίας, δεν έχουν ειδικότητες σχετιζόμενες με το γνωστικό πεδίο των Μουσουλμανικών Σπουδών ή Ισλαμικής Θρησκευτικής Διδασκαλίας, δεδομένου ότι δεν έχουν σπουδάσει σε Πανεπιστημιακές Σχολές Μουσουλμανικών Σπουδών ή Ισλαμικής Θρησκευτικής Διδασκαλίας και, ως εκ τούτου, δεν έχουν διδακτορικό δίπλωμα Μουσουλμανικών Σπουδών ή Ισλαμικής Θρησκευτικής Διδασκαλίας, το οποίο, μεταξύ άλλων, απαιτείται κατά Νόμο για  την εκλογή και διορισμό σε θέση μέλους Δ.Ε.Π., για να έχει τούτο δικαίωμα διδασκαλίας και εξετάσεως σε γνωστικό αντικείμενο του γνωστικού πεδίου των Μουσουλμανικών Σπουδών ή της Ισλαμικής Θρησκευτικής Διδασκαλίας.

Συγκεκριμένα, τα γνωστικά αντικείμενα των μελών Δ.Ε.Π. του Τμήματος Θεολογίας μπορείτε να τα βρείτε στον ιστότοπο του Τμήματος Θεολογίας
(https://www.theo.auth.gr/el/teaching_personnel. https://www.theo.auth.gr/el/department_sectors).

 

Β.3 - ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

           

Το γνωστικό πεδίο της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών  Μουσουλμανικών Σπουδών - σύμφωνα με τη 2η κατά σειρά (δηλαδή μετά την αναπομπή της 1ης κατά σειρά από τον τότε Πρύτανη κ. Μυλόπουλο) Ανάλυση των γενικών κριτηρίων πιστοποίησης της ποιότητας της Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών (ΕΚΜΣ) του Σεπτεμβρίου 2014 - περιλαμβάνει τα εξής μαθήματα, τα οποία δεν αφορούν σχεδόν εξολοκλήρου Μουσουλμανικές Σπουδές, δηλαδή Ισλαμική Θεολογία, αλλά Οριενταλιστικές ή Μεσανατολικές Σπουδές:

 

ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ

Α΄ Εξάμηνο

  • 101 Ισλαμική Ιστορία και Θεολογία Ι (Πρώιμη και Μεσαιωνική)
  • 102 Κοράνιο και Ερμηνείες Ι (Κλασσικά Tafsir)
  • 103 Εισαγωγή στις Αβρααμικές Θρησκείες με έμφαση στο Χριστιανισμό
  • 104 Θρησκείες και Κοινωνίες στη Μέση Ανατολή
  • 105 Αραβικά Ι
  • 106 Ελληνικά Ι
  • 107 Αγγλικά Ι

 

Β΄ Εξάμηνο

  • 201 Ισλαμική Ιστορία και Θεολογία ΙΙ (Νεώτερη)
  • 202 Κοράνιο και Ερμηνείες ΙΙ (Κλασσικά Tafsir)
  • 203 Μουσουλμανική Παράδοση (Sunna)
  • 204 Το Ισλάμ στα Βαλκάνια και στην Ελλάδα
  • 205 Αραβικά ΙΙ
  • 206 Ελληνικά ΙΙ
  • 207 Αγγλικά ΙΙ

 

Γ΄ Εξάμηνο

  • 301 Ισλαμική Ιστορία και Θεολογία ΙΙΙ (Σύγχρονη)
  • 302 Κοράνιο και Ερμηνείες ΙΙΙ (Σύγχρονα Tafsir)
  • 303 Μουσουλμανική Παράδοση ΙΙ (Sunna)
  • 304 Εισαγωγή στην Παιδαγωγική
  • 305 Αραβικά ΙΙΙ
  • 306 Ελληνικά ΙΙΙ
  • 307 Αγγλικά ΙΙΙ

 

Δ΄ Εξάμηνο

  • 401 Κοράνιο και Ερμηνείες IV (Σύγχρονα Tafsir)
  • 402 Μουσουλμανική Παράδοση ΙΙΙ (Sunna)
  • 403 Ιερός Χώρος, Τέχνη και Αρχιτεκτονική
  • 404 Μεθοδολογία της Έρευνας
  • 405 Αραβικά IV
  • 406 Ελληνικά IV
  • 407 Αγγλικά IV

 

Ε΄ Εξάμηνο

  • 501 Κοράνιο και Ερμηνείες V (εμβάθυνση)
  • 502 Η μεταβίβαση των Ελληνικών γραμμάτων στην Αραβοϊσλαμική Φιλοσοφία
  • 503 Ιερά κείμενα και Μεταφραστικά Ζητήματα
  • 504 Εισαγωγή στην Ορθόδοξη Θεολογία
  • 505 Θρησκείες και Φιλοσοφικά Συστήματα της Ανατολής

 

ΣΤ΄ Εξάμηνο

  • 601 Κορανική και βιβλική ανθρωπολογία και εσχατολογία
  • 602 Ισλαμικός Μυστικισμός και Σιιτικό Ισλάμ
  • 603 Η έννοια της θρησκευτικής ελευθερίας στον ελληνικό και ευρωπαϊκό χώρο
  • 604 Ιστορία και Μεθοδολογία του Ισλαμικού Νόμου Ι (Εισαγωγή στις Νομικές Σχολές)
  • 605 Διδακτική και ΤΠΕ

 

Ζ΄ Εξάμηνο

  • 701 Κορανική και βιβλική προφητική παράδοση
  • 702 Οικουμενική κίνηση και Ισλάμ
  • 703 Κοινωνιολογία της Θρησκείας
  • 704 Ιστορία και Μεθοδολογία του Ισλαμικού Νόμου ΙΙ (Η Χανεφιτική Σχολή)
  • 705 Θρησκευτική Εκπαίδευση και Ισλάμ

 

Η΄ Εξάμηνο

  • 801 Κοράνιο και Παράδοση
  • 802 Συγκριτικό Δίκαιο Θρησκευμάτων (Χριστιανισμός – Ισλάμ)
  • 803 Η μελέτη της Θρησκείας
  • 804 Μαρτύριο και Μάρτυρες στη μουσουλμανική και βιβλική παράδοση
  • 805 Διαθρησκειακός και Διαπολιτισμικός Διάλογος (Χριστιανισμός – Ισλάμ)

 

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

 

  • Το Ισλάμ στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή γραμματεία
  • Το πρόσωπο του Ιησού και της Παρθένου Μαρίας στο Ισλάμ και τον Χριστιανισμό
  • Δυτική θεολογική γραμματεία περί Ισλάμ
  • Πρώιμα και μεσσιανικά επαναστατικά κινήματα στο Ισλάμ
  • Θρησκεία και φύλο
  • Συμβίωση χριστιανών και μουσουλμάνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία
  • Γλώσσες και Πολιτισμοί των Βιβλικών κειμένων
  • Μεσαιωνική Ιστορία του Αραβοϊσλαμικού Κόσμου
  • Το Αραβοϊσλαμικό Κράτος. Διοίκηση, Δίκαιο και Οικονομία
  • Ομαϋάδες και Βυζαντινές Επιρροές
  • Οθωμανική Ιστορία
  • Ιστορία των Χωρών της Χερσονήσου του Αίμου Ι: Η ΝΑ Ευρώπη από την Οθωμανική κατάκτηση έως τον  Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 
  • Ιστορία των Χωρών της Χερσονήσου του Αίμου ΙΙ: Από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα
  • Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία
  • Ισλάμ και Σύγχρονη Πολιτική
  • Μειονότητες και πολιτική στα Βαλκάνια
  • Ανάλυση πολιτικο-θρησκευτικού λόγου
  • Παιδαγωγικές και εθνοπολιτισμικές διαστάσεις της μειονοτικής εκπαίδευσης
  • European Rights Law
  • History of Legal Thought
  • Ιστορία Αρχιτεκτονικής: Βυζαντινή – Ισλαμική περίοδος
  • Προπτυχιακά Μαθήματα της Έδρας UNESCO για την Ειρήνη

 

ΓΛΩΣΣΕΣ

  • Περσικά Ι
  • Περσικά ΙΙ
  • Περσικά ΙΙΙ
  • Περσικά IV
  • Αραβικά V
  • Αραβικά VI
  • Αραβικά VII
  • Αραβικά VIII
  • Οθωμανική Καλλιγραφία Ι
  • Οθωμανική Καλλιγραφία ΙΙ

 

 

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ

  • Κοινωνιολογία και Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης
  • Διδακτικός Σχεδιασμός
  • Παιδαγωγική Ψυχολογία
  • Εκπαίδευση και πολιτιστικός πλουραλισμός
  • Διδακτική Κορανικών Κειμένων       

 

Β.4 - ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΕΡΩ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ κ. ΑΧΜΑΝΤ ΕΛΝΤΙΝ, ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΟ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΑΡ (ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΧΩΡΑΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΥΣΗ), ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ &  ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ (CURRICULUM) ΜΙΑΣ ΣΧΟΛΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (ΕΠΙ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙ ΤΟΥ ΚΑΤΑΡ, ΜΙΑΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΧΩΡΑΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΣΤΗ ΔΥΣΗ) 

[ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΟΥ (30-6-2016, site: Islam for Greeks, https://islamforgreeks.org/)]

 

«Το θέμα  του σεβασμού προς το Ισλάμ έχει χαθεί από πολλούς και διαφόρους που λανσάρονται ως Ισλαμολόγοι, και γνώστες της Ισλαμικής Θεολογίας, όταν στην πραγματικοτητα είναι θρησκειολόγοι, φιλόλογοι, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, ανθρωπολόγοι και η λίστα είναι μεγάλη.

Δυστυχώς στο ΑΠΘ ιδρύθηκε, με το προσβαλλόμενο προεδρικό διάταγμα, κατεύθυνση Ισλαμικών σπουδών. Δυστυχώς; Γιατί, δυστυχώς, δεν είναι κάτι ευχάριστο για εμάς τους Μουσουλμάνους; Φαινομενικά μπορεί, αλλά επί της ουσίας όχι. Και εξηγούμαι:

Έχουμε Μη Μουσουλμάνους καθηγητές που κάνουν υποδείξεις σε Μουσουλμάνους πώς να μορφωθούν για την πίστη τους και την παράδοση τους. Και είμαι από τους πρώτους που παραδέχομαι οτι χρειαζόμαστε στα θρησκευτικά μας / θεολογικά μας θέματα παιδεία. Όμως την παιδεία αυτή δεν θα την λάβουμε από μη Μουσουλμάνους καθηγητές. Ισλαμική παιδεία δεν θα λαβουμε από μη Μουσουλμάνους. Και αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό. Εάν θέλει κάποιος Μουσουλμάνος να σπουδάσει το Ισλάμ, θα πάει σε Ισλαμικό πανεπιστήμιο, Ισλαμικής χώρας, που διδασκουν Μουσουλμάνοι επιστήμονες/θεολόγοι, με Μουσουλμανική επιστημονική μεθοδολογία, Μουσουλμανικά μαθήματα . Δεν θα πάει σε θεολογικά πανεπιστήμια Χριστιανικού υποβάθρου, και ακόμη χειρότερα σε κοσμικά (όπως λένε οι ίδιοι οι υποστηρικτές της επίμαχης εισαγωγικής κατεύθυνσης), για να μάθει την Μουσουλμανική θρησκεία, διοτι έτσι δεν την μαθαινει, η μαλλον την μαθαινει με διαστρεβλωμένο τρόπο, με αποτέλεσμα να επικρατεί η ημιμαθεια και η παραπλάνηση.

Στον Ελληνικό ακαδημαϊκό χώρο, δυστυχώς, το Ισλάμ αντιμετωπίζεται με μεγάλη άγνοια. Άτομα που ασχολήθηκαν επιφανειακά με το Ισλάμ , σε θρησκειολογικό επίπεδο, σε ιστορικό, βαφτίζονται με μεγάλη άνεση γνώστες του Ισλάμ και ακόμα χειρότερα παρουσιάζονται ως ικανοί να διδάξουν. Η ελληνική ακαδημαϊκή βιβλιογραφία για το Ισλάμ εκτείνεται όχι σε αραβικές Ισλαμικές πηγές αλλα μόνο σε γερμανικές, αγγλικές, ιταλικές, και  δεν ασχολείται με τη θεολογία του Ισλάμ αλλά είναι οριενταλιστική.

Για να διδάξει κάποιος κάτι, πρέπει να το κατέχει αυτό το κάτι, ό,τι και αν είναι. Δεν μπορεί να δώσει κατι που δεν το κατέχει. Ένας μη Μουσουλμάνος εξ ορισμού δεν κατέχει Ισλάμ για να το διδάξει, αλλά ούτε και Ισλαμική θεολογική παιδεία Και όλα τα ονόματα που υπάρχουν στον ακαδημαϊκό χώρο στην Ελλάδα και τα οποία καταπιάνονται με το Ισλάμ, όλοι τους δεν έχουν τις βάσεις να διδαξουν σε Μουσουλμανικά θεολογικά πλαίσια.

Εδώ θα ήθελα να σας δώσω ένα παράδειγμα: Οι υποστηρικτές της συγκεκριμένης εισαγωγικής κατεύθυνσης ισχυρίζονται για παράδειγμα για το μάθημα της Ισλαμικής Θεολογίας:

 

Το μαθημα εξετάζει την «θεολογία» ιστορικά και συγκριτιστικά. Εξετάζεται το ιστορικό κομμάτι, η ιστορική πορεία, οι πολιτικές τάσεις, διάφορες φιλοσοφίες, ενώ στο Ισλάμ δεν υπάρχει θεολογία με φιλοσοφικό υπόστρωμα. Και ποιό το μαθησιακό αποτέλεσμα, «οι φοιτητές να γνωρίζουν την ισλαμική ιστορία και τις θρησκευτικο - πολιτικές τάσεις. Και αυτό είναι, υποτιθεται, το βασικό μάθημα που χαρακτηρίζει την κατεύθυνση. Μηδέν θεολογική Ισλαμική γνώση.

Και ποιοι είναι οι καθηγητές, η κυρία Ζιάκα και ο κ. Μπάνταουι (ο οποίος είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ). Η κυρία Ζιάκα είναι θρησκειολόγος (η οποία είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ) και ο κ. Μπάνταουι ασχολείται με την φιλοσοφία και την ιστορία. Καμία σχέση με Ισλαμική θεολογία. Πώς και με ποιά γνώση διδάσκουν Ισλαμική Θεολογία; Αφήνουμε στην άκρη βεβαίως το γεγονός ότι η κυρία Ζιάκα δεν είναι Μουσουλμάνα, όπως επίσης αφήνουμε στην άκρη τις τρομερά ανιστόρητες δηλώσεις του κ. Μπάνταουι, που είχε πει σε διάλεξή του, ότι οι Μουσουλμάνοι στο πρώτο τους στάδιο ήταν αδογμάτιστοι, ενώ είδαμε από το χαντίθ του Προφήτη πως προκύπτει το Ισλαμικό δόγμα, και υπάρχουν χιλιάδες αναφορές για το πώς οι Σαχάμπα αναιρούν αιρέσεις και αιρετικές ομάδες που είχαν πρωτο-εμφανιστεί (όπως τους Σιίτες, τους Χουάριτζ), δηλαδή περα από το θεολογικό προκυπτει και ιστορικό θεμα.

Οι υποστηρικτές της εισαγωγικής κατεύθυνσης ισχυρίστηκαν (σε εκπομπή του τηλεοπτικού σταθμού Sky για την εισαγωγική κατεύθυνση «μουσουλμανικών σπουδών» στο Τμήμα Θεολογίας): «Εμείς δεν πρόκειται να διδάξουμε το Ισλάμ με κατηχητικό – ομολογιακό τρόπο αλλά με επιστημονικό σαν γνωσιακό αντικείμενο». Εάν είναι να αναφερθεί κάποιος στο Ισλάμ κατ’ αυτόν τον τροπο, τοτε γιατί αναφερεται στο κομματι της θεολογίας; Η θεολογία συνδέεται άρρηκτα με το ομολογιακό στοιχείο. Και το ομολογιακό στοιχείο συμπεριλαμβάνεται στο γνωσιακό. Πώς θα δώσει κάποιος θεολογία όταν θα λείπει το ομολογιακό στοιχείο; Σύμφωνα με ποια ομολογία πίστεως, θα αναφερθεί κάποιος στην Ισλαμική θεολογία; Εκτος αν εννοείται ότι θα προσεγγιστεί το Ισλάμ ιστορικά - πολιτισμικά. ΟΚ, τοτε ας μην ονομάζει την εν λόγω εισαγωγική κατεύθυνση ως δήθεν «μουσουλμανικών σπουδώ»ν, ας την  ονομάσει ιστορικών αραβικών σπουδών. Έχει μεγάλη και τεράστια διαφορά.

Εδώ, σε αυτό το σημείο, πρέπει να σημειώσουμε ότι σαφώς και υπάρχει ομολογιακή διάσταση στη θεολογία του Ισλάμ που θελουν να διδάξουν και αυτό εμφανίζεται στον πίνακα μαθημάτων που περιλαμβάνονται στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών της εν λόγω κατεύθυνσης. 

Οι Έλληνες πανεπιστημιακοί που ασχολούνται με το Ισλάμ, δυστυχώς, δεν ειδικεύονται στο Ισλάμ αυτό καθεαυτό, είναι ιστορικοί, καταπιάνονται με θέματα της Μ. Ανατολής, οριενταλιστές, στην καλύτερη περίπτωση θρησκειολόγοι – με χριστιανικό η κοσμικό υπόστρωμα, που με το ζόρι, στης πλάτες του Ισλάμ θέλουν να αναδειχθούν ως ειδικοί  του Ισλάμ. Τα ίδια τους τα βιογραφικά μαρτυρούν γι’ αυτήν την πραγματικότητα.

Στον πίνακα μαθημάτων του αναλυτικού προγράμματος σπουδών της εν λόγω εισαγωγικής κατεύθυνσης βρίσκονται δύο9 με τρία μαθήματα που το Ισλάμ διδάσκεται υπό το πρίσμα του Χριστιανισμού, ή με μορφή παραδοσιακού διαλόγου της Ορθοδοξίας με το Ισλάμ και επίσης έχουμε μαθήματα καθαρά Χριστιανικά, Χριστιανική Θεολογία και Χριστιανική Ιστορία. Ο Μουσουλμάνος θα διδάσκεται Χριστιανική θεολογία και ιστορία, βιβλικά κείμενα, συγκριτικά. Έτσι τίθεται θέμα παραβίασης της θρησκευτικής ελευθερίας. Γιατι ο Μουσουλμάνος σπουδαστής να αναγκάζεται να μελετήσει Χριστιανισμό. 

Ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει, σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα τους, είναι ότι η εν λόγω εισαγωγική κατεύθυνση θα βασίζεται σε κοσμικές αρχές. Και εδώ γεννιέται το ερώτημα πως θα «διδαξεις» Μουσουλμανική θεολογία πάνω σε μια κοσμική βάση; Αυτό και παλι καταλήγει να είναι θρησκειολογία, ιστορία δογματων, όχι θεολογία.

Ο τότε Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας κ. Σταμουλης έχει αναφέρει σε μια εκπομπή για την εισαγωγική κατεύθυνση: «Το τμήμα σκοπό δεν έχει να βγάζει καλούς η κακούς Μουσουλμάνους, αλλά ερευνητές που θα διδάξουν σωστά την θρησκεία σύμφωνα με την παράδοσή τους». Ποια παράδοση θα διδάσκεται με κοσμική βάση; Και πώς η παράδοση (σύμφωνα με τον συλλογισμό του πάντα) είναι γνωσιακό αντικείμενο; Η παράδοση δεν ανήκει, σύμφωνα με τους ορισμούς τους, στον ομολογιακό τομέα. Και αυτός ο Μουσουλμάνος που θα αποφοιτήσει και θα πάει να διδάξει το Ισλάμ στα παιδιά και στον κόσμο, δεν θα πρέπει να επιχειρήσει να κανει καλύτερους Μουσουλμάνους; Εφοσον η εισαγωγική κατεύθυνση δεν αποσκοπεί να διδάξει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται καλύτερος ο Μουσουλμάνος, πώς ο πτυχιούχος της θα προσφέρει ποιοτικό αυθεντικό Ισλάμ; Και εδώ βλέπουμε δύο πράγματα: 1) Την εμμονή να αποστεώσουν το Ισλάμ, προσεγγίζοντας ανθρωπολογικά, πολιτισμικά, κοινωνιολογικά, ιστορικά, αδειάζοντας το από το ορθόδοξο Ισλαμικό στοιχείο. Ένα κουτσουρεμένο ή παραποιημένο Ισλάμ.  2)  Βλέπουμε μια ασυνέπεια και αντίφαση μεταξύ ομολογιακού χαρακτήρα και επιστημονικού, σύμφωνα πάντα με τις απόψεις τους. Και αυτό ενισχύεται περαιτέρω με τα λεγόμενα της κυρίας Ζιακα, στην προσπάθειά της να διαχωρίσει το ομολογιακό από το επιστημονικό. Όμως συνεχώς οι ίδιοι επικαλούνται ορολογίες που συνδέονται με το ομολογιακό (θεολογία, παράδοση, το ίδιο το Ισλάμ ακόμα σαν λέξη έχει καθαρά ομολογιακό νόημα, υποταγή στον Ύψιστο τον Αλλάχ). Είναι άτοπο, με βάση την Ισλαμική επιστημονική μεθοδολογία, να διαχωρίζεται το ομολογιακό από το επιστημονικό στοιχείο, διότι και τα δύο στοιχεία συνυπάρχουν αρμονικά. Βασικά παίζουν με τρόπο σοφιστικό με τις έννοιες και τις λέξεις.

Βλέπουμε λοιπόν το πρόβλημα, που προκύπτει όταν ένας μη Μουσουλμάνος επιχειρεί να προσκαλέσει έναν Μουσουλμάνο για να του «διδάξει» Ισλαμική θεολογία. Με ποιά επιστημονικά εργαλεία; Με τα εργαλεία του κοσμικού; Μη Μουσουλμάνοι που δεν γνωρίζουν την αραβική (την Ισλαμική ορολογία, όχι απλά την αραβική) που προσεγγίζουν το Ισλάμ σύμφωνα με δυτικές και ξενόγλωσσες πηγές (είδαμε τον κ. Μαριώρα, την κυρία Ζιάκα, τον κ. Καρυώτογλου, τον κ. Πανο Κουργιώτη) που προσεγγίζουν το Ισλάμ θρησκειολογικά, επιφανειακά. Συγκρίνονται αυτοί με τους ΟΥΛΕΜΑ, με Ισλαμικά πανεπιστήμια Ισλαμικών χωρών, άτομα που είναι Μουσουλμάνοι θεολόγοι, δογματολόγοι, νομολόγοι, (Κατάρ, Ιορδανία, Σ. Αραβία, κτλ); Φυσικά και όχι.

Τέλος, να αναφέρω ότι σε κάποιο σημείο, οι υποστηρικτές της εισαγωγικής κατεύθυνσης, διαχωρίζουν μεταξύ Ισλαμικών Σπουδών και Οριενταλιστικών. Πριν υποστήριξα ότι η εισαγωγική αυτή κατεύθυνση είναι καθαρά οριενταλιστική με γραμμή διαθρησκειακής θρησκευτικής παγκοσμιοποίησης, όχι θεολογική. Υποστηρίζουν, παραθέτω την παράγραφο:

Ποιό είναι το οξύμωρο της υπόθεσηςς; Ότι μόνο 2 με 3 μαθήματα ασχολούνται με το Ισλάμ ως θρησκεία (όχι θεολογία) και τα υπόλοιπα σχεδόν το 90% των μαθημάτων αφορούν πολιτικά, ιστορικά, γλωσσικά, ανθρωπολογικά και κοινωνικά συμφραζόμενα του Ισλάμ και της Μέσης Ανατολής, σύμφωνα με ποιά ματιά; Την ματιά της Κοσμικής Δυσης. Δηλαδη ισχυρίζονται από την μια ότι το πρόγραμμα σπουδών δεν είναι οριενταλιστικό, αλλά ο πίνακας μαθηματων είναι γέμει μαθημάτων οριενταλιστικής κατεύθυνσης.

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ Τ.Ι.Σ και συγκριση με ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΙΣΛΑΜΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠ.

Οι υποστηρικτές της λεγόμενης κατεύθυνσης «Μουσουλμανικών σπουδών», θελουν να παρουσιάσουν ένα πρόγραμμα σπουδών με μαθήματα δήθεν μοντέρνα, φιλελεύθερα, που προωθούν την ειρήνη και τον διάλογο μεταξυ θρησκειών. Αλλά καταλήγουν να παραβιάζουν βασικά δικαιώματα των Μουσουλμάνων. Μετατρέπουν την πίστη μας σε μια απλή ιστορία, αδογμάτιστη, άχρωμη, στεγνή από θεολογία, εισάγουν φιλοσοφίες και μεθοδολογίες δυτικές ασυμβίβαστες με το Ορθόδοξο Ισλάμ, προκειμένου να το παραποιήσουν στο πλαίσιο της θρησκευτικής παγκοσμιοποίησης. Αυτό δεν είναι Ισλάμ. Αυτό δεν είναι Ισλαμική Θεολογία.

Και υπάρχει μια τάση στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών της εισαγωγικής αυτής κατεύθυνσης να τα κάνουμε όλα ίδια και όμοια. «Ό,τι είναι ο Χριστιανισμός είναι και το Ισλάμ», μας λενε, για τις ομοιότητες, και πάνω σε αυτές εστιάζονται δήθεν για λόγους συμφιλίωσης. Με αυτόν τον τρόπο δεν δείχνεται ειλικρίνεια, δεν παρουσιάζονται τα πράγματα ρεαλιστικά. Δεν μπορούμε να διαλύουμε το διαφορετικό, τις διαφορές, ότι έχουμε σοβαρές θεολογικές διαφορές, ότι δεν μπορούμε να τα βρούμε θεολογικά, ότι μας χωρίζει μεγάλη απόσταση (Ισλάμ – Χριστιανισμός). Αυτή είναι η αλήθεια. Κατ’ επέκταση ακυρώνεται η πλάνη του διαθρησκειακού διαλόγου, ο οποίος αποβλέπει μόνο να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της θρησκευτικής παγκοσμιοποίησης. 

Και το να το λέμε αυτό, δεν είναι ντροπή, δεν μας κάνει οπισθοδρομικούς. Είμαστε υπερήφανοι για τις παραδοσιακές θεολογίες μας, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί, και με πλήρη επίγνωση για τις σοβαρές θεολογικές διαφορές μας. Και αν θα κάνουμε διάλογο στον τομέα της θρησκείας, δεν είναι διάλογος για να ενωθούμε παραβλέποντας τις μεγάλες θεολογικές διαφορές μας (αυτή είναι η αρρώστεια του διαθρησκειακού συγκριτιστικού οικουμενισμού ή θρησκευτικής παγκοσμιοποίησης), αλλά θα είναι διάλογος με θεολογικά επιχειρήματα και ανταπαντήσεις, απολογητικές τασεις, όχι τάσεις να ενωθουμε κατω από μια θεολογική ομπρέλα, όπως επιδιώκουν, τύπου Chrislam, τον οποίο προωθεί ο Πάπας Φραγκίσκος, στα πλαίσια του οποίου έγινε κοινή λατρεία κάποιων Ρωμαιοκαθολικών και κάποιων Μουσουλμάνων στη Χριστιανική γιορτή του Ευαγγελισμού του 2016 μέσα σε ρωμαιοκαθολικό ναό της Λυών της Γαλλίας, όπου οι παρευρεθέντες Ρωμαιοκαθολικοί τίμησαν την Παρθένο και οι συμπαρευρεθέντες Μουσουλμάνοι τίμησαν την Μαρία. Αυτά γράφονται με ειλικρίνεια. Και δεν σημαίνει, σε καμία περίπτωση, ότι θέλουμε να βγάλουμε ο ένας το μάτι του άλλου. Φυσικά και όχι. Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί μπορούμε να συνυπάρξουμε, να βοηθά ο ένας τον άλλον, να προσφέρουμε στην κοινωνία μας (σαν Μουσουλμάνοι μαζί με τους Χριστιανούς), αλλά όχι να διαλύσουμε τις θεολογικές μας αξίες στο όνομα της συγκριτιστικής θρησκευτικής παγκοσμιοποίησης ή οικουμενισμού, και της ψευτο-αλληλοκατανοήσεως. Ναι, να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλον, αλλά με ειλικρίνεια, όχι να δημιουργήσουμε θεολογικές ρητορικές για να είμαστε όλοι μαζί κάτω από μια παγκόσμια θρησκεία και ιδεολογία.

Κατωτέρω αναφέρω το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών  που είναι κατά βάση κοινό σε όλες τις Σχολές Ισλαμικών Σπουδών σε Μουσουλμανικές, το οποίο συνιστά το παραδοσιακό πρόγραμμα σπουδών της Μουσουλμανικής Θεολογίας και το  οποίο δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το οριενταλιστικό πρόγραμμα σπουδών της εισαγωγικής κατεύθυνσης «μουσουλμανικών σπουδών» του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.:

 

Τα μαθήματα σπουδών για το Δίπλωμα

 

7 επίπεδα:

 

Μαθήματα πρώτου επιπέδου

 

  1. Τα θεμέλια των Ισλαμικών μελετών: Εισαγωγή (1) στην δογματολογία (Ακίντα)
  2. Τα θεμέλια των Ισλαμικών μελετών: Εισαγωγή (2) στην Κορανική επεξηγηματική (Ταφσίρ)
  3. Τα θεμέλια των Ισλαμικών μελετών: Εισαγωγή (3) στην Ισλαμική Νομολογία (Φίκχ) και Δίκαιο.
  4. Τα θεμέλια των Ισλαμικών μελετών Εισαγωγή (4) στις Προφητικές Ρήσεις (Χαντίθ)
  5. Γενική Νομολογία: Η νομολογία του Νερού και σύνδεση του με τις πράξεις λατρείας
  6. Αραβική Γλώσσα (Α) Εισαγωγή
  7. Αραβική Γλώσσα Β (γραμματική)
  8. Ιστορία του Ισλαμικού πολιτισμού (Α)
  9. Ισλάμ και Σύγχρονα Θέματα

 

Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

Μαθήματα δευτέρου επιπέδου

 

  1. Δόγμα (Α): Εισαγωγή στον Ισλαμικό Μονοθεϊσμό
  2. Δόγμα (Β): Το Βιβλίο του Μονοθεϊσμού
  3. Νομολογία (Φικχ): Πράξεις λατρείας - Προσευχή (Α)
  4. Νομολογία (Φίχκ): Πράξεις λατρείας - Προσευχή (Β)
  5. Το Κορανικό κείμενο: Ιστορία και κριτική κειμένου (Ουλούμ αλ Κοράν)
  6. Κορανική επεξηγηματική (Ουλούμ ατ Ταφσίρ)
  7. Προφητικής Παράδοση (Ουλούμ αλ Χαντίθ)

Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

Μαθήματα Τρίτου επιπέδου

  1. Μελέτη προφητικών ρήσεων: Τα 40α χαντίθ του Ιμάμη Νάουαουι (Α)
  2. Μελέτη προφητικών ρήσεων: Τα 40 αχαντίθ του Ιμάμη Νάουαουι (Β)
  3. Νομολογία (Φίκχ): Πράξεις λατρείας – Νηστεία α (Γ)
  4. Νομολογία (Φίκχ): Πράξεις λατρείας – Νηστεία β (Γ) 
  5. Δόγμα (Γ): Το πεπρωμένο (Κάνταρ)
  6. Κορανική Επεξήγηση: - Πρακτική - 3 Κορανικών κεφαλαίων (Ταφσίρ αλ Ιχλάς, αλ Φάλακ, αν Νάς)

Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

 

Μαθήματα Τέταρτου επιπέδου

 

  1. Κορανική Επεξήγηση: - Πρακτική – Το κεφάλαιο του Ιωσήφ (Α)
  2. Κορανική Επεξήγηση: - Πρακτική – Το κεφάλαιο του Ιωσήφ (Β)
  3. Δόγμα (Δ): Τα έξι άρθρα της πίστης
  4. Νομολογία (Δ): Πράξεις λατρείας -  Η Ζακά (ελεημοσύνη)
  5. Νομολογία (Ε): Πράξεις λατρείας -  Γάμος
  6. Ντάουα – Ισλαμική Ιεραποστολή (Ισλαμικό κάλεσμα)

 

 Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

Μαθήματα Πέμπτου επιπέδου

 

  1. Νομολογία (Ζ): Πράξεις λατρείας – Το προσκύνημα στη Μέκκα
  2. Νομολογία (Η): Τα τελετουργικά της κηδείας
  3. Δόγμα (Ε): Τα ακυρωτικά του Ισλάμ
  4. Δόγμα (Ζ): Το δόγμα της Σούννα σύμφωνα με τον Ιμάμη Άχμαντ Ιμπν Χάνμπαλ
  5. Δόγμα: (Η) Πεπρωμένο (Β)

 

Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

Μαθήματα Έκτου επιπέδου

 

  1. Ιστορία: Οι Άραβες
  2. Βιογραφία: (Α) Προφητική βιογραφία
  3. Βιογραφία: (Β) Βιογραφία των Σαχάμπα και των Χαλιφάτων
  4. Ισλαμική Ιστορία: (Β) Ιστορία δογμάτων και αιρέσεων
  5. Ισλαμική Ιστορία (Γ) Πολιτικοποιημένα Ισλαμικά κινήματα
  6. Ισλαμική Ιστορία (Δ) Ισλάμ και Δύση
  7. Ισλαμική Ιστορία (Ε) Σύγχρονα Ισλαμικά γεγονότα

Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

Μαθήματα έβδομου επιπέδου 

 

  1. Αραβική Γλώσσα (Γ): Μορφολογία
  2. Αραβική Γλώσσα (Δ): Προισλαμική ποίηση – συγγράμματα
  3. Αραβική Γλώσσα: Ανάγνωση του Κορανίου, απαγγελία, αποστήθιση – κανόνες

Εξεταστική + κατάθεση εργασίας

 

Ολοκλήρωση:

Ερευνητική εργασία της επιλογής του σπουδαστή με τις εξής θεματικές επιλογές: Δόγμα, Κοράνι, Χαντίθ, Νομολογία, Κορανική επεξήγηση,

Βλέπετε επίσης Religious Curricular Offerings in the Muslim World: Challenges and Prospects in the Light of Strategic Planning, Social Networking, Modern Technological Advancement and Globalization of Islamic Knowledge, (http://wisdomislamic.info/texts/knowledge_files/articles-religious-curriculum.htm)

Β.5 - ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΕΡΩ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ ΗΡΑΚΛΗ ΡΕΡΑΚΗ, ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

«Το ολίσθημα της ιδρύσεως και λειτουργίας «Μουσουλμανικών Σπουδών» στη Θεολογική του ΑΠΘ

Πληροφορηθήκαμε από σχετικό δημοσίευμα ότι εγκρίθηκαν και υπογράφηκαν όλα τα σχετικά έγγραφα, έτσι ώστε να λειτουργήσει από τον φετινό Οκτώβριο (ακαδημαϊκό έτος 2016-2017), το τετραετές Πρόγραμμα της «Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών», εντός του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και να συμπεριληφθεί στο μηχανογραφικό δελτίο των υποψηφίων των φετινών πανελλαδικών εξετάσεων.

Το δημοσίευμα είναι σαφώς προσανατολισμένο, όχι μόνον στην πληροφόρηση αλλά και στην στήριξη αυτής αυτών των σπουδών, κάνοντας ειδικές αναφορές, όπως ότι υπάρχουν δήθεν μικρές αντιδράσεις, που εκφράζουν «την εσωστρέφεια και τον συντηρητισμό μέρους της σύγχρονης Ορθοδοξίας». Οι θέσεις αυτές απηχούν τη γνωστή τακτική συγκεκριμένων προσώπων με την οποία συνήθως βλέπουν και αντιμετωπίζουν την αντίθετη ή τη διαφορετική θέση των «άλλων». Βγάζουν την μάσκα που φορούν, πολεμούν τη διαφορετικότητα με στόχο την εξαφάνισή της, διά της «δημοκρατικής» μεθόδου της συκοφαντικής λασπολογίας, και μετά βάζουν ξανά τη μάσκα και αρχίζουν πάλι να διακηρύττουν και να υπερασπίζονται δήθεν την αποδοχή του «άλλου», του «ξένου», του διαφορετικού!

Για την ιστορία του θέματος, τον Μάρτιο του 2014 σε Συνέλευση του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, (23) μόνον από τους (72) καθηγητές και των δύο Τμημάτων της Σχολής, ψήφισαν την ίδρυση της παραπάνω «Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών σπουδών» εντός της Θεολογικής.

Η απόφαση αυτή βρήκε κάθετα αντίθετο το έτερο Τμήμα της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας αλλά η αντίθεσή του αγνοήθηκε από το Τμήμα Θεολογίας. Ειδικότερα, στην με αριθμό 518/26.03.2014 απόφαση του το ως άνω Τμήμα επισημαίνει την απόλυτη ασυμβατότητα του όλου εγχειρήματος περί «Ισλαμικών Σπουδών» με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία της Θεολογικής Σχολής, με την ενδιαφέρουσα επισήμανση ότι: «Η αυτοτελής γνωστική περιοχή που θεραπεύει η Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. και τα δύο Τμήματά της, από της συστάσεώς τους, είναι οι σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία» και ότι «με την απόφαση ίδρυσης Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών αλλοιώνεται ο μέχρι τώρα χαρακτήρας της Σχολής και η ακαδημαϊκή της αντιστοίχηση με τα διεθνώς κρατούντα». Επίσης τονίζεται ότι: «Η Θεολογική Σχολή κατά το επιστημονικό της περιεχόμενο και το σκοπό ιδρύσεως και λειτουργίας της είναι επιστημολογικά αναρμόδια για την οργάνωση προγραμμάτων σπουδών άλλων θρησκειών».

Φυσικά είναι νομότυπη η απόφαση του Τμήματος και δικαίωμά του να πραγματοποιεί, στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής του αυτονομίας, ό, τι αποφασίζει, αλλά, πέρα των νόμων της νομοθεσίας του Πανεπιστημίου ή της πολιτείας, λειτουργούν, παράλληλα, και οι πνευματικοί νόμοι και είναι αυτοί που προσδιορίζουν τη λειτουργία της συνείδησης και τις  ηθικοπνευματικές μας ευθύνες, όποιοι και αν είμαστε και όπου και αν βρισκόμαστε.

Ο Απ. Παύλος αναφέρει κάτι που είναι ανάγκη να μας προβληματίζει όλους: «Πάντα μοι έξεστιν, αλλ’  ου πάντα συμφέρει. Πάντα μοι έξεστιν, αλλ’ ου τα πάντα οικοδομεί» - Όλα έχω το δικαίωμα να τα πράττω, αλλά δεν είναι συμφέρον και ωφέλιμο για μένα. Όλα έχω το δικαίωμα να τα πράττω, αλλά δεν οικοδομούν όλα στο έργο της σωτηρίας (Α’ Κορινθίους 10, 23).

Πολλοί είναι οι λόγοι για τους οποίους, δικαιολογημένα, υπάρχουν αντιδράσεις για την ίδρυση και λειτουργία αυτής της κατεύθυνσης εντός της Θεολογικής Σχολής:    

Διότι αλλοιώνεται ο ιστορικός ορθόδοξος θεολογικός χαρακτήρας της Σχολής. 

Διότι ο συμφυρμός δύο εντελώς διαφορετικών θεολογιών συνιστά διεθνή πρωτοτυπία, αφού δεν έχει επιχειρηθεί ποτέ τέτοιας μορφής μείξη «αμείκτων», ούτε σε Ρωμαιοκαθολικές ούτε σε Προτεσταντικές Σχολές, ούτε, φυσικά, σε Σχολές του Ισλάμ ή άλλων Θρησκειών.

 Διότι είναι επιστημονικώς, παιδαγωγικώς και θεολογικώς απαράδεκτη  η εμφύτευση της Ισλαμικής Θεολογίας στη Θεολογική, αφού δεν υπάρχει μεταξύ τους επιστημολογική και θεολογική συγγένεια. Δεν μπορεί, συνεπώς, μία χριστιανική θεολογική Σχολή να υποστηρίξει επιστημονικώς τέτοιες σπουδές.

Διότι, πέραν των άλλων, η Ισλαμική Θεολογία είναι εντελώς αντίθετη από την Ορθόδοξη Θεολογία. Δεν αποδέχεται τον Τριαδικό Θεό, το τρισυπόστατο της Θεότητας, δηλαδή τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Απορρίπτει ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού και Θεός, θεωρώντας ότι είναι ένας άνθρωπος - Προφήτης. Αρνείται, επίσης, τη θαυματουργική Γέννησή Του, τη θεία Του Μεταμόρφωση, τη Σταύρωσή του, την Ανάστασή Του, την Ανάληψή Του, ενώ δεν δέχεται τη θεανθρώπινη και μυστηριακή δομή και λειτουργία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι θέσεις της για το ανθρώπινο πρόσωπο, τον «άλλο», τις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις, τίθενται επίσης σε εντελώς διαφορετική βάση, σε σχέση με το Χριστιανισμό.

 Διότι δεν είναι δυνατόν  η θεολογία του Ισλάμ να αποτελεί έργο που υπηρετείται από ορθόδοξους θεολόγους, αποκλειστική αποστολή των οποίων, από πλευράς θεολογικής και επιστημονικής -αλλά και επαγγελματικής-, είναι η σταθερή προσήλωσή τους στη διδασκαλία της Ορθόδοξης Θεολογίας, σύμφωνα και με το επιμέρους γνωστικό τους αντικείμενο, για το οποίο άλλωστε και προσελήφθησαν. Επί τούτου, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αποφανθεί με την υπ. αριθμ. 194/1987 απόφασή του επισημαίνοντας ότι «όσα διδάσκονται στο θεολογικό Τμήμα αποτελούν κυρίως δόγματα της ορθοδόξου Εκκλησίας».

Τέλος, αξίζει να αναφερθούμε στην «Επιστολή της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους προς τον Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ ενάντια στην ίδρυση Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών», με την οποία οι αντιπρόσωποι των Ιερών Μονών χαρακτηρίζουν την απόφαση για την ίδρυση των ως άνω Μουσουλμανικών Σπουδών "ὡς παρέκκλισιν ἐκ τοῦ σκοποῦ τόν ὁποῖον ἐτάχθη νά ὐπηρετῇ ἡ Ὀρθόδοξος Θεολογία… Η ἐπιχειρουμένη προσπάθεια, σαφῶς παρεκκλίνουσα ἐκ τῆς πατερικῆς διδασκαλίας, ἀποτελεῖ σοβαρόν ὀλίσθημα, τό ὁποῖον, δυστυχῶς, φοβούμεθα ὅτι θά ὁδηγήσῃ εἰς ἐπικινδύνους ἀτραπούς, στρέφεται δέ ἐν τέλει κατά τῆς ἐπιστήμης τῆς Θεολογίας καί κατ' αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας».

Ορθόδοξη Αλήθεια, 20/1/2016

&

Από την απόφαση του Τμήματος Θεολογίας για «Εισαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών»:

1. Στο έγγραφο αυτό, στο κεφάλαιο με τίτλο: «Φιλοσοφία του Προγράμματος Σπουδών» αναφέρεται σε τι αφορά αυτή η κατεύθυνση. Αν δει κανείς αυτά τα αντικείμενα καταλαβαίνει ότι το Τμήμα Θεολογίας συστήνει κάτι που όχι μόνον δεν σχετίζεται με το αντικείμενο της Θεολογικής Σχολής και του Τμήματος Θεολογίας, γενικά, αλλά, επίσης, δεν σχετίζεται ειδικά με την επιστημονική κατάρτιση και εξειδίκευση των καθηγητών. Το γνωστικό αντικείμενο αποτελεί  κεντρικό άξονα στο πανεπιστήμιο για τον σχεδιασμό και την οργάνωση των Σπουδών. Η ορθόδοξη Θεολογία είναι εκείνη η Θεολογία που υπηρετείται  στο Τμήμα και όχι κάποια άλλη θεολογία Ισλαμική βουδιστική κ.ά. Αυτό αποδεικνύεται από τους τίτλους και τα περιεχόμενα όλων σχεδόν των γνωστικών αντικειμένων των διδασκόντων του Τμήματος έχουν προσληφθεί και διοριστεί σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο που αφορά στην υπηρεσία της Ορθόδοξης και όχι κάποιας άλλης Θεολογίας. Δεν μπορεί εκ των υστέρων να αλλάζει κάποιος κατά το δοκούν το εύρος του γνωστικού του αντικειμένου τόσο, ώστε να μπορεί να διδάσκει εντελώς διαφορετική Θεολογία από την ορθόδοξη ή και άλλα γνωστικά θέματα και αντικείμενα από αυτά που ορίζονται στην επιστημονική του περιοχή. Εξάλλου και μόνον το γεγονός ότι για να διδάξει κάποιος στο Πανεπιστήμιο ένα αντικείμενο είναι απαραίτητο να έχει διδακτορικό σε αυτό το αντικείμενο ή αναγνωρισμένο ερευνητικό και συγγραφικό έργο με επιστημονικές αξιώσεις και συνάφεια που να συμπληρώνει το διδακτορικό, δείχνει ότι αυτό είναι ανάγκη να τηρείται στο πανεπιστήμιο και για τους ήδη εντός του Πανεπιστημίου διδάσκοντες. Δεν μπορεί π.χ. ένας καθηγητής της βυζαντινής λογοτεχνίας να ισχυρίζεται ότι μπορεί να διδάσκει στατιστική στο οικονομικό τμήμα! Με την ίδρυση της κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών, προτείνονται καθηγητές από το Τμήμα Θεολογίας ή από άλλα Τμήματα, για να διδάξουν στο ως άνω Πρόγραμμα, που καλύπτουν πάνω από το 71/%   του Προγράμματος της Εισαγωγικής Κατεύθυνσης, τα γνωστικά αντικείμενα, τα διδακτορικά, το συγγραφικό και ερευνητικό έργο των οποίων δεν έχουν συνάφεια με τα κεντρικά θέματα της επιστημονικής μελέτης του Ισλάμ και του Κορανίου (κειμενική παράδοση, θρησκεία, πολιτισμός, κοινωνία, θεολογία, φιλολογία, ιστορία, κριτική κειμένων, μετάφραση, ερμηνευτική κ.ά.), όπως αυτά αναφέρονται ήδη στη φιλοσοφία του Προγράμματος. Αντικείμενα όπως «Ισλαμική Ιστορία και Θεολογία» «Ισλαμικός Μυστικισμός και Σιϊτικό Ισλάμ», «Κορανική ανθρωπολογία και Εσχατολογία». «Οικουμενικός διάλογος και Ισλάμ», «Ιερός χώρος, τέχνη και αρχιτεκτονική» «Βυζάντιο και Ισλάμ», «Ιερά κείμενα και μεταφραστικά ζητήματα» δεν μπορούν να υπηρετηθούν παρά μόνον πλημμελώς από επιστήμονες που δεν γνωρίζουν αποδεδειγμένα σε επίπεδο διδακτορικού την Ισλαμική θεολογία, τη θεολογική και συμβολική γλώσσα ή την θεολογία της τέχνης του Ισλάμ. Ένας καθηγητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, για παράδειγμα, δεν μπορεί να γνωρίζει στο εύρος του ούτε το βυζάντιο ούτε το Ισλάμ για να  λέμε ότι θα διδάξει «Ισλάμ και Βυζάντιο» χωρίς να έχει κάνει ειδικές σπουδές και στις δύο περιοχές. Ένας καθηγητής της οικουμενικής κινήσεως γνωρίζει τη χριστιανική πλευρά και τη χριστιανική θεολογία του οικουμενικού διαλόγου και των διαφόρων κινήσεων, αλλά, χωρίς αποδεδειγμένες σπουδές, που θα εμπεριέχουν ως βάση και την ισλαμική θεολογία, δεν μπορεί να ξέρει επαρκώς, σε επίπεδο μάλιστα, που να είναι σε θέση να διδάξει, να αναλύσει και να συγκρίνει, ως διδάσκων καθηγητής, το μάθημα «οικουμενική κίνηση και Ισλάμ». Επίσης, αν συγκρίνει κανείς τους τίτλους των μαθημάτων που εμφανίζονται τόσο τον πίνακα μαθημάτων (σελ. 5), όσο και στο Αναλυτικό Πρόγραμμα των μουσουλμανικών σπουδών, θα διαπιστώσει ότι το Πρόγραμμα του Τμήματος Θεολογίας αποτελεί ένα κακέκτυπο Προγράμματος Μουσουλμανικών ή Ισλαμικών Σπουδών, που δεν παρέχει τις απαιτούμενες θεολογικές σπουδές που προβλέπονται σε άλλες σχολές ανά τον κόσμο για να πιστοποιήσουν Πτυχία Μουσουλμανικών ή Ισλαμικών Σπουδών. Τα περισσότερα μαθήματα είναι σχεδιασμένα για να παραποιήσουν, να αλλοιώσουν και να μεταμορφώσουν τις ισλαμικές σπουδές καθαρά για πολιτικούς λόγους, και όχι για να το μελετήσουν και να το διδάξουν, όπως είναι. Το να κάνουμε ένα Πρόγραμμα πολιτικών ή άλλων σκοπιμοτήτων, προκειμένου να  βγουν πτυχιούχοι Ισλαμικών Σπουδών, διδάσκοντας κυρίως μαθήματα χριστιανικής θεολογίας από καθηγητές χριστιανικής Θεολογίας στην μεγάλη τους   πλειονοψηφία, δείχνει ότι δεν υπάρχει σοβαρότητα επιστημονική, διότι δεν αποτελεί Πρόγραμμα πανεπιστημιακού επιπέδου με άρτιες σπουδές εντός των γνωστικών αντικειμένων που αντικειμενικά απαιτούνται για την πιστοποίηση τέτοιων σπουδών, (βλ. Επιφυλάξεις του εγγράφου της ΜΟΔΙΠ). Οι διδάσκοντες τα αντικείμενα τα οποία όντως προετοιμάζουν αυτήν την πιστοποίηση του Θεολόγου του Ισλάμ και του Κορανίου είναι μόνον εκείνοι που αναφέρεται ότι θα προσληφθούν, αν προσληφθούν, που σε σχέση με τους υπόλοιπους αποτελούν μόνον ένα μικρό ποσοστό του ύψους των 25% του συνόλου των διδασκόντων που αναφέρονται στο Πρόγραμμα. Οι υπόλοιποι καθηγητές του Τμήματος Θεολογίας έχουν γνωστικά αντικείμενα αλλότρια των ισλαμικών σπουδών και επομένως καθιστούν τις ισλαμικές σπουδές που απαιτούνται  μη άρτιες για τον επιδιωκόμενο σκοπό του Προγράμματος και την πιστοποίηση που προσδοκάται να χορηγήσουν.

2. Σε σχετικό έγγραφο του Τμήματος Θεολογίας (5 Μαϊου 2016), σελίδα 1, αναφέρεται αυθαίρετα ότι στη Γ.Σ., την 7η Μαρτίου 2014 τα μέλη του διδακτικού προσωπικού υπερψήφισαν την ίδρυση Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών, η οποία θα είναι ανεξάρτητη και διακριτή από την υφιστάμενη θεολογική κατεύθυνση. Πώς προέκυψε αυτό που αναφέρει το έγγραφο του Τμήματος Θεολογίας; Πώς μετασχηματίστηκε το Τμήμα Θεολογίας σε θεολογική κατεύθυνση ή κατεύθυνση θεολογικών Σπουδών; Πότε έγινε και πότε εγκρίθηκε αυτή η μετονομασία; Μάλιστα με έντεχνο τρόπο ονομάζουν την κατεύθυνση των Μουσουλμανικών Σπουδών ΝΕΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ.

Αναφέρεται στην ίδια σελίδα 1 ότι τέτοιες κατευθύνσεις όπως των Μουσουλμανικών Σπουδών λειτουργούν επιτυχώς σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα του κόσμου (Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδάς, Μ.Ανατολή, εντός και εκτός θεολογικών Σχολών. Αυτό είναι λάθος.  Η αλήθεια είναι ότι λειτουργούν, αλλά  εντός θρησκειολογικών Σχολών ή σε αυτόνομα Ινστιτούτα που ανήκουν σε θρησκειολογικές Σχολές. Μάλιστα, αυτό επιβεβαιώνεται εντός του ίδιου εγγράφου, όπου στη συνέχεια αναφέρεται ότι η νέα κατεύθυνση βρίσκεται στα όρια των θρησκειολογικών σπουδών του Τμήματος. Και αυτό, όμως  είναι λάθος, διότι το Τμήμα έχει 2 γνωστικά αντικείμενα με θρησκειολογικό γνωστικό αντικείμενο που τα υπηρετούν 2 από τους 38 καθηγητές που υπηρετούν στο Τμήμα. Αυτά τα 2 αντικείμενα όμως ούτε ήταν ποτέ ούτε αποτελούν αυτοτελείς θρησκειολογικές σπουδές, αλλά 2 από τα πολλά αντικείμενα και μαθήματα, που πρέπει να γνωρίσουν οι φοιτητές για να μπορούν να διδάσκουν όσες διδακτικές ενότητες αναφέρονται στο σχολείο στις θρησκείες ή στο θρησκευτικό φαινόμενο.

Ένα άλλο θέμα είναι η αναφορά στο έγγραφο του Τμήματος ότι ιδρύεται κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών για να παράγει αποφοίτους  που θα ενισχύουν το διάλογο. Το Τμήμα όμως βγάζει Ιεροδιδασκάλους. Άλλο διάλογος και άλλο έρευνα και διδασκαλία. Δεν μπορεί να τίθεται ως στόχος ενός Τμήματος  η επιστημονική υποστήριξη του διαλόγου.

 Στην ίδια σελίδα αναφέρεται προς τη Σύγκλητο ότι η νέα κατεύθυνση θα προσφέρει τη δυνατότητα πανεπιστημιακής θεολογικής εκπαίδευσης στους Μουσουλμάνους το θρήσκευμα μέλλοντας εκπαιδευτικούς της Δυτικής Θράκης Ιεροδιδασκάλους της μουσουλμανικής μειονότητας της θράκης σύμφωνα με τον νόμο 4115/2013, άρθρ. 53. Το παραπάνω άρθρο, όμως, προβλέπει τα παρακάτω: «Για την αρωγή στο έργο της θρησκευτικής και πνευματικής καλλιέργειας των μουσουλμάνων της Θράκης, συνιστώνται στις Μουφτείες διακόσιες σαράντα (240) θέσεις ιεροδιδασκάλων ισλαμικής θρησκείας, οι οποίες θα καλυφθούν από μονίμους κατοίκους Θράκης, μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας. Το έργο των ιεροδιδασκάλων είναι η διδασκαλία του Κορανίου στα Τεμένη της Θράκης. Οι ιεροδιδάσκαλοι μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, κατόπιν σχετικής απόφασης του αρμοδίου, κατά περίπτωση, διευθυντή πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, να διδάξουν το Κοράνιο και σε δημόσια σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Θράκης, σε μαθητές μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας που έχουν απαλλαγεί από το μάθημα των Θρησκευτικών και όπου προκύπτει σχετική ανάγκη, εντός του ωραρίου διδασκαλίας, χωρίς η διδασκαλία αυτή να εντάσσεται στο ωρολόγιο πρόγραμμα σπουδών». Αυτό σημαίνει ότι το Τμήμα θεολογίας ιδρύει βασικά μία ιερατική σχολή του Κορανίου για να καταρτίζει, καταρχάς, θρησκευτικούς λειτουργούς που θα υπηρετούν στα τεμένη και στη συνέχεια, αν εκείνοι επιθυμούν, θα διδάσκουν και σε μαθητές του δημοτικού  Γυμνασίου και Λυκείου το Κοράνιο. Επομένως, το Τμήμα Θεολογίας ιδρύει ουσιαστικά ιερατική μουσουλμανική σχολή που θα διδάσκει στους Μουσουλμάνους φοιτητές κυρίως ορθόδοξη Θεολογία –αναμεμειγμένη ίσως με κάποια στοιχεία του Ισλάμ,  από ορθόδοξους καθηγητές για να καταρτιστούν και να μπορούν με τη σειρά τους να διδάσκουν Ισλαμική Θεολογία και Κοράνιο!!! Το ερώτημα είναι πώς μπορεί να καταρτίζει το Τμήμα Θεολογίας, με τους υπάρχοντες καθηγητές της ορθόδοξης Θεολογίας, που μέχρι τώρα κατάρτιζαν καθηγητές για την ορθόδοξη θεολογία, ιμάμες ή ιμάμηδες, που θα είναι ικανοί να διδάσκουν Κοράνιο στα Τεμένη της Θράκης αλλά και ως διδάσκαλοι στην πρωτοβάθμια και ως καθηγητές στη Β/βάθμιας Εκπαίδευσης τη διδασκαλία της ισλαμικής θεολογίας;;;

Επίσης η μεγάλη αντίφαση είναι πώς την ίδια στιγμή που η πολιτεία και το Τμήμα Θεολογίας εγκρίνουν την ίδρυση Μουσουλμανικών Σπουδών για Ιεροδιδασκάλους του Κορανίου που θα διδάσκουν το Κοράνιο και το Ισλάμ στους Έλληνες Μουσουλμάνους μαθητές της Θράκης, αποφάσισαν ανεπιτυχώς – λόγω ακύρωσης των προγραμμάτων Φίλη και Γαβρόγλου από τέσσερις (4) αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας - να μετατρέψουν το Πρόγραμμα των Θρησκευτικών της διδασκαλίας των Ελλήνων Ορθοδόξων μαθητών  σε πολυθρησκειακό ή πολυθεϊστικό.

 Ένα άλλο θέμα είναι ότι με το Πρόγραμμα αυτό το Τμήμα ισχυρίζεται ότι θα καταρτίζει Ιερείς – δασκάλους – και καθηγητές. Όμως, όπως είναι γνωστό, για τους δασκάλους του Δημοτικού σχολείου απαιτείται ξεχωριστή παιδεία, με ιδιαίτερα γνωστικά αντικείμενα, κυρίως ψυχολογίας, παιδαγωγικής και διδακτικής. Γι αυτό υπάρχουν τα Παιδαγωγικά Τμήματα των δασκάλων και τα Παιδαγωγικά Τμήματα των Νηπιαγωγών για να καταρτίζουν, με ειδικές γνώσεις, τους δασκάλους και τους νηπιαγωγούς να υπηρετούν αυτό το δύσκολο έργο προσέγγισης και αντιμετώπισης των παιδιών αυτών σε αυτήν την κρίσιμη ηλικιακή φάση. Το Τμήμα Θεολογίας προσδοκά να τα κάνει όλα μαζί, χωρίς να διαθέτει ειδικούς καθηγητές με τα απαραίτητα γνωστικά αντικείμενα ούτε σε ισλαμικό θεολογικό επίπεδο ούτε σε επίπεδο ισλαμικής τελετουργικής ούτε σε επίπεδο παιδαγωγικής εξειδίκευσης σε ξεχωριστό πλαίσιο για δημοτικό - γυμνάσιο και Λύκειο. Και εδώ δείχνει η ίδρυση αυτής της κατεύθυνσης την προχειρότητα, με την οποία έχει ιδρυθεί, αφού δεν έλαβε υπόψη όλες αυτές τις ιδιαιτερότητες των σπουδών που αφορούν τους ιεροδιδασκάλους του Κορανίου και τους τρεις διαφορετικούς ρόλους τους. Στη 2 σελ. αναφέρει το έγγραφο του Τμήματος προς τη Σύγκλητο ότι το Πρόγραμμα αυτό «θα εξυπηρετήσει την παρούσα και τη μέλλουσα εκπαιδευτική πολιτική, διότι οι μουσουλμάνοι θεολόγοι και ιμάμηδες (θρησκ. Λειτουργοί) θα εκπαιδεύονται εντός της χώρας και του ευρωπαϊκού ακαδημαϊκού πλαισίου και θα καταρτίζονται επαρκώς τόσο σε θέματα ισλάμ και θρησκείας όσο και σε θέματα καταλλαγής και εποικοδομητικής συνανανστροφής…αυτό είναι και το ζητούμενο και για πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες το να εκπαιδεύονται οι θρησκευτικοί λειτουργοί (ιεροδιδάσκαλοι) και θεολόγοι εντός των τοπικών ευρωπαϊκών συμφραζομένων και να μην δέχονται τα κράτη μόνον εισαγόμενους ιεροκήρυκες του ισλάμ από αμφίβολα, πολλές φορές, κέντρα της αλλοδαπής ως προς τις ευρωπαϊκές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Εδώ παρατηρεί κανείς ότι στο Τμήμα Θεολογίας στοχεύουν να καταρτίζουν ιμάμηδες (ιερείς- θρησκευτικούς λειτουργούς). Επίσης παρατηρούμε ξανά ότι θα καταρτίζονται όχι μόνον «σε θέματα Ισλάμ και θρησκείας» , αλλά «και σε θέματα καταλλαγής και εποικοδομητικής συναναστροφής». Το ερώτημα είναι από πότε το πανεπιστήμιο έγινε ίδρυμα επιστημονικής κατάρτισης για θέματα καταλλαγής και συναναστροφής;» Και από πότε υποβιβάζει το επίπεδό του ένα πανεπιστημιακό Τμήμα του να γίνεται ιερατική σχολή να καταρτίζει ιερείς ιμάμηδες (θρησκευτικούς υπηρέτες και λειτουργούς του Ισλάμ; Επίσης, από τη μια πλευρά, αναφέρεται το έγγραφο του Τμήματος υποτιμητικά έναντι των  «εισαγόμενων ιεροκηρύκων του ισλάμ από αμφίβολα πολλές φορές κέντρα της αλλοδαπής ως προς τις ευρωπαϊκές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων»  και ότι γι αυτό ιδρύεται η κατεύθυνση αυτή για να θεραπευθεί αυτό και να σπουδάζουν στην Ελλάδα οι μουσουλμάνοι Θεολόγοι, και, από την άλλη αναφέρει ότι η απόφαση του Τμήματος εφαρμόζει τον νόμο 4115/2013, «Ιεροδιδάσκαλοι της μουσουλμανικής μειονότητας της θράκης και ενίσχυση της φοίτησης μουλουλμανοπαίδων στα δημόσια σχολεία της θράκης». Στον Νόμο αυτό, όμως, στο άρθρ. 36 αναφέρεται ότι «οι υποψήφιοι Ιεροδιδάσκαλοι πρέπει να είναι Έλληνες πολίτες της μουσουλμανικής μειονότητας, κάτοχοι πτυχίου Ισλαμικών Σπουδών Ανώτατης Θεολογικής Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής αναγνωρισμένου από το ΔΟΑΤΑΠ», που δείχνει ότι δεν υποτιμούνται στον ιδρυτικό νόμο οι απόφοιτοι των σχολών της αλλοδαπής.

Επίσης στη σελ. 3, το ίδιο έγγραφο, που συντάσσει το Τμήμα Θεολογίας, αναφέρεται στην ακαδημαϊκή ευθύνη του Τμήματος ως προς την κατεύθυνση Μουσουλμανικών σπουδών ως  «τον προσδιορισμό  κατάλληλου διδακτικού προσωπικού όχι μόνον από το Τμήμα Θεολογίας, αλλα και από άλλα τμήματα του ΑΠΘ, όπως επίσης και από ΑΕΙ της ημεδαπής και της αλλοδαπής». Εδώ φαίνεται η αντίφαση του εγγράφου. Από τη μια υποτιμά την αλλοδαπή και από την άλλη μιλάει για το κατάλληλο προσωπικό που δεν αποκλείεται να προέρχεται από την αλλοδαπή, δηλ. τις ανατολικές χώρες, στις οποίες λειτουργούν οι Ισλαμικές θεολογικές Σπουδές. Στο  άρθρο 38, επίσης, του ίδιου νόμου, αναφέρεται ότι «η επιλογή των ιεροδιδασκάλων γίνεται από πενταμελή Επιτροπή, η οποία αποτελείται από: α) τον οικείο Μουφτή, ως Πρόεδρο, β) έναν υπάλληλο του Υπουργείου

Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, με τον αναπληρωτή του, γ) ένα μέλος Δ.Ε.Π. ειδικευμένο στις Ισλαμικές σπουδές με τον αναπληρωτή του, δ) έναν έγκριτο μουσουλμάνο θεολόγο με τον αναπληρωτή του, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και ε) έναν έγκριτο μουσουλμάνο θεολόγο με τον αναπληρωτή του, ο οποίος προτείνεται από τον οικείο Μουφτή».

Γιατί άραγε αυτές οι διακρίσεις και η ανισονομία έναντι των ορθοδόξων διδασκάλων και των καθηγητών. Οι μεν μουσουλμάνοι διδάσκαλοι και καθηγητές της Θεολογίας επιλέγονται από ειδική επιτροπή με πρόεδρο τον Μουφτή, ενώ οι ορθόδοξοι διδάσκαλοι και καθηγητές επιλέγονται μέσω ΑΣΕΠ από την ελληνική πολιτεία; Γιατί στη μια περίπτωση έχει λόγο ο θρησκευτικός αρχηγός των μουσουλμάνων της Θράκης και γιατί οι ορθόδοξοι Μητροπολίτες δεν έχουν λόγο στο διορισμό των ορθοδόξων θεολόγων ή δασκάλων που θα διδάξουν το ορθόδοξο μάθημα στους ορθόδοξους μαθητές; Τέλος γιατί οι Ιεροδιδάσκαλοι μπορούν αν επιθυμούν  να μπαίνουν στα σχολεία και να διδάσκουν όταν ακόμη και οι ορθόδοξοι Μητροπολίτες δεν μπορούν στα υπόλοιπα σχολεία της χώρας;

 

Bλέποντας τα γνωστικά αντικείμενα και τα μαθήματα του Προγράμματος διαπιστώνει κανείς ότι το Πρόγραμμα αντί να μορφώσει τους φοιτητές στη Θεολογία του Ισλάμ, μεθοδεύει την παραμόρφωσή τους με στοιχεία χριστιανικά διαθρησκευτικά και διαπολιτισμικά που να εκφράζουν το Ισλάμ έτσι όπως το θέλουν ορισμένοι και όχι έτσι όπως είναι μέσα από τη δική του αυθεντική παράδοση. Αυτές όμως δεν αποτελούν σπουδές στο Ισλάμ. Δεν μπορεί ένα Τμήμα που με τα γνωστικά του αντικείμενα μορφώνει ορθόδοξους θεολόγους, το ίδιο να μορφώνει με τα ίδια γνωστικά αντικείμενα θεολόγους του Ισλάμ. Αυτό το περίεργο και παράνομο σχήμα δεν αποτελεί σπουδές στο Ισλάμ. Τελικά, είναι σαφές ότι για πολιτικούς ή άλλους λόγους επιθυμεί το Τμήμα Θεολογίας να παιδαγωγήσει τους Μουσουλμάνους όχι με το πνεύμα της θρησκείας τους, αλλά με ένα παραποιημένο  πνεύμα. Και την παραποίηση αυτή ως έργο την ανέλαβε ένα θεολογικό Τμήμα. Μάλιστα, σαφέστατα στη σελίδα 4 αναφέρεται ότι ένας από τους λόγους της ίδρυσης αυτών των σπουδών είναι να εκπαιδεύονται οι ιεροδιδάσκαλοι, εντός της χώρας και του ευρωπαϊκού ακαδημαϊκού πλαισίου ή των ευρωπαϊκών συμφραζομένων και να μην έχουμε εισαγόμενους ιεροκήρυκες του Ισλάμ από αμφίβολα κέντρα της αλλοδαπής ως προς τις ευρωπαϊκές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κοσμικού ευρύτερα πνεύματος». Είναι σαφές ότι το Πρόγραμμα αυτό καθίσταται όργανο και εργαλείο αλλοίωσης του Ισλάμ και δεν υπηρετείται ο βασικός του στόχος, που, όπως αναφέρεται στην αρχή του εγγράφου, «θα αφορά στην επιστημονικη μελέτη του Ισλάμ…»

Η «επιστημονική μελέτη του Ισλάμ» αποδεικνύεται ως η βιτρίνα ενός Προγράμματος και δεν σχετίζεται με την ουσία του που είναι ότι όντως το Πρόγραμμα επιβάλλεται  για πολιτικές σκοπιμότητες. Η επιστήμη, όμως, δεν είναι δυνατόν να γίνεται όργανο της πολιτικής. Για παράδειγμα, παραθέτουμε μερικά από τα μαθήματα που δείχνουν την αντιεπιστημονικότητα του Προγράμματος και την εργαλιοποίησή του. Διαθρησκειακός και διαπολιτισμικός διάλογος, Οικουμενικός διάλογος και Ισλάμ, Η μελέτη της Θρησκείας, Σύγχρονα Μεγάλα Θρησκεύματα, Κοινωνιλογία της Θρησκείας, Θρησκείες και κοινωνίες στη Μέση Ανατολή, Εισαγωγή στις Αβρααμικές Θρησκείες, Θρησκευτικές ελευθερίες σε Ευρώπη και Ελλάδα, Εισαγωγή στην Ορθόδοξη Θεολογία, Ιερός χώρος τέχνη και αρχιτεκτονική, Συγκριτικό δίκαιο, Βυζάντιο και Ισλάμ, Το πρόσωπο του Ιησού και της Παρθένου Μαρίας στο Ισλάμ και στον Χριστιανισμό, Θρησκευτικές ταυτότητες στους πληθυσμούς της Τουρκοκρατίας, Η ελληνιστική κοινή και η γλώσσα της βίβλου, Βαλκανική Ιστορία, Ευρωπαϊκή Ιστορία, Ισλάμ και σύγχρονη πολιτική, Ανάλυση Πολιτικο – θρησκευτικού λόγου, Το Ισλάμ στην Εκπαίδευση, Μετανάστευση και Ιθαγένεια, Η έδρα UNESKO για την Ειρήνη.

Το Πρόγραμμα είναι πλήρες από αντιφάσεις. Στην αρχή λέει ότι «αφορά στην επιστημονική μελέτη του Ισλάμ….», σελ.1, έπειτα, στη σελ 3 κάνει λόγο για «τη δυνατότητα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης των μουσουλμάνων της Θράκης για λόγους ισονομίας και ισοπολιτείας». Μετά στη σελ. 3 αναφέρεται ότι «θα καταρτίσει επαρκώς τους Μουσουλμάνους σε θέματα Ισλάμ, προκειμένου να μην είναι αναγκασμένοι να μετοικούν στην αλλοδαπή για εκπόνηση μουσουλμανικών σπουδών, δηλαδή το Πρόγραμμα καταρχάς γίνεται για να αντικαταστήσει τις μουσουλμανικές σπουδές που πήγαιναν να κάνουν οι μουσουλμάνοι της Θράκης στην αλλοδαπή.  Όμως, στη σελίδα 3 αναφέρει ότι η νέα κατεύθυνση θα βρίσκεται στα όρια των θρησκειολογικών Σπουδών, ότι θα είναι δηλαδή σπουδές που προάγουν τη γνώση και τη μελέτη των άλλων θρησκειών και ειδικώς του Ισλάμ και συνεπικουρούν στην ενίσχυση του διαλόγου με το Ισλάμ που διεξάγει το Οικουμ. Πατριαρχείο…και για την επιστημονική υποστήριξη αυτού του διαλόγου και ακόμη για συσχέτισή του με τους διεξαγόμενους στο Τμήμα Θεολογίας διαθρησκειακούς διαλόγους.

 Ακόμη στη σελ. 5, κάτω από τον τίτλο «Σκοπιμότητα» ανφέρεται στο ίδιο έγγραφο ότι η κατεύθυνση αυτή «θα συμβάλει στην άμβλυνση των ιδεολογικών και θρησκευτικών πολώσεων εντός της επικράτειας» Είναι εμφανές επομένως ότι η επιστημονική μελέτη και κατάρτιση του Ισλάμ, με βάση τη θεολογία του Ισλάμ είναι μια πλασματική και παραπλανητική προμετωπίδα του Προγράμματος και ότι ο βαθύτερος στόχος έχει πολιτική κατεύθυνση και αφορά στη μεθόδευση αλλοίωσης του θρησκευτικού στοιχείου των Μουσουλμάνων της Θράκης σε μια κατεύθυνση διαθρησκειακής και διαπολιτισμικής εκπαίδευσης    με κεντρικό άξονα ένα πιο κοσμικό και αποθρησκειοποιημένο Ισλάμ. Η στρατηγική άλλωστε της μείξης του Ισλάμ με τον Χριστιανισμό είναι εμφανής, από τη στιγμή που η επιχείρηση στήνεται σε Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή. Το ίδιο θα συνέβαινε, αν σε μια αραβική χώρα στηνόταν εντός μιας Ισλαμικής Θεολογικής Σχολής μια κατεύθυνση ορθοδόξου θεολογίας που θα παρήγαγε δήθεν ορθόδοξους θεολόγους με το μεγαλύτερο μέρος των διδασκόντων να είναι μέλη της ισλαμικής κοινότητας αλλά και να είναι εξειδικευμένοι σε αντικείμενα ισλαμικής Θεολογίας!!

Στο έγγραφο του τότε Γεν Γραμματέα Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου κ. Κυριαζή αναφέρεται στο τέλος του εγγράφου, σελ. 3 «ότι ο καθορισμός της εισαγωγικής κατεύθυνσης ως αμιγώς ακαδημαϊκό ζήτημα που ανήκει στην αρμοδιότητα των οικείων οργάνων, αφού προσδιορίζει ή εξειδικεύει την ακαδημαϊκή φυσιογνωμία του Τμήματος, αποτελεί διακριτή και ανεξάρτητη διαδικασία της πιστοποίησης η οποία προϋποθέτει την αξιολόγηση της ποιότητας του Τμήματος από την ΑΔΙΠ στη βάση των κριτηρίων που έχουν τεθεί προς τούτο, και δεν αφορούν μόνο το Πρόγραμμα σπουδών αλλά και τις υποστηρικτικές δομές, την ποιότητα και αποτελεσματικότητά του, την καταλληλότητα των διδασκόντων, την ποιότητα του ερευνητικού έργου, τη ζήτηση εργασίας». Είναι εμφανές ότι τέτοιες διαδικασίες δεν έγιναν. Η ΜΟΔΙΠ του ΑΠΘ διατύπωσε ισχυρές ενστάσεις και παρά ταύτα προώθησε το θέμα στη Σύγκλητο. Η ΑΔΙΠ ωστόσο δεν λαμβάνει υπόψη καμιά από τις ενστάσεις αλλά το εγκρίνει ανεπιφύλακτα.

Επίσης φαίνεται, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο ως άνω έγγραφο του Γ. Γρ. του Υπουργείου ότι στην περίπτωση της νέας κατεύθυνσης και της αρμονικής σύνδεσής της με το προϋπάρχον Τμήμα προκειμένου να αποτελέσουν μαζί ένα ενιαίο Τμήμα Θεολογίας – Μουσουλμανικών Σπουδών, υπάρχουν προβλήματα και νομικά κενά. Θα υπάρχουν δύο Τμήματα σε ένα πακέτο ή ένα Τμήμα και μια κατεύθυνση; Θα υπάρξουν δύο κατευθύνσεις; Τότε αφού αυτό δεν έγινε εξ αρχής όπως έγινε στο Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης και πολιτικής Επιστήμης στην Κομμοτηνή (που αναφέρεται μάλιστα ως παράδειγμα από τον πρώην πρόεδρο του Τμήματος). Οι δύο αυτές κατευθύνσεις στην Κομοτηνή ιδρύθηκαν ως κατευθύνσεις εξ αρχής. Εδώ υπήρχε ένα αυτόνομο Τμήμα Θεολογίας και από το 2016-17 το Τμήμα αυτό μετασχηματίζεται σε Κατεύθυνση χωρίς τις σχετικές διαδικασίες που απαιτούνται. Απλώς, επειδή ιδρύθηκε μία κατεύθυνση εντός αυτού το Τμήμα αυτόματα μπορεί να μετονομάζεται σε κατεύθυνση; Τόσο απλά μπορούν να γίνουν, από νομικής πλευράς, αυτές οι διαδικασίες αλλαγής;

 Υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις, σχετικά με το Πρόγραμμα σπουδών αλλά και τις υποστηρικτικές δομές, την ποιότητα και αποτελεσματικότητά του, την καταλληλότητα των διδασκόντων, την ποιότητα του ερευνητικού έργου, τη ζήτηση εργασίας». Για παράδειγμα αναφέρουμε ότι ενώ στην πρόταση του Τμήματος, που αφορά στους υποψήφιους φοιτητές που απευθύνεται η υπό συζήτηση κατεύθυνση Μουσουλμ. Σπουδών, αναφέροντας ότι αφορά σε αποφοίτους της Δ/βάθμιας Εκπαίδευσης της μουσουλμανικής μειονότητας και έλληνες πολίτες γενικώς σελ. 3, στη συνέχεια, στο ίδιο έγγραφο αναφέρει ότι μεν πτυχιούχοι μουσουλμάνοι της κατεύθυνσης αυτής θα έχουν δικαίωμα να διδάξουν το Κοράνιο σε δημόσια σχολεία της Θράκης, σε μαθητές μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας οι υπόλοιποι δεν θα έχουν επαγγελματικά δικαιώματα (ανισονομία) αλλά απλώς θα είναι κατηρτισμένοι σε θέματα Ισλάμ, θρησκείας, πολιτισμού που θα στελεχώσουν κατά ποικίλους τρόπους άλλους οργανισμούς, δηλαδή γενικώς και αορίστως δεν σχετίζονται με την αγορά εργασίας όπως ρητά αναφέρεται ως όρος στο έγγραφο του Κυριαζή. Στην ίδια κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών, δηλαδή, θα σπουδάζουν μαζί φοιτητές ευνοούμενοι και μη ευνοούμενοι από πλευράς επαγγελματικής αποκατάστασης, αφού είναι σαφές ότι μόνον οι ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΣΤΟ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΔΙΔΑΞΟΥΝ στα τεμένη ως Ιεροδιδάσκαλοι δηλαδή μόνον αυτοί δικαιούνται να διοριστούν και όχι όλοι οι απόφοιτοι οι οποίοι ως κάτοχοι του ίδιου πτυχίου (σελ. 4) «δεν θα έχουν συναφή επαγγελματικά δικαιώματα με τους αποφοίτους μουσουλμάνους το θρήσκευμα»!!!

Στα Πρακτικά της Συνελεύσεως με μοναδικό θέμα τις μουσουλμανικές σπουδές ο τότε Πρόεδρος του Τμήματος, εισηγούμενος το θέμα, ανέφερε ότι «το ενδιαφέρον του Τμήματος για τη δημιουργία εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών δεν υπήρξε αποτέλεσμα καμίας πολιτικής επιλογής». Ο νυν πρόεδρος, όμως, ως δεύτερος ομιλητής και μέλος της αρμόδιας επιτροπής που μελέτησε και εισηγήθηκε το θέμα, ανέφερε ότι η «εισαγωγή κατεύθυνσης… αποτελεί δυνατότητα για την επίλυση κάποιων εθνικών ζητημάτων». Ο κ. Α. είπε για τους διδάσκοντες ότι «δεν είναι υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν όλα τα μέλη του Τμήματος αλλά μόνον  όσοι θέλουν και νομίζουν ότι έχουν το ακαδ. Ενδιαφέρον και τις προϋποθέσεις». Ο κ. Β. είπε ότι «η εισαγωγή Μουσουλμανικών Σπουδών θα διασφαλίσει το ρόλο και το μέλλον των θεολογικών Σπουδών, προάγοντας έναν ελεύθερο διαθρησκειακό διάλογο σε θέματα θεολογικά με μη φοβικά κίνητρα». Η κ. Γ. έθιξε το θέμα των γυναικών και ότι αυτές δεν διδάσκουν το κοράνιο και διερωτήθηκε αν συμπεριλαμβάνονται και γυναίκες στους φοιτητές της κατεύθυνσης (ανισονομία)

 Ο κ Σιάσος είπε ότι η κατεύθυνση προχωράει «διότι πρόκειται για πολιτική απόφαση χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των κοσμητειών, ότι υπήρξε non paper του Υπουργείου στον Πρόεδρο του Τμήματος, το οποίο, μάλιστα, δεν του κοινοποιήθηκε, ενώ το ζήτησε από τον Τομέα και ότι υπέστη τη δουλεία της μη κοινοποίησης. Υπογράμισε τη μυστικότητα, τα υποσχόμενα λεφτά και διερωτήθηκε για το αν τρέχουν και άλλα. Η αρχική ιδέα ίδρυσης κατεύθυνσης δεν έχει επιστημονική αιτιολόγηση και αναφέρθηκε στους επικαλούμενους νόμους, για τους οποίους σχολίασε ότι δεν είναι σε ισχύ, ενώ διερωτήθηκε για το ποιοι εκλέκτορες και με ποια προσόντα εξειδίκευσης θα είναι αυτοί που θα επιλέξουν τους καθηγητές της κατεύθυνσης και για το αν είναι σουνίτες ή σιίτες». Ο κ. Δ. διερωτήθηκε για το νομικό πλαίσιο της κατεύθυνσης, αν η κατεύθυνση θα εποπτεύεται από το Τμήμα ή θα αποτελέσει πόλο μελλοντικής υπονόμευσης και για το ποιος θα είναι ο ρόλος των μουσουλμάνων καθηγητών που θα δοθούν θέσεις σ αυτούς και αν μελλοντικά θα βλάψει εμάς ποιος είναι ο ρόλος των χαμηλόβαθμων πολιτικών στελεχών και τον προβληματισμό του να μην μας αφήσουν έκθετους και έθεσε το θέμα της διδασκαλίας του Ισλάμ καθώς και των άλλων θρησκειών, εκφράζοντας την ανησυχία του για το αν η πρωτοβουλία αυτή θα μειώσει το ενδιαφέρον για τις ορθόδοξες θεολογικές σπουδές που διακονεί το Τμήμα». Η κ. Ε. «εξέφρασε κάποιες επιφυλάξεις ως προς το μέγεθος του εγχειρήματος και για το πώς θα καταρτισθεί σωστά το νέο πρόγραμμα».

Ο κ. Τσελεγκιδης είπε ότι «κανείς μας δεν είναι γνώστης όλων των πραγμάτων και αναφέρθηκε για το μη σύννομο της δημιουργίας της κατεύθυνσης, ενώ ζήτησε να διαβαστεί το κείμενο του πρώην προέδρου του Αρείου πάγου». Ο καθηγητής κ. Α. πρότεινε τα κείμενα τα οποία προσκόμισαν μέλη ΔΕΠ (κείμενο Νικολόπουλου  Ι.Μ. Θεσσαλονίκης, χριστιανικών οργανώσεων Μοναχών κλπ να συμπεριληφθούν στα Πρακτικά» Ο κ. Τσελεγγίδης είπε ότι ο Παναγιώτατος Θεσσαλονίκης έθεσε το θέμα στην Ι.Σ. και ότι εξουσιοδοτήθηκε ο Αρχιεπίσκοπος να δει τον Υπ. Παιδείας και ίσως και τον Πρωθυπουργό για το θέμα αυτό και ότι δεν ξέρουμε τι απέγινε». Η κ. ΣΤ. είπε ότι «έπρεπε από χρόνια να είχε υλοποιηθεί, ώστε οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας να μην κατευθύνονται σε ξένα κέντρα για την επιμόρφωσή του αλλα να καταρτίζονται μέσα στη χώρα στο οικείο κλίμα της παράδοσης και της κληρονομιάς τους». Είπε ακόμη ότι σε πολιτικό επίπεδο η κατεύθυνση θα διασφαλίσει από την παρείσφρηση αδιαφανών αλλοδαπών ισλαμικών ιδρυμάτων και φορέων και θα αποτρέψει τη χειραγώγηση των ημετέρων ελλήνων μουσουλμάνων» ότι το ζήτημα της κατάρτισης των Ιμαμών είναι ένα θέμα που απασχολεί την Ευρώπη και τις ΗΠΑ και γίνονται αντίστοιχες ακαδημαϊκές προσπάθειες, με σκοπό την προαγωγή ενός ανοιχτού και διαλεγόμενου Ισλάμ με τις άλλες θρησκείες και την κοινωνία ευρύτερα» (ομολογία της πολιτικοποίησης του θέματος και της μη επιστημονικής βάσεως της ιδρύσεώς του). Είπε ακόμη ότι «ο αραβομουσουλμανικός ακαδημαϊκός κόσμος εμπιστεύεται περισσότερο τις θεολογικές σπουδές σε θέματα θρησκευτικής κατάρτισης και Ισλάμ από ό, τι άλλες ανθρωπιστικές επιστήμες», χωρίς όμως να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία γι αυτά που λέει ποιοι τα λένε και πού αλλού συνέβη αυτό το εγχείρημα εντός Θεολογικής Σχολής να ιδρύεται τέτοια κατεύθυνση» (Και ο πρώην πρόεδρος στη Σύγκλητο λέει ψευδώς ότι σε 150 θεολογικές σχολές της αλλοδαπής υπάρχουν τέτοιες σπουδές). Στο Tuebingen, ωστόσο, που αναφέρει η κ. ΣΤ. ως παράδειγμα, δεν υπάρχει κατεύθυνση εντός της Θεολογικής Σχολής αλλά Κέντρο Ισλαμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο. 

Οι συνομιλίες που αναφέρει, μεταξύ Ισλάμ και Ευαγγελικής Σχολής της Τυβίγγης και Στουτγκάρδης είναι κάτι άλλο και όχι ίδρυση Κατεύθυνσης Ισλαμικών Σπουδών. Η παραχώρηση χώρου στη Θεολογική Σχολή είναι κάτι άλλο και δεν αποτελεί υποστηρικτικό  λόγο, όπως προσπάθησε να ισχυριστεί η κ. ΣΤ.) Ειπε ακόμη η κ. ΣΤ. ότι «το δυσκολότερο κομμάτι είναι το διδακτικό προσωπικό και συντάχθκε με τις τοποθετήσεις και τις προτάσεις των συναδέλφων». «Για το θέμα αναφέρθηκε στις σχεσεις του Τμήματος με έγκριτα πανεπιστήμια του Αραβοϊσλαμικού κόσμου, μουσουλμανικά και χριστιανικά» (Αντιφάσεις!!! Ενωρίτερα έλεγε ότι η «κατεύθυνση θα διασφαλίσει από την παρείσφρυση αδιαφανών αλλοδαπών ισλαμικών και φορέων και θα αποτρέψει τη χειραγώγηση των ημετέρων ελλήνων μουσουλμάνων»,  ενώ τώρα λέει ότι θα χρησιμοποιηθεί η περιοδική παρουσία έγκριτων επιστημόνων στις μουσουλμανικές σπουδές από αυτές τις χώρες που νωρίτερα κατέκρινε!!!).

Ως προς το νομικό πλαίσιο, είπε ότι «θα διαμορφωθεί πλήρως αν και όταν το Τμήμα αποφασίσει θετικώς και υλοποιήσει την απόφασή του…χρειάζεται διαρκής δουλειά και συνεργασίες για τη σωστή υλοποιησή του και τη συνδρομή έγκριτων νομικών συναδέλφων από το Ίδρυμα» (Αντίφαση!!! Πρώτα αποφασίζουμε και μετά βλέπουμε το νομικό πλαίσιο και με τη βοήθεια έγκριτων νομικών!!! Η συνέλευση αυτή, ωστόσο, ήταν εκείνη που αποφάσισε την ίδρυση της κατεύθυνσης, χωρίς επαρκή και πλήρη γνώση και αποσαφήνιση του νομικού πλαισίου όπως λέει η κ. ΣΤ.!!!). 

Τέλος μίλησε για την επίδραση των μουσουλμανικών σπουδών στην προώθηση του διαθρησκειακού διαλόγου της καταλλαγής, του παραδείγματος στους φοιτητές στους ιερείς στους Ιμάμες και για συνθήκες ιστορικού παραδείγματος ειρηνικής συμβίωσης» (Αντίφαση!! Καμιά σχέση δεν έχουν αυτοί οι λόγοι με την επιστημονική στήριξη των ισλαμικών σπουδών).  Είπε ακόμη ότι η ίδρυση της κατεύθυνσης θα συμφιλιώσει τις πολλές διαφορετικές τάσεις και απόψεις που υπάρχουν εντός του Ισλάμ της θράκης ετεροπροσδιορισμού τόσο θρησκευτκών όσο και εθνικών ταυτοτήτων και ανέλυσε «λέγοντας ότι σε πείσμα ορισμένων συνεχίζουν να υπάρχουν μουσουλμάνοι συμπολίτες μας που να θέλουν να ονομάζοναι Έλληνες μουσουλμάνοι, αναλύοντας τις πολυετεις πολιτικές ανταγωνισμού Ελλάδος και Τουρκίας που προωθούνται σε θέματα μειονότητας και ότι η ίδρυση κατεύθυνσης μπορεί να διασφαλίσει εποχιακές πολιτικές» (Αντίφαση!!! Ο πρώην πρόεδρος στην αρχή ως πρόεδρος του Τμήματος και της συνέλευσης λέει ότι το ενδιαφέρον του Τμήματος για δημιουργία κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών δεν υπήρξε αποτέλεσμα καμιάς πολιτικής επιταγής!!!!!!! Η κ. ΣΤ. και άλλοι, αλλά και ο ίδιος στη Σύγκλητο και στη Συνέλευση του Τμήματος άλλα λένε μετά!!

O πρώην πρόεδρος είπε ότι «η προσπάθεια είναι κρίσιμη  ιστορική και αποδεικνύει τη συνέπεια του Τμήματος που είναι μεταξύ άλλων …ο σεβασμός στο διαφορετικό, τον άλλο και το άλλο. Εάν τα πράγματα δεν πάνε καλά, εάν δηλαδή η πολιτεία και το Υπουργείο δεν ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις του, (Αντίφαση!!! Ο ίδιος στην αρχή της συνεδρίασης είπε σύμφωνα με τα πρακτικά ότι το ενδιαφέρον του Τμήματος για δημουργία κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών δεν υπήρξε αποτέλεσμα καμιάς πολιτικής επιταγής εάν δεν υπάρξει προσέλευση φοιτητών ή εάν εμφανιστούν άλλης φύσεως προβλήματα τότε το Τμήμα προκειμένου να προφυλάξει τον εαυτό του μπορεί με μια απόφαση, όπως και η σημερινή, να καταργήσει αυτό που το ίδιο έφτιαξε».

Τα κριτήρια επισημαίνονται στο έγγραφο Κυριαζη του Υπ. Παιδείας στις 04-07-2014. Το Τμήμα αποφασίζει στις 10-07-2014. Στην  Κοσμητεία της Θεολογικής στις 14 -07- 2014                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                 Ο πρώην πρόεδρος του Τμ. Θεολογίας διαφωνεί και δεν δέχεται ότι η Κοσμητεία έχει εισηγητικό ρόλο αλλά διαβιβαστικό. Ο πρόεδρος του Τμήματος Ποιμαντικής διαφωνεί. Στις 26 -08-2014 η ΜΟΔΙΠ στο έγγραφό της, που στέλνει και στο Τμήμα Θεολογίας διαφωνεί με αυτό και λέει ότι ο ρόλος της Κοσμητείας σε αυτήν τη διαδικασία όταν γίνεται αναφορά σε ‘εισήγηση’, δεν νοείται απλά διαβίβαση της πρότασης αλλά τεκμηρίωση και  έκφραση γνώμης. Στις 21-07-2014 σε έγγραφό του ο τότε Πρύτανης κ. Μυλόπουλος επαναφέρει το θέμα της Εισαγ. Κατεύθυνσης στην Κοσμητεία για την υποβολή εισηγήσεως σύμφωνα με το έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας του Κυριαζή. Ο Κυριαζής απαντά σε έγγραφο του Τομέα Δογματικής που ζητούσε τη διαδικασία με την οποία θα πρέπει να ακολουθήσει το Τμήμα για να καταστει δυνατή η θεσμοθέτηση της Εισαγωγικής Κατευθυνσης.

Σημαντικό θέμα είναι η έγκριση των 145.000 Ευρώ από το ΑΠΘ και το Υπουργείο για το 2016, όταν ακόμη δεν είχε πάρει ΦΕΚ η Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών (φεβρουάριος του 2016) και φυσικά αυτά τα χρήματα θα πληρώνει ο Ελληνικός λαός σε καιρούς οικονομικά δύσκολους για μία Κατεύθυνση με πολλά προβλήματα νομιμότητας.

Η ΜΟΔΙΠ και η ΑΔΙΠ εγκρίνει το Πρόγραμμα ίδρυσης και λειτουργίας όταν α) Η κ. ΣΤ. που έχει ήδη 2 μαθήματα στο Πρόγραμμα του Τμήματος Θεολογίας (σύνολο ωρών 6) και Μεταπτυχιακά 2 μαθήματα άλλες (6) ώρες, αναλαμβάνει να διδάσκει στην Κατεύθυνση Μουσουλμανικών (8) μαθήματα (σύνολο ωρών 8Χ4= 32 ώρες) Η ΜΟΔΙΠ ουδέποτε ενέκρινε τόσα μαθήματα και τόσες ώρες για ένα διδάσκοντα σε άλλο πρόγραμμα!!!

 

Β.6 - Η ΜΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΘ ΑΠΟΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΟΡΘΟΤΑΤΑ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ΕΤΟΥΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

  • 1 -

Β.6.1 - Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΙΣΛΑΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

            Σύμφωνα με το σχετικό απόσπασμα Πρακτικού Συνεδρίασης Γενικής Συνέλευσης, ο Καθηγητής Δημήτριος Τσελεγγίδης αποφάνθηκε υπέρ της έλλειψης συνάφειας του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών με το γνωστικό αντικείμενο του Τμήματος (Ορθόδοξης Χριστιανικής) Θεολογίας, ως εξής:

«… Υπογράμμισε ότι προβληματίζεται με την ‘θρησκειολογικοποίηση’ της κατεύθυνσης και της Θεολογίας, διότι έτσι εισάγεται ο πανθεϊσμός και η αθεϊα, και ότι πουθενά στην Ευρώπη ούτε στο Ισραήλ δεν υπάρχει ενταγμένο πρόγραμμα μουσουλμανικών σπουδών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα… Τέλος δήλωσε ότι προτίθεται να καταθέσει Σημείωμα με τις παρατηρήσεις και θέσεις του επί του θέματος για να συμπεριληφθεί στα πρακτικά της συνεδρίασης».

            Ο Καθηγητής κ. Τσελεγγίδης δημοσίευσε το εν λόγω Σημείωμά του για τα πρακτικά, στο επιστημονικό περιοδικό της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, τευχ. 1 (Ιαν.-Μαρτ. 2015), σελ. 23-27. Το εν λόγω Σημείωμά του για τα πρακτικά έχει ως εξής:

«Θεσσαλονίκη, 7 Μαρτίου 2014

 

             Κύριε Πρόεδρε,

   Θεωρῶ ὅτι εἶναι ἄξια ἐπαίνου κάθε πρωτοβουλία γιά τήν ἀναβάθμιση τοῦ Τμήματός μας καί τήν ἔγκαιρη προσαρμογή του στίς προκλήσεις τῶν ἑκάστοτε καιρῶν. Καί τοῦτο, γιατί πέρα ἀπό τό εἰλικρινές ἐνδιαφέρον καί τόν σοβαρό ἐπιστημονικό προβληματισμό τῶν ἐμπλεκομένων σ’ αὐτήν τήν ἀναβάθμιση, τό ἐγχείρημα αὐτό προϋποθέτει δημιουργικό χρόνο καί κόπο ἀλλά καί ὑπομονή στίς ἀντιπαρατιθέμενες ἀπόψεις ἀγαπητῶν συναδέλφων. Ὅταν ὅμως συμβαίνει οἱ ἀναδυόμενες προκλήσεις νά προσβάλλουν αὐτήν τήν ἴδια τήν αὐτοσυνειδησία καί τήν ταυτότητά μας, ἀπαιτεῖται ὑπέρτατη ἐγρήγορση καί βαθιά αἴσθηση τῆς ἱστορικῆς εὐθύνης μας, γιά τήν ὅποια θεσμική πρωτοβουλία μας.

   Βρισκόμαστε σήμερα ἐδῶ, γιά μιά πρώτη ὑπεύθυνη καί οὐσιαστική ἐνημέρωση πάνω σέ ἕνα θέμα, τό ὁποῖο ἀξιολογικά εἶναι τόσο σημαντικό, ὅσο περίπου σημαντικό ἦταν καί ἡ ἵδρυση τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς στή Θεσσαλονίκη τό 1942, μέ ἀντιστρόφως ἀνάλογο, βέβαια, περιεχόμενο θετικῆς σπουδαιότητας.

Ὡς γνωστόν, ἡ ἱστορία τῆς σημερινῆς κρίσιμης κατάστασεως ἄρχισε πρίν ἕνα χρόνο, ὅταν τό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί Θρησκευμάτων ὑπέβαλε πρόταση πρός τό Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. νά ἀποδεχθεῖ καί νά θεσπίσει μία Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν τετραετοῦς φοιτήσεως, ἡ ὁποία θά ὁδηγήσει σέ ξεχωριστό πτυχίο τοῦ Τμήματός μας. Στήν περίπτωση θετικῆς ἀνταποκρίσεως τοῦ Τμήματός μας στό αἴτημα αὐτό, τό Τμῆμα μας θά ἔχει, ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, τήν ἀποκλειστική θεσμική, ἀλλά καί ἠθική, εὐθύνη γιά τήν καινοφανῆ αὐτή Κατεύθυνση τῶν Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν.

Νά διευκρινίσουμε ἀκόμη, ὅτι ἡ Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν θά ἀφορᾶ τήν Πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου θεολογική κατάρτιση τῶν Μουσουλμάνων Διδασκάλων τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στήν Πρωτοβάθμια καί στήν Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση.

       Μέ ἄλλα λόγια, ἀποδεχόμενοι τήν Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν στό Τμῆμα μας, συμβάλλουμε πρακτικῶς στήν ἐπιστημονική κατάρτιση καλύτερων Διδασκάλων τοῦ Ἰσλάμ στίς θρησκευτικές μειονότητες τῆς χώρας μας. Ὅμως, ὡς καθηγητές τῆς Θεολογίας, γνωρίζουμε καλῶς, ὅτι τό Ἰσλάμ ἀρνεῖται τόν Τριαδικό Θεό καί ταυτίζεται θεολογικῶς μέ τήν Χριστιανική αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἐπειδή καί αὐτό ἀρνεῖται τήν θεότητα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρᾶγμα τό ὁποῖο στρέφεται καίρια ἐναντίον τῆς νέας ἐν Χριστῷ ταυτότητάς μας καί τῆς ἐν ἡμῖν χαρισματικῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματός Του. Ἀλλά, γιά τήν ἀκρίβεια, τό Ἰσλάμ ὑπερβαίνει κατά πολύ τήν βλάσφημη θεώρηση τοῦ Ἀρειανισμοῦ γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἁπλός προφήτης καί μάλιστα κατώτερος τοῦ Μωάμεθ. Ἄλλωστε, τό Ἰσλάμ - μέ βάση τό Κοράνιο – νομιμοποιεῖ τήν βία καί τόν θρησκευτικό πόλεμο (Τσιχάντ) γιά τήν προώθηση καί ἐπιβολή τῶν πεποιθήσεών του.

Ἀπό τά παραπάνω προκύπτουν εὔλογα καί σκληρά ἐρωτήματα, τά ὁποῖα δέν ἐπιτρέπεται, σέ καμία περίπτωση, νά ἀντιπαρέλθουμε: Πρῶτον, ὡς Ὀρθόδοξοι πιστοί, καί πολύ περισσότερο ὡς Πανεπιστημιακοί Θεολόγοι, θά αἰσθανόμαστε συμβατοί μέ τήν ἐν Χριστῷ ταυτότητά μας καί τήν ἐξειδικευμένη πανεπιστημιακή ἰδιότητά μας, στήν περίπτωση πού θά προβαίναμε σέ μιά θεσμική ἐνέργεια, ἡ ὁποία ἐνισχύει τό ἐπιστημονικό profel καί συμβάλλει ἀποφασιστικά στήν θεολογική κατάρτιση τῶν ἀρνητῶν τῆς θεότητας τοῦ Κυρίου μας; Δεύτερον, περνᾶ ἀπό τό νοῦ μας καθόλου καί ὁ εὔλογος κοινωνικός ἀντίκτυπος; Πῶς θά ἀξιολογηθοῦμε, ἄραγε, ἀπό τό Χριστεπώνυμο πλήρωμα, καί πῶς θά ἀντικρύζουμε τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα, ὡς Πανεπιστημιακοί Διδάσκαλοι τῆς Θεολογίας, γιά μιά τέτοια θεσμική πρωτοβουλία μας, ἀλλά καί γιά τήν διαρκῆ συνεργία μας κατά τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς μας, κατά τῆς Κεφαλῆς τοῦ Θεανθρωπίνου σώματος τῆς Ἐκκλησίας μας;

Ἔτσι πολιτεύθηκαν οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἔναντι τοῦ θρησκευτικοῦ - εἰδωλολατρικοῦ περιβάλλοντός τους, ἀλλά καί ἔναντι τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τῆς ἐποχῆς τους; Ἔτσι, ἀντιμετώπισαν τήν καίρια ἀμφισβήτηση τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ οἱ ἅγιοι, ὅπως ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος τούς Ἰουδαίους καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τούς Μουσουλμάνους, καί μάλιστα ὡς αἰχμάλωτός τους; Τί θά λένε γιά μᾶς στόν Χριστό, ἄραγε, οἱ Νεομάρτυρες τῆς περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας; Μήπως θά μᾶς ἐπαινέσουν, ἄν θά φιλοξενοῦμε θεσμικά στό Τμῆμα μας τούς ἀρνητές τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία ἐκεῖνοι πέθαναν μέ μαρτυρικό τρόπο ἀπό τούς Μουσουλμάνους; Μέ τέτοιες ἐνέργειές μας, μποροῦμε νά ὑποστηρίζουμε, σοβαρά, ὅτι θεολογοῦμε καί δέν τεχνολογοῦμε τραγικά; Φρονοῦμε, τελικῶς, τά τοῦ Θεοῦ ἤ τά τῶν ἀνθρώπων;

Ἀλλά, μήπως μέ τίς Μουσουλμανικές Σπουδές στό Τμῆμα μας καλούμαστε νά καλύψουμε θεσμικά, Θρησκευτικές Σπουδές, οἱ ὁποῖες ἔχουν ἐκ προοιμίου καί ἀντίχριστο περιεχόμενο; Μήπως, δηλαδή, καλούμαστε, στήν πράξη, νά βάλλουμε, σαφῶς, κατά τοῦ Χριστοῦ, ἐμεῖς πού γνωρίζουμε καί διδάσκουμε τίς Βιβλικές ἀλήθειες, οἱ ὁποῖες μιλοῦν ξεκάθαρα γιά τό ἀντίχριστο πνεῦμα; Γιατί στίς Ἐπιστολές τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννου ἔτσι διαβάζουμε: «πολλοί πλάνοι ἐξῆλθον εἰς τόν κόσμον, οἱ μή ὁμολογοῦντες Ἰησοῦν Χριστόν ἐρχόμενον ἐν σαρκί· οὗτός ἐστιν ὁ πλάνος καί ὁ ἀντίχριστος» (Β΄, Ἰω. 7). Ἀλλά, καί «πᾶν πνεῦμα, ὅ μή ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι· καί τοῦτό ἐστι τό τοῦ ἀντιχρίστου, ὅ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται, καί νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστίν ἤδη» (Α΄ Ἰω. 4,3).

Θά ἀποσιωπήσουμε αὐτές τίς Βιβλικές ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας; Ἠ μήπως θά τίς ἀντιπαραθέσουμε ἐπιστημονικῶς καί ἀναπόφευκτα σέ Θεολογικό Διάλογο, μέσα στό ἴδιο τό Τμῆμα μας; Προσφέρεται ἡ ἱστορική συγκυρία γιά κάτι τέτοιο ἤ διακυβεύεται ἡ θρησκευτική, κοινωνική καί ἐθνική ἀκόμη εἰρήνη μας; (Για την) Ἀλλά ἐνδεχομένως, τό πρόβλημα αὐτό μπορεῖ νά πάρει καί διεθνεῖς διαστάσεις, μέ ἀπρόβλεπτες ἴσως συνέπειες, τίς ὁποῖες κανείς δέν μπορεῖ μέ βεβαιότητα οὔτε νά ἀποκλείσει οὔτε καί νά ἀποτρέψει. Τότε, ὅμως, ἐμεῖς θά βρισκόμαστε στό «μάτι» τοῦ κυκλῶνα, τόν ὁποῖον ἐμεῖς -ἐμμέσως πλήν σαφῶς- προκαλέσαμε.

Ἐπιπροσθέτως, ἐκτιμῶ, ὅτι μέ τήν προτεινόμενη Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν ἐπιχειρεῖται ἡ ἀπαρχή «θρησκειολογικοποιήσεως» τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς. Καί τοῦτο, λογικά, ἐκβάλλει στόν Πανθρησκειακό Οἰκουμενισμό. Στήν περίπτωση αὐτή δέν θά εἶναι καθόλου περίεργο, ἄν θά καθιερώσουμε καί μιά Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Ἀθεϊστικῶν Σπουδῶν, τή στιγμή πού κάποιοι ἀπό τούς σημερινούς καθηγητές καί φοιτητές δηλώνουν ἄθεοι. Ἔτσι, θά καλύψουμε ἐπιστημονικῶς καί αὐτήν τήν νέα «μειονότητα» τῆς ἐποχῆς μας;

Κάποιοι πολιτικοί, ἀλλά καί συνάδελφοι καί λίγοι ἱεράρχες, ὑποστηρίζουν, ὅτι λόγοι ἐθνικοί ἐπιβάλλουν τήν θεολογική κατάρτιση τῶν Μουσουλμάνων θεολόγων στήν χώρας μας. Ἐδῶ, θά πρέπει νά διευκρινίσουμε, ὅτι ὅλοι συμφωνοῦν, πώς ἡ κατά κυριολεξία θεολογική στοιχείωση τῶν Μουσουλμάνων φοιτητῶν θά γίνει μέ βάση τό Κοράνιο. Στό Κοράνιο θά στηρίζεται ὁ σκληρός πυρήνας τῶν θεολογικῶν τους μαθημάτων. Τά μαθήματα αὐτά, ὅπως προτείνονται στό Πρόγραμμα Σπουδῶν, πού ἤδη καταρτίστηκε, θά εἶναι ἔργο τῶν Μουσουλμάνων εἰδικῶν, καί ὄχι δικό μας ἔργο. Ἐμεῖς, ὅπως προβλέπεται, θά ἀναλάβουμε τό δευτερεῦον καί περιφερειακό ἔργο τῆς ἐπιστημονικῆς καταρτίσεώς τους. Ἐδῶ ὅμως ἐμφανίζεται καί τό ἑξῆς ἐπιστημονικῶς παράδοξο καί λογικῶς ἀντιφατικό. Ἀπό τή μία, ἡ πλειοψηφία τῶν συναδέλφων κάνουν λόγο γιά μή ὁμολογιακό χαρακτῆρα τοῦ Τμήματός μας καί ἀπό τήν ἄλλη τό Τμῆμα ἐμφανίζεται ἀπό τήν ἡγεσία του νά ὁδηγεῖται στήν ἵδρυση «Εἰσηγητικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν», οἱ ὁποῖες ἐκ προοιμίου εἶναι ἄκρως Ὁμολογιακές, ἀφοῦ θεμελιώνονται στό Κοράνιο.

Προσωπικῶς, ἔχω τήν γνώμη, ὅτι οἱ ἐπικαλούμενοι ἐθνικοί λόγοι μποροῦν, κάλλιστα, νά καλυφθοῦν ἀπό ἄλλα -μή Θεολογικά- Πανεπιστημιακά Ἱδρύματα. Ἔτσι, ἡ Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν μπορεῖ νά ἐνταχθεῖ ὀργανικά στό Τμῆμα Τουρκικῶν καί Σύγχρονων Ἀσιατικῶν Σπουδῶν τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἤ στό Τμῆμα Βαλκανικῶν, Σλαβικῶν καί Ἀνατολικῶν Σπουδῶν τοῦ Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ἤ στό Τμῆμα Ἱστορίας καί Ἐθνολογίας τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.

Ἄλλωστε, ἀπ’ ὅσο τουλάχιστον γνωρίζω, πουθενά στήν Εὐρώπη δέν ὑπάρχει ὀργανικά ἐνταγμένο σέ Θεολογική Σχολή παρόμοιο Πρόγραμμα ἤ Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν, οὔτε βέβαια στό Ἰσραήλ, ὅπου ὑπάρχει πολύ σημαντική Μουσουλμανική κοινότητα.

Κλείνοντας τή σύντομη αὐτή θεολογική καί ἐπιστημονική μου προσέγγιση, ἔχω νά σημειώσω καί νά τονίσω τά ἑξῆς: Ὁποιαδήποτε πολιτική, ἐθνική ἤ οἰκονομική στήριξη καί ἄν προσδοκᾶται ἀπό τό πρωτοφανές καί προκλητικό αὐτό ἐγχείρημα, ἕνα εἶναι ἀπολύτως βέβαιο γιά μένα προσωπικά καί ἴσως γιά πολλούς ἀπό τούς συναδέλφους. Τό ἐγχείρημα αὐτό δέν μπορεῖ -σέ καμία περίπτωση- νά ἔχει τήν ἐπιδοκιμασία τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας. Καί τοῦτο, γιατί ἀποτελεῖ μιά θεσμικοῦ χαρακτῆρα συνειδητή σύμπραξη στήν ἄρνηση τῆς θεότητάς Του. Ἐμφανιζόμαστε -χωρίς κἄν νά ἀναγκαζόμαστε- νά δίνουμε τά πρωτεῖα στήν κοσμική σκοπιμότητα καί ὄχι στόν ἴδιο τόν Χριστό. Αὐτό, ὅμως, εἶναι αὐτοκαταστροφικό, ἐπειδή συνιστᾶ ἐκτροπή ὑπαρξιακοῦ χαρακτῆρα. Προσωπικά, φοβοῦμαι, μήπως ἡ πρωτοβουλία μας αὐτή θά ἔχει ὀλέθριες ἐπιπτώσεις στό διεθνές κῦρος τοῦ Τμήματός μας -τό ὁποῖο, εὐτυχῶς, φημίζεται ἀκόμη γιά τίς ἐπιτυχεῖς ἐπιδόσεις του στό πεδίο τῶν ἁγιοπατερικῶν σπουδῶν. Θά ἔχει ὅμως δισμενεῖς ἐπιπτώσεις καί στήν ἐπιλογή τῶν ὑποψηφίων φοιτητῶν γιά τίς μελλοντικές σπουδές στό Τμῆμα μας, γιατί μᾶλλον θά προτιμήσουν νά σπουδάσουν σέ ἄλλα Τμήματα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῆς χώρας μας.

Καί, ἐπειδή δέν πρέπει νά προχωρήσουμε στήν ἵδρυση τῆς Εἰσαγωγικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν, χωρίς τήν πληρέστερη γνωστοποίηση τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ θέματος προτείνω καί μιά δημόσια ἐπιστημονική διοργάνωση γιά τήν ὑπεύθυνη ἐνημέρωση τόσο τῶν φοιτητῶν μας, ὅσο καί τῆς εὐρύτερης θρησκεύουσας κοινωνίας τῆς ἁγιοτόκου Θεσσα-λονίκης.

Παρακαλῶ, ἀκόμη, νά κρατηθοῦν κατά τό δυνατόν λεπτομερῶς Πρακτικά, τά ὁποῖα καί νά δημοσιοποιηθοῦν, γιατί βασικό στοιχεῖο τῆς συντεταγμένης Δημοκρατίας εἶναι ἡ ἀρχή τῆς δημοσιότητας.

Τέλος, ἀπ’ ὅσο πληροφορήθηκα ἀπό ἔγκριτους νομικούς, ἡ ἵδρυση τῆς προτεινόμενης «Εἰσαγωγικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν», στό Τμῆμα μας εἶναι ἀντισυνταγματική καί σέ ἐνδεχόμενη προσφυγή στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας θά ἀκυρωθεῖ. Γι’ αὐτό, «στῶμεν καλῶς»!».

 

 

  • 2 -

Β.6.2 - Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΓΚΟΥΛΗΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

            Σύμφωνα με το σχετικό απόσπασμα Πρακτικού Συνεδρίασης Γενικής Συνέλευσης, ο Καθηγητής Ιωάννης Κογκούλης αποφάνθηκε υπέρ της έλλειψης επιστημονικής συνάφειας του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών με το γνωστικό αντικείμενο του Τμήματος (Ορθόδοξης Χριστιανικής) Θεολογίας ΑΠΘ, ως εξής:

            «… Η κατακλείδα της τοποθέτησης του καθηγητή ήταν η ερώτηση αν σε ένα Τμήμα Θεολογίας μπορεί να υπάρξει ένα πρόγραμμα Μουσουλμανικών Σπουδών. Ο Καθηγητής ανέφερε ότι θα καταθέσει σημείωμα για τα πρακτικά της συνεδρίασης».

Ο Καθηγητής κ. Κογκούλης Ιωάννης δημοσίευσε ένα Σημείωμα – άρθρο του στο επιστημονικό περιοδικό της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, τευχ. 1 (Ιαν.-Μαρτ. 2015), σελ. 3-7. Το εν λόγω Σημείωμα - άρθρο του έχει ως εξής:

«Θεσσαλονίκη, 23 Οκτωβρίου 2014

Κύριε Υπουργέ,

            Αφού σημειώσω πως με λύπη πληροφορήθηκα την με αρ. 112113/ΙΗΕΞ/138314 εισ/8.10.14 απάντησή σας στην με αρ. 213/1.9.2014 ερώτηση του βουλευτή κ. Ιωάννη Μιχελάκη, που αφορούσε στην ίδρυση «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, προς αποφυγή  κάθε παρεξήγησης ως μέλος της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας, ΔΗΛΩΝΩ πως, στο πρόσωπο του ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ανεξαρτήτως καταγωγής, φυλής, γλώσσας, θρησκείας, τρόπου ζωής (εάν, λ.χ., είναι εγκληματίας ή άγιος), ΒΛΕΠΩ το πρόσωπο του Χριστού. Κατά συνέπεια, όσοι καταψηφίσαμε την ίδρυση «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» στο εν λόγω Τμήμα, δεν είμαστε και δεν μπορούμε, με βάση τα  «πιστεύω» μας και την επιστημονική μας κατάρτιση, να είμαστε αντίθετοι με την ανάπτυξη σχετικών σπουδών εντός της Πανεπιστημιακής κοινότητας, και μάλιστα όπως αυτές υλοποιούνται στο πλαίσιο των Πανεπιστημίων της Ευρώπης και των ΗΠΑ.

            Η αντίθεσή μας αφορά στο γεγονός ότι από επιστημονική, και όχι μόνο, άποψη δε δικαιολογείται η ένταξη Μουσουλμανικών Σπουδών σε Θεολογική Σχολή, γι’ αυτό και κάτι τέτοιο απουσιάζει από τον Πανεπιστημιακό χώρο της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Εξάλλου, τα Πανεπιστήμια δεν αποφασίζουν αυθαίρετα για τα αντικείμενα διδασκαλίας και τα προγράμματα σπουδών. Αυτό δε δηλώνει συρρίκνωση στην, όπως σημειώνετε, «ελευθερία σκέψης, λόγου και έρευνας». Απλώς εδώ ακολουθείται η σχετική νομοθεσία, την οποία καθορίζει η Πολιτεία.

            Με βάση τα παραπάνω:

1. Η Πανεπιστημιακή αυτοτέλεια του κάθε Πανεπιστημιακού Τμήματος, και στην εν λόγω περίπτωση του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, δεν είναι τόσο αδιαπραγμάτευτη, αλλά υπόκειται σε συγκεκριμένη νομοθεσία. Γι’ αυτό, στα όσα αναφέρετε, ότι δηλαδή «Η αμφισβήτηση του δικαιώματος του Τμήματος Θεολογίας και της Συγκλήτου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης να αποφασίζουν, σύμφωνα με το νόμο, για το πρόγραμμα σπουδών και τα γνωστικά αντικείμενα που θα προσφερθούν, σημαίνει την αμφισβήτηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας τους», υπάρχει σοβαρότατος αντίλογος. Συγκεκριμένα, σε κοινό με τους συναδέλφους Καθηγητές Λάμπρο Σιάσο και Δημήτριο Τσελεγγίδη έγγραφο προς το Τμήμα Θεολογίας (αρ. Πρωτ. 1274/13.6.2014), εκτός των άλλων, αναφέρουμε: «Το Τμήμα Θεολογίας διαθέτει ιδρυτικές πράξεις ύπαρξης και λειτουργίας στις οποίες ρητώς ορίζονται α) η ταυτότητά του, β) οι στόχοι και σκοποί του, γ) το γενικό γνωστικό του αντικείμενο (χριστιανική θεολογία, καθ’ εαυτή και εν σχέσει…). Οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής, τροποποίησης, προσθήκης  σε αυτά τα τρία (3) μείζονα συστατικά της υπάρξεώς του είναι δυνατή, αλλά απαιτεί αναγκαστικές πράξεις ισοδύναμες ή και ταυτόσημες προς αυτές της επανίδρυσης Τμήματος ή ίδρυσης νέου Τμήματος. Οι μόνες πράξεις που επιτρέπονται ή και επιβάλλονται από όλους τους σχετικούς Νόμου (από τον 1268 μέχρι τον 4009) είναι: Α) Οι εσωτερικές αναμορφώσεις επιμέρους μαθημάτων… Β) Οι ομαδοποιήσεις συγγενών μαθημάτων… Γ) Οι αναμορφώσεις μέσων ή/και μεθόδων για την επίτευξη των εν αρχή ιδρυτικών τεθέντων και αμετάθετων στόχων. Δ) Οριακά και με σύνεση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί και η αναπροσαρμογή των στρατηγικών για την επίτευξη των αμετάθετων αυτών στόχων…».

            Το έγγραφο καταλήγει: «Η πρόταση της Διοίκησης (του Τμήματος) να εισαχθεί η ίδρυση «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» στο υπάρχον Πρόγραμμα Σπουδών και να θεωρηθεί τροποποίηση ή αναμόρφωση του υπάρχοντος: Α) Δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τα ανωτέρω. Β) Συγχέει ανεπίτρεπτα παλαιούς και νέους στόχους. Γ) Αλλοιώνει τη φύση, την ταυτότητα και την λειτουργία του Τμήματος Θεολογίας». Έτσι, «Η εισαγωγή της «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» στο πρόγραμμα σπουδών, πέραν της παγκόσμιας διπλής πρωτοτυπίας: α) Εισαγωγική κατεύθυνση, β) Μία κατεύθυνση τετραετούς διάρκειας πλάι σε ένα πρόγραμμα τετραετές χωρίς κατεύθυνση ή κατευθύνσεις κομίζει νέους στόχους και αποτελεί νέα ακαδημαϊκή οντότητα. Όπως προσφυώς και ακριβώς και επιστημονικώς και με παρρησία  η δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας στο ‘non paper’ η ‘Εισαγωγική κατεύθυνση Ισλαμικών Σπουδών’ αποτελεί κατ’ ουσίαν ‘οιονεί Τμήμα’».

            2. Αναφερόμενος, κύριε Υπουργέ, στην απόφαση της συνέλευσης 416/7.3.2014 του Τμήματος Θεολογίας, δεν αποτυπώνετε όλη την αλήθεια. Συγκεκριμένα, η απόφαση για τη λειτουργία σ’ αυτό «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» λήφθηκε με είκοσι τρεις (23) ψήφους υπέρ, έξι (6) κατά, μία (1) λευκή και εννέα (9) απόντες. Αποκρύπτετε, επίσης, το γεγονός ότι το δεύτερο Τμήμα της Θεολογικής Σχολής, το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας ομόφωνα αντιτάχθηκε στη λειτουργία «Εισαγωγικής  κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» στη Θεολογική Σχολή. Κατά συνέπεια, σε σύνολο εβδομήντα δύο (72) μελών ΔΕΠ της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, ΜΟΝΟ είκοσι τρεις (23) ψήφισαν υπέρ. Παρενθετικά εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι έπρεπε να ζητήσετε την άποψη της Θεολογικής Σχολής Αθηνών και την επίσημη θέση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος για το εν λόγω πρόβλημα.

            3. Ακολούθως, κύριε Υπουργέ, λόγω ασφαλώς κακής πληροφόρησης, αναφέρετε την ύπαρξη στο Τμήμα Θεολογίας Τομέα Θρησκειολογίας. Σε όλα τα Θεολογικά Τμήματα υπάρχει ένα γνωστικό αντικείμενο της Θρησκειολογίας, το οποίο αναφέρεται σε όλα τα θρησκεύματα και όχι αποκλειστικά στο Ισλάμ.

            4. Πράγματι, κύριε Υπουργέ, η ακαδημαϊκή κοινότητα οφείλει να πορεύεται με βάση τις διαδικασίες που προβλέπουν οι νόμοι. Στην εν λόγω περίπτωση, το Υπουργείο σας, αφού κατήργησε την Ειδική Ακαδημία για τους Μουσουλμάνους δασκάλους, μετά την άρνηση άλλων Πανεπιστημιακών Τμημάτων να  αναπτύξουν Ισλαμικές Σπουδές, απευθύνθηκε στην Κοσμητεία της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ και, ασφαλώς, όχι και στην αντίστοιχη Κοσμητεία της Θεολογικής Σχολής Αθηνών. Ο τότε Κοσμήτορας, αντί να καλέσει Συνέλευση Σχολής, απευθύνθηκε στο Τμήμα Θεολογίας, ενέργεια μη σύννομη.

            5. Δεν γίνεται κατανοητή, κύριε Υπουργέ, η θέση σας ότι «Το Τμήμα Θεολογίας προφανώς έκρινε ότι οι θεολόγοι – οποιασδήποτε Θρησκείας – πρέπει να αποφοιτούν από τις Θεολογικές Σχολές». Δηλαδή από τις Θεολογικές Σχολές αποφοιτούν μουσουλμάνοι, βουδιστές, ινδουιστές, κ.λ.π. θεολόγοι; Πώς μπορεί να συμβεί αυτό με βάση τις ιδρυτικές πράξεις ύπαρξης και Λειτουργίας του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, στις οποίες ρητώς ορίζονται α) η ταυτότητά του, β) οι σκοποί και στόχοι του και γ) το γενικό γνωστικό του αντικείμενο (χριστιανική  θεολογία, καθ’ εαυτή και εν σχέσει…).

            6. Είναι αναληθή τα γραφόμενα πως: «Η συνύπαρξη χριστιανικής θεολογίας και μουσουλμανικής θεολογίας είναι μια συνηθισμένη πρακτική στα Πανεπιστήμια της Ευρώπης και των ΗΠΑ, καθώς οι μουσουλμανικές σπουδές υπηρετούνται κυρίως εντός του πλαισίου των θρησκειολογικών σπουδών. Ακόμα και όταν υπηρετούνται από Τμήματα Ισλαμικών Σπουδών, αυτά εντάσσονται στις Θεολογικές Σπουδές».

            Συνάδελφος της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, μετά από έρευνα, απέδειξε ότι σε Πανεπιστημιακό επίπεδο, καθώς επίσης και στο χώρο των ΗΠΑ, ΟΥΔΕΜΙΑ  σύνδεση υπάρχει μεταξύ Ισλαμικών Σπουδών και των εκεί λειτουργουσών Θεολογικών Σχολών Μάλιστα στο Πανεπιστήμιο του Tubingen, στο οποίο και αναφέρεστε, το Center of Islamic Theology, ανήκει στη Φιλοσοφική Σχολή του Tubingen. Ως Υπουργός, εφαρμόσατε το ίδιο και στον ελλαδικό χώρο.

            7. Η αντίθεσή μας στη λειτουργία «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών» σε Τμήμα Θεολογικής Σχολής ΟΥΔΟΛΩΣ σχετίζεται με την ανάγκη καταλλαγής μεταξύ μελών διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων. Εξάλλου, κύριε Υπουργέ, η ιστορία της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας ουδεμία σχέση έχει με τα όσα συνέβησαν στη Δύση κατά τον Μεσαίωνα (λ.χ. Ιερά Εξέταση). Η ίδια, ως τις μέρες μας, πορεύεται ως Εκκλησίας μαρτυρίας και                      μαρτυρίου (Κωνσταντινούπολη [ακόμη να λειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, ενώ η Αγία Σοφία στην Τραπεζούντα του Πόντου ξανάγινε τζαμί!!, κατεχόμενη Κύπρο [οι συλημένες Εκκλησίες, έχοντας μετατραπεί σε ξένους προς τη λατρεία χώρους χρήσης, αποτελούν αψευδείς μάρτυρες απάνθρωπης συμπεριφοράς], Σερβία [οι κατεστραμμένες ιστορικές εκκλησίες και μοναστήρια που σεβάστηκαν οι αιώνες, πολλές και πολλά από τα οποία είχαν χαρακτηριστεί ως μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς, μας υπενθυμίζουν τα απάνθρωπα τεκταινόμενα από «πολιτισμένους» ανθρώπους], Σκόπια [ο Ορθόδοξος Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Ιωάννης, ως σύγχρονος νεομάρτυρας, «λιώνει» στη φυλακή], Μέση Ανατολή [συγκλονίζουν τα φρικτά μαρτύρια, το ξερίζωμα και η εξαφάνιση των χριστιανών]).

            8. Στις Θεολογικές Σχολές ουδέποτε ζητήθηκε από τους φοιτητές «πιστοποιητικό νομι»οφροσύνης». Ο κάθε νέος, ανεξάρτητα, εάν πιστεύει ή όχι, ή εάν είναι ορθόδοξος, ή μουσουλμάνος, ή βουδιστής κ.λ.π., μπορεί να φοιτήσει στις Θεολογικές Σχολές. Όμως, όπως ο καθένας, ανεξαρτήτως καταγωγής, φυλής και θρησκεύματος, που θα θέλει να σπουδάσει σε Φιλοσοφική Σχολή της Ελλάδος, θα παρακολουθήσει μαθήματα ελληνικής φιλοσοφίας και ελληνικής γλώσσας και όχι μαθήματα λ.χ. κινεζικής φιλοσοφίας και γλώσσας, έτσι και στις Θεολογικές Σχολές, οι οποίες αντιμετωπίζουν, όπως γράφετε, «στην πράξη την ελευθερία του ανθρώπου… ως δώρο θεόσδοτο», όποιος θελήσει να σπουδάσει, θα εντρυφήσει στη μελέτη των κειμένων και των μνημείων της δισχιλιετούς ζωής και δράσης της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας. Αυτό το ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ προσφέρουν, μέσω των Προγραμμάτων τους, οι Θεολογικές Σχολές σε σημαντικό αριθμό ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών. Αυτοί, στη συνέχεια, αναδεικνύονται οι ανά την υφήλιο καλύτεροι ΠΡΕΣΒΕΙΣ της Ελλάδος.

            9. Για να μην προσδώσουμε στις θεολογικές Σχολές ομολογιακό χαρακτήρα, αποφύγαμε να μιλούμε για Ορθόδοξες Θεολογικές Σχολές. Όμως, με τη λειτουργία «Εισαγωγικής κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών», το Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ γίνεται Ομολογιακό!!! Και επειδή αναφέρεστε στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, απλώς υπενθυμίζω πως ΟΛΟΙ οι επίσκοποι της Εκκλησίας μας είναι απόφοιτοι των Θεολογικών Σπουδών.

            Τελειώνοντας, κύριε Υπουργέ, σημειώνω πως, από την Πολιτεία εξαρτιόταν η, για το καλό της Εκκλησίας και του Γένους, ανάπτυξη των θεολογικών σπουδών (Ως Κοσμήτορας [2006-2010] παρουσίασα ολοκληρωμένη μελέτη για την ίδρυση Τμήματος «Θεολογικών εφαρμογών» με δύο κατευθύνσεις: α) εκκλησιαστικής μουσικής κ.λ.π. και β) αγιογραφίας κ.λ.π. Η προσπάθεια πολεμήθηκε, γι’ αυτό και δεν καρποφόρησε, [βλ. Διακονώντας ως Κοσμήτορας τη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ – Πεπραγμένα Κοσμητείας 2006-2010, Θες/νίκη 2010, σσ. 410-459]).

            Δυστυχώς, τώρα από εσάς και τους διαδόχους σας εξαρτάται η, τουλάχιστο, αναχαίτιση της μετάλλαξης, συρρίκνωσης ή και κατάργησης των Θεολογικών Σπουδών της πατρίδας μας, της προσπάθειας, δηλαδή, που ηγούνται Νεοέλληνες, με στόχο την αποδόμηση των Πανεπιστημιακών θεολογικών σπουδών. Βέβαια, όπως και εμείς, είναι και αυτοί απόγονοι των ηρωικών Ρωμιών, οι οποίοι κατά την Τουρκοκρατία, παρότι, όπως οι σημερινοί χριστιανοί στη Μέση Ανατολή, υπέστησαν τα πάνδεινα, δεν αλλαξοπίστησαν, δεν τούρκεψαν).

            Προσωπικά εύχομαι τόσο εσείς όσο και ο Πρύτανης και οι Συγκλητικοί του ΑΠΘ να μη διακατέχεστε από ενοχές, εάν, με τις υπογραφές σας, επικυρώσετε τη μετάλλαξη και «άλωση» μιας ιστορικής Σχολής, όπως είναι η Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

            Ας μη ξεχνούμε ότι η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, παρά τον εναντίον της, εντός, δυστυχώς, της πατρίδος μας, κρυφό ή φανερό διωγμό, έσωσε το Γένος μας, παλαιότερα από τον εκλατινισμό και στη συνέχεια από τον εκτουρκισμό».

 

-3 -

Β.6.3 - Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΙΑΣΟΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

            Σύμφωνα με το σχετικό απόσπασμα Πρακτικού Συνεδρίασης Γενικής Συνέλευσης, ο Καθηγητής Σιάσος Λάμπρος αποφάνθηκε υπέρ της έλλειψης επιστημονικής συνάφειας του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών  Σπουδών με το γνωστικό αντικείμενο του Τμήματος (Ορθόδοξης Χριστιανικής) Θεολογίας ΑΠΘ, ως εξής:

«… Η αρχική ιδέα ίδρυσης κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών υπεστήριξε πως δεν έχει επιστημονική αιτιολόγηση… Ακολούθησε μια 15΄ τοποθέτηση, την οποία δεσμεύτηκε ο ομιλών να καταθέσει στο Τμήμα για την ενημέρωση των Πρακτικών…».

Ο Καθηγητής κ. Σιάσος Λάμπρος δημοσίευσε το εν λόγω Σημείωμά του για τα πρακτικά, στο επιστημονικό περιοδικό της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων, τευχ. 1 (Ιαν.-Μαρτ. 2015), σελ. 28-33. Το εν λόγω Σημείωμά του για τα πρακτικά έχει ως εξής:

«Σχετικά μέ τήν ἵδρυση «Εἰσαγωγικῆς κατεύθυνσης» ἀλλιῶς «ἑνός οἱονεί Τμήματος» Ἰσλαμικῶν σπουδῶν μέσα στό Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ.

***

Εὐχαριστῶ κι ἐγώ τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς πού ἐμόχθησαν ἕνα χρόνο τώρα καί μᾶς ἔφεραν τήν σχετική πρόταση. Λόγῳ τῆς σοβαρότητος τοῦ θέματος σπεύδω νά καταθέσω κάποιες, χρήσιμες νομίζω, ἀπόψεις καί κρίσεις.

Α´

Ἱστορικό παλαιό

α) Πρό δεκαετιῶν ὑπῆρχε ἐδῶ στήν Θεσσαλονίκη καί φυτοζωοῦσε εἰδική σχετική Ἀκαδημία. Τό ἐνδιαφέρον περιορισμένο, ὁ σχεδιασμός ἀβαθής, ἡ στελέχωση προβληματική, ἡ σκοποθεσία νεφελώδης. Κάποια στιγμή ἔκλεισε.

β) Ἐν συνεχείᾳ ἱδρύθηκε στά χαρτιά ἄλλο σχετικό σχῆμα. Δέν λειτούργησε ποτέ!

γ) Ἰνστιτοῦτο Ἰσλαμικῶν σπουδῶν εἶχε προταθεῖ ἀπό κάποιους (καί καθηγητές δικούς μας) νά ἱδρυθεῖ στό Πανόραμα μέ στήριξη (καί οἰκονομική) ἀπό πολιτικούς. Ἔμειναν στήν πρόταση. Λόγῳ προχειρότητας. Ἤ εὐηθείας.

δ) Σήμερα ὑπάρχουν εὐάριθμες συστημένες σχετικές μονάδες (περιοχές, γνωστικά ἀντικείμενα, τομεῖς σέ τρία τουλάχιστον Ἑλληνικά Πανεπιστήμια.

Β´

Ἱστορικό τελευταίας (τετάρτης, πολιτικῆς) πρότασης. Γνωστή ἡ ἱστορία ὡς ἐπαναλαμβανόμενο σκέτς, χρήσιμη ἡ ὑπόμνησή της.

Διδάκτωρ στά Μουσουλμανικά ἀπό τό Πάντειο, πολυπράγμων πολιτικός, γενικός γραμματέας στέλνει πέρσι τόν Ἀπρίλιο ἐπίσημο ἔγγραφο στίς δύο Θεολογικές Κοσμητεῖες. Οἱ Κοσμητεῖες δέν ἀπαντοῦν. Ἀπαντᾶ ὅμως τό Τμῆμα μας. Συστήνεται Ἐπιτροπή. Δύο θρησκειολόγοι, ἕνας Λειτουργιολόγος, ἕνας τῆς Κοινωνιολογίας, ἕνας ἤ δύο τῆς Δογματικῆς καί ἕνας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Κανείς ἀπό τούς τρεῖς τῶν Παιδαγωγικῶν.

Ἡ Ἐπιτροπή δουλεύει ἕνα χρόνο. Συνεδριάζει ἐνίοτε καί μέ τήν παρουσία ἐξωθεσμικῶν (Ὑπουργεῖα Ἐξωτερικῶν καί Παιδείας, Ἐπίσκοποι 2-3-4). Ἐπειδή ἐπισημαίνονται δυσχέρειες, διαφωνίες, ἀντιρρήσεις, τό Ὑπουργεῖο στέλνει «non paper» μέ ὁδηγίες. Πρωτάκουστο. Πρωτόγνωρο. Εὐτελιστικό. Προκλητικό. Ὑποτιμητικό. Ἡ κεντρική Διοίκηση συμβουλεύει Καθηγητές Πανεπιστημίου μέ ἀνυπόγραφα χαρτάκια. Πράξη, κατ᾽ ἐμέ, στά ὅρια οὐχί τῆς νομιμότητας, ἀλλά τῆς παρανομίας. Ὅταν ἐζήτησα στόν Τομέα τό σχετικό κείμενο, μοῦ ἐδόθη, ἀλλά μοῦ συστήθηκε κομψά νά μήν διαρρεύσει. Βεβαίως ὅλα συζητοῦνται ἐν στενῷ κύκλῳ.

Ὅμως τό κυοφορούμενο Πρόγραμμα ἀρχίζει νά διαρρέει. Τότε συμβαίνουν δύο τυχαῖα συμβάντα.

Πρῶτο συμβάν διαρκείας. Τήρηση διακριτικῆς μυστικότητας. Τό ἤ τά mail(s) δέν κοινοποιοῦνται γιά μῆνες. Μέχρι καί πολιός Ἐπίσκοπος ἐδέχθη κομψή πρόταση νά μήν μιλάει δημόσια γιά τήν ἀντίθεσή του.

Δεύτερο συμβάν οὐχί ὑψηλῆς (πολιτικῆς καί πανεπιστημιακῆς) ὑποστάθμης. Μέ ὑπουργική ἀπόφαση δίνονται 190 τόσες χιλιάδες εὐρώ τά Χριστούγεννα γιά Πρόγραμμα Ἐπιμόρφωσης Μουσουλμάνων τῆς Θράκης Ἑλλήνων. Δηλαδή λεφτά πέντε περίπου φορές ὁ προϋπολογισμός τοῦ τμήματος.

Τό Πρόγραμμα τρέχει. Μαζί καί τά λεφτά. Μαζί καί οἱ συνειρμοί. Αὐτά τά λεφτά ὑπόσχονται ἤ τίκτουν κι ἄλλα λεφτά; Ἤ μήπως κάμπτουν ἀντιρρήσεις; Πάντως ἡ διαφάνεια τῆς Συγκυβέρνησης δουλεύει ἄψογα. Καί μέ ἀποτέλεσμα!

Γ´

Ἡ ἀρχική ἰδέα-δηλαδή ἡ τελική πρόταση θεσμικῶς προβληματική καί ἐλαττωματική.

Παρά τήν νομοτεχνική ὑποστήριξη πού παρέσχε τό Ὑπουργεῖο ἀνεπίσημα (δηλαδή παράτυπα) ὡς ἀνυπόγραφη, δηλαδή κρυφίως καί ἀνευθύνως, ἡ ἰδέα καί ἡ πρόταση πάσχει πάθη θεσμικά ἀθεράπευτα. Τόσο πού μέ ἁπλῆ προσβολή της, θά καταπέσει ὡς θνησιγενής.

Δέν ὀρίζει μέ εἰδική τεκμηριωμένη ἐπιστημονική αἰτιολόγηση ὅσα πάγια προβλέπονται ἀπό τόν 1268 (μέ ὅσα ἰσχύουν) καί τόν 4009 πού εἶναι αὐστηρότερος. (σκοπός, ἀνάγκη, μέσα, ὑποδομή, προσωπικό, διαδικασίες ἐπιλογῆς εἰδικῶν καθηγητῶν, μελέτη ξεχωριστή ἐνδιαφέροντος, δηλαδή παραληπτῶν καί ἀποτελέσματος μέ αὐστηρό χρονοδιάγραμμα. Ἡ τελική πρόταση παρά τόν μόχθο τῆς Ἐπιτροπῆς εἶναι στόν πυρήνα της αὐτούσια ἡ πολιτική ἰδέα οὐχί τοῦ Ὑπουργοῦ, οὐχί τῆς Κυβέρνησης, ἀλλά ἑνός Γραμματέα, στολισμένη μέ ψιμύθια, μέ φτιασίδια. Ἡ τελική πρόταση θεωρεῖ θεμελιωμένη ἐπιστημονικά τήν πολιτική ἰδέα ἐπειδή ἡ ἰδέα φοράει τήν παρένδυση τοῦ «ἐθνικοῦ σκοποῦ» ἤ τῶν ἐθνικῶν λόγων-σκοπιμοτήτων. Γίνεται χρόνια ἀνεπισήμως, πρώτη φορά ὅμως ἐπισήμως θά στηθεῖ Πανεπιστημιακό Τμῆμα γιά «ἐθνικούς λόγους». Καί οἱ ὁποῖοι ἁπλῶς νοοῦνται. Δέν λεπτολογοῦνται, οὔτε τεκμηριώνονται. Γιά πρώτη φορά ἐπισήμως ὄργανα πανεπιστημιακά καί καθηγητές ἀκυρώνονται μπροστά στήν πολιτική ἐπίκληση μή ἐπιστημονικῆς σκοποθεσίας.

Καί τό ἀπροσδόκητο. Ἐνῶ οἱ πολιτικοί τῶν τελευταίων δεκαετιῶν ἐπικαλοῦνται τούς ἐθνικούς λόγους γιά δικούς τους σκοπούς εὐθύνους, ἐμεῖς δέν μπαίνουμε στόν ἐρευνητικό πειρασμό νά διαλύσουμε ἐπιστημονικά αὐτή τήν ἐπίκληση. Ἴσα-ἴσα τήν υἱοθετοῦμε ὡς μᾶς σερβίρεται καί ἔτσι τήν νομιμοποιοῦμε.

Κορύφωση τῆς θεσμικῆς παράκαμψης καί παθολογίας ἀποτελεῖ ἡ κραυγαλέα καί ἀπουσία καί σιωπή τῆς Κοσμητείας ἀπαράδεκτη καί ἀναιτιολόγητη, νομίζουμε, σύμφωνα μέ τόν αὐστηρό σ᾽ αὐτά ἰσχύοντα (4009).

Ὑπέρ τήν κορύφωση, ἡ ἰταμή, ἡ κυνική διαρροή στήν Ἐπιτροπή «ἔχουμε μιλήσει, ἔχουμε ἐπαφή, θά περάσει ἀπό πάνω» (ἐννοοῦν τήν Σύγκλητο; Ἐννοοῦν τήν Πρυτανεία; ἐννοοῦν τό Ἀνώτατο Συμβούλιο; Δέν γνωρίζω!)

Γιά τό Τμῆμα, κουβέντα. Ἕνα χρόνο τώρα τριάντα τόσοι καθηγητές δέν γνωρίζουν τίποτε. Εἰκάζουν ὅτι ὑπάρχουν τά κουκιά. Γι᾽ αὐτό ἴσως δέν ἀνησυχοῦν. (...)

Δ´

Ἑρμηνεία φιλοσοφική-πολιτική τῆς ἀρχικῆς ἰδέας - τελικῆς πρότασης.

Ἐπειδή δέν εὑρῆκα στήν βιβλιογραφία καμμία πολιτική ἀνάλυση τῆς ἰδέας ἐπιχείρησα ὁ ἴδιος μιά δοκιμή ἑρμηνείας-φανέρωσης. Ἔχει ὡς ἑξῆς:

Τεσσάρων σταδίων Ἀνθρωπιστικοί πόλεμοι τοῦ σήμερα

τριῶν ἀφανῶν καί ἑνός φανεροῦ σταδίων φιλοσοφική-πολιτική ἑρμηνεία.

Πρῶτο στάδιο ἀφανές

Ἐδῶ καί πολλά χρόνια μεταφέρονται καί στόν τόπο μας θεωρίες-πολεμοφόδια βραδυγλεγῆ: Ἀνεκτικότητα, πολυ-πολιτισμός, σεβασμός ἑτερότητας, διαθρησκειακοί διάλογοι. Διανοούμενοι, ἐφημερίδες, δάσκαλοι, σχολεῖα, προγράμματα, ἐκκλησιαστικά γραφεῖα ἀναλαμβάνουν νά τά προπαγανδίσουν, νά τά διακινήσουν. Ἄλλοτε φανερά ἄλλοτε διακρικά, ἀλλά πάντοτε ἀποτελεσμαστικά καί μέ πολλά-πολλά γρόσια κρατικά καί μή. Ὁ πολύς κόσμος τά καταπίνει αὐτά τά ἰδεολογήματα. Ἀλλά δέν τά χωνεύει. (Δέν τά χωνεύει μεταφορικά καί κυριολεκτικά).

Δεύτερο στάδιο ἀφανές

Σέ εὐαίσθητους χώρους (παιδεία, ἐκκλησία, ἱστορία, ἐξωτερική πολιτική), τό ἄλλο, τό διαφορετικό, τό τάχα καταπιεσμένο, τό μειονεκτικό ἤ μειονοτικό, ἀνεπαίσθητα ἀνυψώνεται σέ ἰσότιμο ἑταῖρο. Μέ στοχευμένες θεσμικές κινήσεις τακτικῆς.

Αὐτό δύσκολα καταπίνεται. Καί πάντως μέ τίποτα δέν χωνεύεται. Αὐτό δημιουργεῖ ἔνταση, θυμό, ὀργή. Αὐτό θέλει τό πολεμικό σχέδιο. Νά σωρεύσει συμπίεση, κοινωνική πίεση. Τόσην πολλή ὥστε ὅταν δοθεῖ ἡ ἐντολή, νά φτιάξει ἔκρηξη. Ἔκρηξη κοινωνική, ἔκρηξη θρησκευτική, ἔκρηξη πολεμική.

Στάδιο τρίτο ἀφανές

Οἱ ἀχυράνθρωποι, λαμβάνουν τήν τελική ἐντολή τῆς ἀνάφλεξης: ἑνῶστε τά καλώδια. Προκαλεῖται χάος τεχνητό πρῶτα, πραγματικό ὕστερα. Οἱ ἀχυράνθρωποι δηλώνουν ἀδύναμοι νά χειρισθοῦν τό χάος. Καί καλοῦν τούς προστάτες. Οἱ προστάτες ἔρχονται μαζί μέ τίς μπουλντόζες. Ἐγκαθίστανται καί πιάνουν δουλειά. Καί βγάζουν λεφτά.

Στάδιο τέταρτο τελικό φανερό

Γιουγκοσλαβία, Ἀφγανιστάν, Ἰράκ, Λιβύη, Τυνησία, Μαλί, Αἴγυπτος, Κύπρος, Συρία, Τουρκία, Οὐκρανία. Παντοῦ ἡ ἴδια στρατηγική ἀνθρωπιστικῶν πολέμων· λαοί καθημαγμένοι, ὑποτελεῖς, λεηλατημένοι.

Καί ἡ Ἑλλάδα; Ἰδού μιά πτυχή τοῦ σχεδίου γιά τήν Ἑλλάδα. Ὅπως καί στίς ἄλλες χῶρες, οἱ ξένοι δυνάστες ἀνασύρουν καί παίζουν τό χαρτί τοῦ θρησκευτικοῦ καί τοῦ ὁμολογιακοῦ. Ἤδη περπάτησαν τό στάδιο Ἄλφα: Πάνω ἀπό δέκα χρόνια πλύση ἐγκεφάλων μέ τά πολυπολιτισμικά. Καί ξεκινοῦν τό δεύτερο στάδιο: θεσμική ἀνύψωση τοῦ διαφορετικοῦ, τοῦ μειονοτικοῦ. Καί προκλητικά, ἐνῶ ἀπηγόρευσαν τό χριστιανικό ὁμολογιακό, φυτεύουν στήν καρδιά τῆς Θεσσαλονίκης τό ἰσλαμικό ὁμολογιακό. Ἐπίτηδες. Προγραμματικά. (Μέ βοήθεια, τίς συμμαχίες τῶν προθύμων). Γιά νά προκαλέσουν ὀργή, ἔνταση. Νά σωρεύουν ἀγανάκτηση. Ἐδῶ ἀκριβῶς βρισκόμαστε σήμερα.

Αὔριο - μεθαύριο, ὅταν στηθεῖ τό σκηνικό, θά ἑνώσουν τά καλώδια. Ἄς ποῦμε μιά ἀψιμαχία στημένη, φοιτητῶν χριστιανῶν καί φοιτητῶν μουσουλμάνων στό ἴδιο ἀμφιθέατρο. Ἡ Θράκη θά ξεσηκωθεῖ. Οἱ ἀπό ἀνατολῶν θά σπεύσουν σέ βοήθεια. Καί οἱ δυνάστες θά τρίβουν τά χέρια τους. Θά ἔρθουν νά μᾶς σώσουν. Θά φέρουν καί τίς μπουλντόζες. Ὅπως καί στό Ἰράκ, ὅπως στή Συρία. Ὅπως στήν Κύπρο.

Καί οἱ σημερινοί ἀχυράνθρωποι θά γίνουν ἀρχηγίσκοι σέ ἕνα διαμελισμένο, σ᾽ ἕνα καθημαγμένο σῶμα. Καί θά βγάζουν λόγους, θά διδάσκουν θεολογία μέ βότκα, καλτσόν καί συμπάθεια.

Ε´

Ἐκκλησιαστικές διαφωνίες

Ἡ ἐπεξεργασία τῆς πολιτικῆς ἰδέας-πρότασης δημιούργησε καί τροφοδοτεῖ διενέξεις ἤ ἔστω διαφωνίες Μητροπολιτῶν.

Οἱ ἐπιχώριοι (Ξάνθης, καί Μαρωνείας;) λένε «ναί» καί ἐπικροτοῦν. Ὅμως δέν θέλουν τό κατασκεύασμα στίς Ἐπαρχίες του (Στό χωριό μου λένε· «πονηρός ὁ βλάχος, μακριά ἀπό τό μαντρί μου κι ἄς εἶναι ὅ,τι θέλουν, ὅπου θέλουν») Ὁ ᾽Αλεξανδρουπόλεως, (ἀλήθεια ὡς τί;) λέει ἀσμένως «Ναί». Καί ὁ Θεσσαλονίκης λέει «Ὄχι». Βγάλτε τώρα ἐσεῖς ἄκρη.

Ἐμεῖς ὡστόσο προτιθέμεθα νά στείλουμε τά σχετικά στήν Ἱεραρχία· νά μᾶς ποῦν, τί πρεσβεύει ἐν τέλει περί αὐτοῦ, αὐτό τό πολυπράγμον Σῶμα τῶν ᾽Επισκόπων.

ΣΤ´

Ἐπιστημονικό ἔκτρωμα

Ἡ ἀρχική πολιτική ἰδέα, ὡς τυπικά νομιμοποιημένη τελική πρόταση δέν πάσχει μόνον θεσμικῶς καί πολιτικο-φιλοσοφικῶς. Ἰδέα καί πρόταση συνιστοῦν ἐπιστημονικό ἔκτρωμα: παρά φύσιν σύλληψη-γένεση-κατασκευή.

Σαφηνίζω καί αἰτιολογῶ μετ᾽ ἀκριβείας ὅσης δυνατῆς.

1) Μέχρις ἐχθές ἐπί εἴκοσι χρόνια οἱ ἐγχώριοι λαλίστατοι μᾶς ἐζάλισαν μέ τά ἀντι-ὁμολογιακά κηρύγματά τους. Ὅτι, ἄς ποῦμε, ἡ θεολογία τοῦ Τμήματός μας εἶναι γενικά οὐδέτερη. Δέν εἶναι, δέν ἐπιτρέπεται νά εἶναι ὀρθόδοξη, παπική, προτεσταντική, ἐν τέλει ὁμολογιακή.

Τώρα οἱ ἴδιοι λαλίστατοι εἰσάγουν στήν Θεολογία τοῦ Τμήματός μας τήν πιό ριζοσπαστική, τήν πιό ἀκραία σ᾽ ὅλο τόν κόσμο «ὁμολογιακή θεολογία», τήν Μουσουλμανική. Αὐτό ἐπιστημολογικά εἶναι ἔωλο καί ἀστήρικτο. Ὅπως καί παλαιότερα, ἔτσι καί τώρα δηλώνω ἀπηνής διώκτης τοῦ ὁμολογιακοῦ (πάσης κοπῆς), ὅταν πρόκειται γιά δημόσιο Πανεπιστήμιο.

2) Μέχρις ἐχθές τό Πρόγραμμα Σπουδῶν μας εἶχε τόν κύριο κορμό τῶν θεολογικῶν (χριστιανικῶν) μαθημάτων. Καί ἐνισχύετο - ὑπεστηρίζετο ἀπό περιφερειακά θύραθεν μαθήματα-γνωστικά ἀντικείμενα. Ὀλίγα, παλαιότερα· περισσότερα τήν σήμερον.

Τώρα δύο μαθήματα ἑνός γνωστικοῦ ἀντικειμένου ὑπερυψώνονται σέ Τμῆμα μέσα στό Τμῆμα. Αὐτό συνιστᾶ ἐκπαιδευτικό καί ἐπιστημονικό «coup-d' état», δηλαδή κτύπημα τοῦ κράτους τουτέστιν «πραξικόπημα».

3) Μέχρι τώρα ἕλληνες, χριστιανοί ἤ μή ἐδίδασκαν σέ κάθε ἐνδιαφερόμενο θεολογία, τώρα γιά πρώτη φορά σ᾽ ὅλον τόν κόσμο θεολόγοι τῆς χριστιανικῆς παραδόσεως καί ἄλλοι (ἀλήθεια ποῖοι;) τοῦ Ν. 407 (ἀπό τήν Μ. Ἐκπαίδευση; ἀπό τό Πάντειο; θά διδάξουν μουσουλμανική θεολογία σέ Μουσουλμάνους. Γιά νά ἐννοήσουμε τό εἶδος τῆς σύλληψης, ἄς φαντασθοῦμε Τούρκους Ἰσλαμολόγους τῆς Κωνσταντινούπολης νά διδάσκουν Παλαιά, Καινή Διαθήκη, Ἐκκλησιαστικό Δίκαιο, Χριστιανική Λατρεία σέ χριστιανούς φοιτητές-μελλοντικούς ἐκπαιδευτικούς τῆς Κωνσταντινούπολης ἤ τῆς Τουρκίας (Ἀπορία: Μήπως αὐτό σχεδιάζουν κάποιοι ἐγκέφαλοι ὡς δεύτερο βῆμα;).

4) Μέχρι τώρα ἡ ἐκπαιδευτική καί διδακτική στρατηγική τοῦ Τμήματος τηρεῖ τό ἐπιστημονικῶς ἀσύγχυτον καί ἄφυρτον τῶν θρησκευτικῶν παραδόσεων. Αὐτό τό πράττει γιά λόγους ἐπιστημονικῆς καί ἐρευνητικῆς συνέπειας. Ἴσως καί γιά λόγους θεολογικῆς ἀκριβείας. Τώρα ἐπιχειρεῖται ἀντιεπιστημονικός φυρμός δύο ἀλλότριων θρησκευτικῶν παραδόσεων σέ ἕνα καλούπι-τμῆμα.

5) Ἡ πολιτική αἰτιολόγηση (τοῦ ἐθνικοῦ σκοποῦ) συνιστᾶ ἔκτρωμα: πολιτικό, θεσμικό, ἐπιστημονικό καί ἐκπαιδευτικό ἐξάμβλωμα. Πού καταρακώνει τήν εἰκόνα τοῦ Δημόσιου Πανεπιστημίου. Γιά πρώτη φορά ‒τό λέει καί ἡ Ἐπιτροπή‒ (ἀλλά ἀλλιῶς!) στήν Ἱστορία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Πανεπιστημίου ἀναβιώνει ὁ μεσαιωνικός - ρατσιστικός - ἐκλεκτισμός - ἀποκλεισμός γιά εἰδικούς φοιτητές. Ἐπί τῇ βάσει τοῦ κριτηρίου τῆς θρησκευτικῆς πίστεως. Καί ἐνῶ ὁ Δαφέρμος καί οἱ διάδοχοί του μᾶς ἔπρηξαν ὅλα τά στομαχικά ὄργανα μέ τήν ἀπαγόρευση νά δημοσιοποιεῖται ἤ νά χρησιμοποιεῖται ἡ θρησκευτική πίστη ὡς δημόσιο γνώρισμα τοῦ σύγχρονου πολίτη, κάποιοι σύγχρονοι φωστῆρες θέλουν νά μᾶς γυρίσουν στόν Μεσαίωνα ἤ στήν Μπούρκα.

Εἶχα καί ἄλλες ἐπισημάνσεις κρίσιμες καί ὄχι δευτερεύουσες. Θά τίς πῶς δι᾽ ἄλλης ὁδοῦ ἀφοῦ ὁ χρόνος ὁρίστηκε περιορισμένος.

Ἔμεινα εἰς τά μείζονα. Καί κλείνω μέ μιά ἁπλῆ πρόταση εἰσαγωγική. Προκειμένου νά ἰαθοῦν ὅσα ἡ μέχρι τώρα διαδικασία ἔτρωσε, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι

α) Νά δημοσιοποιήσουμε τά πάντα.

β) Νά ἀνοίξουμε δημιουργικό/ἐπιστημονικό διάλογο μέ ὅλους τούς ἐμπλεκόμενους φορεῖς (Μουσουλμάνοι, ἄραγε ἐρωτήθηκαν; Καί τί εἶπαν;) Διοικοῦσα Ἐκκλησία, Κοινωνικοί φορεῖς, φοιτητές;

γ) Νά ἀκούσουμε εἰδικούς καί ἀπό ἄλλους χώρους.

Καί ὅλα αὐτά μέ ἄνεση χρόνου.

Ἄν σήμερα συζητήσουμε καί τήν ἄλλη ψηφίσουμε, αὐτό κινδυνεύει νά μᾶς καταλογισθεῖ ὡς ἑξῆς: ὅτι ἐκτελοῦμε πολιτική ἐντολή. Ὅτι εἴμαστε διεκπεραιωτές, οὐχί ἐπιστήμονες καθηγητές.

Ὑστερόγραφο. Συζήτησα μέ εἰδικό ἐπιστήμονα ἄλλου Τμήματος. Καί ἑτοιμάζεται κείμενο, τό ὁποῖο ὑπάρχει πρόθεση νά σταλεῖ σέ ἁρμόδιο εἰσαγγελέα. Γιά νά διερευνηθεῖ ἄν τά δημόσια χρήματα ὡς πρόγραμμα ἐπιμόρφωσης Μουσουλμάνων ἠμποροῦν νά δίνονται σ᾽ ἕνα Τμῆμα τήν στιγμή πού οἱ καθηγητές συζητοῦν γιά ἵδρυση συναφοῦς Τμήματος».       

 

  • 4 -

Β.6.4 - ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΤΡΕΙΣ (3) ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΔΗΛ. ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΓΚΟΥΛΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΚΑΙ  ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΙΑΣΟΣ, ΑΠΟΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

            Σε συνάφεια με την από 13-6-2014 Γενική Συνέλευση του Τμήματος Θεολογίας, οι Καθηγητές Ιωάννης Κογκούλης, Δημήτριος Τσελεγγίδης και Λάμπρος Σιάσος κατέθεσαν, για τα πρακτικά της ίδιας συνεδρίασης, το υπ’ αριθ. πρωτ. 1274/13-6-2014 κοινό έγγραφό τους με θέμα «Σχετικά με το Πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος», στην αρχή του οποίου αναφέρουν επί λέξει: «Το υπό συζήτηση θέμα, το οποίο φέρατε προς συζήτηση στη Συνέλευση, είναι σύνθετο, αποτελούμενο από τρία μείζονα και αυτοτελή ζητήματα που ως διακριτοί αριθμητές επικάθονται σε ένα άδηλο παρονομαστή. Α) Παιδαγωγική επάρκεια – κατάρτιση, Β) «Μίνι» (sic) αναμόρφωση Προγράμματος Σπουδών (Π.Σ.), Γ) «Εισαγωγική» (sic) κατεύθυνση Ισλαμικών Σπουδών (ΕΙΣ.ΚΑΤ.ΙΣ.Σ.)».

Στο εν λόγω κοινό έγγραφό τους οι εν λόγω τρεις (3) Καθηγητές του Τμήματος Θεολογίας, σε σχέση με την ίδρυση εισαγωγικής κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών στο Τμήμα τους - μεταξύ άλλων - αναφέρουν:

«Ερωτήματα σοβαρά προκαλεί η διασύνδεση του παγίου ζητήματος για την ετήσια αναμόρφωση του Προγράμματος Σπουδών (Π.Σ.) προς την αποφασισμένη ίδρυση «Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Ισλαμικών Σπουδών» (ΕΙΣ.ΚΑΤ.ΙΣ.ΣΠ.). Με τη διασύνδεση κατά την κρίση σας, επιχειρείται να υποστηριχθεί πλαγίως η ίδρυση – έγκριση της κατεύθυνσης. Αφού θα προταθεί «αναμόρφωση προγράμματος» τότε υπολογίζουν οι υποστηρικτές της, δεν χρειάζεται ειδική, ξεχωριστή, αυτοτελής και παντελώς διαφορετική  διαδικασία διαδοχικών εγκρίσεων από το σύνολο της καθέτου διοικήσεως (Κοσμητεία, Πρυτανεία, Σύγκλητος, Υπουργείο).

Ειδικότερα, επισημαίνουμε ως αμετάθετα ακαδημαϊκά και απαραβίαστα θεσμικά τα ακόλουθα δεδομένα:

1 - Το Τμήμα Θεολογίας διαθέτει ιδρυτικές πράξεις ύπαρξης και λειτουργίας, στις οποίες ρητώς ορίζονται: α) η ταυτότητά του, β) οι στόχοι και σκοποί του, γ) το γενικό γνωστικό του αντικείμενο (χριστιανική θεολογία, καθ’ εαυτή και εν σχέσει…). Οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής τροποποίησης, προσθήκης σε αυτά τα τρία (3) μείζονα συστατικά της υπάρξεώς του, είναι δυνατή, αλλά απαιτεί αναγκαστικές πράξεις ισοδύναμες ή και ταυτόσημες προς αυτές της επανίδρυσης Τμήματος ή ίδρυσης νέου Τμήματος. Οι μόνες πράξεις που επιτρέπονται ή και επιβάλλονται από όλους τους σχετικούς Νόμους (από τον 1268 μέχρι τον 4009) είναι:

            Α) οι εσωτερικές αναμορφώσεις επιμέρους μαθημάτων (προσθήκη, τροποποίηση, αφαίρεση).

            Β) Οι ομαδοποιήσεις συγγενών μαθημάτων (π.χ. μαθήματα κορμού, μαθήματα προαπαιτούμενα, επιλογής), κατευθύνσεις στο εσωτερικό του ιδρυτικώς καθιερωμένου και ορισμένου ενός γενικού επιστητού (Χριστιανική θεολογία).

            Γ) Οι αναμορφώσεις μέσων ή/και μεθόδων για την επίτευξη των εν αρχή ιδρυτικώς τεθέντων και αμεταθέτων στόχων.

            Δ) Οριακά και με σύνεση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί και η αναπροσαρμογή των στρατηγικών για την επίτευξη των αμεταθέτων αυτών στόχων (ενδεικτικά : η προσθήκη ή διερεύνηση του ακροατηρίου των φοιτητών, λόγου χάριν, μαζί με τους Έλληνες να έχουν δικαίωμα πρόσβασης στις θεολογικές (χριστιανικές) σπουδές και φοιτητές του εξωτερικού υπό όρους, ακόμα και σε αυτοτελείς ομάδες και μαθήματα, σε κάποια ξένη γλώσσα (π.χ. την ρωσική). Πιλοτικά, γίνεται και σήμερα, αλλά με ένταξη στο ένα Πρόγραμμα Σπουδών.

            Η πρόταση της Διοίκησης να εισαχθεί η ίδρυση «ΕΙΣ.ΚΑΤ.ΙΣ.ΣΠ.» στο υπάρχον Πρόγραμμα Σπουδών και να θεωρηθεί τροποποίηση ή αναμόρφωση του υπάρχοντος:

            Α) Δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τα ανωτέρω.

            Β) Συγχέει ανεπίτρεπτα παλαιούς και νέους στόχους.

            Γ) Αλλοιώνει την φύση, την ταυτότητα, και την λειτουργία του Τμήματος θεολογίας.

            Η εισαγωγή της «ΕΙΣ.ΚΑΤ.ΙΣ.ΣΠ.» στο πρόγραμμα σπουδών, πέραν της παγκόσμιας διπλής πρωτοτυπίας:      

            α) Εισαγωγική κατεύθυνση.

            β) Μία κατεύθυνση τετραετούς διάρκειας πλάι σε ένα πρόγραμμα τετραετές χωρίς «κατεύθυνση ή κατευθύνσεις» κομίζει νέους στόχους και αποτελεί νέα ακαδημαϊκή οντότητα. Όπως προσφυώς και ακριβώς και επιστημονικώς και με παρρησία δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας στο “non paper” η ΕΙΣ.ΚΑΤ.ΙΣ.ΣΠ. αποτελεί κατ’ ουσίαν «οιονεί Τμήμα».

            Το παράδοξο, ανοίκειο, ασύνηθες, ιταμό, και προκλητικό είναι η ομολογία – διάγνωση του ιδίου του Γραμματέα στο αυτό «paper» ότι αποτελεί «οιωνεί Τμήμα μέσα στο <υπάρχον> τμήμα <Θεολογίας>!».

 

  • 5 -

Β.6.5 - ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΤΡΕΙΣ (3) ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΔΗΛ. ΟΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ 1)  ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΓΚΟΥΛΗΣ, 2) ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ ΚΑΙ  3) ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΙΑΣΟΣ, ΑΠΟΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

            Με πρωτοβουλία των Καθηγητών του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ  Ιωάννη Κογκούλη, Δημητρίου Τσελεγγίδη και Λάμπρου Σιάσου, απεστάλησαν τα από 18-3-2014 έγγραφά τους 1) προς τον τότε Πρόεδρο της Κυβερνήσεως Αντώνιο Σαμαρά, 2) προς τον τότε Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο και προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Στα έγγραφά τους προς τον Πρόεδρο της Κυβερνήσεως και προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων οι εν λόγω τρεις (3) Καθηγητές επισήμαναν, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Επιτρέψατέ μας δια του παρόντος να εκζητήσωμεν την προσωπικήν Σας συνδρομήν επί ενός κρισίμου ζητήματος πανεπιστημιακού το οποίον οσημέραι λαμβάνει απρόβλεπτες διαστάσεις, κοινωνικές, πολιτικές, θρησκευτικές. Αύριον ίσως λάβει και διαστάσεις εθνικές.

1. Η Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων επρότεινε προ έτους στις δύο Θεολογικές σχολές να ασχοληθούν με την ίδρυση εντός αυτών Τμήματος Ισλαμικών Σπουδών.

2. Οι δύο Κοσμητείες δεν απήντησαν.

3. Το δικό μας Τμήμα Θεολογίας (Α.Π.Θ.) έδειξε ενδιαφέρον και εσύστησε επιτροπήν να το μελετήσει.

4. Επί εν περίπου έτος η Επιτροπή εργάσθηκε καλώντας και εξωθεσμικούς.

5. Επί εν περίπου έτος οι λοιποί καθηγητές ουδέν εγνώριζαν.

6. Προ δεκαημέρου η πρόταση ήλθε στη Συνέλευση του Τμήματος, συζητήθηκε και ενεκρίθη την ίδια ημέρα.

7. Η ίδρυση Τμήματος Ισλαμικών Σπουδών ή Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Ισλαμικών Σπουδών εντός του Τμήματος Θεολογίας έχει προκαλέσει ήδη σφοδρές αντιδράσεις (φοιτητών, θρησκευτικών σωματείων). Ο επιχώριος Μητροπολίτης Παναγιώτατος κ. Άνθιμος έχει ταχθεί δημόσια εναντίον της πρωτοβουλίας αυτής.

8. Επειδή εκτιμούμε ότι η ίδρυση και η λειτουργία ενός παρόμοιου Τμήματος εντός του Τμήματος Θεολογίας θα υποβαθμίσει τις  σπουδές μας και θα προκαλέσει μείζονα προβλήματα από όσα σκοπεύει να θεραπεύσει, γι’ αυτό Σας παρακαλούμε θερμώς να μεριμνήσετε προσωπικώς ώστε να βρεθεί άλλη λύση, εναλλακτική, η οποία και το σκοπούμενο θα υπηρετεί και δεν θα προκαλεί άσκοπη ένταση και τριβή και άλλου είδους προβλήματα στις πανεπιστημιακές θεολογικές σπουδές και στην ευαίσθητη θρησκευτικώς Θεσσαλονίκη».

 

  • 6 -

Β.6.6 - ΑΚΟΜΗ ΤΡΕΙΣ (3) ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΟΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΙΣΛΑΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

 

            Ακόμη τρεις (3) Καθηγητές του Τμήματος (Ορθόδοξης Χριστιανικής) Θεολογίας ΑΠΘ, ο Χ., η Ψ. και ο Ζ., σύμφωνα με το απόσπασμα του σχετικού Πρακτικού Συνεδρίασης Γενικής Συνέλευσης, ΚΑΤΑΨΗΦΙΖΟΝΤΑΣ την ίδρυση 4ετούς Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών στο Τμήμα Θεολογίας, ΑΠΟΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών  Σπουδών με το γνωστικό αντικείμενο του Τμήματος (Ορθόδοξης Χριστιανικής) Θεολογίας ΑΠΘ.

 

  • 7 -

Β.6.7 - Η ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

            Η Γενική Συνέλευση του αδελφού Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας ΑΠΘ αποφαίνεται υπέρ της έλλειψης επιστημονικής συνάφειας του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών με το γνωστικό πεδίο του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ, ως εξής:

«Η Συνέλευση του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. συνήλθε την … σε τακτική συνεδρίαση, συζήτησε το θέμα της ιδρύσεως Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. και προέβηκε στις εξής διαπιστώσεις:

            1. Οι αρχές της θρησκευτικής ελευθερίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θέτουν την ανάγκη εκπαίδευσης όλων όσοι διαβιούν νομίμως στη χώρα ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Ειδικότερα, για τους Έλληνες Μουσουλμάνους το Ελληνικό Κράτος είναι κυρίαρχα υπεύθυνο για την εκπαίδευσή τους σε όλες τις βαθμίδες.

            2. Η αυτοτελής γνωστική περιοχή που θεραπεύει η Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. και τα δυό Τμήματά της, από της συστάσεώς τους, είναι οι σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία, η επί τη βάσει της Ορθοδόξου Θεολογίας σπουδή του φαινομένου της Θρησκείας και του Χριστιανικού Πολιτισμού, ή του Πολιτισμού γενικότερα, σύμφωνα με τα Προγράμματα Προπτυχιακών και Μεταπτυχιακών Σπουδών αμφοτέρων των Τμημάτων της, κατά τις διατάξεις του Ν. 4009 και του Π.Δ. 98/2013. Επομένως με την απόφαση ίδρυσης Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών αλλοιώνεται ο μέχρι τώρα χαρακτήρας της Σχολής και η ακαδημαϊκή της αντιστοίχηση με τα διεθνώς κρατούντα.

            3. Η Θεολογική Σχολή κατά το επιστημονικό της περιεχόμενο και το σκοπό ιδρύσεως και λειτουργίας της είναι επιστημολογικά αναρμόδια για την οργάνωση προγραμμάτων σπουδών άλλων θρησκειών. Πολύ περισσότερο που η σύσταση της συγκεκριμένης κατευθύνσεως αντιβαίνει στην αρχή του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της θρησκευτικής ελευθερίας μελών άλλης θρησκείας, μια διαχρονική ακαδημαϊκή αξία και συμπεριφορά που χαρακτηρίζει την πανεπιστημιακή κοινότητα του Α.Π.Θ.

4. Το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας πορεύεται με σταθερό προσανατολισμό και στρατηγική στην εδραίωση του διαχριστιανικού και διαθρησκευτικού διαλόγου ως ουσιαστική συμβολή της Ορθοδόξου Θεολογίας στην ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία των ανθρώπων και των λαών.

            5. Σύμφωνα με τα παραπάνω, ως προς το θέμα μιας τριτοβάθμιας δομής λειτουργίας Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών, η Συνέλευση του Τμήματος επισημαίνει ότι πρέπει να αντιμετωπισθεί στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας (Ν. 4009, άρθρο 32) και των διεθνών συνθηκών, με σοβαρή νομοτεχνική μελέτη και πνεύμα νηφάλιου διαλόγου των αρμοδίων φορέων και προτείνει ένα πρόγραμμα σπουδών με την ευθύνη των καθ’ ύλη αρμοδίων Παιδαγωγικών Τμημάτων.

            6. Το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ. με την παρούσα απόφασή του ενεργεί σε πνεύμα γόνιμου διαλόγου, λαμβάνοντας υπόψη επιστημολογικούς και  ακαδημαϊκούς λόγους, αποβλέποντας στη διασφάλιση του υψηλού επιπέδου των θεολογικών σπουδών που παρέχονται στη Θεολογική μας Σχολή και είναι καταξιωμένες σε διεθνές επίπεδο, σεβόμενο πάντα το επιστημονικό έργο που επιτελείται στο Τμήμα Θεολογίας».

 

  • 8 -

Β.6.8 - Ο ΤΟΤΕ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΜΕ ΤΟ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 824/10-4-2014 ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣ 1) ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟ, 2) ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΠΡΥΤΑΝΗ ΤΟΥ ΑΠΘ ΙΩΑΝΝΗ ΜΥΛΟΠΟΥΛΟ, 3) ΤΗΝ ΤΟΤΕ ΑΝΤΙΠΡΥΤΑΝΗ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ  ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ, 3) ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΚΟΣΜΗΤΟΡΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΑΠΘ  , 4) ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ΚΑΙ 5) ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟ, ΑΝΕΦΕΡΕ ΤΙΣ ΚΑΤΩΤΕΡΩ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΟΕΒΗ Η ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ, Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΝΗΛΘΕ ΣΤΙΣ 26-3-2014 ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΚΑΙ Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΙΔΡΥΣΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ:

 

«1 – Οι αρχές της θρησκευτικής ελευθερίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θέτουν την ανάγκη εκπαίδευσης όλων όσοι διαβιούν νομίμως στη χώρα ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Ειδικότερα, για τους Έλληνες Μουσουλμάνους το Ελληνικό Κράτος είναι κυρίαρχα υπεύθυνο για την εκπαίδευσή τους σε όλες τις βαθμίδες.

2 – Η αυτοτελής γνωστική  περιοχή που θεραπεύει η Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. και τα δύο Τμήματά της, από της συστάσεώς τους, είναι οι σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία ή επί τη βάσει της Ορθοδόξου Θεολογίας σπουδή του φαινομένου της Θρησκείας και του Χριστιανικού Πολιτισμού, ή του Πολιτισμού γενικότερα, σύμφωνα με τα Προγράμματα Προπτυχιακών και Μεταπτυχιακών Σπουδών αμφοτέρων των Τμημάτων της, κατά τας διατάξεις του Ν. 4009 και του Π.Δ. 98/2013. Επομένως, με την απόφαση ίδρυσης Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών αλλοιώνεται ο μέχρι  τώρα χαρακτήρας της Σχολής και η ακαδημαϊκή της αντιστοίχηση με τα διεθνώς κρατούντα.

3 -  Η Θεολογική Σχολή κατά το επιστημονικό της περιεχόμενο και το σκοπό ιδρύσεως και λειτουργίας της είναι επιστημολογικά αναρμόδια για την οργάνωση προγραμμάτων σπουδών άλλων θρησκειών. Πολύ περισσότερο που η σύσταση της συγκεκριμένης κατευθύνσεως αντιβαίνει στην αρχή του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της θρησκευτικής ελευθερίας μελών άλλης θρησκείας, μια διαχρονική ακαδημαϊκή αξία και συμπεριφορά που χαρακτηρίζει την πανεπιστημιακή πραγματικότητα του Α.Π.Θ.

4 – Το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας πορεύεται με σταθερό προσανατολισμό και στρατηγική στην εδραίωση του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού διαλόγου ως ουσιαστική συμβολή της Ορθοδόξου Θεολογίας στην ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία των ανθρώπων και των λαών.

5 – Σύμφωνα με τα παραπάνω, ως προς το θέμα μιας τριτοβάθμιας δομής λειτουργίας Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών, η Συνέλευση του Τμήματος επισημαίνει ότι πρέπει να αντιμετωπισθεί στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας (Ν. 4009, άρθρο 32) και των διεθνών συνθηκών, με σοβαρή νομοτεχνική μελέτη και πνεύμα νηφάλιου διαλόγου των αρμόδιων φορέων και προτείνει ένα πρόγραμμα σπουδών με την ευθύνη των καθ’ ύλη αρμόδιων Παιδαγωγικών Τμημάτων.

6 – Το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ. με την παρούσα απόφασή του ενεργεί σε πνεύμα γόνιμου διαλόγου, λαμβάνοντας υπόψη επιστημολογικούς και ακαδημαϊκούς λόγους, αποβλέποντας στη διασφάλιση του υψηλού επιπέδου των θεολογικών σπουδών που παρέχονται στη Θεολογική μας Σχολή και είναι καταξιωμένες σε διεθνές επίπεδο, σεβόμενο πάντα το επιστημονικό έργο που επιτελείται στο Τμήμα Θεολογίας».

 

  • 9 -

Β.6.9 - Η ΓΡΑΠΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΤΟΤΕ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΙΔΡΥΣΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΛΗΤΟΥ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΑΠΟΦΑΝΘΗΚΕ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ

 

«ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ:

Επί των συνοδευτικών κειμένων του θέματος:

(…)

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Ως προς την Εισήγηση της ΜΟΔΙΠ του ΑΠΘ

α. Η παρατήρηση «α. Μελέτη σκοπιμότητας, η οποία, μεταξύ άλλων, περιγράφει την ανάγκη ίδρυσης της ΕΚΜΣ, καταγράφει ευρεία στήριξη στην πρόταση και αναφέρεται στην Έκθεση Εξωτερικής Αξιολόγησης του Τμήματος», θέτει ως δεδομένο ένα  πρόγραμμα που αξιολογείται στην Έκθεση Εξωτερικής Αξιολόγησης το οποίο δεν υφίστατο το 2013 για κανένα όργανο του ΑΠΘ, υφίστατο μόνο σαν ιδέα  ενδοτμηματικά. Αυτό λαμβάνεται σαν ανάγκη, χωρίς να                                                     τεκμηριώνεται επιστημονικά για το πώς μπορεί να υφίσταται ως γνωστική περιοχή της Ορθοδόξου Θεολογίας το ΕΚΜΣ, ούτω πώς μπορεί να επιστηριχθεί τεχνικά από τον εξοπλισμό της Θεολογικής Σχολής, της οποίας: 1) η Βιβλιοθήκη παρουσιάζει ραγδαίες ελλείψεις ως προς τη συλλογή της και την ανανέωσή της για την έρευνα της ίδιας της Θεολογικής επιστήμης και 2) ως προς τους χώρους για την εκπαιδευτική διαδικασία των δράσεων των δύο Τμημάτων, ως έχουν σήμερα, και της προοπτικής αναπτύξεως των δύο αγγλόφωνων προγραμμάτων, όπως έχουν ήδη εγκριθεί από τη Σύγκλητο του ΑΠΘ και αποτελούν εθνικό στρατηγικό στόχο και στρατηγικό στόχο του ERASMUS 2014-2020 και για το ΑΠΘ.

Επιπλέον η ΜΟΔΙΠ όφειλε να συνεξετάσει τις Εκθέσεις των Εξωτερικών Αξιολογήσεων των τεσσάρων Τμημάτων  των Θεολογικών Σχολών, λαμβάνοντας υπόψιν ότι τα Πανεπιστημιακά Τμήματα βρίσκονται προ των θυρών της διαδικασίας πιστοποίησης και θα συγκριθούν μεταξύ τους και τα θέματα μείζονος σημασίας, όπως η ίδρυση ενός νέου Τμήματος στους κόλπους μιας Σχολής, πρέπει να τυγχάνουν μιας ευρείας αντιμετωπίσεως, μιας με το εδάφιο δ. της εισήγησης της ΜΟΔΙΠ  του ΑΠΘ γίνεται αναφορά «Περιγραφή μαθησιακών αποτελεσμάτων και επιδιωκόμενων προσόντων σύμφωνα με το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων ανώτατης εκπαίδευσης, η οποία κρίνεται επαρκής». Αναφέρω, λοιπόν, ότι οι εξωτερικοί αξιολογητές αμφοτέρων των Τμημάτων της Θεολογικής Σχολής Αθηνών απορρίπτουν κατηγορηματικά ακόμη και την ίδρυση Τμήματος Θρησκειολογίας εντός της Θεολογικής Σχολής, επικαλούμενοι επιστημονικούς λόγους. Αναφέρονται, επί λέξει τα εξής, σελ. 19-20, Έκθεσης Εξωτερικής Αξιολόγησης Τμήματος Θεολογίας Αθηνών και τα αυτά και στην Έκθεση του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας Αθηνών, σελ. 20-21: «3)   Η Θρησκειολογία ως ειδικό γνωστικό αντικείμενο υπάρχει και εντάσσεται πολύ σωστά ήδη μέσα στο Πρόγραμμα Θεολογικών Σπουδών, στην περίπτωσή μας δε και στα δύο Τμήματα, αν και με διαφορετικό τρόπο. Η  παρουσία διαφόρων θρησκειολογικών μαθημάτων εντός μιας Ορθόδοξης Θεολογικής Σχολής γενικά κρίνεται ως απολύτως αναγκαία, μάλιστα δε χρήζει περαιτέρω ενίσχυσης και διεύρυνσης  δια μέσου της πρόσληψης ειδικών επιστημόνων για συγκεκριμένα νέα γνωστικά αντικείμενα. Το παραπάνω πλαίσιο δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά απαντάται με διάφορες μορφές και διεθνώς. Από την άλλη πλευρά, η ΕΕΑ πιστεύει στην αναγκαιότητα και προτείνει την ίδρυση κάποιου ανεξάρτητου από τη Θεολογική Σχολή Θρησκειολογικού Τμήματος σε κάποια άλλη σχολή ή σε κάποιο άλλο ακαδημαϊκό πλαίσιο, σύμφωνα πάντοτε μάλιστα με τις διεθνείς πρακτικές και προδιαγραφές στο χώρο αυτό. Θα πρόκειται για μια παράλληλη συνύπαρξη της θρησκειολογίας τόσο σε Ορθόδοξο θεολογικό όσο και διαφορετικό, μη ομολογιακό πλαίσιο, η οποία θα δημιουργήσει τον απαραίτητο πλουραλισμό μεθόδων και απόψεων στον ευρύτερο αυτόν χώρο έρευνας και η οποία θα αποβεί σίγουρα προς όφελος της γενικότερης επιστημονικής μελέτης των θρησκειών και της διδασκαλίας τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση» και καταλήγει, σελ. 20 (αντίστοιχα σελ. 21): «Σημειωτέον δε, τέλος, ότι η ίδρυση κάποιου ανεξάρτητου Θρησκειολογικού Τμήματος εκτός Θεολογικής Σχολής θα πρέπει να γίνει σε ιδεολογικά ουδέτερη βάση, χωρίς να αποσκοπεί στην αποδυνάμωση ή στην περιθωριοποίηση της αντίστοιχης επιστημονικής έρευνας και διδασκαλίας εντός της Θεολογικής Σχολής».

Επιπλέον οι ίδιοι εξωτερικοί αξιολογητές σημειώνουν για τη Θεολογική Σχολή Αθηνών, σελ. 20-21, και σελ. 21-22 αντίστοιχα: «5) Στο επίπεδο στρατηγικής, η Θεολογική Σχολή συνολικά έχει κάποια σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις περισσότερες Θεολογικές Σχολές του κόσμου. Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι η ελληνική καθομιλουμένη γλώσσα αποτελεί μετεξέλιξη της αρχαίας ελληνικής, η οποία είναι η γλώσσα της Βίβλου (Ο΄, Καινή Διαθήκη, πρώιμος Χριστιανισμός), καθώς επίσης και των Ελληνόφωνων Πατέρων της Εκκλησίας και του Βυζαντίου. Η πρόσβαση στις ελληνόγλωσσες πηγές που έχουν οι Έλληνες, είναι λοιπόν μοναδική και συχνά αξιοσέβαστη σε διεθνές επίπεδο (έστω και αν αυτό δεν ομολογείται πάντοτε ευθαρσώς). Επιπλέον, η Αθήνα τυγχάνει να είναι η πόλη που επισκέφθηκε ο Απόστολος Παύλος και βασική κοιτίδα του αρχαίου κλασικού, ελληνιστικού και ελληνορωμαϊκού πολιτισμού.

Για τους λόγους αυτούς, η Θεολογική Σχολη Αθηνών αποτελεί δυνάμει βασικό προορισμό καθηγητών, ερευνητών και φοιτητών παγκοσμίως, οι οποίοι θα ενδιαφέρονταν να καταρτιστούν σε ο,τιδήποτε έχει σχέση με την ελληνόγλωσση θεολογική κληρονομιά (αρχαιολογία, χειρόγραφα, Βίβλος, πατερική θεολογία, ελληνική γλώσσα στις διάφορες μορφές και εκδοχές της, εκκλησιαστική ιστορία, ιστορία δογμάτων κ.ο.κ.)… Για παράδειγμα, η προσέγγιση σοβαρών καθηγητών, ερευνητών αλλά και φοιτητών όχι μόνο από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, αλλά και από τις προηγμένες επιστημονικά χώρες του υπολοίπου κόσμου θα μπορούσε να αποτελέσει στόχο της Θεολογικής Σχολής γενικά με την αξιοποίηση των προαναφερθέντων συγκριτικών της πλεονεκτημάτων. Εν όψει δε της δημιουργίας νέων Ορθοδόξων Θεολογικών Σχολών σε χώρες του πρώην Ανατολικού Συνασπισμού και της αύξησης του σχετικού ανταγωνισμού στον τομέα της θεολογικής εκπαίδευσης, καλό θα ήταν να αναζητήσει η Θεολογική Σχολή  Αθηνών τα στοιχεία, τα οποία κατέχει με ιδιάζοντα τρόπο και τα οποία θα της έδιναν τα  ανάλογα συγκριτικά πλεονεκτήματα διεθνώς, γεγονός που θα έχει ευεργετικές επιδράσεις στην εικόνα της και στο κύρος της, γενικότερα.

6) Τέλος, ειδικά για το Τμήμα Θεολογίας, αυτό οφείλει να παραμείνει πιστό στην εξέχουσα ιστορία του και στη σχετική ευθύνη, την οποία κληρονόμησε στα πλαίσια της Ορθόδοξης Θεολογίας στο ΕΚΠΑ».

Είναι σαφές ότι οι εξωτερικοί αξιολογητές της Θεολογικής Σχολής Αθηνών εισηγούνται τα εντελώς αντίθετα των δικών μας αξιολογητών που επικαλείται η ΜΟΔΙΠ του ΑΠΘ.

Θέλω επιπλέον να επισημάνω ότι οι εξωτερικοί αξιολογητές του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ αξιολογούν ακόμη και μη υφιστάμενο μεταπτυχιακό αγγλόφωνο πρόγραμμα για το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, σελ. 28: «Two forward looking post-graduate programs look very promising and are notable: the program in Islamic Studies and the English language Masters in Orthodox TheologyThe English language Master’s program would certainly encourage greater contact – faculty and student exchanges, collaborative  programs – with the English speaking theological world. These contacts, first with Orthodox theologians such as those in the United Kingdom and Europe, as well as with non-Orthodox theologians throughout the world, could give the School the opportunity to emerge from relative obscurity in theological circles». Μόνο που το αγγλόφωνο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα in Orthodox Theology είναι του Τμήματος Ποιμαντικής και όχι του Τμήματος Θεολογίας και όφειλε η ΜΟΔΙΠ να το έχει σημειώσει, αλλά και το Τμήμα Θεολογίας να είναι ειλικρινές.

Παρενθετικά να σημειώσω ότι τακτική το θέλουν οι εξωτερικοί αξιολογητές, για τους οποίους εγείρονται σοβαρά ερωτηματικά, το θέλει το Υπουργείο, το θέλει ο Δήμαρχος, συμφωνεί και ο τάδε μουφτής και ο τάδε Μητροπολίτης και παρατάδε δημοσιογράφος δεν είναι προσέγγιση που αφορά στο ΑΠΘ, το οποίο καλείται και θα κληθεί προσεχώς περισσότερο επιτακτικά να αντιμετωπίσει μείζοντα προβλήματα για τη λειτουργία των ήδη υφιστάμενων ιστορικών Τμημάτων του και ως προς την υποστελέχωση σε διδακτικό προσωπικό και ως προς την ανανέωση του εργαστηριακού και του ηλεκτρονικού εξοπλισμού, και ιδίως τη συντήρηση των κτιρίων του και την εξεύρεση χώρων στέγασης των ήδη λειτουργούντων ερευνητικών του δομών. Ήδη ο Υπουργός με δηλώσεις του νίπτει τας χείρας του για τη λειτουργία των νέων Τμημάτων ανά την Ελλάδα, παραπέμποντας στο αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων τη λειτουργία τους.

2. Η διαπίστωση της ΜΟΔΙΠ του ΑΠΘ «Β. Η προτεινόμενη ‘Εισαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών’ συνιστά νέο Πρόγραμμα Προπτυχιακών Σπουδών, χωρίς κοινά σημεία (μαθήματα κορμού), κατά τα φαινόμενα, με το τρέχον πρόγραμμα του Τμήματος» αποδεικνύει ότι το προτεινόμενο πρόγραμμα έχει συγκροτηθεί ερήμην της Θεολογικής επιστήμης, που δεν έχει ως αντικείμενο τις μουσουλμανικές σπουδές, αλλά που θέλει το Τμήμα Θεολογίας να τις εμφυτεύσει στη Θεολογική Σχολή άνευ  επιστημονικού λόγου, μη διαθέτοντας, όπως είναι φυσικό, ούτε το διδακτικό προσωπικό ούτε τον ανάλογο εξοπλισμό, αφού ακόμη και το κοράνιο η Βιβλιοθήκη της Θεολογικής Σχολής το διαθέτει για το μάθημα της Θρησκειολογίας μόνο στα Ελληνικά και τα αγγλικά. Εξάλλου η ΜΟΔΙΠ διαπιστώνει ότι πρόκειται για νέο Πρόγραμμα Προπτυχιακών Σπουδών, και ως εκ τούτου αφορά όλη τη Σχολή και όχι ένα Τμήμα. Εξάλλου η ίδρυση ενός νέου ΠΠΣ, σύμφωνα με το ν. 4009 εντός μιας Σχολής αφορά τη γνωστική περιοχή που θεραπεύει η Σχολή και μόνο και απαιτεί συγκεκριμένη διαδικασία, η οποία παρακάμφθηκε με τον όρο Κατεύθυνση, ώστε να παρουσιασθεί ως θέμα που αφορά μόνο στο  Τμήμα Θεολογίας και γι’ αυτό δεν καλύφθηκε η απαίτηση της ΜΟΔΙΠ ως προς το σημείο «Γ. Θα έπρεπε να είχε κατατεθεί εκτενής εισήγηση της Κοσμητείας της Θεολογικής Σχολής, ώστε να εκτιμηθούν οι όποιες επιπτώσεις στη λειτουργία της Θεολογικής Σχολής και να εγκριθούν επιστημονικά  τόσο η δομή όσο και τα μαθησιακά αποτελέσματα που έχουν υποβληθεί αναλυτικά».

Έτσι για να καλυφθεί η ανάγκη σε προσωπικό που δεν υπάρχει, μια καθηγήτρια φέρεται ότι θα διδάσκει οκτώ μαθήματα, καθηγητές που δεν έχουν διαβάσει ούτε μία φορά το κοράνι, αυτομάτως γίνονται ειδικοί για το Ισλάμ, ο Μπαντάουι θα διδάξει στο 6ο εξάμηνο, ενώ θα έχει συνταξιοδοτηθεί, ένας επίκουρος του Τμήματός μου θα διδάξει, χωρίς να έχει ενημερωθεί το Τμήμα, θα διδάξουν σε ένα πρόγραμμα αλλά που δεν έχει περάσει ούτε από το Τμήμα Θεολογίας, γιατί υποβλήθηκε το έγγραφο και 70/12-9-2014, χωρίς συνέλευση του Τμήματος, καθώς τέτοια δεν υπάρχει στην Διαύγεια.

3. Είναι εύλογες οι επιφυλάξεις της ΜΟΔΙΠ ως προς τα σημεία Δ-ΣΤ και απαιτούν το μέγιστο προβληματισμό, και αν λάβουμε υπόψιν έστω  και κατ’ ελάχιστον τις εκτιμήσεις των εξωτερικών αξιολογητών της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, τότε το ΑΠΘ, εάν αποφασίσει η Σύγκλητος ότι υφίσταται ενδιαφέρον για μία τέτοια πρόταση περί ιδρύσεως ενός τέτοιου προγράμματος, θα πρέπει να εξετάσει το θέμα επιτελικά στο πλαίσιο της Παιδαγωγικής Σχολής, που έχει την εκπαίδευση των μουσουλμάνων δασκάλων, ώστε να πράξει αναλόγως, απαλλάσσοντας πάντως πλήρως τη Θεολογική Σχολή από το να  μετατραπεί σε φορέα της καταπάτησης της θρησκευτικής ελευθερίας της μειονότητας και προφυλάσσοντας το κύρος της ως κέντρου παροχής της Ορθοδόξου Θεολογίας κατά τις εγχώριες ανάγκες και κατά τη διεθνή της φήμη και προσέλκυση φοιτητών από όλο τον κόσμο. Ό,τι ισχύει για τη Θεολογική Σχολή Αθηνών ισχύει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό για τη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ, λόγω γεωγραφικής θέσης, γειτνίασης με το Άγιο Όρος, Οικουμενικού Πατριαρχείου και διεθνών συνεργασιών του ΑΠΘ.

Εξάλλου τόσο η επίκληση των Πρεσβυγενών Πατριαρχείων, όσο και αναφορές για παρόμοιες υφιστάμενες δομές στην Ευρώπη και την Αμερική κινούνται σε πλαίσια επισκοτίσεως και όχι ακριβούς περιγραφής. Πουθενά δεν υπάρχει δομή για το Ισλάμ ως κοινή εκπαιδευτική δράση με τη θεολογία. Και είναι λυπηρό γιατί διοχετεύονται τέτοιες ανακρίβειες και στον Υπουργό Παιδείας, αλλά και στους συνεργαζόμενους φορείς της μειονότητας, που μας εκθέτουν εθνικά και λειτουργούν με αντίθετα αποτελέσματα.

4. Τέλος θα αναγνώσω την απόφαση του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, η οποία εστάλη στον Πρύτανη του ΑΠΘ και δεν συμπεριλήφθηκε στα συνοδευτικά του θέματος.

Συνημμένα για τη μελέτη του θέματα πώς παρουσιάζονται διεθνώς οι ισλαμικές σπουδές:

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Στη σελίδα του Υπουργείου Παιδείας της Γερμανίας δηλώνονται τα παρακάτω:

Contemporary Integration Policy: Islamic Theology at German Universities Around 4 million Muslims live in Germany, making them the third largest religious group in the country after Catholics and Protestants. The establishment of study programmes in Islamic theology at German universities is part of a modern integration policy. Over the course of five years, the Federal Ministry of Education and Research wil be investing a total of around 20 million euros in Centres of Islamic Theology at four universities locations: Munster/Osnabruk, Tubingen, Frankfurt/Ciessen, and Nuremberg-Erlangen.

1) Munster/Osnabruck: Institut for Arabic and Islamic Studies ως ένα από τα 9 τμήματα φιλολογίας
(http://www.uni-muenster.de/Religion-und-Politik/en/personen/arabistik/html, http://www.uni-muenster.de/ArabistikIslam/].

2) Tubingen Center: for Islamic Theology το οποίο ανήκει στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Tubingen 
[http://www.uni-tuebingen.de/faku/fakultaeten/philosophische-fakultaet/fachbereiche/aoi/orient-islamwissenschaft/abteilung.htm και http://uni-tuebingen.de/en/faculties/center-for-islamic-theology/center.html]

3) Goethe University Frankfurt am Main: Institute for the Study of Culture and Religion
[http://uni-frankfurt.de/50747235/xefis, http://www.uni-giessen.de/cms/fbz/fo04/institute/isltheol]
 Αυτόνομο Ινστιτούτο, το οποίο «coordinates the teaching and research of the Institute for the Study of Islamic Culture and Religion at Goethe University with those of the professorships for Islamic Religious Education in Frankfurt and for Islamic Theology and its Didactics in Giessen».

4) Friedrich-Alexander-Universitat Erlangen Nurenberg: Interdisciplinary Center for Islamic religious education
[http://cms.izir.de/joomla/].
Αυτόνομο Διεπιστημονικό Κέντρο για την πειραματική διδασκαλία στην Ισλαμική εκπαίδευση.

Εκτός όμως των παραπάνω έχουν ιδρυθεί και άλλα ινστιτούτα και τμήματα ισλαμικών σπουδών στη Γερμανία, κανένα όμως σε Θεολογική Σχολή. Ενδεικτικά σημειώνω τα παρακάτω:

1) Institute of Islamic Studies του Department of History and Cultural Studies του Freie Universitat του Βερολίνου [http://www.geschicult.fuberlin.de/en/islamwiss/institut/Islamic_Studies.html].

2) Department of Islamic Studies University of Bamberg [http://www.uni-bamberg.de/en/islamwissenschaft/]. Όπως δηλώνεται στη σελίδα του: «The Department of Islamic Studies (Lehrstuhl  fur Islamwissenschaft), established as a separate research and teaching unit in 2009, is one of the seven departments of the Bamberg Institute of Oriental Studies (Institut fur Orientalistik)».

ΑΓΓΛΙΑ

Oxford Centre for Islamic Studies (αυτοτιτλοφορείται, όπως μπορείς να δεις, «a Recognized Independent Centre of the University of Oxford», δηλ. Ανεξάρτητο από Σχολές και Τμήματα Κέντρο [www.oxcis.ac.uk].

2) Centre of Islamic Studies του Πανεπιστημίου του Cambridge [http://www.cis.cam.ac.uk]. Έχει μια χαλαρή σύνδεση με το Faculty of Asian and Middle Eastern Studies.

3) MA in Islamic Studies στο Πανεπιστήμιο του Manchester [http://www.birmingham.ac.uk/postgraduate/courses/taught/thr/Islamic-studies.aspx]. Στο ίδιο πανεπιστήμιο υπάρχει και το Birmingham Centre for Islamic and Middle Eastern Studies, ενταγμένο στο School of Philosophy, Theology and Religion [http://www.birmingham.ac.uk/schools/ptr/departments/theologyandreligion/research/Islamic/index.aspx]. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Department of Theology and Religion αυτής της Σχολής δεν  διδάσκεται χριστιανική θεολογία, αλλά μια διαθρησκειακή προσέγγιση των θεμάτων της θρησκευτικής ζωής και παράδοσης, όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στη σελίδα τους «Our programmes in Theology offer a flexible structure for exploring different aspects of religious life, belief and tradition. You can explore a range of different religious faiths (particular Christianity, Judaism and Islam), as well as changing forms of religion and spirituality in contemporary society». Είναι δηλ. θρησκειολογικό πρόγραμμα και όχι θεολογικό.

5) Centre for the Study of Islam του Πανεπιστημίου του Exeter [http://socialsciences.exeter.ac.uk/iais/research/centres/csi]. Λειτουργεί ως τμήμα του Institute of Arab and Islamic Studies στο College of Social Sciences and International Studies.

ΗΠΑ

Duke Islamic Studies Center http://islamicstudies.duke.edu (Αυτοτελές Κέντρο με προγράμματα σπουδών)

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΚΑΤΕΓΡΑΨΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΦΑΝΕΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΖΗΤΗΜΑ ΜΕΙΞΗΣ ΜΗ ΟΜΟΕΙΔΩΝ ΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ, ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ, ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΤΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΕΙΝΑΙ  UNICUM ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ».

 

  • 10 -

Β.6.10 - ΤΟ  ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΙΔΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ» ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ (Η ΟΠΟΙΑ ΗΜΕΡΙΔΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 27-11-2014), ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΨΗΦΙΣΜΑ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΞΗΣ:

  

«Ἐν Θεσσαλονίκῃ τῇ 27-11-2014

 

Στὴν Αἴθουσα Τελετῶν καὶ Ὁμιλιῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ἐπραγματοποιήθηκε, χθὲς Τετάρτη 26 Νοεμβρίου, μεγάλη συγκέντρωση, γιὰ τὸ ἐπίμαχο θέμα τῆς ἱδρύσεως «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ. Ἡ πρωτοβουλία γιὰ τὴν Σύναξη αὐτὴ ξεκίνησε ἀπὸ τοὺς φοιτητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, οἱ ὁποῖοι ἀπηυθύνθησαν στὸν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Ἄνθιμο, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ἀντιτάχθηκε ἔντονα σὲ ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο, καὶ ἔτσι μὲ μιὰ ὑπεύθυνη, ἑνωτικὴ καὶ δυναμικὴ παρέμβαση διωργάνωσαν τὴν ἀντίσταση στὴ διείσδυση τοῦ Ἰσλὰμ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ σὲ ὅλη τὴν Μακεδονία.

 

Ἡ μεγάλη ἔκπληξη τῆς Συνάξεως ὑπῆρξε τὸ μέγα πλῆθος τῶν συμμετασχόντων, ἀφοῦ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κυρία αἴθουσα τῶν ὁμιλιῶν, ἐπληρώθησαν ἡ μεγάλη εἴσοδος τοῦ Ἐπισκοπείου, οἱ σκάλες καὶ μέχρι τοῦ πεζοδρομίου τῆς ὁδοῦ Βογατσικοῦ. Τὸ θέμα ἄνοιξε πρῶτος ὁ Παναγιώτατος κ. Ἄνθιμος, ἀναφερθεὶς στὴν οὐσία καὶ τὴν σοβαρότητα τοῦ προβλήματος, καὶ στὴν καλὴ συνεργασία μὲ τοὺς φοιτητὲς γιὰ τὴν ἀποτροπὴ αὐτοῦ τοῦ ἐγχειρήματος εἰς βάρος τῆς Πίστεώς μας καὶ τῆς Πατρίδος μας.

Σύντομη καὶ ἐμπεριστατωμένη εἰσήγηση ἔκαμε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος ἦλθε εἰδικῶς γιὰ τὴν ἐκδήλωση αὐτὴ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ὑπῆρξε κατηγορηματικὸς στὴν ἄμεση ἀνάγκη ματαιώσεως τῆς εἰσόδου τοῦ Ἰσλὰμ στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης, πρὸς ἀποτροπὴ δυσαρέστων συνεπειῶν.

Πρῶτος κύριος ὁμιλητὴς ἦτο ὁ τακτικὸς πανεπιστημιακὸς καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς κ. Χρῆστος Οἰκονόμου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε κατηγορηματικὸς καὶ ἀναλυτικὸς στὶς θέσεις του γιὰ τὴν ματαίωση τῆς εἰσόδου τοῦ Ἰσλὰμ στὴν ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ στὴ Βυζαντινὴ Θεσσαλονίκη. Στὴ συνέχεια ὡμίλησε μὲ σαφήνεια καὶ ἐμπέδοση ὁ καθηγητὴς καὶ διεθνολόγος κ. Βενιαμὶμ Καρακωστάνογλου, παραθέσας ἰσχυρό-τατα ἐπιχειρήματα γιὰ τὴν ἄμεση ματαίωση τῶν σχεδίων περὶ ἱδρύσεως ἰσλαμικῆς κατευθύνσεως στὸ ΑΠΘ. Ἀκολούθως ὡμίλησε ὁ καθηγητὴς κ. Κώστας Ζουράρης, ποὺ μὲ τὸν δικό του τρόπο ἀπέκλεισε τὴν εἴσοδο τοῦ Ἰσλὰμ στὴν παιδεία καὶ τὴν πατρίδα, διότι εἶναι ἀστήρικτη καὶ ἀδικαιολόγητη. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον προκάλεσε καὶ ἡ εἰσήγηση τοῦ καθηγητοῦ κ. Γεωργίου Παύλου, ὁ ὁποῖος ἐκινήθη σὲ εὐρύτερο πεδίο ἀξιολογήσεως τοῦ ὑπὸ συζήτηση προβλήματος καὶ συνεφώνησε ἀπολύτως στὴν γενικὴ ἐκτίμηση καὶ γραμμὴ ὅτι ἡ ἵδρυση «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης εἶναι ὀρθό, δίκαιο καὶ χρήσιμο νὰ ἀποκλεισθῇ διὰ παντός. Στὴ συνέχεια ἀκούσθηκαν καὶ οἱ ἀπόψεις κυρίων ἀπὸ τὸ ἀκροατήριο.

Ἀκολούθως ἀνεγνώσθη καὶ ἐνεκρίθη ὑπὸ πάντων τὸ ἀκόλουθο

 

ΨΗΦΙΣΜΑ

 

Ὅλοι οἱ παρευρισκόμενοι σήμερα, Τετάρτη 26-11-2014, στὴ Συγκέντρωση-Ἡμερίδα ἐνάντια στὴν ἵδρυση «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ, πλῆθος πολιτῶν, κληρικῶν, λαϊκῶν, ἐκπαιδευτικῶν, φοιτητῶν καὶ πανεπιστημιακῶν καθηγητῶν, ἀφοῦ ἀκούσαμε τὶς ὁμιλίες τοῦ Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ἀνθίμου καὶ τεσσάρων διακεκριμένων καθηγητῶν ἀπὸ διάφορες Πανεπιστημιακὲς Σχολές, ὁμόφωνα καὶ διὰ βοῆς ἐγκρίνομε τὸ παρακάτω Ψήφισμα :

1. Δηλώνομε τὴν ἀπόλυτη ἀντίθεσή μας στὴν ἵδρυση «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ.

2. Τυχὸν ἵδρυση «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ, καὶ μάλιστα μὲ τὴν σπουδὴ καὶ τὴν περίεργη διαδικασία ποὺ ἀκολουθήθηκε, μαρτυρεῖ ὕποπτες σκοπιμότητες, στερεῖται ἐπιστημονικῆς καὶ θεολογικῆς τεκμηριώσεως, ἐνέχει κινδύνους ἀπὸ πλευρᾶς ἐθνικῆς καὶ πολιτικῆς, καὶ εἶναι μὲ λίγα λόγια ἐθνικὰ καὶ θρησκευτικὰ ἐπικίνδυνη.

3. Ἀπὸ τὴν ἀνάλυση τοῦ θέματος ἀπὸ τοὺς διακεκριμένους ἐπιστήμονες ὁμιλητὲς, διαπιστώνεται ὅτι ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ εἶναι καὶ πρέπει νὰ παραμείνῃ Ὀρθόδοξη, Χριστιανικὴ Σχολή, καὶ ὄχι νὰ μετατραπῇ σὲ Σχολὴ Θρησκειολογίας. Ἀκόμη περισσότερο ὅταν ἡ χριστιανικὴ θεολογία εἶναι ἀπολύτως ἀσύμβατη μὲ τὴν ἰσλαμική, καὶ ὁ συμφυρμὸς χριστιανικῶν καὶ μουσουλμανικῶν σπουδῶν θὰ ἀποτελέσῃ διεθνῆ ἀρνητικὴ πρωτοτυπία.

4. Ἐρωτηματικὰ προκαλεῖ ἡ προώθηση ἱδρύσεως «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ, ὅταν μόλις τὸ 2014 ἔκλεισε ἡ ἐπὶ 40 χρόνια λειτουργοῦσα στὴ Θεσσαλονίκη Εἰδικὴ Παιδαγωγικὴ Ἀκαδημία Θεσσαλονίκης (ΕΠΑΘ), ἡ ὁποία εἶχε ὡς ἱδρυτικό της σκοπὸ νὰ καταρτίζῃ διδασκάλους γιὰ τὰ σχολεῖα τῆς μειονότητος τῆς Θράκης.

5. Ζητοῦμε ἀπὸ ὅλους τοὺς ἁρμοδίους παράγοντες τῆς Πολιτείας, Κυβέρνηση, Ἀντιπολίτευση καὶ Αὐτοδιοίκηση, νὰ ἀναλογισθοῦν τὶς εὐθύνες τους καὶ νὰ ἀρνηθοῦν νὰ συμπράξουν σὲ ἕνα πραγματικὸ ἀνοσιούργημα γιὰ τὴν Πατρίδα καὶ τὴν Θρησκεία μας.

6. Καλοῦμε τοὺς βουλευτές, οἱ ὁποῖοι σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα θὰ ζητήσουν τὴν ψῆφο μας, νὰ δηλώσουν εύθαρσῶς τὴν ἀντίθεσή τους, ἀρνούμενοι νὰ ὑπερψηφίσουν τὴν ἵδρυση «Κατευθύνσεως Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν» στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ΑΠΘ, ὅταν, σύμφωνα μὲ πληροφορίες, θὰ εἰσαχθῇ γιὰ ψήφιση στὴ Βουλή. Δικαιολογίες καὶ συμψηφισμοὶ δὲν ὑπάρχουν, «οἱ καιροί, οὐ μενετοί». Ἡ ἀπάντηση θὰ δοθῇ στὴν κάλπη ἀνάλογα μὲ τὴν δημόσια στάση τοῦ καθενός.

7. Ἐξουσιοδοτοῦμε τὴν Συντονιστικὴ Ἐπιτροπὴ τῆς σημερινῆς Συγκεντρώσεως-Ἡμερίδας νὰ προωθήσῃ τὸ Ψήφισμα σὲ ὅλους τοὺς ἁρμοδίους παράγοντες καὶ στὸν Τύπο.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης».

 

  • 11 –

Β.6.11 - Η κεντρική εισήγηση του κ. Χρήστου Οικονόμου, τ. Κοσμήτορα και τ. Προέδρου του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, στην ανωτέρω Επιστημονική Ημερίδα, με θέμα του: «Το ξεπούλημα της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης και η αλλοίωση των θεολογικών της σπουδών», με την οποία Εισήγησή του αποφαίνεται υπέρ της έλλειψης επιστημονικής συνάφειας του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών με το γνωστικό πεδίο του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ, έχει ως εξής:

 

«Χρῆστου Κ. Οἰκονόμου

τ. Κοσμήτορα καὶ Προέδρου τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας Α.Π.Θ.

 

Ἡ παροῦσα εἰσήγηση, διαιρεῖται σὲ δυὸ μέρη• α) Στὸ πρῶτο θὰ ἀναφερθῶ ἀξιολογικὰ σὲ γεγονότα καὶ πρόσωπα ποὺ ἐνεπλάκησαν καὶ συνέβαλαν στὸ ἀνοσιούργημα τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. β) Στὸ δεύτερο μέρος θὰ ἀπαντήσω στὰ ἐπιστημονικὰ κριτήρια καὶ στὰ πολιτικὰ ἐπιχειρήματα ποὺ προτάθηκαν γιὰ τὴν κατεύθυνση τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν.

 

Α΄ Ἀξιολόγηση προσώπων καὶ πραγμάτων

 

Διακρίνω ὅτι ὑπάρχει ἡ πρόθεση νὰ χαρακτηριστεῖ ἡ παροῦσα Ἡμερίδα - Σύναξη τῶν φοιτητῶν τοῦ Α.Π.Θ. ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ.κ. Ἀνθίμου ὅτι κινεῖται στὰ πλαίσια ἀκροδεξιῶν καταστάσεων. Ἐπίσης ὅτι κυριαρχεῖται ἀπὸ φανατικούς, συντηρητικοὺς καὶ ἀναχρονιστικοὺς κύκλους καὶ τὸν ἀντιρρησία Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Ἄνθιμο. Γι’ αὐτὸ θέλω νὰ δηλώσω προκαταρκτικὰ ὅτι ἡ παροῦσα Ἡμερίδα τῶν φοιτητῶν ἔχει καθαρὰ ἐπιστημονικό, θεολογικό, ἐκκλησιαστικὸ καὶ ἐθνικὸ χαρακτήρα.

Ὡς γνωστό, οἱ συνάδελφοί μου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης μὲ τίμησαν μὲ τὴν ἐκλογή μου στὴν θέση τοῦ Κοσμήτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς καὶ δυὸ φορὲς στὴ θέση τοῦ Προέδρου τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας. Ὅταν ἐμεῖς κάναμε σκληρὸ ἀγώνα γιὰ τὴ διατήρηση τοῦ Ἐπιστημονικοῦ καὶ Πανεπιστημιακοῦ χαρακτήρα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, οἱ πρωταγωνιστὲς τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης ‘‘ἔπαιζαν τὸ βιολὶ τους’’ σὲ διάφορες χορωδίες. Γι’ αὐτὸ ἔχω τὸ δικαίωμα καὶ τὴν ὑποχρέωση νὰ ἐκφράσω τὴν κριτικὴ καὶ τὶς διαφωνίες μου.

Παναγιώτατε, εἶστε γιὰ μένα ὁ πατέρας Ἄνθιμος, ὁ Διευθυντὴς καὶ πνευματικὸς πατέρας στὰ φοιτητικά μου χρόνια στὴν Ἀποστολικὴ Διακονία στὴν Ἀθήνα. Σᾶς ὀφείλω ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ, σὲ Σᾶς καὶ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὴ φροντίδα καὶ τὴν καθοδήγησή σας στὰ νεανικά μου χρόνια. Καὶ συμβουλεύω καὶ τὰ ἄλλα πνευματικά σας τέκνα, ὅπως τὸν νεαρὸ  Μητροπολίτη Ἀλεξανδρουπόλεως κ. Ἄνθιμο τὸν νεότερο, ποὺ τὸν πήρατε μὲ κοντὰ παντελονάκια καὶ τὸν ἀναδείξατε διάδοχό σας νὰ κάνει τὸ ἴδιο. Δὲν ἀναδεικνύεται κανεὶς μεγάλος καὶ σπουδαῖος ὅταν λακτίζει τὸν εὐεργέτη του, ἀλλὰ ὅταν τὸν σέβεται, ἀναγνωρίζει καὶ τιμᾶ τὴν εὐεργεσία.

Στοὺς ἄλλους τρεῖς Μητροπολίτες Διδυμοτείχου, Κομοτηνὴς καὶ Ξάνθης συμβουλεύω νὰ τηροῦν τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, νὰ ἀποφεύγουν τὶς εἰσπηδήσεις σὲ ξένες Μητροπολιτικὲς περιοχὲς καὶ πρὸ πάντων νὰ μὴν γίνονται δεκανίκια γιὰ νὰ τοὺς χρησιμοποιοῦν ἄνθρωποι μὲ ἀδεξιότητες καὶ ἀνεπάρκειες. Ὅσον ἀφορᾶ στὸν Ἅγιο Δημητριάδος, τὸν ὁποῖο σέβομαι καὶ ἐκτιμῶ, θέλω νὰ τοῦ ὑπενθυμίσω ὅτι ἡ ἀπολυτότητα τῶν ἀπόψεών του καὶ ἰδιαίτερα ἡ φανατικὴ ἰσλαμολογία του, θὰ κάνει τὸν ἀείμνηστο ἀδελφὸ τοῦ Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο νὰ τρίζουν τὰ κόκαλά του. Ἂν ζοῦσε θὰ συμφωνοῦσε μαζί του ἣ μὲ τὸν Ἅγιο Θεσσαλονίκης γιὰ τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδές; Λοιπὸν σήμερα τοῦ στέλλει μήνυμα ἀπὸ τὸν οὐρανό.

Κύριε Δήμαρχε Θεσσαλονίκης, πέτυχε ὄντως τὸ πείραμα νὰ πουλάει ἕνας ἄνθρωπος τρέλα καὶ νὰ γίνεται Δήμαρχος. Οἱ φανατικές σας ἀπόψεις γιὰ τὰ Ἰσλαμικὰ δὲν εὐθυγραμμίζονται μὲ τὸ κοινὸ αἴσθημα τοῦ λαοῦ τῆς Θεσσαλονίκης. Μπορεῖ νὰ ἐκμεταλλευτήκατε τὴ σύγκρουσή σας μὲ τὸν Ἅγιο Θεσσαλονίκης, ἀλλὰ ἡ ἱστορία κατακρίνει τοὺς ἀνεπαρκεῖς καὶ στιγματίζει τὴν ἀνευθυνότητά τους, ἐνῶ ὑμνεῖ τοὺς μεγάλους καὶ σπουδαίους.

Στὸν φίλτατό μου Πρόεδρο τοῦ Τμήματος Θεολογίας, θέλω νὰ συστήσω διάκριση καὶ δημοκρατικὴ εὐαισθησία. Ἂν τὴ διέθετε δὲν θὰ καταντοῦσε τὴ Θεολογικὴ Σχολὴ σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση. Ἡ ἀφέλεια νὰ παρασύρεται κανεὶς ἀπὸ ὑποσχέσεις ἀνεύθυνων Γενικῶν Γραμματέων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, μὲ προσωπικὰ κίνητρα, μέχρι τὴ χρηματοδότηση ἀπὸ Μουσουλμανικὲς χῶρες, ὅπως εἶναι τὸ Ἐμιράτο τοῦ Ὀμᾶν, τῶν Ἰσλαμικῶν του Σπουδῶν δὲν ἀποτελεῖ ἁπλῶς ἀφέλεια, ἀνικανότητα καὶ ἀνωριμότητα, ἀλλὰ ξεπούλημα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης καὶ πλήρη ἀλλοίωση τῶν Θεολογικῶν της Σπουδῶν. Ὄφειλε νὰ μὴ χρεωθεῖ μὲ τὴν ἀνωριμότητα ποὺ ἔδειξε τὸ μεγάλο κόστος, διότι ὡς γνωστὸ στὸ Τμῆμα τοῦ εἴκοσι τρεῖς (23) θετικὲς ψήφους πῆρε ἡ πρότασή του καὶ δέκα πέντε (15) ἀρνητικές. Ἐξάλλου αὐτὲς τὶς ψήφους πῆρε καὶ στὶς προεδρικές τους ἐκλογές, ἐνῶ στὸ Τμῆμα Ποιμαντικῆς πῆρε τριάντα μία (31) ἀρνητικὲς καὶ δυὸ (2) θετικές. Συνεπῶς ἡ πρότασή του ἐν τοὶς πράγμασι ἀπερρίφθη ἀπὸ τὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης. Δὲν εἶναι τὸ θέμα προσωπικό του οὔτε ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τσιφλίκι κανενός. Μποροῦσε νὰ γίνει συζήτηση στὴ Σχολή, νὰ ὑπάρχει ἀπόφαση καὶ νὰ προχωρήσει κανονικά. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν γνωστὰ τὰ ἀποτελέσματα ἔκανε ὁ Πρόεδρος τὴν ἀπαράδεκτη ἀντιδημοκρατικὴ ἐνέργεια νὰ τὸ παραπέμψει στὴ Σύγκλητο. Τί φοβόταν ὁ Πρόεδρος τοῦ θεολογικοῦ νὰ φέρει στὴ Σχολὴ τὴ συζήτηση νὰ ἀναληφθεῖ συλλογικὴ εὐθύνη; Φοβόταν τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἄποψη τοῦ μειοψηφοῦσε καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ προχωρήσει. Εἶναι ποτὲ δυνατό, ἕνα συγκλονιστικὸ γεγονός, ὅπως αὐτὸ τοῦ ξεπουλήματος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς καὶ τῆς ἀλλοίωσης τῶν Θεολογικῶν Σπουδῶν στὴ Θεσσαλονίκη, νὰ ἀποφασίζεται ἀπὸ ἄσχετα μὲ τὴ Θεολογικὴ Σχολὴ καὶ τὴ Θεολογικὴ Ἐπιστήμη πρόσωπα;

Μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς «μὰ ἀποφάσισε ἡ Σύγκλητος». Ἐκεῖ ἐπικράτησε αὐτὸ ποὺ ὑποστήριξε ὁ προσφάτως παραιτηθεῖς Ἀναπληρωτὴς Πρύτανης: «φασιστικὴ νοοτροπία». Ἐκτιμῶ τὸ νέο Πρύτανη κ. Περικλῆ Μίτκα καὶ περίμενα ἕνα πιὸ ὥριμο χειρισμὸ τοῦ πράγματος. Νὰ ζητήσει νὰ προηγηθεῖ σύγκλησης τῆς Σχολῆς καὶ νὰ παρευρεθεῖ, νὰ ἀκούσει ἐπιχειρήματα καὶ νὰ δεῖ ἀποτελέσματα. Ἀλλὰ καὶ στὴ συζήτηση τῆς Συγκλήτου ἡ ἄνωθεν ἐντολὴ τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας κ Λοβέρδου ἦταν «περάστε τὸ νὰ τελειώνουμε». Ἀπὸ τοὺς πενήντα τέσσερις (54) Συγκλητικοὺς ἦταν παρόντες εἴκοσι πέντε (25) οὔτε οἱ μισοί. Καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ψήφισαν δέκα ἐννέα (19) ὑπὲρ μὲ ἐρωτηματικὸ καὶ ἕξι (6) κατά. Αὐτὸ εἶναι τὸ νέο ἦθος κ. Πρύτανη ποῦ ἐξαγγείλατε;  

Ὁ Ὑπουργοὺς Παιδείας εἶναι τὸ θύμα τοῦ Γενικοῦ Γραμματέα κ. Γ. Καλαντζή, ὁ ὁποῖος ξεκίνησε τὸ ὅλο θέμα ἀπὸ τὸν προηγούμενο Ὑπουργὸ κ. Ἀρβανιτόπουλο ἐκ Πειραιῶς. Σέβεται, δήλωσε, ὁ κ. Λοβέρδος τὴν αὐτονομία τοῦ Α.Π.Θ.. Γιὰ ποιὰ αὐτονομία μιλᾶ, ἀφοῦ παρόλο ποὺ συντόνιζε τὴν ὅλη προσπάθεια τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας μὲ ὄργανό του τὸν Πρόεδρο τοῦ Τμήματος Θεολογίας, δὲν κατόρθωσε σὲ κανένα ὄργανο νὰ ἔχει πραγματικὴ πλειοψηφία• οὔτε στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ οὔτε στὴ Σύγκλητο. Ἐπὶ συνόλου ὀγδόντα ἐνὸς (81) Καθηγητῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, πῆρε εἴκοσι πέντε (25) θετικὲς καὶ πενήντα ἕξι (56) ἀρνητικὲς καὶ ἀπουσίες καὶ ἐπὶ συνόλου πενῆντα τεσσάρων (54) μελῶν τῆς Συγκλήτου πῆρε δέκα ἐννέα (19) θετικὲς καὶ τριάντα πέντε (35) ἀρνητικὲς καὶ ἀπουσίες. Ὅταν ἕνα πράγμα εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴ συνείδηση τῆς πλειοψηφίας τῶν Καθηγητῶν τῆς Σχολῆς, εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴ γνώμη τῶν φοιτητῶν ποὺ διοργανώνουν τὴ σημερινὴ Ἡμερίδα - ἀντίσταση, εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ τῆς Θεσσαλονίκης, εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴ γνώμη τοῦ οἰκείου Μητροπολίτη, ἡ ἐπιβολὴ τοῦ λέγεται ὄντως φασισμός.

Τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμο, σέβομαι, ἐκτιμῶ καὶ ἔχω φιλικὲς σχέσεις, μοῦ βάφτισε ἕναν ἐγγονό μου. Ὅμως Παναγιώτατε ἔχετε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εὐθύνη• ὀφείλατε νὰ τὸ θέσετε τὸ θέμα, γιατί δὲν ἀνήκει στὴν ἀποκλειστικὴ ἁρμοδιότητα τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ τῆς Συγκλήτου τοῦ Α.Π.Θ.. Εἶναι θέμα ποιμαντικό, κοινωνικό, παιδαγωγικό, ἐκκλησιαστικό, θεολογικό, πολιτικὸ καὶ φυσικὰ ἐθνικό. Ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία νὰ τοποθετηθεῖ, νὰ γνωρίζουμε τὴν ἄποψη τῆς Ἱεραρχίας. Αὐτὴ τὴν στιγμὴ φαίνεται νὰ παραπαίει ἀπὸ δηλώσεις μεμονωμένων, Μητροπολιτῶν καὶ ἡ γνώμη τῆς Διοικοῦσας Ἐκκλησίας δὲν εἶναι γνωστή.

 

 

Β΄ Ἐπιστημονικὴ προσέγγιση τοῦ θέματος

 

Ἔρχομαι τώρα στὸ καθαρὰ ἐπιστημονικὸ μέρος τοῦ θέματος καὶ θέλω νὰ ἀπαντήσω στὰ ἐρωτήματα ποὺ τίθενται ὡς πρόφαση γιὰ τὴν Ἵδρυση τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης.

1.           Ὑπάρχει καὶ λειτουργεῖ Τμῆμα ἢ Πρόγραμμα ἢ Κατεύθυνση Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὸ Τμῆμα Θεολογίας; Ἀπ’ ὅτι γνωρίζω δὲν ὑπάρχει. Ὑπάρχει μία καθηγήτρια ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὸν Διάλογο μὲ τὸ Ἰσλὰμ καὶ ἡ γνώμη τοῦ Ἰσλὰμ γιὰ τὴ γυναίκα εἶναι ἐξευτελιστική. Θὰ προκηρύξουν πέντε (5) θέσεις γιὰ πρόσληψη προσωπικοῦ. Μὰ στὰ Πανεπιστήμια λόγω τῆς οἰκονομικῆς κρίσης ἐδῶ καὶ τρία χρόνια, δὲν προσλαμβάνονται Καθηγητές, θὰ δοθεῖ προτεραιότητα στὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδές; Πληροφοροῦμαι ὅτι ὁ κ. Γ. Καλατζὴς ἔχει σχετικὸ Διδακτορικό. Μήπως θὰ εἶναι ὑποψήφιος; Εἶναι ποτὲ δυνατὸ ἕνα Τμῆμα Ὀρθόδοξης Θεολογίας νὰ πάρει τοὺς Μουσουλμάνους τῆς Θράκης καὶ νὰ τοὺς πεῖ ἐλάτε νὰ σᾶς διδάξω τὴ θρησκεία σας, τὴν πίστη σας, μέσα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία; Ὑπάρχει ἄνθρωπος μὲ στοιχειώδη λογικὴ στὸν κόσμο καὶ ἐπιστημονικὴ συνείδηση ποῦ θὰ δεχτεῖ ἕνας ὀρθόδοξος χριστιανὸς νὰ μάθει τὴν πίστη τοῦ Ἰσλὰμ στοὺς Μουφτῆδες; Αὐτὸ θεωρεῖται «προοδευτικότητα», ἢ μεσαιωνικὴ προπαγάνδα καὶ σκοταδισμός; Μὰ ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει Καθηγητὴς τοῦ Τμήματος μὲ στοιχειώδη γνώση τοῦ Κορανίου  καὶ γενικότερά της θρησκείας τοῦ Ἰσλάμ, πὼς θὰ διδάξει καὶ μάλιστα μὲ ἐπιστημονικὲς προϋποθέσεις Ἰσλαμικὲς Σπουδές; Αὐτὸ δὲν εἶναι γελοιότητα; Πῶς θὰ γίνει πρόγραμμα Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν ἀπὸ ἄσχετους Καθηγητὲς μὲ τὸ γνωστικὸ ἀντικείμενο ποὺ θὰ διδάξουν. Ἁπλῶς γιὰ νὰ λένε ὅτι διδάσκουν Ἰσλαμικὲς Σπουδές;

2.           Ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀμερικὴ ὑπάρχουν ἀντίστοιχα παραδείγματα εἶναι μία ἀπάτη καὶ παραποίηση τῶν γεγονότων. Ὅπως προκύπτει ἀπὸ ἔρευνα τῶν σελίδων τους, τὰ ὑφιστάμενα στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀμερικὴ κέντρα ἢ Ἰνστιτοῦτα Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν λειτουργοῦν αὐτόνομα καὶ ἕνα μόνο στὴν Ἀγγλία εἶναι ἐνταγμένο σὲ πρόγραμμα μεταπτυχιακῶν σπουδῶν μὲ ἀπόλυτα ἐξειδικευμένους Καθηγητές. Οὔτε λοιπὸν στὴ Γερμανία, οὔτε στὴν Ἀγγλία, οὔτε στὴν Ἰταλία στὸ Ποντιφικὸ Ἰνστιτοῦτο τίθεται ζήτημα ἔνταξης ἐνὸς προγράμματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν σὲ Θεολογικὴ Σχολὴ οὔτε καὶ πρόσμιξης χριστιανικῶν καὶ ἰσλαμικῶν θεολογικῶν παραδόσεων γίνεται. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ στὶς Η.Π.Α., ὅπου δὲν ὑφίσταται ζήτημα μίξης μὴ ὁμοειδῶν γνωστικῶν περιοχῶν, ὅπως εἶναι ἡ χριστιανικὴ καὶ ἡ ἰσλαμικὴ θεολογία, κάτι ποὺ ἐπιχειρεῖται νὰ γίνει στὸ Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ θὰ εἶναι unicum παγκοσμίως. Ὑπάρχει σύγκριση τῶν διεθνῶν δεδομένων μὲ τὸ προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδῶν τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ., ὅπου ἐκτὸς μιᾶς ἐπίκουρης Καθηγήτριας, ἡ ὁποία, κατὰ τὸ πρόγραμμα, θὰ διδάξει ὀκτὼ (!) μαθήματα, τὰ ὑπόλοιπα εἰδικὰ μαθήματα τοῦ προγράμματος θὰ διδαχθοῦν ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντες διδάσκοντες, ἢ ὀρθόδοξους θεολόγους;

3.           Ἰσχυρίστηκε ὁ Πρόεδρος τοῦ τμήματος θεολογίας γιὰ νὰ πείσει τοὺς συγκλητικοὺς ὅτι ἂν τὸ κράτος δὲν μπορεῖ νὰ καλύψει οἰκονομικᾶ τὰ ἔξοδα τοῦ προγράμματος ἐξασφάλισε Πετροδόλαρα ἀπὸ τὸ Ἐμιράτο τοῦ Ὀμᾶν. Ὅταν ἡ θεολογία γίνεται πολιτικὴ καὶ μέσο ἐκμετάλλευσης, παύει νὰ εἶναι ἐπιστήμη, ἔρευνα καὶ πολιτισμός. Γίνεται μέσο πολιτικὸ μὲ ἄλλα λόγια «χανουμάκι τοῦ Πασᾶ». Τέτοια θεολογία θέλει ὁ Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ ὁ νέος Πρύτανης τοῦ Α.Π.Θ.. Αὐτὸ εἶναι τὸ ὅραμά τους γιὰ τὴν Παιδεία τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ. Ὅταν  οἱ Θεολογικὲς Σχολὲς ἔχουν οἰκονομικὴ ἐξάρτηση ἀπὸ Μουσουλμανικὰ κράτη καὶ εἰδικὰ ἀπὸ τὸ Ἐμιράτο τοῦ Ὀμᾶν ποὺ εἶναι ἀπὸ τὶς χῶρες τῆς Ἰσλαμικῆς Διάσκεψης ποὺ μαζὶ μὲ τὴν Τουρκία στηρίζουν τὴν εἰσβολὴ στὴν αἱματοβαμμένη Κερύνια, Μόρφου καὶ Ἀμμόχωστο καὶ στηρίζουν τὸ ψευδοκράτος τῆς Βορείου Κύπρου, θὰ δεχθεῖτε κύριοι συνάδελφοι νὰ πληρώνεστε γιὰ τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς ἀπὸ Τούρκους; Θὰ ἔλεγα χαριτολογόντας• σὲ ποιὸν Ἀλλὰχ πιστεύετε ἐπὶ τέλους; Μὲ αὐθαιρεσίες, ἐτσιθελισμὸ καὶ δημοκρατικοφανὴ ψευδοεπιχειρήματα προσπαθεῖτε νὰ πείσετε  αὐτοὺς ποῦ ἔχουν Ἰσλαμικὴ Ἐμπειρία; Ἀνοίγετε τὴν κερκόπορτα στὸ Ἰσλὰμ ὅταν σήμερα οἱ εὐρωπαϊκὲς χῶρες ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη προσπαθοῦν νὰ συμμαζέψουν τὰ ἀσυμμάζευτα. Ἡ Αὐστρία κλείνει τριακόσια (300) λαθραία Τζαμιά, ἡ Ἀγγλία, ἡ Ἰταλία, ἡ Γαλλία, ἀκόμα καὶ οἱ Η.Π.Α. καὶ ἡ Αὐστραλία προσπαθοῦν νὰ περιορίσουν τὴν ἀναρχία τῶν Μουσουλμάνων καὶ ἡ Γερμανία σκέφτεται τρόπους ἀντιμετώπιση  τῆς Μεταναστευτικῆς Μουσουλμανικῆς λαίλαπας. Ἐσεῖς οἱ «προοδευτικοί», οἱ ἐπιστημονικοφανεῖς, οἱ ἀφελεῖς ἀνοίγετε τὶς πύλες τοῦ Α.Π.Θ. τῆς Θεσσαλονίκης, τοῦ Διδυμοτείχου, τῆς Ἀλεξανδρουπόλεως, τῆς Ξάνθης, τῆς Κομοτηνῆς, τῆς Ἑλλάδας στὸ Ἰσλάμ; Μὰ τέτοια καθυστέρηση, τέτοια ἀνιστόρητη, ἀνεύθυνη καὶ ἀντιεπιστημονικὴ ἀντιμετώπιση;

Δὲν ἀντιλαμβάνεστε μὲ τὴν ἀφέλειά σας ὅτι δίνετε χρυσὴ εὐκαιρία γιὰ προπαγανδιστικὴ  δράση τῆς Τουρκίας μέσα στὸ Α.Π.Θ.; Οἱ Θεολογικὲς Σχολές, κατὰ τὸν τρόπο αὐτό, μεταβάλλονται σὲ θρησκειολογικὲς Σχολές, συνεπῶς συγχωνεύονται, καταργοῦνται καὶ γίνονται Τμῆμα τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς. Συγχαρητήρια στοὺς σοφοὺς πρωτοπόρους καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς συμβούλους τους ποὺ κατόρθωσαν μέσα σὲ ἕνα χρόνο νὰ διαλύσουν τῆς Θεολογικὲς Σχολές.

4.           Ἀκοῦμε τόσα σχιζοφρενικὰ πράγματα, γιατί τὸ ἴδιο τὸ ἐγχείρημα τῶν   Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὸ Α.Π.Θ. εἶναι σχιζοφρενικό. Διατείνεται ὁ Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Θεολογίας ὅτι οἱ Θεολογικὲς Σχολὲς εἶναι αὐτόνομες Ἐπιστημονικὲς Μονάδες. Καὶ ἀσφαλῶς εἶναι. Ὑποστηρίζει ὅτι κανεὶς δὲν μπορεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία νὰ ἔχει ἄποψη γιὰ τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς γιατί εἶναι δικό του ἐσωτερικὸ θέμα. Θὰ ἔπειθε ἂν ὁ ἴδιος δὲν εἶχε δεκανίκια τέσσερις Μητροπολίτες τῆς Βορείου Ἑλλάδας καὶ σύμβουλο Μητροπολίτη τὸν Ἅγιο Δημητριάδος, ποὺ ἐξέφρασε φανατικὴ στήριξη τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὴ Θεσσαλονίκη. Κάνω στὸν Ἅγιο Δημητριάδος μιὰ πρόταση. Νὰ στεγάσει τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς στὴν Θεολογικὴ Ἀκαδημία τοῦ Βόλου. Νὰ διορίζει τοὺς Καθηγητὲς τῶν Μουφτήδων, νὰ εἰσπράττει ὅποια χορηγία γίνεται ἀπὸ τὸ κράτος καὶ τὰ πετροδόλαρα τοῦ Ἐμιράτου τοῦ Ὀμᾶν νὰ ρέουν στὸ Βόλο. Ἔτσι, ἀδέσμευτος ἀπὸ τὸν Ἅγιο Θεσσαλονίκης καὶ ἐμᾶς τοὺς ἀντιφρονοῦντες θὰ ὑλοποιήσει ἕνα ὅραμα ποὺ εἶναι κοινὸ μὲ τὸν Πρόεδρο τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ κάποιους ἄλλους καθηγητές. Πόσα μπορεῖ νὰ κάνει ἕνας ἄνθρωπος γιὰ τὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο! Τὴν ἴδια πρόταση κάνω καὶ στοὺς ἄλλους σεβαστοὺς Σεβασμιωτάτους. Νὰ γίνει ὑπὸ τὴν αἰγίδα τους στὴ Ξάνθη, Ἀλεξανδρούπολη ἢ Διδυμότειχο, ἀφοῦ ἀποκλείεται ἡ Κομοτηνή, λόγω τοῦ Τουρκικοῦ Προξενείου. Αὐτὸ ποὺ γίνεται σήμερα μὲ τοὺς συγκεκριμένους Μητροπολίτες λέγεται στὴν Γλώσσα τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου εἰσπήδηση στὴν Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, Παναγιώτατε. Ἅγιε Θεσσαλονίκης ὀφείλετε νὰ ἀποκαταστήσετε τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη σύμφωνα μὲ τοὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν Καταστατικὸ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ὅταν κάποιοι Μητροπολίτες δημιουργοῦν ποιμαντικά, κοινωνικά, ἐκκλησιαστικὰ καὶ ἐθνικὰ προβλήματα σὲ ἄλλη Μητρόπολη, ὑπάρχουν οἱ κανόνες τῆς εἰσπήδησης ποὺ προβλέπουν τὰ δέοντα.

5.           Ἔρχομαι τώρα νὰ ἀπαντήσω στὸ ψευτοδίλημμα τοῦ ὁμολογιακοῦ ἢ μὴ ὁμολογιακοῦ χαρακτήρα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν. Ἀσφαλῶς οἱ Θεολογικὲς Σχόλες  δὲν εἶναι Κατηχητικὰ Σχολεῖα τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι χῶρος ἔρευνας καὶ κέντρα ἐπιστημονικά. Ὑπάρχει ὅμως ἀπροϋπόθετη Θεολογία; Δηλαδὴ κάποιος ποὺ εἶναι ἐπιστήμονας θεολόγος ξεκινᾶ τὴν ἔρευνά του ἀπὸ τὸ πουθενά, χωρὶς ὑποδομὴ καὶ προϋποθέσεις; Εἶναι σαφὲς ὅτι ἔχει κριτήριο τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ Παράδοση ἢ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ ἢ τὴν Προτεσταντικὴ ἢ τὴν Μουσουλμανική. Ἀσφαλῶς ἡ Θεολογία εἶναι ἀνοιχτὴ πρὸς ὅλους «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθείν», ὅμως οἱ προϋποθέσεις μας ἔχουν θεολογικὴ ἀφετηρία, Ὀρθόδοξη, Προτεσταντικὴ ἢ Ρωμαιοκαθολική. Συνεπῶς εἶναι ἀνύπαρκτο τέτοιο ψευτοδίλημμα γιὰ τὶς Θεολογικές μας Σχολές. 

Τώρα τί συμβαίνει μὲ τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδές; Ἔχουν ἢ δὲν ἔχουν Ὁμολογιακὸ χαρακτήρα; Προορίζονται ἢ ὄχι πρωτίστως καὶ κυρίως γιὰ τοὺς Μουφτῆδες καὶ Μουσουλμάνους καὶ τὸ περιεχόμενό τους δὲν ἐπιδέχεται διερεύνηση καὶ διαφωνία; Ὑπάρχει πιὸ φανατική, ἀπολυταρχική, φασιστικὴ διδασκαλία ἀπὸ τὸν Ἰσλαμισμό; Ποῦ ὁδηγεῖ ὁ Ἰσλαμισμός; Σὲ τρεῖς βασικὲς κατευθύνσεις: ἅ) Παραγωγὴ Τζιχαντιστῶν, β) Δημιουργία φανατικῶν ἐχθρῶν της Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Χριστιανισμοῦ γενικότερα καὶ γ) παράγει Μουσουλμάνους γιὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τοῦ πολιτισμοῦ. Ἄλλο περιεχόμενο ἔχει τὸ Κοράνιο τοῦ προέδρου τῆς Θεολογικῆς; Συνεπῶς δὲν ὑπάρχει δίλημμα περὶ ὁμολογιακοῦ ἢ μὴ χαρακτήρα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν. Τώρα ὅμως ποὺ ἀπὸ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. γινόμαστε Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Ἰσλὰμ ὑπάρχει ὄντως θέμα ὁμολογιακοῦ χαρακτήρα• φασιστικοῦ καὶ προπαγανδιστικοῦ γιὰ τὴν Τουρκία.

Τὸ Ἰσλὰμ εἶναι μία ἀπολυταρχικὴ πολιτικὴ θρησκεία ποὺ δὲν διαλέγεται, δὲν ἐρευνᾶ καὶ δὲν ἐπιδέχεται ἐπιστημονικὴ ἔρευνα καὶ διάλογο. Ἑπομένως πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διδάσκεται ἀπὸ Ὀρθόδοξους Θεολόγους τοῦ Τμήματος Θεολογίας; Μήπως κάποιοι ἀπὸ αὐτούς, χάρη διαλόγου, προσχώρησαν στὸν Ἰσλαμισμὸ γιὰ νὰ γίνουν δεχτοὶ ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοὺς Μουφτῆδες καὶ Μουσουλμάνους; Πῶς θὰ διδάξουν Ὀρθόδοξοι Θεολόγοι καθηγητὲς Μουσουλμανισμὸ γαλουχημένοι σὲ ἄλλο δόγμα, ἄλλο ἦθος, ἄλλη κουλτούρα καὶ πολιτισμό. Αὐτὸ δὲν ἔχει οὔτε ἐπιστημονικὴ οὔτε λογικὴ βάση, ἁπλὰ πρόκειται γιὰ ἕναν ἀχταρμά, ἐπιστημονικῆς γελοιότητας.

Συνεπῶς, ἐπιστημολογικὰ οἱ Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς δὲν ἔχουν δυνατότητα σύγκρισης μὲ τὶς Ὀρθόδοξες Θεολογικὲς Σπουδὲς τῆς Θεολογίας. Ὅταν ὅμως οἱ Καθηγητὲς τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας γίνονται Καθηγητὲς τῆς Θεολογίας τοῦ Ἰσλὰμ αὐτὸ σημαίνει προπαγάνδα καὶ προσηλυτισμός.

6.           Μήπως ὁ Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Θεολογίας, ὡς Δογματολόγος, ταυτίζει τὴν Τριαδολογία τοῦ Χριστιανισμοῦ μὲ τὸν Ἀλλὰχ τοῦ Ἰσλαμισμοῦ; Ἡ Χριστολογία θὰ ταυτιστεῖ μὲ τὸ Μωάμεθ τοῦ Ἰσλάμ; Ἡ Ὀρθόδοξη Πνευματολογία ἔχει καμία σχέση μὲ τὸ Ἰσλάμ; Οἱ Ἅγιοί της Ἐκκλησίας καὶ οἱ Νεομάρτυρες θὰ ἀπεικονίζονται μὲ τοὺς Μουσουλμάνους ἐκτελεστές τους! Μὰ τρελαθήκαμε σὲ αὐτὸν τὸν τόπο. Ἡ Παναγία θὰ πάψει νὰ εἶναι ἡ Θεοτόκος καὶ ὁ Χριστὸς ὁ σωτήρας τοῦ κόσμου. Ἡ Ἁγία Γραφὴ θὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ Κοράνιο ἢ θὰ διδάσκονται οἱ Ἕλληνες πολίτες Μουσουλμάνοι καὶ μή, πῶς πρέπει νὰ ρέει τὸ αἷμα τῶν ἄπιστων Χριστιανῶν;

7.           Θέλω, νὰ ἀπαντήσω καὶ στὸ παραμύθι τῆς δακρύβρεχτης συγκίνησης ὁρισμένων ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι κάνουν τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς στὶς Θεολογικές μας Σχολὲς γιὰ νὰ μὴν φεύγουν πέντε Μουφτῆδες καὶ πέντε Μουσουλμάνοι τῆς Θράκης στὸ ἐξωτερικό, Τουρκία, Σαουδικὴ Ἀραβία κ.λπ., γιὰ λόγους δηλαδὴ ἐξωτερικῆς πολιτικῆς καὶ προπαγάνδας. Ἀσφαλῶς ὅλοι οἱ Ἕλληνες πολίτες ἔχουν δικαιώματα σὲ ὅλες της βαθμίδες τῆς ἐκπαίδευσης. Ὅμως ὑπάρχουν ἀντίστοιχες σπουδὲς σὲ διάφορα Πανεπιστήμια τῆς χώρας Ἀραβικὲς Σπουδές, Παιδαγωγικές, Παρευξείνιες κλπ. Ἱδρύστε κ Ὑπουργὲ τῆς Παιδείας δικές τους Σχολές. Γιατί κλείνετε τὶς μειονοτικὲς καὶ παρενοχλεῖτε τὶς Θεολογικὲς Σχολές; Πρέπει νὰ διαλύσουμε τῆς Θεολογικὲς Σχολὲς γιὰ νὰ στεγαστοῦν οἱ Ἰσλαμικές; Ἂν αὔριο ὁ Πρόεδρος τῆς Τουρκίας Ταγὶπ Ἐρντογᾶν προτείνει στὸν Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολαμαῖο νὰ ἀκολουθηθεῖ καὶ στὴ σχολὴ τῆς Χάλκης τὸ ἴδιο μοντέλο, νὰ διορίζουν οἱ Τοῦρκοι τοὺς Καθηγητές, νὰ κάνουν τὰ Ἰσλαμικὰ Πανεπιστήμια τὸ πρόγραμμα ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθήσει ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης καὶ νὰ διδάσκουν οἱ Τοῦρκοι Μουφτῆδες τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, τῆς Χάλκης, αὐτὸ δὲν εἶναι ἐθνικὴ προδοσία ὅλων αὐτῶν ποὺ εἶχαν τὴν φαεινὴ ἰδέα τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν στὸ Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ.;   

8.           Ἕνα ἄλλο ἐπιχείρημα τοῦ Προέδρου τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ τῶν ὁμοφρονούντων εἶναι ὅτι ὑπάρχει τὸ αὐτοδιοίκητο τῶν Πανεπιστημίων καὶ δὲν ἔχουν γνώμη οἱ ἐκτός. Ὡς Θεολόγος γνωρίζω ὅτι ἀρχὴ καὶ τέλος τῆς ἀκαδημαϊκῆς τάξης, τῆς Δημοκρατίας καὶ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ συνείδηση τοῦ λαοῦ μὲ τὴν εὐρύτερη καὶ στενότερη ἔννοια. Αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἡ πλειοψηφία τῶν Καθηγητῶν τῆς Θεολογικῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἡ πλειοψηφία τῆς Συγκλήτου τοῦ Α.Π.Θ. τήρησαν οὐδέτερη ἢ ἀρνητικὴ στάση γιὰ τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδές. Αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἡ συνείδηση τῆς πλειοψηφίας τοῦ λαοῦ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἐναντίον τῆς ἵδρυσης καὶ λειτουργίας τοῦ Τμήματος ἢ Προγράμματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν, τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ σύσσωμος ὁ Κυπριακὸς λαὸς καὶ ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Διασπορᾶς. Θὰ τὸ ἀγνοήσουμε φασιστικά!

Ὁ Ἰσλαμισμὸς εἶναι ταυτόσημος μὲ τὸν φανατισμό, τὸν φασισμὸ καὶ                  τὴν ἔλλειψη πολιτισμοῦ. Καλλιεργεῖ μίσος, ἔχθρα, καταστροφικὲς ἀρχὲς καὶ ἐγκληματικὲς ἀξίες σὲ ἠθικό, κοινωνικὸ καὶ πολιτικὸ ἐπίπεδο. Σὲ ἀνθρωπιστικό, κοινωνικό, πολιτιστικὸ ἐπίπεδο δίνει τὴ δυνατότητα σ’ ὅποιον δὲν τὸ ἀκολουθήσει στὴν καλύτερη περίπτωση νὰ διαλέξει τὸν τρόπο ποὺ θέλει νὰ πεθάνει!

Ἡ σημερινὴ εἰσήγησή μου ἀποτελεῖ κατάθεση τῆς ἐπιστημονικῆς, θεολογικῆς, κοινωνικῆς καὶ πολιτιστικῆς ἀντίθεσής μου μὲ τὴν Ἵδρυση τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν. Εὔχομαι οἱ προσδοκίες τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ οἱ Ἰσλαμικὲς σπουδὲς νὰ ἀποκτήσουν τὸν χαρακτήρα τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς εἰρηνικῆς συνύπαρξης τῶν λαῶν καὶ νὰ εἶναι μία νέα ἀποκάλυψη. Μιὰ τέτοια προσδοκία εἶναι δυστυχῶς ἄστοχη, μάταιη καὶ ἀδύνατη. Συνεπῶς ἔχουν ἀκεραία τὴν εὐθύνη ὅσοι πρωτοστάτησαν στὸ ξεπούλημα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης καὶ στὴν πλήρη ἀλλοίωση τῶν Ὀρθοδόξων Θεολογικῶν Σπουδῶν.

Κατάγομαι ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἐπίκτητό της Κερύνιας τῆς Κύπρου. Ἔζησα τὴν εἰσβολὴ τῶν Τούρκων καὶ τὴν κατοχὴ τοῦ 40% τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ἀπὸ τὶς ὀρδὲς τοῦ Ἀττίλα. Ἔζησα τὸν πόλεμο, τὴν προσφυγιά, τοὺς ἀγνοούμενους, τοὺς ἐγκλωβισμένους, τοὺς αἰχμαλώτους ποὺ μεταφέρθηκαν στὴν Μερσίνα. Ἔχω ἄμεση ἐμπειρία τί θὰ πεῖ Ἰσλάμ. Εἶδα τὴν πολιτιστικὴ κληρονομιὰ τῆς Βόρειας Κύπρου νὰ λεηλατεῖται, νὰ ληστεύεται ἀπὸ τοὺς ἀρχαιοκάπηλους Ἰσλαμιστές. Εἶδα βιασμούς, ἐν ψυχρῷ ἐκτελέσεις. Αὐτὴ εἶναι ἡ δικαιοσύνη, ἡ εἰρήνη καὶ γενικότερα ἡ κοινωνικὴ προσφορὰ τοῦ Ἰσλάμ.

Στὸ χωριό μου, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἐπικτήτου, ὅπου ἀπὸ δυὸ χρονῶν στὸ ἀναλόγιο μὲ τὸν ψάλτη πατέρα μου πρῶτα εἶπα «Κύριε ἐλέησον» καὶ μετὰ μίλησα, μετατράπηκε σὲ τζαμὶ καὶ κτίστηκε ἕνας τεράστιος μιναρές. Μετὰ ἀπὸ σαράντα χρόνια κατοχή, ἀποφασίσαμε μὲ ἕνα φίλο μου νὰ πᾶμε τὸ Πάσχα νὰ ψάλλουμε τὴν ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως. Ξέρετε ποιὸ θὰ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα ἄν μας συλλάμβαναν; Ὁ ἀποκεφαλισμός, ὅπως ἔκαναν οἱ Τζιχαντιστὲς στὸν Γάλλο δημοσιογράφο. Μήπως οἱ Ἰσλαμιστὲς ποῦ ὀνειρεύεται ὁ Πρόεδρος τοῦ Θεολογικοῦ νὰ μορφώσει μὲ τὶς Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς στὸ Τμῆμα Θεολογίας, θὰ ἀποκεφαλίζουν μὲ νέο τρόπο ποῦ θὰ διδάξει ἡ Θεολογία τοῦ νέου Ἰσλαμισμοῦ;

Τέλος, προτείνω στοὺς φοιτητὲς ὀργανωτὲς τῆς παρούσας Ἡμερίδας, ὅταν ποτὲ λειτουργήσουν οἱ Ἰσλαμικὲς Σπουδὲς νὰ κάνουν δῶρο στοὺς συμφοιτητὲς τοὺς Μουσουλμάνους τὶς εἰκόνες τῶν Νεομαρτύρων καὶ τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς. Ἐσεῖς Παναγιώτατε νὰ κάνετε δῶρο τὴν εἰκόνα τοῦ Μαρτυρίου τοῦ Πατριάρχη Γρηγορίου τοῦ Ε΄ καὶ ἐγὼ θὰ τοὺς προσφέρω ἕνα DVD μὲ τὴν εἰσβολὴ τῶν Τούρκων στὴν Κύπρο, ποὺ θὰ δείχνει τοὺς προσφυγικοὺς καταυλισμούς, τοὺς ἀγνοούμενους, τοὺς ἐγκλωβισμένους καὶ τὴν καταστροφὴ τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς τοῦ νησιοῦ μου.

Λαμβάνω μέρος στὴν ἀποψινὴ Ἡμερίδα - Συγκέντρωση τῶν φοιτητῶν τοῦ Α.Π.Θ. καὶ χαίρομαι γιὰ τὴν προσέλευση τόσων φοιτητῶν καὶ τόσων ἐνδιαφερομένων. Βρίσκομαι ἐδῶ ὡς τέως Κοσμήτορας καὶ Πρόεδρος τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας γιὰ καθαρὰ λόγους  εὐθύνης, ἐπιστημονικούς, θεολογικούς, ἐκκλησιαστικούς, κοινωνικοὺς καὶ ἐθνικούς. Καταθέτω τὶς προσωπικές μου ἀπόψεις δυναμικὰ μήπως οἱ ὑπεύθυνοι ἀκούσουν τὸν προφητικὸ λόγο καὶ ξυπνήσουν ἀπὸ τὸ λήθαργό της ἐπιπολαιότητας, τῆς ἀνευθυνότητας, τοῦ ξεπουλήματος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης καὶ τῆς ἀλλοίωσης τῶν Θεολογικῶν της Σπουδῶν».

 

 

  • 12 -

Β.6.12 - Το Υπόμνημα του κ. Ηρακλή Ρεράκη, Καθηγητή του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, ο οποίος αποφαίνεται υπέρ της έλλειψης επιστημονικής συνάφειας του γνωστικού πεδίου της 4ετούς Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Προπτυχιακών Μουσουλμανικών Σπουδών με το γνωστικό πεδίο του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ, έχει ως εξής:

«ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΗΡΑΚΛΗ ΡΕΡΑΚΗ

 

Τὸν Μάρτιο τοῦ 2014, εἴκοσι τρεῖς (23) ἀπὸ τοὺς τριάντα ἐννέα (39) καθηγητὲς τοῦ Τμήματος Θεολογίας καὶ ἀπὸ τοὺς συνολικὰ ἑβδομήντα δυὸ (72) Καθηγητὲς τῶν δυὸ Τμημάτων τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. ἀποφάσισαν τὴν ἵδρυση Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν, ὅπου μετὰ ἀπὸ φοίτηση τεσσάρων (4) ἐτῶν καὶ σαράντα ὀκτὼ (48) σχετικῶν μαθημάτων θὰ ἀπονέμει σὲ Μουσουλμάνους, ὑποψήφιους Ἱεροδιδασκάλους τοῦ Κορανίου, ἀλλὰ καὶ μὴ Μουσουλμάνους, Πτυχίο Θεολογίας μὲ εἰδίκευση στὸν Μουσουλμανισμό. Ἡ ἀπόφαση αὐτή, παρότι λήφθηκε μὲ εἴκοσι τρεῖς (23) ψήφους, ἐμπνεύστηκε καὶ καλλιεργήθηκε ἀπὸ συγκεκριμένα πρόσωπα, ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.

Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ βρῆκε κάθετα ἀντίθετο τὸ ἄλλο Τμῆμα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., τὸ Τμῆμα Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας - στὸ ὁποῖο καὶ ὑπηρετῶ ὡς Καθηγητής. Εἰδικότερα, στὴν μὲ ἀριθμὸ 518/26.03.2014 ἀπόφασή του ἐπισημαίνεται ἡ ἀπόλυτη ἀσυμβατότητα τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος περὶ “Ἰσλαμικῶν Σπουδών” μὲ τὸ χαρακτήρα καὶ τὴ φυσιογνωμία τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, μὲ τὴν ἐνδιαφέρουσα ἐπισήμανση ὅτι: «Ἡ αὐτοτελὴς γνωστικὴ περιοχὴ ποὺ θεραπεύει ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. καὶ τὰ δυὸ Τμήματά της, ἀπὸ τῆς συστάσεώς τους, εἶναι οἱ σπουδὲς στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ἢ ἐπὶ τὴ βάσει τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας σπουδὴ τοῦ φαινομένου τῆς Θρησκείας καὶ τοῦ Χριστιανικοῦ Πολιτισμοῦ, ἢ τοῦ Πολιτισμοῦ γενικότερα» καὶ ὅτι «μὲ τὴν ἀπόφαση ἵδρυσης Εἰσαγωγικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν ἀλλοιώνεται ὁ μέχρι τώρα χαρακτήρας τῆς Σχολῆς καὶ ἡ ἀκαδημαϊκή της ἀντιστοίχηση μὲ τὰ διεθνῶς κρατοῦντα». Ἐπίσης τονίζεται ὅτι: «Ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ κατὰ τὸ ἐπιστημονικό της περιεχόμενο καὶ τὸ σκοπὸ ἱδρύσεως καὶ λειτουργίας τῆς εἶναι ἐπιστημολογικὰ ἀναρμόδια γιὰ τὴν ὀργάνωση προγραμμάτων σπουδῶν ἄλλων θρησκειῶν». Τέλος, σημειώνεται ὅτι «ὡς πρὸς τὸ θέμα μιᾶς τριτοβάθμιας δομῆς λειτουργίας Εἰσαγωγικῆς Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν, ἡ Συνέλευση τοῦ Τμήματος ἐπισημαίνει ὅτι πρέπει νὰ ἀντιμετωπισθεῖ στὸ πλαίσιο τῆς κείμενης νομοθεσίας (Ν. 4009, ἄρθρο 32) καὶ τῶν διεθνῶν συνθηκῶν, μὲ σοβαρὴ νομοτεχνικῆ μελέτη καὶ πνεῦμα νηφάλιου διαλόγου τῶν ἁρμοδίων φορέων καὶ προτείνει ἕνα πρόγραμμα σπουδῶν μὲ τὴν εὐθύνη τῶν κάθ’ ὕλη ἁρμοδίων Παιδαγωγικῶν Τμημάτων».

Οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλὰμ ἀγνόησαν ἐντελῶς τὴν ἀντίθεση τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας.

Τὴν ἴδια ἐξάλλου περίοδο ἔκλεινε σαράντα (40) χρόνια λειτουργίας ἡ Εἰδικὴ Παιδαγωγικὴ Ἀκαδημία Θεσσαλονίκης (ΕΠΑΘ). Ἡ Ἀκαδημία αὐτὴ ἐξυπηρετοῦσε τὴν ἀνάγκη παροχῆς τριτοβάθμιας ἐκπαίδευσης σὲ Ἱεροδιδασκάλους ποὺ καλοῦνται νὰ διδάξουν τὸ Κοράνιο στοὺς Ἕλληνες Μουσουλμάνους τῆς Θράκης, ἔχοντας ἐντούτοις πλήρη ἀκαδημαϊκὴ καὶ διοικητικὴ αὐτοτέλεια, χωρὶς συμμείξεις μὲ ἄλλες Σχολές. Ἐντούτοις, ἡ Σχολὴ αὐτὴ καταργήθηκε, μολονότι θὰ μποροῦσε νὰ διευρυνθεῖ τὸ ἀντικείμενό της καὶ νὰ ἀναβαθμιστεῖ σὲ Σχολὴ τριετοῦς ἢ τετραετοῦς φοίτησης, καλύπτοντας ἔτσι τὸ σκοπὸ ποὺ ἐπικαλοῦνται ὅτι προσδοκοῦν νὰ καλύψουν οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ.

Ἔτσι, ἐπιλέχτηκε –μέχρι στιγμῆς σὲ ἐπίπεδο μόνο πανεπιστημίου- ὁ συμφυρμὸς Χριστιανικῶν καὶ Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν ἐντὸς τῆς ἱστορικῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.

********

Ὁ συμφυρμὸς Χριστιανικῶν καὶ Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν, κατ’ ἀρχάς, συνιστᾶ διεθνῆ πρωτοτυπία: εἶναι γεγονὸς ὅτι δὲν ἔχει ἐπιχειρηθεῖ ποτέ, οὔτε σὲ Προτεσταντικὲς Σχολές, οὔτε σὲ Ρωμαιοκαθολικὲς Σχολές, οὔτε, φυσικά, σὲ Σχολὲς τοῦ Ἰσλὰμ ἢ ἄλλων Θρησκειῶν τέτοιου εἴδους συμφυρμός. Σὲ χῶρες τῆς Εὐρώπης προσφέρονται μὲν Μουσουλμανικὲς Σπουδές, ὄχι ὅμως ἀπὸ Θεολογικὲς Σχολές, ἀλλὰ ἀπὸ ἀνεξάρτητα πανεπιστημιακὰ Ἰνστιτοῦτα ἢ Κέντρα, μὲ μοναδικὸ ἀντικείμενο ἀκριβῶς τὶς Μουσουλμανικὲς Σπουδές, τὰ ὁποία διαθέτουν ἀκαδημαϊκὴ αὐτοτέλεια καὶ στελεχώνονται ἀπὸ ἐξειδικευμένο ἐπιστημονικὸ προσωπικὸ ποὺ διαθέτει πανεπιστημιακοὺς τίτλους καὶ μακρόχρονη θητεία στὸ πεδίο τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας καὶ διδασκαλίας τοῦ Ἰσλάμ.

Ὁ συμφυρμὸς Χριστιανικῶν καὶ Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν, περαιτέρω, εἶναι, ἐπιστημονικῶς, παιδαγωγικῶς καὶ θεολογικῶς, ἀνεξήγητος. Ἡ δὲ προσπάθεια “ἐμφύτευσης” Κατεύθυνσης Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν σὲ μία Σχολὴ ἡ ὁποία ἀπὸ τὴν ἵδρυσή της θεραπεύει τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία καὶ ὡς ἐκ τούτου, λόγω τῆς φυσιογνωμίας της, δὲν μπορεῖ νὰ τὶς ὑποστηρίξει ἐπιστημονικῶς οὔτε νὰ ἐγγυηθεῖ τὴν ἀρτιότητα καὶ τὴν ἀκαδημαϊκή τους αὐτοτέλεια, θεωρεῖται τουλάχιστον παράδοξη. Τοῦτο μαρτυροῦν δίχως ἀμφιβολία καὶ τὰ ἰσχύοντα Προγράμματα Σπουδῶν - ἀλλὰ καὶ οἱ θεματικὲς ἐπιστημονικὲς περιοχὲς ποὺ θεραπεύουν οἱ Καθηγητές της, βάσει τῶν ὁποίων προσλήφθηκαν καὶ ἐντάχτηκαν στὸ διδακτικὸ προσωπικό της. Δὲν εἶναι δυνατὸν οἱ Μουσουλμανικὲς Σπουδὲς νὰ ἀποτελοῦν ἔργο Ὀρθοδόξων Θεολόγων, ἀποκλειστικὴ ἀποστολὴ τῶν ὁποίων, ἀπὸ πλευρᾶς θεολογικῆς καὶ ἐπιστημονικῆς -ἀλλὰ καὶ ἐπαγγελματικῆς- εἶναι ἡ σταθερὴ προσήλωσή τους στὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας, σύμφωνα ἄλλωστε καὶ μὲ τὸ ἐπιμέρους γνωστικό τους ἀντικείμενο. Μόλις ἀξίζει ἐδῶ νὰ σημειωθεῖ ὅτι εἶναι ἀπόλυτα ἀναληθές, καίτοι ἐκφράστηκε δημόσια ἀπὸ πρόσωπο μὲ θεσμικὸ ρόλο στὸ Τμῆμα Θεολογίας, ὅτι “τὸ Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. μὲ τὴν παροῦσα ἀπόφασή του, (συνεχίζει) μιὰ παράδοση σπουδῆς καὶ διδασκαλίας τῶν θρησκευμάτων καὶ ἰδίως τοῦ Ἰσλὰμ ποὺ ἀνέπτυξε ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες τῆς ἵδρυσής του”.

********

Μὲ δεδομένο ὅτι δὲν ὑφίσταται Ὀρθόδοξη Θεολογία ἐκτὸς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὅσοι διακονοῦν τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία ὀφείλουν νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ἀντίστοιχη διδασκαλία καὶ νὰ διδάσκουν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο τὰ δόγματα τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ τῆς χριστιανικῆς Ἀλήθειας ὑπὸ τὸ Φῶς τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης. Ὁ Ὀρθόδοξος Θεολόγος δὲν εἶναι οὔτε φιλόσοφος, οὔτε θρησκειολόγος, οὔτε κοινωνιολόγος τῆς θρησκείας.

Παρακάτω προσεγγίζονται ἐνδεικτικὰ οἱ βασικὲς κατευθυντήριες ἀρχὲς τῆς Ὀρθόδοξης διδασκαλίας καθὼς καὶ ἡ θέση Ἁγίων καὶ Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ σύγχρονων Θεολόγων, γιὰ τὸ τί σημαίνει Ὀρθόδοξη Θεολογία 1. Μὲ τὴν προσέγγιση αὐτὴ θὰ διαφανεῖ, ἂν ἡ ἔννοια τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας ἔχει σχέση μὲ τὴν ἔννοια τῆς Θεολογίας ποὺ προσλαμβάνει καὶ ὑποστηρίζει μία μικρὴ μερίδα Θεολόγων -καὶ δυστυχῶς ὁρισμένων Ἐπισκόπων- μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ, καί, ἀκολούθως, θὰ διαπιστωθεῖ, ἀφενὸς ἂν λήφθηκαν ὑπόψη ὀρθόδοξα θεολογικὰ κριτήρια κατὰ τὴ λήψη τῆς ἀπόφασης ἵδρυσης Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν καὶ ἀφετέρου ἂν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει κοινὸς τόπος Χριστιανικῶν καὶ Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν σὲ ἐπίπεδο Θεολογίας.

Ἡ παράδοση τῆς Θεολογίας προϋποθέτει τὴ θεογνωσία, ὡς κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἐμπειρία αὐτῆς τῆς κοινωνίας, καὶ ἀρχίζει ἀπὸ τὶς πρῶτες στιγμὲς τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Οἱ Δίκαιοί της Παλαιᾶς Διαθήκης γνωρίζουν τὸν Θεὸ ἀπὸ προσωπικὴ κοινωνία καὶ σχέση μαζί Του. Οἱ προφῆτες, ἐπίσης, βλέπουν τὸν Θεὸ καὶ μετὰ μιλοῦν γι' Αὐτόν. Οἱ Ἀπόστολοι θεολογοῦν γι' αὐτὰ τὰ ὁποία εἶδαν, ἄκουσαν, ψηλάφησαν 2.

Ὁ ἀρχηγὸς καὶ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦς Χριστὸς ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς Μαθητές του καί, μέσω αὐτῶν, σὲ ὅλους τους πιστοὺς Χριστιανοὺς -καὶ προπαντὸς στοὺς Ποιμένες καὶ τοὺς Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας- νὰ διδάσκουν σὲ ὅλο τὸν κόσμο τὸ Εὐαγγέλιο: «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» 3.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ ἔφερε τὸν Χριστιανισμὸ στὴν Εὐρώπη, στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴ Θεσσαλονίκη, σὲ ὅλη τὴ διδασκαλία τοῦ παραγγέλλει πρὸς τοὺς Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας νὰ διδάσκουν «Χριστὸν ἐσταυρωμένον» 4. Οὐδεὶς Ἀπόστολος, Διδάσκαλος, Ἀπολογητής, Ὁμολογητής, Πατέρας, Ἅγιος, Ὅσιος Μάρτυρας ἢ Νεομάρτυρας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας δίδαξε ποτὲ ἄλλη πίστη ἢ ὀργάνωσε τὴ διδασκαλία ἄλλων Θρησκειῶν καὶ Θεῶν, οἱ ὁποῖοι μάλιστα ἐκλαμβάνονται σαφῶς ὡς εἴδωλα ἀπὸ τὴν ἁγιοπνευματικὴ καὶ πατερικὴ διδασκαλία. Παρέκκλιση ἀπὸ αὐτὴ τὴ διαχρονικὴ ἐκκλησιαστικὴ καὶ θεολογικὴ γραμμὴ συνιστᾶ κακοδοξία. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἐπιπλέον, τονίζει ὅτι οὐδέν εἴδωλον ἐν κόσμῳ, καί ὅτι οὐδείς Θεός ἕτερος εἰ μή εἷς. Καί γάρ εἴπερ εἰσί λεγόμενοι θεοί εἴτε ἐν οὐρανῷ εἴτε ἐπί τῆς γῆς, ὥσπερ εἰσί θεοί πολλοί καί κύριοι πολλοί, ἀλλ΄ ἡμῖν εἷς Θεός ὁ Πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν καὶ εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, δι΄οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι΄αὐτοῦ» 5. Μάλιστα, ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς Θεσσαλονικεῖς τοὺς ἐπαινεῖ, διότι, παρὰ τοὺς κινδύνους καὶ τὰ ἐμπόδια ποὺ ἀντιμετώπιζαν, δέχτηκαν τὴ νέα πίστη, ἐγκατέλειψαν τὰ εἴδωλα καὶ ἐπέστρεψαν στὸν ζῶντα καὶ ἀληθινὸ Θεό: «καὶ πῶς ἐπεστρέψατε πρὸς τὸν Θεὸν ἀπὸ τῶν εἰδώλων δουλεύειν Θεῷ ζῶντι καὶ ἀληθινῷ, καὶ ἀναμένειν τὸν υἱόν αὐτοῦ ἐκ τῶν οὐρανῶν, ὅν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, Ἰησοῦν» 6.

Κατὰ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο, Θεολογία σημαίνει Τριαδολογία: «ἐν Τριάδι ἡ θεολογία τελεία ἐστί, καί αὔτη ἡ ἀληθής καί μόνη θεοσέβειά ἐστι, καί τοῡτό ἐστι τό καλόν καί ἡ ἀλήθεια» 7. Ὁ Μέγας Βασίλειος ὀνομάζει Θεολογία τὴν ἀναφορὰ στὸν Τριαδικὸ Θεό, διακρίνοντας σὲ Αὐτὸν μιὰ οὐσία καὶ τρεῖς ὑποστάσεις 8. Τριαδολογία σημαίνει καὶ γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνὸ καὶ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς Καππαδόκες Πατέρες: ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας, μιὰ οὐσία, ποὺ διακρίνεται σὲ τρεῖς ὑποστάσεις. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ναζιανζηνὸς ὀνομάζει τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μεγάλους Θεολόγους καὶ ὁρίζει τὴ διδασκαλία τοὺς ὡς Θεολογία. Θεωρεῖ ἐπίσης τὸν Χριστὸ ὡς Θεὸ καὶ τὸν μόνο Θεολόγο 9. Μάλιστα, κάνει σαφῆ διαχωρισμὸ μεταξὺ Θεολογίας καὶ Φιλοσοφίας, θεωρώντας τὴ δεύτερη ὡς ἕνα βοήθημα γιὰ τὴν κατανόηση κάποιων θεμάτων ποὺ βασάνιζαν παλαιότερα τὸν ἄνθρωπο 10. Κατεξοχὴν Θεολόγος, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία του, δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ φιλοσοφεῖ στοχαστικὰ καὶ διαλεκτικά, ἀλλὰ «ὁ φθάσας, χάριτι Θεοῡ, εἰς θεωρίαν τῆς δόξης τοῡ Χριστοῡ καί οὓτω λαβῶν τήν ἐκ Θεοῡ άποκάλυψιν, γενόμενος αὐθεντία τοῖς πιστοῖς» 11.

Σαφέστερη γίνεται ἡ χρήση τοῦ ὄρου Θεολογία μὲ τὸν Εὐσέβιο Καισαρείας, ὁ ὁποῖος στὸ σύγγραμμά του «Περὶ Ἐκκλησιαστικῆς θεολογίας», ἀντιπαραθέτει τὴ Χριστιανικὴ Θεολογία μὲ τὴν ἐθνικὴ 12. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Εὐσέβιος θεωρεῖ πλήρη, τέλεια καὶ ἀκριβὴ Θεολογία, ἐκείνη ποὺ παρέχεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἔχει ὡς ἐπίκεντρο τὸν Χριστὸ καὶ θεολογήθηκε ἀπὸ τοὺς Προφῆτες καὶ τοὺς Ἀποστόλους 13.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀντιμετωπίζοντας τὴν ἐκτροπὴ τῆς μονομεροῦς καὶ μόνο ὀρθολογικὰ θεολογίζουσας θεολογίας τῶν δυτικῶν καὶ δυτικοφρόνων Θεολόγων τῆς ἐποχῆς του, προσπαθεῖ μὲ τὴ διάκριση ἄκτιστης οὐσίας καὶ ἀκτίστων ἐνεργειῶν καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας, νὰ ἐπαναφέρει τὴ Θεολογία στὴν πρωταρχική της μορφή, διασφαλίζοντας ἔτσι τὴ βαθύτερή της οὐσία καὶ τὸ πραγματικό της νόημα. Ὁ Ὠριγένης, ἀντιμετωπίζοντας καὶ αὐτὸς τὴν τάση μίας μονομεροῦς γνωσιολογικῆς προσέγγισης μὲ τὴν ὁποία ὁρισμένοι προσλάμβαναν καὶ διερμήνευαν στὴν ἐποχὴ τοῦ τὸ μέγεθος τῆς Θεολογίας, μιλάει γιὰ τὴ «μεγίστη θεολογία», ἡ ὁποία εἶναι ἡ περὶ τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ διδασκαλία ἢ ἡ σχέση Πατρὸς καὶ Υἱοῦ 14.

Κατὰ τὸν Παναγιώτη Χρήστου ὁ ὅρος Θεολογία δηλώνει τὴν ἀποκάλυψη ἢ φανέρωση τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο καὶ ὅτι Θεολογία δὲν εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν «κατὰ χάριν» δυνατότητα νὰ ἐπικοινωνεῖ καὶ νὰ ζεῖ ἐν Θεῷ καὶ κατὰ τὸ θέλημά Του 15.

Κατὰ τὸν π. Δ. Στανιλοάε, ὅταν γίνεται λόγος γιὰ Ὀρθόδοξη Θεολογία ὀφείλουμε νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι πρόκειται γιὰ μία Θεολογία «ποὺ τρέφεται  ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, μιὰ θεολογία ποὺ ἀποδίδει καὶ ἐμβαθύνει τὴ σκέψη καὶ τὸ πνευματικὸ τῆς βίωμα, τὸ καθαγιαστικὸ καὶ τὸ διακονικό της ἔργο» 16.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἐπισημαίνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἔχει ἐκκλησιοκεντρικὸ χαρακτήρα, ἀφοῦ φορέας τῆς εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀποτελεῖ δηλαδὴ διακονία ἐκκλησιαστική, συνέχεια τῆς πατερικῆς Θεολογίας. Συνδέεται ἐπίσης ἀναπόσπαστα μὲ τὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ ἀνήκει ἀποκλειστικὰ σ' αὐτήν, ἡ ὁποία, μάλιστα, ἐγγυᾶται τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ γνησιότητά της. Γι' αὐτὸ ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ὀφείλει νὰ εἶναι ὄργανο καὶ στόμα της, ποὺ νὰ ἐκφράζει καὶ νὰ μαρτυρεῖ τὴν ἀλήθεια, τὴν πίστη, τὴν αὐτοσυνειδησία, τὴ λατρεία καὶ γενικὰ τὴ ζωή της 17.

Κατὰ δὲ τὸν π. Γεώργιο Καψάνη, ἡ Θεολογία δὲν ἀποτελεῖ προϊὸν δημιουργικοῦ στοχασμοῦ, ἀλλὰ κυρίως βιωματικὴ ἐμπειρία τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Ἡ ἐνασχόληση μὲ τὴ Θεολογία δὲν ἀφορᾶ μόνον στὴ γνωστικὴ λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐπιστημονικὴ συγκρότηση συστήματος Χριστιανικῶν Ἀληθειῶν, ἀλλὰ καὶ στὴν πνευματική, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν διὰ τῆς ὀρθῆς προσεγγίσεως ἀποκατάσταση τῆς πνευματικῆς σχέσης μὲ τὸν Θεό. Ἡ Θεολογία, ἑπομένως, ποὺ βασίζεται στὰ φιλοσοφικὰ ἢ θρησκευτικὰ διανοήματα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι στὴν ἐμπειρία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, εἶναι Φιλοσοφία καὶ ὄχι Θεολογία. Εἶναι ἀνθρώπινο ἔργο καὶ ὄχι θεανθρώπινο. Δὲν πληροφορεῖ τὶς καρδιὲς οὔτε τὶς ἀναπαύει 18. Θεολογία, κατὰ τὸν μακαριστὸ Γέροντα, ἡ ὁποία κινεῖται στὴ σφαίρα τῆς γνώσεως καὶ περιορίζεται στὴ θεωρητικὴ ἀπόκτηση καὶ μετάδοση τῶν Θείων Ἀληθειῶν, χωρὶς μία βαθύτερη πνευματικὴ ἐμπειρία, βρίσκεται μακρὰν τῆς θεοπτίας καὶ συνεπῶς τῆς ἀληθινῆς Θεολογίας 19.

Εἶναι σαφὲς ὅτι οἱ παραπάνω προσεγγίσεις τῆς ἔννοιας τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὴν ἔννοια τῆς Θεολογίας ποὺ προσλαμβάνει καὶ ὑποστηρίζει ἡ μικρὴ μερίδα Θεολόγων -καὶ δυστυχῶς ὁρισμένων Ἐπισκόπων- μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ. Τὸ δὲ ἐγχείρημα τῆς ἵδρυσης Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. ἀποτελεῖ ἕνα ἀκόμα ἀμφιλεγόμενο «προϊόν» αἴωλων μεταπατερικῶν καὶ συναφειακῶν πειραματισμῶν, στὰ πλαίσια τῶν ὁποίων οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ, ἀντὶ θεολογικῶν ἐπιχειρημάτων χρησιμοποιοῦν ἢ ἐφευρίσκουν ἐντελῶς ἀδόκιμα ὀρθολογικά, γνωσιολογικά, κοινωνιολογικὰ καὶ ἀνθρωπιστικὰ κριτήρια, ἐνῶ παράλληλα ἐπικαλοῦνται μονότονα γενικῶς παραδεδεγμένες πανανθρώπινες ἀξίες πού, στὸν χῶρο τουλάχιστον τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης, εἶναι ἀπὸ αἰώνων ὄχι ἁπλῶς γνωστὲς ἀλλὰ καὶ ἀναπόσπαστο μέρος αὐτῆς 20 -καὶ προφανῶς δὲν περιμένουν τὴν «ἀνακάλυψή» τους ἀπὸ τοὺς σύγχρονους ἐντεταλμένους ἐρευνητὲς τοῦ «ἄλλου», τοῦ «ξένου», τοῦ «διαφορετικοῦ» κ.τ.τ.-. Στηρίζοντας ὅμως τοὺς πειραματισμούς τους σὲ κριτήρια νεστοριανικὴς μορφῆς ὑποβάλλουν τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία σὲ περιπέτειες καὶ δοκιμασίες καὶ τὴν ὁδηγοῦν, ἄλλοι / ἄλλοτε ἑκούσια καὶ ἄλλοι / ἄλλοτε ἀκούσια, στὴν ὑπηρεσία διαφόρων εἰδῶν σκοπιμοτήτων τῆς ἐποχῆς, συντελώντας ἔτσι στὴν ἀποκοπή της ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, Αὐτὸν ποὺ εἶναι «ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» 21.

Βέβαια, εὐτυχῶς ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία διάβηκε τοὺς αἰῶνες ἀνόθευτη ἀπὸ θεολογικὲς ἢ ἄλλες παρεκκλίσεις: τὸν παπισμό, τὸν σχολαστικισμό, τὴν ἀναγέννηση, τὴ μεταρρύθμιση, τὴν ἀντιμεταρρύθμιση, τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ τὸν μοντερνισμό, ἐμμένοντας στὴν πιστότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ἁγιογραφικῆς καὶ Πατερικῆς παραδόσεως.

Στὴ σημερινὴ ἐποχὴ ἡ ὁποία, μετὰ τὴν οἰκονομικὴ παγκοσμιοποίηση -μὲ τὰ ὁρατὰ πλέον ἀποτελέσματα εἰδικὰ στὴ χώρα μας-, «προστάζει» ἐμμέσως πλὴν σαφῶς καὶ τὴν θρησκευτικὴ παγκοσμιοποίηση, ὁπότε καὶ εὐνοεῖται ἡ ἀποδόμηση τῶν ἐπιμέρους παραδόσεων, ἡ Θεολογία ὀφείλει νὰ διατηρήσει ζωντανὴ τὴν σχέση της μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν ἁγιοπνευματικὴ τῆς παράδοση καὶ νὰ παραμείνει ἀναλλοίωτη ἀπὸ τὶς σύγχρονες θεωρίες ἢ τάσεις τοῦ φιλελευθερισμοῦ, τοῦ μηδενισμοῦ, τοῦ σχετικισμοῦ, τοῦ κοινωνισμοῦ, τοῦ λεγόμενου λαϊκοῦ οἰκουμενισμοῦ, τοῦ ἀτομικισμοῦ. Οἱ θεωρίες αὐτές, ἄλλωστε, εἶναι πλέον ἐμφανὲς ὅτι ἐπιδιώκουν τὴν ἀπομείωση καὶ τὸν παραμερισμὸ τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τελικὰ μιὰ «μοντέρνα θεολογία» ποὺ νὰ μὴν ἔχει λόγο ἢ Λόγο καὶ νὰ μὴν ἀρνεῖται τὸ νέο μοντέλο πλασματικῆς πνευματικότητας καὶ θρησκευτικότητας ποὺ προωθεῖται σταδιακά, στὸ πλαίσιο τῆς σχεδιαζόμενης πολυθρησκειακῆς παγκοσμιοποίησης.

Τὸ ἐγχείρημα, ἑπομένως, τῆς ἵδρυσης Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν ἐντὸς τοῦ ἰσχύοντος πλαισίου τῶν Προγραμμάτων Σπουδῶν δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ δημιουργήσει συνθῆκες σοβαρῆς ἀλλοίωσης τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας, ὅπως αὐτὴ θεραπεύεται ἐπιστημονικὰ στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. ἀπὸ τὴν ἵδρυσή της. Τὸ δὲ Τμῆμα Θεολογίας ἀπολαμβάνει μὲν ἀναμφισβήτητα τὰ προνόμια τῆς ἀκαδημαϊκῆς καὶ διοικητικῆς αὐτονομίας ἐνὸς Τμήματος ΑΕΙ, ἔχει ὅμως ταυτόχρονα καὶ μία ἄλλη ἀποστολή, ἡ ὁποία σχετίζεται ἄμεσα μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, τὴν ὁποία ὑπηρετεῖ ἀπὸ τὴν ἵδρυσή του καὶ ὀφείλει, ὡς ἐκ τούτου, νὰ συνεχίσει ἂν ὑπηρετεῖ, χωρὶς ἐκπτώσεις ἢ ἀλλοιώσεις.

********

Πέραν τῶν ἄλλων, ἡ Ἰσλαμικὴ Θεολογία εἶναι ἐντελῶς ἀλλότρια, ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀποδέχεται τὸν Τριαδικὸ Θεό, τὸ τρισυπόστατο τῆς Θεότητας, Πατέρα, Υἱὸ καὶ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀπορρίπτει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός, θεωρώντας ὅτι εἶναι ἕνας ἄνθρωπος – Προφήτης. Ἀρνεῖται, ἐπίσης, τὴ θαυματουργικὴ Γέννησή Του, τὴ θεία Τοῦ Μεταμόρφωση, τὴ Σταύρωσή του, τὴν Ἀνάστασή Του, τὴν Ἀνάληψή Του, ἐνῶ δὲν δέχεται τὴ θεανθρώπινη καὶ μυστηριακὴ δομὴ καὶ λειτουργία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Οἱ θέσεις της γιὰ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, τὸν «Ἄλλο», τὶς οἰκογενειακὲς καὶ κοινωνικὲς σχέσεις, τίθενται ἐπίσης σὲ ἐντελῶς διαφορετικὴ βάση, σὲ σχέση μὲ τὸ Χριστιανισμό.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀναφέρει ἐπίσης: «τὸν δὲ Μεχούμετ, οὔτε παρά τῶν Προφητῶν εὑρίσκομεν μαρτυρούμενον οὔτε τὶ ξένον εἰργασμένον καὶ ἀξιόλογον πρὸς πίστιν ἐνάγον. Διά τοῦτο οὐ πιστεύομεν αὐτῷ οὐδέ τῷ παρ’αὐτοῦ βιβλίῳ» 22. Λέγει ἐπίσης ὅτι ἡ πίστη τοῦ ἐπιβλήθηκε μὲ νίκες ἐναντίον ἄλλων ἐθνῶν καὶ λαῶν «πολέμῳ καὶ μαχαίρᾳ καὶ λεηλασίαις καὶ ἀνδροκτασίαις ὧν οὐδέν ἐκ Θεοῦ τοῦ ἀγαθοῦ προηγουμένως ἐστί» 23. Καὶ καταλήγει ὁ Ἅγιος: «Ἡ τοῦ Χριστοῦ διδασκαλία, καίτοι τῶν τοῦ βίου σχεδόν ἁπάντων ἡδέων ἀπάγουσα, πάντα τε περιέσχε τῆς οἰκουμένης τὰ πέρατα καὶ μεταξύ τῶν αὐτῇ πολεμούντων κρατεῖ, μηδεμίαν αὕτη βίαν ἐπάγουσα, νικῶσα δὲ μᾶλλον τὴν ἀντεπαγομένην βίαν ἑκάστοτε ὡς καὶ οὕτω ταύτην εἶναι τὴν νίκην τὴν τὸν κόσμον νικήσασαν» 24.

Ὁ Μωάμεθ εἶναι ἀποδεκτὸς ὡς διδάσκαλος καὶ Προφήτης μόνο ἀπὸ τοὺς Μουσουλμάνους καί, ἑπομένως, οἱ Μουσουλμάνοι Θεολόγοι εἶναι φυσικὸ νὰ ὀργανώνουν καὶ νὰ διδάσκουν ὁμολογιακὰ τὴ διδασκαλία του. Ὅμως, γιὰ τὴ Χριστιανικὴ Πίστη ὁ Μωάμεθ δὲν εἶναι ἀληθινὸς Προφήτης, διότι τὸ Εὐαγγέλιο ἀναφέρει ρητὰ ὅτι «ὁ νόμος καὶ οἱ Προφῆται ἕως Ἰωάννου• ἀπό τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται καὶ πᾶς εἰς αὐτήν βιάζεται» 25.

Χριστιανοὶ Θεολόγοι, ἑπομένως ὀρθόδοξοι δάσκαλοι, πὼς θὰ ὀργανώσουν καὶ θὰ διδάξουν τὸ Ἰσλάμ, ἂν μάλιστα συμφωνοῦν μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία ὡς τὴν ὀρθὴ διδασκαλία γιὰ κάθε Χριστιανὸ καὶ προτρέπει τὴν προσήλωσή του «τῇ διδασκαλίᾳ τῇ ὑγιαινούσῃ» 26;

Ἀλήθεια, ἂν τυχὸν ἐντεταλμένοι μουσουλμάνοι διδάσκοντες διδάξουν ὁμολογιακὰ τὴ διδασκαλία τοῦ Ἰσλάμ, τί προτίθενται νὰ πράξουν οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ; Θὰ τοὺς ἐλέγξουν ἢ ἐπιτιμήσουν «ἐπὶ ἰσλαμικὴ κατηχήσει»;

Ποιὰ θεολογικὴ καὶ σωτηριολογικὴ σημασία καὶ ποιὸ νόημα μπορεῖ νὰ ἔχει ἕνας θεολογικὸς συμφυρμὸς τῆς Ὀρθόδοξης μὲ τὴν Ἰσλαμικὴ Θεολογία, πού ἐπιχειρεῖται στὴ Θεολογικὴ Σχολή;

Ποιὰ ἐκπαιδευτική, κοινωνική, πολιτισμικὴ ἢ θεολογικὴ ἀνάγκη ἐξυπηρετεῖ αὐτὴ ἡ σπουδὴ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν ἐμπνευστῶν τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ;

Ποιὰ πνευματικὰ «καλὰ καὶ συμφέροντα» τῶν ψυχῶν τῶν ὀρθοδόξων -ἀλλὰ καὶ τῶν Μουσουλμάνων- φοιτητῶν πρόκειται νὰ διακονήσει αὐτὸς ὁ συμφυρμός;

********

Οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλὰμ προβάλλουν, ἀκόμα, τὸ ἐπιχείρημα ὅτι οἱ δυὸ Θρησκευτικὲς Κοινότητες, Χριστιανοὶ καὶ Μουσουλμάνοι, συνυπάρχουν καὶ ἐπικοινωνοῦν εἰρηνικὰ στὴ Θράκη, ἢ σὲ ἄλλα σημεῖα τοῦ κόσμου, μὲ ἀλληλοσεβασμὸ στὴν θρησκευτικὴ ἑτερότητά τους. Ἑπομένως, σύμφωνα μὲ αὐτούς, μποροῦν νὰ συνυπάρξουν καὶ οἱ ἀντίστοιχες σπουδές, οἱ ὁποῖες μέσα μάλιστα ἀπὸ τὸν μεταξὺ τοὺς διάλογο προσδοκᾶται ὅτι θὰ καλλιεργήσουν αὐτὸ τὸ κλίμα εἰρηνικῆς συνύπαρξης.

Τὸ ἐπιχείρημα αὐτό, ὅμως, εἶναι προφανὲς ὅτι δὲν ἔχει καμία οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὸ ἐγχείρημά τους: οἱ δυὸ Κοινότητες συνυπάρχουν πράγματι εἰρηνικά, στὸν ὅποιο βαθμό, στὴ Θράκη ἢ ἀλλοῦ, καὶ τοῦτο εἶναι γεγονὸς σημαντικό. Πέραν τούτου, ὅμως, ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἀναμένουν οὔτε προσδοκοῦν νὰ βελτιωθοῦν οἱ σχέσεις τους ἀπὸ τὴν ἵδρυση Κατεύθυνσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. Ἄλλωστε οὐδέποτε ζητήθηκε, ἀπὸ ὁποιονδήποτε Φορέα ἢ συλλογικότητα Μουσουλμάνων Ἑλλήνων πολιτῶν, ἡ θεσμοθέτηση τέτοιων σπουδῶν, τουλάχιστον μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ δὴ στὸ χῶρο τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.

Ἀντίθετα, ἡ ἀντιπαλότητα ποὺ εἶναι πιθανὸν νὰ δημιουργηθεῖ στὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τῶν φοιτητῶν τῶν δυὸ Θρησκειῶν -λόγω τῆς κοινῆς στέγης καί, ἰδίως, λόγω τῶν ἐπιπόλαια προβαλλόμενων δῆθεν θεολογικῶν, (στὴν πραγματικότητα ἐνδεχομένως κοινωνιολογικῶν) κοινῶν τόπων- εἶναι πιθανὸν νὰ ὁδηγήσει σὲ δυσάρεστα ἀποτελέσματα, σὲ μία ἐποχὴ μάλιστα, ἡ ὁποία, λόγω τῆς παρατηρούμενης θρησκευτικῆς ἔντασης σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρεῖται ὡς ἡ καταλληλότερη γιὰ τέτοιου εἴδους πειραματισμούς.

********

Εἶναι προφανές, ἀπὸ ὅσες σκέψεις προεκτέθηκαν, ὅτι τὸ ἐγχείρημα τῆς ἵδρυσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ. προκαλεῖ βαθεῖς προβληματισμούς, πρὸς πολλὲς κατευθύνσεις, ποὺ δὲν ἀπαντῶνται μὲ τὰ ρηχὰ ἐπιχειρήματα ποὺ ἐνίοτε χρησιμοποιοῦν ἢ ἐφευρίσκουν οἱ ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ. Ὁ πιὸ ἔντονος προβληματισμὸς ἀφορᾶ στὶς προθέσεις ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπηρετεῖ τὸ ἐγχείρημα αὐτό, σὲ σχέση μάλιστα μὲ τὸ μέλλον καὶ τὴν προοπτική της πορείας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. Ὡς ἔχει δὲ διατυπωθεῖ σὲ πρόσφατο κείμενο Καθηγητὴ τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας Α.Π.Θ., «τὸ θέμα τῆς ἵδρυσης τῶν Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν ἀπὸ τὸ Τμῆμα Θεολογίας θεωρεῖται ὡς τὸ σοβαρότερο πρόβλημα ποὺ ἔχει νὰ ἀντιμετωπίσει ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης στὸ παρὸν καὶ στὸ προσεχὲς μέλλον, ἐὰν ὑλοποιηθεῖ ἡ ἵδρυσή του», ἀφοῦ «φαίνεται ὅτι ἐνορχηστρώνεται ἕνας ἀγώνας ἀλλοίωσης τῶν θεολογικῶν σπουδῶν τῆς Θεσσαλονίκης». Ὁ προβληματισμὸς αὐτὸς καθίσταται ἀκόμα πιὸ σοβαρὸς μετὰ καὶ τὴν πρόσφατη βαρύνουσα τοποθέτηση  τοῦ σημερινοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ὁ ὁποῖος -σὲ ἀπόλυτη ταύτιση καὶ κοινῆς προέλευσης γραμμὴ πλεύσης καὶ ἐπιχειρημάτων, πολλὲς φορὲς καὶ αὐτολεξεί, μὲ τοὺς ἐμπνευστὲς τοῦ ἐγχειρήματος περὶ Ἰσλάμ- ἀναφέρει ὅτι «τὸ Τμῆμα Θεολογίας προφανῶς ἔκρινε ὅτι οἱ Θεολόγοι -ὁποιασδήποτε θρησκείας- πρέπει νὰ ἀποφοιτοῦν ἀπὸ τὶς Θεολογικὲς Σχολές» 27. Ἡ τοποθέτηση αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸν σοβαρότερο κλυδωνισμὸ στὰ πνευματικὰ θεμέλια τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ., ἐφόσον φανερώνει τὴν πρόθεση ἀλλαγῆς τῆς φυσιογνωμίας της.

********

Τὸ ἐγχείρημα τῆς ἵδρυσης Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Α.Π.Θ., σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν μανιώδη προσπάθεια ἐπικράτησης τοῦ πολυθρησκευτικοῦ μοντέλου ἐκπαίδευσης στὴν Δευτεροβάθμια καὶ Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση μέσω τοῦ προτεινόμενου Προγράμματος Σπουδῶν γιὰ τὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν 28 -παρὰ τὴν ὀξεία θεολογικὴ 29  καὶ ἐν γένει ἐπιστημονικὴ 30  κριτική, ἀλλὰ καὶ τὴ σχετικὴ τοποθέτηση τῆς Ἱερᾶς Κοινότητας τοῦ Ἁγίου Ὅρους 31 καὶ πλήθους Ἀρχιερέων-, δείχνει ὅτι οἱ τεκταινόμενοι σχεδιασμοὶ ἐπεκτείνονται, προγραμματισμένα καὶ μεθοδευμένα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Πρωτοβάθμια καὶ Δευτεροβάθμια, καὶ στὴν Τριτοβάθμια Ἐκπαίδευση. Κύριος στόχος δὲ αὐτῆς φαίνεται ὅτι εἶναι ἡ διάδοση καὶ ἐπικράτηση μίας νέας συναφειακῆς, πολυθρησκειακῆς, πολυπολιτισμικῆς «θεολογίας», ὡς ὑποκατάστατου τῆς Θεολογίας τῶν Ἁγίων καὶ Πατέρων τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ ἡ σταδιακὴ οἰκοδόμηση τῶν προϋποθέσεων τῆς μετάπτωσης τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης φοιτητῶν καὶ μαθητῶν, ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς Ζώσας Ἐκκλησιαστικῆς Παράδοσης σὲ μία ὁμογενοποιημένη παγκόσμια «θρησκεία» μὲ χαρακτηριστικὰ ἀνθρωποκεντρικῆς μεταμοντέρνας διαθρησκειακῆς πνευματικότητας. 

********

   1 Βλ. σχετικά, Ἡ. Ρεράκης, Θεολογία καὶ θεολογικὲς σπουδές, Εἰσαγωγικὲς Προσεγγίσεις, ἔκδ. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 2008, σσ. 29-39.

   2 Α' Ἰω. 1,1.

   3 Μάρκ. 16,15.

   4 Α΄ Κορ. 1, 23.

   5 Α΄Κορ. 8, 4-6.

   6 Α΄Θεσ. 1, 9-10.

   7 Μέγας Αθανάσιος, Κατὰ Ἀρειανῶν, Ι, PG. 26, 49A.

  8 Μέγας Βασίλειος, Ἑρμηνεία εἰς τὸν προφήτην Ἠσαΐαν, I, PG. 30, 169C.

  9 Γ. Μαντζαρίδης, «Ἡ ἔννοια τῆς Θεολογίας», στὸ Κληρονομία, 1, τ. Α’ (1969), σ. 113.

   10 Ἀ. Δεληκωστόπουλος, Θεολογία: Δημιουργοὶ καὶ ὁρόσημα, ὅ.π., σ. 52-53.

   11 Ἰ. Ρωμανίδης, Δογματικὴ καὶ συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἔκδ. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 4 1999, σ. 55.

    12 Εὐσέβιος, Εὐαγγελικὴ Προπαρασκευή, Δ', α'. PG. 21, 229.

   13 Ἀ. Δεληκωστόπουλος, Θεολογία: Δημιουργοὶ καὶ ὁρόσημα, Ἀθήνα 1973, σ. 23.

    14 Ὠριγένης, Κατὰ Κέλσου, Β' LXXI. PG. 11, 908.

    15 Π. Χρήστου, Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματολογία: Πατέρες καὶ θεολόγοι τοῦ Χριστιανισμοῦ, τόμ. Ἀ', ἔκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 169.

    16 Δ. Στανιλοάε, Ὁ Θεός, ὁ κόσμος καὶ ὁ ἄνθρωπος: Εἰσαγωγὴ στὴν Ὀρθόδοξη Δογματικὴ Θεολογία, ἔκδ. Ἀρμός, Ἀθήνα 1995, σ. 145.

   17       Ἰ. Ρωμανίδης, Πρωτ., Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ὅ.π., σ. 90 καὶ ἑξ. Ἐπίσης, βλ. Α. Παπαδόπουλου, Μαρτυρία καὶ διακονία τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, Οἰκουμενικὰ Ι, ἔκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 85-92.

    18 Γ. Καψάνης, Ἀρχιμ., «Θεολογία καὶ ἐμπειρία κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμὰ καὶ τὴν ἁγιορείτικη παράδοσι», Κοινωνία, 2 (1995), σ. 118.

    19 Γ. Καψάνης, Ἀρχιμ., «Θεολογία καὶ ἐμπειρία...», ὅ.π., σ. 117-124.

    20 Βλ. εἰδικότερα Ἡ. Ρεράκης, Ὁ «ἄλλος» στὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο, ἔκδ. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 2006.

    21 Ἰω. 14,6.

    22 Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Πρὸς τὴν ἑαυτοῦ Ἐκκλησίαν 23-24, ΕΠΕ 7, 184.

    23 Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Πρὸς τὴν ἑαυτοῦ Ἐκκλησίαν 28, ΕΠΕ  7, 188-190.

    24 Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅ.π.

    25 Λουκ. 16,16.

    26 Τίτ. 1,9.

    27 Βλ. τὴ μὲ ἀρ. πρωτ.:162113/1ΗΕΞ 138314 εἰς /8.10.2014 Ἀπάντηση τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων στὴν μὲ ἀρ.: 2131/1.9.2014 Ἐρώτηση, στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων.

    28 Βλ. σχετικὰ Ἡ. Ρεράκης, Ὑπόμνημα πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Κοινωνία, τ. 4, 2012, σέλ. 234.

   29 Γ. Καψάνης, Ὁδηγὸς πρὸς τὴν Πανθρησκεία τὸ νέο Πρόγραμμα Σπουδῶν γιὰ τὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, http://www.alopsis.gr/ alopsis/thriske5.htm (προσπελάστηκε 01/11/2014), Β. Γοντικάκης, Πιλοτικὰ Προγράμματα Θρησκευτικῶν. Κάτι ἱερὸ καὶ ἅγιο προδίδεται, http://aktines.blogspot.gr/2012/10/blog-post_759.html (προσπελάστηκε 01/11/2014).

   30 Βλ. ἀντὶ πολλῶν Σ. Μιχελουδάκης – Ε. Πεπὲς (ἐπιμ.), Πρακτικὰ Πανελλήνιου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου μὲ θέμα: “Τὸ Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν: προβληματισμοὶ - ἐπισημάνσεις - προτάσεις”, Θεσσαλονίκη 2014.

 31         Βλ. τὸ μὲ ἀρ. πρωτ. Φ.2/7/3464/22.11/3.12.2012 Ἔγγραφο πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος.

 

 

  • 13 –

Β.6.13 - Η ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ «ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ» ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ «4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ» ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ (ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ) ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, Η ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΞΗΣ:

 

«Αξιότιμοι κύριοι Βουλευτές,

            Οι καθηγητές – μέλη ΔΕΠ της «Ακαδημαϊκής Παρέμβασης», λαμβάνοντας υποψη: α) τις ανησυχίες και τις αντιδράσεις συναδέλφων, β) το κοινωνικό, πνευματικό και πολιτισμικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο βρίσκεται και εξελίσσεται το Πανεπιστήμιό μας και γ) τα διεθνή γεγονότα που συμβαίνουν τον τελευταίο ιδίως καιρό στη Μέση Ανατολή με τους Τζιχαντιστές και τον διεθνή αντίκτυπό τους, επιθυμούμε με την παρούσα επιστολή να σας εκφράσουμε τις θέσεις μας σχετικά με το τεράστιας θρησκευτικής, επιστημονικής και εθνικής σημασίας θέμα της ιδρύσεως κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου μας.

            Σύμφωνα και με πληροφορίες που έχουμε από πολλούς συναδέλφους της Θεολογικής Σχολής, τον περασμένο Μάρτιο 23 από τους 39 καθηγητές του Τμήματος Θεολογίας και τους 72 συνολικά των δύο Τμημάτων της Θεολογικής Σχολής, ψήφισαν απόφαση με την οποία  ιδρύεται Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών στο Τμήμα τους, εντός της Θεολογικής Σχολής. Κατά τον ίδιο μήνα, το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, αποτελούμενο από 33 καθηγητές, αντιδρώντας έντονα και άμεσα στην απόφαση του Τμήματος Θεολογίας, ψήφισε σχεδόν ομόφωνα και δημοσίευσε απόφαση εναντίον της ιδρύσεως και λειτουργίας Μουσουλμανικών Σπουδών εντός της Θεολογικής Σχολής, εκφράζοντας τη θέση ότι δεν είχαν αντίρρηση να ιδρυθεί και να λειτουργήσει Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών σε ελληνικό ΑΕΙ, όχι όμως στη Θεολογική Σχολή. Φαίνεται, επομένως, ότι μόλις περί τους 23 από τους 72 συνολικά καθηγητές της Θεολογικής Σχολής ήταν υπέρ της εισαγωγής και λειτουργίας Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών στη Θεολογική Σχολή.

            Εν τω μεταξύ έχουμε την πληροφόρηση ότι ήδη στη Συνεδρίαση της Συγκλήτου του ΑΠΘ, που πραγματοποιήθηκε στις 07-11-2014, συζητήθηκε το θέμα και δυστυχώς ελήφθη η απαιτούμενη απόφαση έγκρισης, η οποία, ωστόσο, αποτελεί κόλαφο για το ΑΠΘ για τους λόγους που θα εκθέσουμε παρακάτω. Επειδή όλο το προηγούμενο διάστημα είχαμε την ευκαιρία να μελετήσουμε το θέμα σε βάθος, με τη βοήθεια συναδέλφων και από τη Θεολογική και έχουμε παρακολουθήσει τις εντάσεις και τις αντιδράσεις που υπάρχουν (θέσεις συναδέλφων ακαδημαϊκών, θέσεις της τοπικής Εκκλησίας, δημοσιεύματα, ομιλίες, άρθρα, ερωτήσεις στη Βουλή, ημερίδες κ.α.), είμαστε πεπεισμένοι ότι το θέμα αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό.

            Θα θέλαμε, επομένως, παράλληλα με τις δικές σας επί του θέματος αντιλήψεις και πληροφορίες, να σταθμίσετε και αυτούς τους λόγους προκειμένου να κάνετε τις δέουσες ενέργειες και παρεμβάσεις προς τον Πρωθυπουργό της χώρας και προς κάθε άλλο αρμόδιο πρόσωπο ή φορέα, προκειμένου να αποτραπεί η εφαρμογή του.

            1. Η Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ είναι ορθόδοξη χριστιανική και όχι θρησκειολογική

            Η Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου μας είναι μία από τις 4 πρώτες ιστορικές Σχολές που ιδρύθηκαν στο  Πανεπιστήμιό μας από το 1925, ενώ λειτούργησε από το 1942. Είναι  γνωστή σε όλο τον κόσμο ως Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή και όχι φυσικά ως θρησκειολογική, λόγω των άρτια οργανωμένων Ορθόδοξων Θεολογικών Σπουδών της, οι οποίες έως σήμερα προσελκύουν ικανό αριθμό αλλοδαπών φοιτητών, από περίπου 50 χώρες. Θεωρείται μάλιστα σημαντική η 194/1987 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που αφορούσε στο αντίστοιχο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, σύμφωνα με την οποία το Συμβούλιο αποδέχεται ότι «η Θεολογική Σχολή (λειτουργεί) ως ορθόδοξος ομολογιακή από της ιδρύσεώς της έως σήμερα» και ότι «τα όσα διδάσκονται στο Θεολογικό Τμήμα αποτελούν κυρίως δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας».

            Το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, επομένως, είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται στον αρχικό ιδρυτικό του σκοπό και χαρακτήρα. Διαφορετικά, αν κάποιοι από τους καθηγητές του πιστεύουν ότι τα γνωστικά τους αντικείμενα καλύπτουν τις ακαδημαϊκές προδιαγραφές της θεολογίας και άλλων θρησκειών, ας αποφασίσουν να μετατρέψουν το Τμήμα τους σε Τμήμα Θρησκειολογίας ή Ανατολικών Θρησκειών ή Ισλαμικών Σπουδών και τότε μπορεί να υπάρχει συμβατότητα ανάμεσα στις Σπουδές που οργανώνουν και στα αντικείμενα ειδίκευσης που υπηρετούν. Δεν μπορεί, από τη μία πλευρά, να φαίνεται και να θεωρείται Τμήμα Χριστιανικής Θεολογίας και από την άλλη, μετά από 72 χρόνια λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής με   χριστιανικές θεολογικές σπουδές, να επιχειρείται, με αυτόν τον περίεργο τρόπο, η αλλοίωση του χαρακτήρα της Σχολής και και να υποστηρίζεται επισήμως για άγνωστους λόγους ότι μπορεί η Θεολογική Σχολή να μετατραπεί σε ένα Supermarket θρησκειών, στο οποίο να μοιράζονται πτυχία θεολογίας όλων των θρησκειών.

            Η Θεολογική Σχολή έχει τη δικαιοδοσία να καταρτίζει μόνον Χριστιανούς Θεολόγους που θα διδάσκουν την ορθόδοξη χριστιανική πίστη για να εφαρμόζεται και το Σύνταγμα της Ελλάδας που ορίζει (άρθρο 16, παράγρ. 2): «Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και  θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους πολίτες».

            Υπόψη, ότι ως «θρησκευτική συνείδηση» θεωρείται η ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση, που αποτελεί τη θρησκευτική επιλογή της μεγάλης πλειονοψηφίας των Ελλήνων ελευθέρως βαπτισμένων χριστιανών μαθητών.

            Άλλωστε στο άρθρο 3 του Συντάγματος ορίζεται ότι «επικρατούσα θρησκεία είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού».

            Η παραπάνω συνταγματική επιταγή ερμηνεύεται και εφαρμόζεται με αυτό το πνεύμα και από τον ισχύοντα έως σήμερα στην Εκπαίδευση Νόμο 1566/85, άρθρ. 1, για τη «Δομή και τη Λειτουργία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης», όπου ως ένας από τους βασικούς σκοπούς της Εκπαίδευσης ορίζεται η βοήθεια του σχολείου πορος τους μαθητές, προκειμένου ννα έχουν «πίστη προς τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης». Το γεγονός ότι υπάρχουν στα Θεολογικά Τμήματα και γνωστικά αντικείμενα θρησκειολογίας αποτελεί αναγκαία ρύθμιση για μία παραγωγική καθηγητική Σχολή, αφού στο Λύκειο (Β΄  τάξη) οι θεολόγοι διδάσκουν στους μαθητές στοιχεία και πληροφορίες – σε ένα εξάμηνο – για τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου.

            2. α) Εύλογο το αίτημα των Ιεροδιδασκάλων της Θράκης για σπουδές των Ιεροδιδασκάλων στην Ελλάδα

            Οι Μουσουλμάνοι της Θράκης είναι Έλληνες πολίτες και δικαιούνται ισονομίας και ισοπολιτείας. Άρα οφείλει η Ελληνική Πολιτεία να παράσχει στους ιεροδιδασκάλους, που διδάσκουν το Κοράνιο στους μουσουλμάνους μαθητές, θεολογική κατάρτιση πανεπιστημιακού επιπέδου, έτσι ώστε να μην απαιτείται η μετάβασή τους σε ισλαμικές χώρες, προκειμένου να σπουδάσουν την ισλαμική θεολογία.

            Έκπληξη δημιουργεί το γεγονός ότι μόλις το 2014 έκλεισε η επί 40 χρόνια λειτουργούσα στη Θεσσαλονίκη Ειδική Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης, η γνωστή ως ΕΠΑΘ, η οποία, με ειδικευμένους επιστήμονες, είχε ως ιδρυτικό της σκοπό να καταρτίζει διδασκάλους για τα σχολεία της μειονότητας της Θράκης. Η Σχολή διέθετε καθηγητές που δίδασκαν, εκτός των άλλων και το Ισλάμ, ώστε να καταρτίζονται οι μουσουλμάνοι δάσκαλοι στη διδασκαλία του Κορανίου και της ισλαμικής πίστεως. Η ΕΠΑΘ καταργήθηκε χωρίς δικαιολογία, αν και οι απόφοιτοί της στελέχωναν για αρκετά χρόνια τα σχολεία της μειονότητας στη Θράκη.

            β) Επαναλειτουργία της ΕΠΑΘ

            Αν το ενδιαφέρον για τις Ισλαμικές Σπουδές είναι αληθινό και χωρίς σκοπιμότητες, γιατί, αντί να επιχειρείται μία μη συμβατή μείξη της θεολογίας του Ισλάμ με τη θεολογία της Ορθοδοξίας στη Θεολογική Σχολή, να μην επανιδρυθεί η  ΕΠΑΘ; Θα μπορούσε, μάλιστα, να μετατραπεί από τριετούς σε τετραετούς φοιτήσεως, να γίνει δηλαδή ένα αυτοτελές πανεπιστημιακό Ινστιτούτο ή Κέντρο Ισλαμικών ή Μουσουλμανικών Σπουδών και να στελεχωθεί από καθηγητές όλων  των ειδικοτήτων που θα υπηρετούν από τον σκοπό, όπως συμβαίνει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι, θα μπορούσε να βρεθεί ένας συμβατόςκαι ομαλός τρόπος να οργανωθούν οι Ισλαμικές Σπουδές με αξιοπρεπή σχεδιασμό και επιστημονικά κριτήρια, σε άλλο χώρο (ή ίσως σε άλλη πόλη) και προπαντός με τους κατάλληλους επιστημονικά αλλά και  θρησκευτικά επιστήμονες.

            γ) Αναρμόδια επιστημολογικά η Θεολογική Σχολή για την οργάνωση Προγράμματος Μουσουλμανικών Σπουδών

            Σοβαρά ερωτήματα προκαλεί το γεγονός ότι, ως κατάλληλοι σχεδιαστές, επόπτες και διδάσκοντες των ισλαμικών σπουδών, που θα καταρτίζουν δασκάλους του Κορανίου, θεωρούνται, μέσα από το υποβληθέν και εγκριθέν από τη Σύγκλητο του ΑΠΘ Πρόγραμμα, οι ορθόδοξοι θεολόγοι της Θεολογικής Σχολής, οι ίδιοι δηλαδή που υπέβαλαν και το σχετικό Πρόγραμμα! Μα ποιά υποδομή και κατάρτιση θα διδάξουν το Κοράνιο;

            Ερωτήματα, επίσης, υπάρχουν ως προς τα επιστημονικά και ακαδημαϊκά κριτήρια, με τα οποία επιλέχτηκε η Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ για να ενταχθούν οι Μουσουλμανικές Σπουδές, αφού πρόκειται για σπουδές εντελώς άσχετες επιστημολογικώς με τα γνωστικά της αντικείμενα.

            Προβληματισμό δημιουργεί ακόμη το γεγονός ότι ούτε ρωτήθηκε ούτε λαμβάνεται υπόψη η εντελώς αρνητική και στοιχειοθετημένη θέση του αδελφού Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής και μάλιστα σε μία τέτοια ιστορική υπόθεση που αφορά σε ολόκληρη τη Σχολή, όταν το Τμήμα Θεολογίας μοιράζεται με το έτερο Τμήμα Ποιμαντικής τους ίδιους χώρους της Σχολής και εννοείται ότι κτίζουν από κοινού το επιστημονικό μέλλον και την επιστημονική και θεολογική της αξιοπιστία. Πώς είναι δυνατό να μην γίνεται κατανοητό ότι το εγχείρημα αυτό της εμφύτευσης Μουσουλμανικών Σπουδών στη Θεολογική, σε μία Σχολή άσχετη με γνωστικά  αντικείμενα της Ισλαμικής Θεολογίας, αφενός δείχνει επιστημονική προχειρότητα και ανευθυνότητα και αφετέρου δείχνει αδιαφορία ως προς την ανυπολόγιστη βλάβη, περιφρόνηση και υποτίμηση που θα προκαλέσει σε παγκόσμιο επίπεδο.

            Η Θεολογική Σχολή ασχολείται σοβαρά μόνον με τις δικές της  σπουδές και έρευνες και αυτό δείχνουν τα γνωστικά αντικείμενα ειδίκευσης όλων των  καθηγητών της. Δεν υπάρχουν καθηγητές με γνωστικά αντικείμενα στην ισλαμική θεολογία και η εισαγωγή Μουσουλμανικών σπουδών σηματοδοτεί μια πτωτική πορεία των χριστιανικών θεολογικών σπουδών και ερευνών και μία ανεπίτρεπτη, ασύμβατη και μη βιώσιμη θεολογικά μετατροπή του σκοπού, του χαρακτήρα και του περιεχομένου των σπουδών και των ερευνών της από θεολογικές που είναι, σε πολυθρησκειακές.

            Ο προβληματισμός αυτός, μάλιστα, τίθεται και υπογραμμίζεται στην απόφαση του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, με την οποία τα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος εναντιώνονται στην οργάνωση Ισλαμικών Σπουδών εντός της Θεολογικής Σχολής, με το ισχυρό επιχείρημα ότι «η Θεολογική Σχολή κατά το επιστημονικό της περιεχόμενο και τον σκοπόν ιδρύσεως και λειτουργίας της, είναι  επιστημολογικώς αναρμόδια δια την οργάνωσιν προγραμμάτων σπουδών άλλων θρησκειών» και ότι «η αυτοτελής γνωστική περιοχή που θεραπεύει, είναι οι σπουδές στην Ορθόδοξη Θεολογία, ή η επί τη βάσει της Ορθοδόξου Θεολογίας σπουδή του φαινομένου της Θρησκείας και του Χριστιανικού Πολιτισμού, ή Πολιτισμού γενικότερα».

            Για παράδειγμα και κατά αντιστοιχία, θα μπορούσε  ποτέ να θεωρηθεί από τους καθηγητές μίας Ιατρικής Σχολής ως συμβατό                              με την επιστημονική της αξιοπιστία, η ίδρυση και η λειτουργία εντός της ερευνητικής της περιοχής, ενός Τμήματος ή μίας Κατεύθυνσης Σπουδών Ομοιοπαθητικής, όπου θα διδάσκουν Καθηγητές της Ιατρικής, ανεξάρτητα από την ειδίκευσή τους, γνωστικά αντικείμενα ή θέματα ομοιοπαθητικής και όλη αυτή η κατάρτιση να οδηγεί στην απονομή στους φοιτούντες πτυχίων της Ιατρικής Σχολής;

            Η απόφαση τόσο του Τμήματος Θεολογίας όσο και της  Συγκλήτου του ΑΠΘ, επομένως, αποδεικνύεται ότι αφενός δεν πληροί καμία επιστημολογική προϋπόθεση και αφετέρου αποτελεί ενέργεια που για πρώτη φορά συμβαίνει τόσο στην ιστορία της Ορθόδοξης Θεολογίας όσο και στην ευρύτερη σύγχρονη παγκόσμια χριστιανική παράδοση. Και θα μπορούσε να πει κανείς ότι η πρωτοτυπία και η καινοτομία είναι θετική υπόθεση. Όμως, όπως σε όλα τα θέματα παιδείας, έτσι και στην περίπτωση αυτή, μία πρόταση πρωτοτυπίας είναι ανάγκη να λαμβάνει υπόψη και να είναι συμβατή με τις απαιτούμενες αξιακές και πνευματικές δομές αλλά και με την ιστορία του τόπου και του φορέα που την υποβάλλει.

            3. α) Προσχηματική η επίκληση εθνικών λόγων

            Η επίκληση εθνικών ή πολιτικών λόγων, τους οποίους οι σχεδιαστές του εγχειρήματος, ορθόδοξοι θεολόγοι του εν λόγω  Τμήματος, προβάλλουν και επικαλούνται, είναι αβάσιμοι, απαράδεκτοι, όπως προβάλλονται, και σε καμιά περίπτωση δεν έπρεπε να χρησιμοποιούνται, αφού, μέσω αυτών, καταστρατηγείται ο επιστημολογικός αλλά και ο θεολογικός χαρακτήρας της Θεολογικής Σχολής. Άλλωστε, η θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας ουδέποτε και για οιονδήποτε λόγο αποδέχτηκε τη μείωση,              απεμπόληση ή αλλοίωση της υπαρξιακής της δομής για κοσμικούς, πολιτικούς ή εθνικούς λόγους. ΣΕ κάθε περίπτωση, οι εθνικοί λόγοι μπορούν να αντιμετωπιστούν με άλλο τρόπο.

            β) Οι Μουσουλμανικές Σπουδές μειώνουν το διεθνές κύρος και αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία της Θεολογικής Σχολής, ως κατεξοχήν Ορθόδοξης Χριστιανικής Σχολής

            Το Τμήμα Ποιμαντικής υποστηρίζει ότι η Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. είναι διεθνώς γνωστή ως Σχολή, που κατά το επιστημονικό της          περιεχόμενο και τον σκοπό ιδρύσεως και λειτουργίας της, καλλιεργεί τη σπουδή στην Ορθόδοξη Θεολογία. Με την ανακοίνωση της  ιδρύσεως της συγκεκριμένης  Κατεύθυνσης Ισλαμικών σπουδών, τα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος Ποιμαντικής γίνονται αποδέκτες έντονου φόβου, αμφισβήτησης και κριτικής, εντός και εκτός Ελλάδος, ως προς τον στόχο που θα έχει πλέον η Σχολή και το εκπαιδευτικό έργο που θα επιτελεί, γεγονός έντονα ανησυχητικό ως προς το επιστημονικό κύρος και την αξιοπιστία της Σχολής.

            Η απόφαση επομένως του Τμήματος Θεολογίας και της Συγκλήτου του ΑΠΘ φαίνεται ότι δεν βασίζεται σε στέρεα επιστημολογικά και θεολογικά θεμέλια, δεν λαμβάνει υπόψη τη βλάβη που υφίσταται η Θεολογική Σχολή, εξαιτίας της εμμονής της σχετικής πλειοψηφίας του Τμήματος Θεολογίας να προσφέρει αυτό που δεν έχει, αυτό που δεν μπορεί να κάνει, αυτό που δεν είναι συμβατό ούτε με την παλαιά ούτε με τη σύγχρονη Ιστορία της Χριστιανικής Θεολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Από την άλλη πλευρά, οι Μουσουλμανικές Σπουδές στην Ελλάδα μπορούν να οργανωθούν σε άλλες συνθήκες, σε στερεότερες βάσεις, από καταλληλότερους παράγοντες και, το σπουδαιότερο, χωρίς να προσβάλλεται το ακαδημαϊκό ήθος, η θρησκευτική ελευθερία και η χριστιανική ταυτότητα της Θεολογικής Σχολής.

            4. Ασύμβατη η Χριστιανική με την Ισλαμική Θεολογία

            Η θεολογία του Ισλάμ είναι εντελώς ασύμβατη με εκείνη  του Χριστιανισμού. Από μέλη ΔΕΠ της Θεολογικής επισημαίνεται ότι το Ισλάμ  έχει και λατρεύει έναν άλλο Θεό, δεν  αποδέχεται τον Τριαδικό Θεό (το τρισυπόστατον της Θεότητας Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα), απορρίπτει θεμελιακούς όρους της Ορθόδοξης Θεολογίας, όπως ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού και Θεός, θεωρώντας ότι είναι ένας άνθρωπος – Προφήτης. Επίσης, αρνείται τη θαυματουργική Γέννηση, τη θεία Μεταμόρφωση, τη Σταύρωση, την Ανάσταση, την Ανάληψη του Χριστού κ.α., δεν δέχεται τη θεανθρώπινη και μυστηριακή δομή και λειτουργία της Εκκλησίας και φυσικά οι θέσεις του για το πρόσωπο, τον «άλλο», τις οικογενειακές και κοινωνικές αντιλήψεις είναι σε εντελώς άλλη βάση από εκείνες του Χριστιανισμού. Το επιχείρημα ότι οι δύο λαοί χριστιανοί και μουσουλμάνοι διαβιούν στη Θράκη ή σε άλλα σημεία του κόσμου με σεβασμό στην ετερότητά τους ή ακόμα το γεγονός ότι υπάρχει και είναι γόνιμο να υπάρχει διάλογος μεταξύ των δύο πίστεων, της χριστιανικής και της ισλαμικής (π.χ. για κοινωνικά ή περιβαλλοντικά θέματα), είναι άλλη υπόθεση και δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι μπορεί να υπάρξει οντολογικά κοινός θεολογικός τόπος με κοινές συμβατές σπουδές των δύο θεολογιών κάτω από την πνευματική στέγαση της Χριστιανικής Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ.

            5. Οργάνωση Μουσουλμανικών σπουδών ερήμην των Μουσουλμάνων ειδικών. Το πρόβλημα του σεβασμού της ετερότητας

            Υπάρχει ένα σοβαρό θέμα, που τονίζεται από το έτερο Τμήμα της Θεολογικής Σχολής, αυτό της Ποιμαντικής: Πώς είναι δυνατό, από πλευράς καθαρά επιστημονικής και θεολογικής, να οργανώνεται στο ΑΠΘ Κατεύθυνση Θεολογικών Μουσουλμανικών Σπουδών ερήμην Μουσουλμάνων ακαδημαϊκών επιστημόνων και θεολόγων, οι οποίοι ούτε φαίνεται να είχαν  ή να έχουν οποιαδήποτε συμμετοχή αποφασιστικής σημασίας στον σχεδιασμό του Προγράμματος Σπουδών και στα όργανα διοίκησης.

            Εύλογα, επομένως, δημιουργείται το ερώτημα, κατά πόσον μία τέτοια απόφαση εκπληρώνει επιστημονικά και ηθικά τις προϋποθέσεις της ακαδημαϊκής δεοντολογίας και κατά πόσον μπορεί να γίνει πιστευτό ότι ο σεβασμός ως προς την ετερότητα των Μουσουλμάνων, είναι πράγματι υπαρκτός και αληθινός στον σχεδιασμό ή στην πραγμάτωση ενός Προγράμματος που γίνεται γι’ αυτούς, αλλά χωρίς αυτούς!!

            6. Διεθνής πρωτοτυπία ο συμφυρμός Χριστιανικών και Μουσουλμανικών  σπουδών

            Επισημαίνεται ότι οι Μουσουλμανικές σπουδές στην Ευρώπη οργανώνονται με τη σύσταση Ινστιτούτων ή Κέντρων με πλήρη ακαδημαϊκή αυτοτέλεια και ελευθερία, ενώ στελεχώνονται από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό με τίτλους και μακροχρόνια θητεία στο πεδίο έρευνας της ισλαμικής θρησκείας. Ο συμφυρμός των Μουσουλμανικών ή Ισλαμικών Σπουδών με Χριστιανικές Σπουδές σε ευρωπαϊκές Προτεσταντικές ή Ρωμαιοκαθολικές Θεολογικές Σχολές αποκλείεται εκ προοιμίου σε όλες σχεδόν τις χώρες της Δύσεως, οι οποίες, ως γνωστό, προσφέρουν Σπουδές επικεντρωμένες στο χριστιανικό τους δόγμα. Κατά αντίστοιχο τρόπο, παρόμοιος συμφυρμός θεολογικών σπουδών διαφορετικών θρησκευτικών πίστεων δεν έχει υπάρξει ποτέ και πουθενά  εώς σήμερα ούτε στις Θεολογικές Σχολές του Ισλάμ ούτε όμως και σε εκείνες των άλλων ανατολικών θρησκειών.

            Με βάση τα παραπάνω, είναι σαφές ότι το θέμα είναι ανάγκη να μελετηθεί και να εξεταστεί από όλες τις πλευρές του με τη δέουσα προσοχή και σοβαρότητα, διότι καθώς φαίνεται και από την εμπειρία ξένων πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, η λειτουργία Προγράμματος Μουσουλμανικών Σπουδών, υπό τη σκέπη μίας ετερόδοξης θεολογικής σχολής και με την ευθύνη επιστημονικού προσωπικού άσχετου με το αντικείμενο το οποίο καλείται να διδάξει, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκαλέσει τεράστια προβλήματα στην επιστημονική λειτουργία και αξιοπιστία της Θεολογικής Σχολής που θα επηρεάσουν και ολόκληρο το ΑΠΘ.

            Η εισαγωγή Μουσουλμανικών Σπουδών σε μία Πανεπιστημιακή Σχολή, η οποία, λόγω της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της και των ειδικεύσεων των στελεχών που διαθέτει, δεν μπορεί να τις υποστηρίξει επιστημονικά ούτε να εγγυηθεί την αρτιότητα και την ακαδημαϊκή αυτοτέλειά τους, αποτελεί μία «ωρολογιακή επιστημολογική και θεολογική βόμβα» για τη Σχολή, ενέχει σοβαρότατους κινδύνους για το μέλλον της και, τελικά, μειώνει και το επιστημονικό κύρος ολόκληρου του ΑΠΘ, η Σύγκλητος του οποίου ενέκρινε τη λειτουργία αυτών των Σπουδών.

            Ως έχει μάλιστα διατυπωθεί σε κείμενο καθηγητή της Θεολογικής Σχολής: «Το θέμα της ίδρυσης των ισλαμικών σπουδών από το Τμήμα Θεολογίας θεωρείται ως το σοβαρότερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης στο παρόν και στο προσεχές μέλλον, εάν υλοποιηθεί η ίδρυσή του», αφού «φαίνεται ότι ενορχηστρώνεται ένας αγώνας αλλοίωσης των θεολογικών σπουδών της Θεσσαλονίκης και η μεταβολή τους σε θρησκειολογικές». Παράλληλα είναι βέβαιο ότι ολόκληρο το ΑΠΘ, με την εισαγωγή Μουσουλμανικών Σπουδών στους κόλπους του, μπαίνει σε μία ενδεχομένως επικίνδυνη και αδιέξοδη περιπέτεια.

            Επισημαίνοντας μάλιστα ότι το εγχείρημα αυτό του Τμήματος Θεολογίας είναι άστοχο και αναιρεί τη σχέση της Θεολογίας με την Εκκλησία,                       αφού μπορεί να θεωρηθεί ως «ανεξαρτητοποίηση της Θεολογίας από την Εκκλησία», όταν μάλιστα «Θεολογία εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει και Εκκλησία χωρίς Θεολογία δεν νοείται». Η εκδηλωθείσα σφοδρή αντίδραση του επιχώριου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου, εν προκειμένω, είναι δηλωτική του προβλήματος που θα ανακύψει.

            7. Άστοχη η απάντηση του Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Α. Λοβέρδου σε επερώτηση των Βουλευτών κ. Μιχελάκη και κας Ράπτη

            Για τη δημιουργία ενός Τμήματοςή Κατεύθυνσης Σπουδών από ένα Τμήμα δεν αρκεί μόνον να εξετάζεται το δικαίωμα της ακαδημαϊκής ελευθερίας ενός Τμήματος αλλά και η ακαδημαϊκή δεοντολογία, όπως αναλύθηκε στο παρόν κείμενο, καθώς επίσης και τα γενικότερα ιστορικά, θρησκευτικά, κοινωνικοπολιτισμικά και εθνικά δεδομένα του ελληνικού λαού.

            Η Επιστήμη της θεολογίας, διακονώντας και ερευνώντας, κατά βάση, επιστημονικά τις πηγές της Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Χριστιανισμού, είναι μεν ως Ακαδημαϊκή μονάδα αυτοτελής διοικητικά, οι πηγές, όμως, που ερευνά και διδάσκει εστιάζονται κυρίως στον χώρο της Εκκλησίας και, επομένως, δεν είναι δυνατόν να μην λαμβάνει υπόψη την εκκλησιαστική ιστορία, την παράδοση, τα βιώματα, τις εμπειρίες και την εκκλησιαστική συνείδηση. Δεν μπορεί, επομένως, να αυτονομηθεί πνευματικά από την αγιοπνευματική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, χωρίς να διακινδυνεύσει ουσιαστικά την οντολογική της ύπαρξη και το ερευνητικό της στόχο στον χώρο των επιστημών. Λόγω αυτής της ιδιαιτερότητας της Θεολογικής Επιστήμης, κανένα Θεολογικό Τμήμα δεν μπορεί να αυτονομείται από΄την εκκλησιαστική και θεολογική παράδοση της Εκκλησίας και να θεωρεί ότι μπορεί να λειτουργεί εντελώς γνωσιολογικά και ορθολογικά και να ιδρύει ολοκληρωμένες Σπουδές για Μουσουλμάνους φοιτητές, που θα περιέχουν την πνευματική, τελετουργική και αξιακή δομή της θρησκείας του Κορανίου. Η επίκληση της ακαδημαϊκής αυτονομίας και αυτοτέλειας του Τμήματος αφορά σε άλλα θέματα και όχι στον ιδρυτικό και υπαρξιακό σκοπό του Τμήματος Θεολογίας, ως προς τον χαρακτήρα της διδασκαλίας που δικαιούται να παρέχει, όπως πολύ σωστά αναφέρει και η ανωτέρω αναφερθείσα υπ’ αρ. 194/1987 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας: «… Τα όσα διδάσκονται στο θεολογικό τμήμα αποτελούν κυρίως δόγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας».

            Οι πληροφορίες, επομένως, που παρείχαν ορισμένοι στον νυν Υπουργό της Παιδείας και Θρησκευμάτων, τον εκθέτουν, αφού δεν ανταποκρίνονται στην εκπαιδευτική πραγματικότητα στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, προκειμένου να απαντήσει στην με αρ. 2131/1.09.2014 ερώτηση του Βουλευτή κ. Ιω. Μιχελάκη με το υπ’ αρ. πρωτ. 162113/ΙΗ ΕΞ 138314 εις/8.10.2014 έγγραφό του, που κατέθεσε στο Τμήμα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, ισχυρίζεται ότι «το Τμήμα Θεολογίας προφανώς έκρινε ότι οι Θεολόγοι  - οποιασδήποτε θρησκείας – πρέπει να αποφοιτούν από τις Θεολογικές Σχολές».

            Τα στοιχεία αυτά είναι αβάσιμα και ανεύθυνα από πλευράς θεολογικής και επιστημονικής, μειώνουν το επιστημονικό κύρος των Θεολογικών Σχολών και παραπληροφορούν την Ελληνική Βουλή, παρέχοντάς της τη λανθασμένη εντύπωση ότι ένα Τμήμα, που μέχρι σήμερα καταρτίζει Θεολόγους της Ορθόδοξης Θεολογίας, ΠΡΕΠΕΙ να καταρτίζει θεολόγους οποιασδήποτε θρησκείας.

            Δεν χρειάζεται να έχει κανείς ιδιαίτερες γνώσεις για να κατανοήσει το αυτονόητο, ότι δηλαδή κάθε θρησκεία έχει τη δική της Θεολογία και τις δικές της οργανωμένες θεολογικές Σχολές και Σπουδές και καταρτίζει σε αυτές τους δικούς της Θεολόγους.

            Δεν είναι υπεύθυνες και σοβαρές οι πληροφορίες που παρέχονται στον Υπουργό και μεταφέρονται από αυτόν στην Ελληνική Βουλή, όταν εμφανίζουν τη Χριστιανική Θεολογική Σχολή ως αρμόδια επιστημονικά και θεολογικά να υποκαθιστά τις άλλες θρησκείες και θεολογίες και να καταρτίζει θεολόγους άλλων θρησκειών.

            Τί είδους σεβασμός στη θρησκευτική ετερότητα του άλλου, του διαφορετικού ως προς τη θεολογία και τη θρησκευτική συνείδηση, είναι αυτός, όταν θεωρείται συμβατή με την ελευθερία του άλλου η θέση ότι ΠΡΕΠΕΙ οι θεολόγοι όλων των θρησκειών να αποφοιτούν από τις Χριστιανικές Θεολογικές Σχολές της Ελλάδας; Πουθενά στον κόσμο και καμιά θεολογική Σχολή οποιασδήποτε θρησκείας, δεν θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι μπορεί να δίδει πτυχία σε θεολόγους των άλλων θρησκειών!! Εξαίρεση αποτελεί φυσικά (!) από ό,τι φαίνεται, το Τμήμα Θεολογίας. Το ακούσαμε και αυτό το ΠΡΩΤΑΚΟΥΣΤΟ – και μάλιστα από στόμα Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων μέσα στην κρίση του περνάμε., που, καθώς φαίνεται, δεν είναι μόνον κρίση οικονομική, αλλά και πνευματική κρίση και κρίση θεσμών. Με αυτές τις θέσεις τους ο κ. Υπουργός και οι 23 εκ των 39 καθηγητών του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, φαίνεται ότι φιλοδοξούν να ανατρέψουν την ιστορία των δύο Θεολογικών Σχολών της χώρας, ιστορία 189 χρόνων για τη Θεολογική Αθηνών και 72 χρόνων για τη Θεολογική Θεσσαλονίκης, διότι καθώς φαίνεται θεωρούν μάλλον ως λανθασμένη τη μέχρι σήμερα πορεία και κατεύθυνση που είχαν όλα αυτά τα χρόνια οι δύο Σχολές, αφού δεν είχαν εντάξει στους κόλπους τους όλες τις θρησκείες, όπως θεωρεί ο Υπουργός και ως τώρα δεν απένειμαν πτυχία σε θεολόγους όλων των θρησκειών!!

            Οι Σχολές επομένως ήταν, κατά τον παραπάνω υπουργικό ισχυρισμό, σε λάθος δρόμο!!! Τέτοιας επιστημονικές αξιοπιστίας είναι δυστυχώς τα επιχειρήματα που συνοδεύουν και στηρίζουν την κατά τα άλλα δήθεν δικαιωματική, λόγω ακαδημαϊκής ελευθερίας και αυτοτέλειας, προσπάθεια εισαγωγής Μουσουλμανικών Σπουδών στο Τμήμα Θεολογίας, την οποία φαίνεται να στηρίζει ενθέρμως και ο Υπουργός Παιδείας.

            Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκεται επίσης  και η θέση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, που ευθυγραμμιζόμενος καθώς φαίνεται με τις θέσεις καθηγητών του Τμήματος Θεολογίας, βαπτίζει εντός Βουλής ένα μάθημα, ένα γνωστικό αντικείμενο, εκείνο της θρησκειολογίας του Τμήματος Θεολογίας, ως «Τομέα» του Τμήματος και ισχυρίζεται ότι με θεμελιακή βάση αυτόν τον δήθεν «Τομέα» και τους 2 θρησκειολόγους καθηγητές που διαθέτει το Τμήμα Θεολογίας, δικαιολογείται και νομιμοποιείται να αναπτύξει Πρόγραμμα Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών 46 μαθημάτων!!

            Δεν είναι επίσης απορίας άξιο, να εμπιστεύεται ένας Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων κάποιες απόψεις και να                                      μεταφέρει ανεξέλεγκτα στη Βουλή των Ελλήνων αστήρικτα επιστημονικώς στοιχεία, όπως αυτό που ισχυρίστηκε στην ανωτέρω απάντησή του σε ερωτήσεις Βουλευτών, ότι Τμήματα Ισλαμικών Σπουδών εντάσσονται δήθεν στις Θεολογικές Σχολές ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων; Αναφέρθηκε μάλιστα ενδεικτικά και σε κάποιες συγκεκριμένες Θεολογικές Σχολές της Ευρώπης, που, αν ερευνούσε λίγο το θέμα ο εν λόγω Υπουργός-Καθηγητής, θα διαπίστωνε ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που είπε, αφού σε καμιά Θεολογική Σχολή της Ευρώπης δεν έχουν ενταχθεί Ισλαμικές ή Μουσουλμανικές Σπουδές είτε ως Τμήματα είτε ως Κατευθύνσεις Τμημάτων!!!

Συμπέρασμα

Το θέμα είναι πάρα πολύ σπουδαίο και χρειάζεται μελέτη σε βάθος και έκταση, καθως και σοβαρή στάθμιση όλων των παραμέτρων και των πιθανών συνεπειών που θα έχει στην πραγμάτωσή του. Είναι ανάγκη οι Έλληνες Βουλευτές να κατανοήσουν ότι η διατήρηση της πνευματικής και πολιτισμικής ζωής και κληρονομιάς ενός τόπου είναι πολύ βασικό στοιχείο στην πορεία του προς το μέλλον και μάλιστα εν μέσω εκτάκτων καταστάσεων, όπως αυτές που βιώνει ο τόπος μας, λόγω της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας των λαών και των παρενεργειών που προξενούν σε χώρες όπως η δική μας.

            Λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν ισχυρές ενστάσεις, διαμαρτυρίες και μομφές, που, με αφορμή αυτό το θέμα, κάνουν λόγο για απεμπόληση αρχών και αξιών αλλά και για έλλειψη αντιστάσεων έναντι νεωτερισμών (που ενδεχομένως υποκρύπτουν και μεθοδεύσεις), που απειλούν τα παραδοσιακά ιστορικά, θρησκευτικά, πνευματικά και πολιτισμικά όρια της πατρίδας μας, πιστεύουμε ότι η εισαγωγή Μουσουλμανικών  Σπουδών στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ αποτελεί τεράστιο πνευματικό ολίσθημα για ένα Πανεπιστήμιο που, εκτός από επιστημονικό και ερευνητικό ίδρυμα της χώρας, θεωρείται και πνευματικό ίδρυμα.

            Ας σημειωθεί ότι, εκτός από άπαντες τους κληρικούς της τοπικής Εκκλησίας, οι οποίοι σε ιερατική σύναξή τους, υπό την προεδρία του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ανθίμου, αποφάσισαν με ψήφισμα, ομόφωνα ότι είναι αντίθετοι με τις Μουσουλμανικές Σπουδές στη Θεολογική, όλοι οι πολίτες που επικοινωνούν ευκαιριακά μαζί μας, ομολογούν ότι παρακολουθούν άγρυπνα τα δρώμενα στο ΑΠΘ και είναι απογοητευμένοι από την ως άνω απόφαση, την οποία θεωρούν απερίσκεπτη και ίσως σκόπιμη, αφού είναι σαφές ότι συντελεί στην πνευματική αποδόμηση του τόπου.

            Το επιχείρημα ότι αυτό γίνεται για εθνικούς λόγους το θεωρούν πρόσχημα και δεν καλύπτει κανενός τη συνείδηση και προπαντός ούτε την εθνική ούτε τη θρησκευτική. Επικαλούνται μάλιστα οι πολίτες: α) την πνευματική και ιστορική μνήμη μας για τους χιλιάδες Νεομάρτυρες, οι οποίοι χάριν της χριστιανικής πίστεως, αλλά και της ελευθερίας της Ελλάδας, μαρτύρησαν παλαιότερα (ιδίως κατά την περίοδο της οθωμανικής σκλαβιάς του Έθνους) με τα πιο φρικτά βασανιστήρια, από τους ισλαμιστές, με βάση τις αρχές του Κορανίου, β) τις σύγχρονες καθημερινές θηριωδίες και σφαγές, που πραγματοποιούνται από τους τζιχαντιστές-ισλαμιστές στη Μέση Ανατολή, στο όνομα πάλι του Κορανίου, τη διδασκαλία του οποίου, με τόση εμμονή οι 23 καθηγητές της Θεολογικής σχεδιάζουν και προγραμματίζουν να εισαγάγουν στη Θεολογική Σχολή και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.

            Κατόπιν όλων αυτών των λόγων σας παρακαλούμε να κάνετε ό,τι είναι δυνατόν προς την κατεύθυνση του κυρίου Πρωθυπουργού και όλων των άλλων υπευθύνων, έτσι ώστε να αποσοβηθεί η εφαρμογή η εφαρμογή της απόφασης για εισαγωγή των Μουσουλμανικών Σπουδών στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ.

            Για τα μέλη ΔΕΠ του ΑΠΘ που εκπροσωπούνται από την «ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» στο ΔΣ του ΕΣΔΕΠ

            1. Απόστολος Ι. Χατζητόλιος, Ιατρική Σχολή ΑΠΘ, Γραμματέας ΕΣΔΕΠ

            2. Βενιαμίν Καρακωστάνογλου, Νομική Σχολή ΑΠΘ, Μέλος ΔΣ ΕΣΔΕΠ

            3. Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής  Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., Μέλος του Συλλόγου ΕΣΔΕΠ

 

  • 14 -

Β.6.14 - Ο ΠΡΩΗΝ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ – Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΣΧΕΔΟΝ ΤΩΝ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΠΑΛΙΩΡΑΣ, ΣΤΟΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ «ΙΔΡΥΣΗ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ» ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΘ, ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΞΗΣ:

 

«Αθήνα 25 Νοεμβρίουο 2014

Αριθμ. Πρωτ.: 177

Αξιότιμοι κύριοι Σύνεδροι,

            Με βαθιά θλίψη πληροφορηθήκαμε ότι υπερψηφίστηκε από τη Γενική Συνέλευση του Θεολογικού Τμήματος της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και εγκρίθηκε από τη Σύγκλητο του ιδίου Πανεπιστημίου η ίδρυση Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών στο Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ. Οι ενστάσεις που έχουν ήδη διατυπωθεί τόσο από Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος όπως ο Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος και ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, από πολλούς Πανεπιστημιακούς καθηγητές αλλά και από πλήθος εκπαιδευτικών και θεολογικών φορέων και Σωματείων, δεν στάθηκαν ικανές να αναχαιτίσουν την προετοιμασμένη από καιρό απόφαση για την ίδρυση της εν λόγω Κατεύθυνσης.

            Γνωρίζετε βεβαίως τους σοβαρότατους θεολογικούς λόγους που δεν επιτρέπουν την συνύπαρξη της Ορθοδόξου Θεολογίας με τη σπουδή στη Μουσουλμανική Θρησκεία εντός μιάς Ορθόδοξης Θεολογικής Σχολής. Δεν σας διαφεύγει ούτε ο αντιτριαδισμός ούτε η άρνηση της θεότητος του Κυρίου μας από τη θρησκεία του Ισλάμ, επιπλέον δε και ο φρικτός εν τη πράξει αντιχριστιανισμός των Ισλαμιστών που προκάλεσε κατά το παρελθόν αλλά και σήμερα νέφη Νεομαρτύρων.

            Οι προβαλλόμενοι εξάλλου εθνικοί λόγοι που θα εξυπηρετήσει δήθεν η ίδρυση της κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών δεν πείθουν κανέναν σκεπτόμενο πολίτη αυτής της χώρας. Η τουρκική προπαγάνδα, που εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους στην ακριτική μας Θράκη και στα παραμεθόρια νησιά της ελληνικής ακτογραμμής του Αιγαίου Πελάγους, δεν αναχαιτίζεται με τέτοιες αποφάσεις αλλά με τη χάραξη σαφούς εξωτερικής και εκπαιδευτικής πολιτικής. Επιπλέον δε ελλοχεύει ο κίνδυνος μακροπρόθεσμα οι μουσουλμανικές σπουδές να μην ελέγχονται από υγιείς εθνικά και θεολογικά δυνάμεις αλλά να περιέλθουν σταδιακά στα χέρια εγχώριων υπηρετών της φιλοτουρκικής και πανθρησκειακής προπαγάνδας.

            Δεν μας διαφεύγει επίσης ότι το σχέδιο ίδρυσης κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών περιέχει τη σύσταση θέσεων μελών ΔΕΠ για τις οποίες δεν θέλουμε να υιοθετήσουμε φήμες, ότι είναι ήδη έτοιμα να υποβάλλουν αιτήσεις πρόσωπα που κατέχουν τίτλους σπουδών σχετικούς με το Ισλάμ και τα οποία μάλιστα, κατέχουν υψηλές κυβερνητικές θέσεις. Δεν θέλουμε να υιοθετήσουμε επίσης, κατηγορίες που αιωρούνται, ότι όλα αυτά εντάσσονται στα πλαίσια «ανταλλαγμάτων» που προσφέρονται από πανεπιστημιακούς καθηγητές και μάλιστα Θεολογικών Σχολών προς χάριν της πολιτικής των «εξυπηρετήσεων».

            Με λύπη μας όμως διαπιστώνουμε πως οι αποκλίνουσες από την Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία θέσεις και διδασκαλίες πανεπιστημιακών καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Θεσσαλονίκης, διαρκώς αυξάνονται και ένα πνεύμα νεωτερισμού διαδέχεται την μέχρι χθες πατερική πορεία που χάραξαν μεγάλοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι της προειρημένης Σχολής. Τη στιγμή μάλιστα, που δεν θα αφίστατο της πραγματικότητας, όταν κανείς υποστήριζε ότι πολλοί εκ των καθηγητών της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ με μένος στρέφονται εναντίον του «κατηχητικού» μαθήματος των Θρησκευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, και ταυτόχρονα εργάζονται αόκνως για την λειτουργία κατεύθυνσης που θα «κατηχεί» φοιτητές στο Κοράνι!

            Δηλώνουμε ότι η Πανελλήνιος Ένωσις Θεολόγων δεν μπορεί να είναι αντίθετη στη δυνατότητα να σπουδάζουν τις Ισλαμικές Σπουδές στην Ελλάδα και να μην καταφεύγουν σε άλλες χώρες οι μουσουλμάνοι εκπαιδευτικοί που πρόκειται να διδάξουν το Κοράνιο στα σχολεία της Θράκης. Ωστόσο η Ένωσή μας τοποθετείται αρνητικά στην πρόταση να οργανωθούν οι Σπουδές αυτές από και στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μάλιστα, θα λέγαμε, και σε όποια άλλη Πανεπιστημιακή Σχολή της πόλης της Θεσσαλονίκης. Το πρωτοφανές εγχείρημα αναμείξεως των θρησκειών στο ίδιο Πρόγραμμα και στο ίδιο Τμήμα, δηλαδή στο Τμήμα της Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, θεωρούμε ότι είναι αβάσιμο και από επιστημονικής και από ηθικής και από θεολογικής πλευράς.

            Γι’ αυτούς τους λόγους, η Πανελλήνιος Ένωσις Θεολόγων έχει αποφασίσει να κινηθεί προς κάθε κατεύθυνση με θεολογικά, εκκλησιολογικά, νομικά και πολιτικά επιχειρήματα, ώστε να ματαιώσει την ίδρυση κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών στην ιστορική Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης. Θα αφιερώσουμε μάλιστα, το επόμενο τεύχος του περιοδικού «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» της Ενώσεώς μας, στο υπό συζήτηση θέμα. Εάν όμως, παρά τις προσπάθειές μας δεν επιτύχουμε τον κοινό μας στόχο, της αποτροπής της δημιουργίας κατεύθυνσης μουσουλμανικών σπουδών στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, θα εργαστούμε παντοιοτρόπως και μέσω καθηγητών Θεολόγων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για την ενημέρωση των μαθητών των Λυκείων ώστε να αποφεύγουν την επιλογή του υπό σύστασιν Τμήματος και να επιλέγουν τα υπόλοιπα Τμήματα των Θεολογικών Σχολών προκειμένου να σπουδάσουν την Ορθόδοξη Θεολογία.

            Δηλώνουμε τέλος ότι συντασσόμεθα ασμένως με τον αγώνα του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ.κ. Ανθίμου ενάντια στην προσπάθεια αλλαγής της φυσιογνωμίας της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης και δηλώνουμε απερίφραστα ότι μας εκφράζει απόλυτα η θέση του ότι: «Δεν θέλουμε να πολεμήσουμε κανέναν, αλλά δεν μπορούμε να υποταγούμε και σε κανέναν».

            Με αυτές τις σκέψεις χαιρετίζουμε το Συνέδριό Σας και ευχόμαστε κάθε επιτυχία στο έργο σας, στο οποίο είμαστε ολόψυχα αλληλέγγυοι και το οποίο φιλότιμα έχετε αναλάβει.

 

  • 15 -

Β.6.15 - Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ (ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΑΣ) ΣΤΟ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΥ, ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ, ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ 4ετούς ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕ ΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, ΩΣ ΕΞΗΣ:

 

            «Η απόφαση της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης που ελήφθη από μία μειοψηφία καθηγητών θεολογίας (;) και επεβλήθη άνωθεν από πολιτικά κέντρα για τη δημιουργία τμήματος Ισλαμικών σπουδών και Ισλαμολογίας στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ, είναι σαφώς μέρος ευρύτερου νεοεποχιτικού και νεοταξικού σχεδίου, μουσουλμανοποίησης της Ελλάδος και αποορθοδοξοποίησης της Θεολογίας της Εκκλησίας της Ελλάδας.

            Ακόμη περισσότερο δε, είναι μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου διωγμού του Χριστού και των Ελλήνων από την Ελλάδα.

            Βεβαίως κάθε μειονότητα θρησκευτική στην Ελλάδα έχει δικαίωμα να εκπαιδεύει τα μέλη της στα της πίστης της και η ελληνική πολιτεία πρέπει να δίδει σε κάθε μειονότητα τα μέσα και τις απαραίτητες δυνατότητες. Όμως αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει αιτία για μίξη θρησκειών, θεολογιών και θρησκειοποίηση της ορθόδοξης πίστης και  Εκκλησίας. Οι ορθόδοξοι θεολόγοι και οι Ορθόδοξες Θεολογικές Σχολές δεν έχουν κανένα λόγο να μπλέκονται στα  των άλλων πίστεων και παραδόσεων. Διότι έτσι δημιουργούν σύγχυση προς κάθε κατεύθυνση και διότι υποβιβάζουν την ορθόδοξη θεολογία και Ορθόδοξη Εκκλησία σε θρησκειολογικό και διαθρησκειακό ζήτημα. Αφού ο Χριστός είναι ο Μόνος Αληθινός Θεός και Άνθρωπος και η Ορθόδοξη Εκκλησία η Μόνη Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία που διασώζει το Όλον της Πίστεως και το Όλον της Αληθείας, δεν μπορεί να υπάρξει ουδένας διάλογος των ορθοδόξων, ως προς τα ουσιώδη με άλλες ομολογίες πέραν της ορθόδοξης μαρτυρίας και της αγαπητικής και χωρίς υπαναχωρήσεις πρόσκλησης στην ορθόδοξη θεολογία, όπως είχε συμβεί στην περίπτωση του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού.  Το να δίδουν οι ορθόδοξοι μαρτυρία πίστεως με φιλάνθρωπο και όσο πιο αποτελεσματικό τρόπο, χωρίς όμως αλλοίωση των ουσιωδών και κυρίως των δογματικών διατυπώσεων, είναι προς όλους ιερή υποχρέωσίς των. Όμως το να αλλοιώνουν το δόγμα για να διευκολύνουν ανθρώπινους στόχους όσο και σπουδαίους, αυτό είναι μέγιστη πνευματική πλάνη. .Δεν μπορούμε να παίζουμε με τα «εν ου παικτοίς».

Λόγος Προοιμιακός

            Ορισμένοι καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ ισχυρίζονται και μάλιστα δημόσια πως η Θεολογική Σχολή δεν είναι αποκλειστικά Ορθόδοξη και δεν είναι κατ’ ανάγκη Σχολή Ορθόδοξης Θεολογίας. Επομένως έχουν δικαίωμα να συστεγαστούν σε αυτήν όλες οι θεολογίες, Ισλαμική, Βουδιστική, Ινδουϊστική, Παπική κ.τ.λ. πέραν της Ορθόδοξης Θεολογίας.  Κατ’ επέκταση οι ίδιοι θεωρούν πως και η Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι κατ’ ανάγκη η μόνη ορθή θεολογία.

            Όμως κάθε σύγχρονος μελετητής της θεολογίας, της ιστορίας και της φιλοσοφίας του πολιτισμού γνωρίζει πως η Ορθόδοξη Θεολογία είναι η μόνη θεολογία που υποστηρίζει πως:

            1. Ο Θεός είναι Τριάς Ακτίστων Θείων και ελεύθερων προσώπων. Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα και πως αιτία της Αγίας Τριάδος είναι μόνο ο Πατήρ.

            2. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μόνος Τέλειος Θεός και Τέλειος Άνθρωπος (Θεάνθρωπος) που εσαρκώθη, εδίδαξε, εσταυρώθη επί Ποντίου Πιλάτου και ανεστήθη χαρίζοντας την Ανάσταση σε όλο το ανθρώπινο γένος.

            3. Υφίσταται σαφώς διάκριση αλλά όχι διαίρεση Θείας Ακτίστου Ουσίας και Θείας Ακτίστου Ενεργείας, δημιουργικής, προνοητικής, Θεωτικής-Σωστικής.

            4. Ο κόσμος-σύμπαν και ο άνθρωπος εκτίσθησαν εκ του μηδενός και όχι εκ προϋπαρχούσης ουσίας.

            5. Τέλος, ούτε στην περιοχή του Ακτίστου, ούτε στην περιοχή του Κτιστού υφίστανται ανυπόστατες ουσίες (ανυπόστατος μεν φύσις τουτέστιν ουσία ουκ αν είη ποτέ).

            6. Οι Βασικές αυτές θεολογικές αρχές δεν είναι ανθρώπινη επινόηση αλλά ιστορικές αποκαλύψεις και ιστορική εμπειρία του Ίδιου του Θεού δια του Υιού του Ιησού Χριστού και του Παρακλήτου Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία του Χριστού.

            Βεβαίως αυτές οι βασικές αρχές και διατυπώσεις δεν εξαντλούν το περιεχόμενο της Ορθοδόξου Θεολογίας, απλά λειτουργούν ως βασικοί οδοδείκτες για την ορθή πορεία στην ορθόδοξη γνωσιολογία. Χωρίς αυτές τις αρχές δεν υφίσταται αλήθεια όσο μακριά στη μελέτη και άσκηση και αν φθάσει ο άνθρωπος.

            Ο πλούτος που αναμένει τον άνθρωπο που θα ακολουθήσει αυτή την οδό είναι ανεξάντλητος και άπειρος, κάθε φορά ο ίδιος δρόμος ακόμη και για τον ίδιο άνθρωπο είναι καινούριος. Διότι ο Ζων Θεός είναι Ανεξάντλητος και κάθε φορά Νέος. «Παιδός η βασιλείη» θα πει ο αρχαίος διδάσκαλος Ηράκλειτος.

            Για τον λόγο αυτό και ενώ η ορθόδοξη διδασκαλία μπορεί να διατυπωθεί σε πέντε έξι προτάσεις, όπως προηγουμένως, το περιεχόμενό της είναι πάντα νέο και πάντα ανεξάντλητο, έτσι που όσο μακριά και να φθάσει ο άνθρωπος πάντα να αισθάνεται πως ευρίσκεται στην αρχή και στο ξημέρωμα και ότι ο δρόμος είναι πάντα πλήρης εκπλήξεων: «… από έκπληξη σε έκπληξη, θα ανακράξη ο Απόστολος του Χριστού… εις το άπειρο». Και εδώ πρόκειται περί ενός Απείρου, όχι πανθεϊστικού και μπραχμανικού νιρβάνα που σκιάζει τον άνθρωπο, τον απανθρωποποιεί και τον αποπροσωποποιεί, αλλά περί ενός Απείρου Προσωπικού που είναι πάντα φιλικό προς το ανθρώπινο πλάσμα. Ενός Απείρου που εμπεριέχεται στο Συγκεκριμένο και Ιστορικό πρόσωπο του Χριστού και που διαρκώς έλκει, εμπνέει, ενδυναμώνει και ξεκουράζει.

            Εδώ έχουμε μία κατάσταση που η βιωμένη θεολογική αλήθεια διαρκώς εμπλουτίζεται και διαρκώς εμπλουτίζει αλλά πάντα μένει επώνυμη και δεν αποπροσωποποιείται αλλά απροσωποποιεί. Για τον λόγο αυτό ο ορθόδοξος θεολόγος δεν βιάζεται ούτε βιάζει, δε μπερδεύεται ούτε μπερδεύει. Δεν κουράζεται και δεν κουράζει. Κουράζεται ο ίδιος και ξεκουράζει τους άλλους και τον εαυτό του. Δεν έχει σύγχυση ο ίδιος και δεν προκαλεί σύγχυση στους άλλους.

            Φωτίζεται και φωτίζει. Γνωρίζει διαρκώς  και εξαρχής και έλκει όλους στην τελεία  γνώση του Χριστού. Αφήνει τους μουσουλμάνους να είναι μουσουλμάνοι, τους ινδουιστές να είναι ινδουιστές, τους παπικούς να είναι παπικοί, τους προτεστάντες να είναι προτεστάντες και τον κάθε έναν να είναι ό,τι θέλει και δεν μπλέκεται στα πόδια τους.

            Αφήνει τον κόσμο ελεύθερο και συγχρόνως μπορεί και δείχνει με ένα του λόγο, μιλά με μία του κίνηση, ένα του νεύμα, ή και με τη σιωπή τουο. Όλα αυτά που μένουν έξω από την  ορθόδοξη εμπειρία, όσο σπουδαία και αν φαντάζουν στα μάτια των ανθρώπων είναι όλα φτωχά, περιορισμένα, μουντά και λυπημένα. Όλα είναι φυλακή για τον άνθρωπο, όταν αυτός μένει στο δικό του το λίγο και το περιορισμένο. Γιατί η ορθόδοξη θεολογία είναι για όλους αλλά χωρίς θεολογικές διπλωματίες και εξωτερικούς διαθρησκευτικούς διαλόγους που δεν οδηγούν στην ειλικρίνεια και στη διαφάνεια. Η Ορθόδοξη Θεολογία είναι το απολύτως διαφανές και δεν χρειάζεται θρησκευτική διπλωματία, ή όποια άλλη διπλωματία… Αυτά που θα ακούσετε στο αυτί, θα τα διαλαλήσετε στις ταράτσες…

            Βάσει αυτών των ορθόδοξων θεμελιακών θέσεων και αληθειών που θεμελιώθηκαν με τις Οικουμενικές Συνόδους και με το αίμα των μαρτύρων, μπορούμε να κρίνουμε και να αξιολογούμε κάθε άλλη θεολογία και θεωρία ως ορθόδοξη ή ως αιρετική. Έτσι από τον Ινδουισμό μέχρι τον Παπισμό, ή τον νεώτερο τεκτονισμό και νεοεποχιτισμό, είναι σαφές πως πρόκειται περί αιρέσεων που καταργούν την ορθόδοξη θεολογία και τη θεολογική αλήθεια με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Καταργούν τον Θεό και τον άνθρωπο ως πρόσωπα μοναδικά και ανεπανάληπτα, εικόνες των Ακτίστων Προσώπων και της Ακτίστου Τριάδας. Καταργούν την Ελευθερία του Θεού και του ανθρώπου. Καταργούν τη δημοκρατία και την ισότητα όλων των ανθρώπων. Καταργούν την ιστορία εισάγοντας πανθεϊστική μίξη θεού και κόσμου. Διαιρώντας και διώκοντας τον Θεό (βλέπε παπική και σχολαστική ουσιοκρατία που αρνείται τη διάκριση ουσίας και ενεργειών) από τον κόσμο, εισάγουν φωτισμένες και αλάθητες ανθρώπινες ελίτ, αλάθητων εκπροσώπων του Θεού, που καταργούν την αδελφοσύνη, την ελευθερία, τη δημοκρατία και την ισότητα ολόκληρου του ανθρώπινου γένους.

            Σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο, επιχειρείται η μίξη θρησκειών, πολιτισμών και λαών με σκοπό την κατάργηση της έννοιας της πόλης και όλων εκείνων των προϋποθέσεων της δημοκρατίας, της ισότητας, της ελευθερίας, της ενότητας και της αδελφοσύνης που έχουν εισαγάγει  στην ανθρώπινη ιστορία αρχικά ο Ελληνικός και ακολούθως ο Ορθόδοξος Χριστιανικός πολιτισμός. Διότι, αφού καταργηθεί η έννοια της πόλης των ονομάτων, του προσώπου και του ανεπανάληπτου  της ανθρώπινης υποστάσεως, αμέσως καταργείται κάθε αντίσταση απέναντι στη βαρβαρότητα και στη μαζοποίηση του ανθρώπου. Αίρονται οι αντιστάσεις απέναντι στον υποβιβασμό του ανθρώπινου όντος σε μία απλή βιολογική μηχανή, η οποία μπορεί πολτοποιείται και να χρησιμοποιείται ως εκμεταλλεύσιμη μάζα από την οποιαδήποτε ελίτ οικειοποιείται στην εξουσία, βλέπετε Χιτλερισμό – Ναζισμό, οικονομικό φιλελευθερισμό, άθεο κομμουνισμό και σοσιαλισμό, φονταμενταλιστικό ισλαμισμό, πανθεϊστικό και νεοεποχίτικο ασιατισμό κ.τ.λ.) Ορθόδοξοι θεολόγοι που αγνοούν αυτές τις αλήθειες είναι εξίσου ή και πιο πολύ επικίνδυνοι από τους πολιτικούς που υπηρετούν την απάνθρωπη και αντιανθρώπινη παγκοσμιοποίηση και Νέα Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων., Διότι οι θεολόγοι επιδρούν στην ψυχή και στο πνεύμα των ανθρώπων, ενώ οι πολιτικοί και οι τραπεζίτες μόνο στο σώμα.

Επιπλέον οι ορθόδοξοι θεολόγοι που εισηγούνται τον πανθεϊστικό και οικουμενιστικό συγκρητισμό, στρέφονται εναντίον της ανθρωπότητας και υπηρετούν την κατάργηση όλων των θρησκειών. Στρέφονται εναντίον όλων των πολιτισμών και πνευματικών παραδόσεων που αποτελούν προϋπόθεση για την ειρηνική, η δημοκρατική και τη δημιουργική συνεργασία και συμβίωση όλων των λαών και όλων των ανθρώπων. Υπηρετούν εκείνες τις αντιανθρώπινες ελίτ που θέλουν να καταστρέψουν κάθε ανθρώπιν ιδιαιτερότητα και πολιτισμική ταυτότητα προκειμένου, χωρίς αντίσταση, να οδηγήσουν την ανθρωπότητα υπόδουλη και αλυσοδεμένη στην παγκόσμια και απάνθρωπη ηγεσία της μίας κυβέρνησης, του ενός άρχοντος, του ενός αντιανθρώπινου απρόσωπου και δαιμονιώδους θεού.

Κοντολογίς οι ορθόδοξοι θεολόγοι που εισηγούνται τώρα μεν την ισλαμοποίηση και μετά την πλήρη αποορθοδοξοποίηση της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ στρέφονται όχι μόνον εναντίον της ορθόδοξης παράδοσης και εκκλησίας αλλά εναντίον όλης της ανθρωπότητας. Κανείς πιστός άλλης πίστης και παράδοσης, μουσουλμάνος, ινδουϊστής ή όποιος άλλος που σέβεται την πίστη του και την παράδοσή του, δεν θα τους εμπιστευτεί να σπουδάσει στη δική τους, εάν το πετύχουν, πανθεϊστική, οικουμενιστική και συγκρητιστική θεολογική σχολή, την δική του πίστη και παράδοση. Τον προδότη κανείς δεν τον εμπιστεύεται και οι Γερμανοί Ναζί, όταν έφευγαν από την Ελλάδα, δολοφόνησαν μετά από ένα γεύμα, όλους τους δωσιλόγους της Αθήνας.

Συχνά ακούμε πώς οι θεολόγοι θα καταργηθούν ως εκπαιδευτικοί, διότι θα καταργηθεί η διδασκαλία των Θρησκευτικών  και θα αντικατασταθεί από διαθρησκειακό, (και) διαπολιτισμικά και πολυπολιτισμικά μαθήματα. Άρα και οι Θεολογικές Σχολές πρέπει να μετατραπούν σε διαπολιτισμικές και πολυπολιτισμικές αντιστοίχως σχολές. Ελλείψει δε χρημάτων θα χρηματοδοτηθούν από αραβικές και άλλες χώρες που ενδιαφέρονται για τους εδώ στην Ελλάδα διαβιούντας πολίτες των. Και επειδή, κατά πώς φαίνεται, οι Ορθόδοξοι Έλληνες θα καταστούν μειονότητα, δεν θα χρειάζεται πλέον να υφίσταται και Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή, αλλά την θέση της θα πάρει μια διαθρησκειακή σχολή. Για αυτό και οι νέοι θεολόγοι που αμείβονται για την κάποια θεσούλα των στο δημόσιο, προχωρούν στην τολμηρή απόφασή των να καταργήσουν την Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή και βαθμηδόν να την καταστήσουν απλά θρησκειολογική σχολή προκειμένου να μην απολυθούν και να συνεχίσουν να εργάζονται δήθεν ως θεολόγοι – θρησκειολόγοι.

Και όλα αυτά, αντί σύσσωμοι οι Έλληνες λαός και κλήρος, να ξεσηκωθούν και να απαιτήσουν από τις ελληνικές προδοτικές κυβερνήσεις να πάρουν πίσω όλο αυτό το ξεπούλημα του Ελληνισμού και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι πάντες σιωπούν. Εμείς εδώ θα προτείναμε κάτι πολύ πιο έντιμο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία να αναλάβει να πληρώνει τους Ορθόδοξους θεολόγους που θα εργάζονται στα ελληνικά σχολεία καθώς και να συντηρεί τις Θεολογικές Σχολές αν το ελληνικό κράτος δεν τις χρηματοδοτεί. Εάν η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος θέλει αληθινά να υπηρετήσει τον Ελληνικό λαό και την πίστη του στον Χριστό, θα πρέπει να κάνει τολμηρά και καινοτόμα άλματα. Όλοι οι Έλληνες που αγαπούν την πατρίδα των και την πίστη των, θα έρθουν αρωγοί στο πλευρό της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θα την στηρίξουν. Ακόμη δε η Ορθόδοξη Εκκλησία ας προχωρήσει στην ανάδειξη των Θεολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης σε διεθνή κέντρα Ορθόδοξης Θεολογίας,  προκειμένου να συρρέουν σε αυτές Ορθόδοξοι σπουδαστές από όλο τον κόσμο, Ρωσία, Ευρώπη, Αμερική, Αφρική, Ασία, κλπ. Αντί δε να βλέπουμε Ορθόδοξους Ιεράρχες, κυρίως Έλληνες, να συνωστίζονται σε πανθρησκειακούς και οικουμενιστικούς διαλόγους όπου λαμβάνουν χώρα περίεργες επικλήσεις πνευμάτων, τους προτρέπουμε να μείνουν πιστοί στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση και να συνεργαστούν με όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες προκειμένου οι Ορθόδοξοι λαοί να στηρίξουν αλλήλους. Εάν αυτό συμβεί , τότε οι Ορθόδοξοι λαοί θα κερδίσουν τα μέγιστα και θα υποστηριχθούν και θα επιβιώσουν ως πραγματικά Ορθόδοξοι και αδελφοί λαοί αντί να γίνονται ζητιάνοι της (Νέας Παγκόσμιας) Τάξης Πραγμάτων (ΝΠΤΠ) και να μπαίνουν σε περίεργες και γκρίζες διαχριστιανικές και διαθρησκειακές ζώνες, όπου σίγουρα το Πνεύμα του Θεού θλίβεται και απομακρύνεται, αφήνοντας τους ανθρώπους να γευτούν τους καρπούς των δικών των φτωχά ανθρώπινων έργων [Κοινωνία 1 (2015) 94-99].

Για όλα αυτά, (…), δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται οι θεολογικές σχολές της Ορθόδοξης Εκκλησίας ή ορθόδοξη θεολογία και πολύ περισσότερο να χρησιμοποιείται ο ίδιος ο Χριστός και η Εκκλησία Του για την επιχειρούμενη στον 21ο αιώνα παγκόσμια ανθρωποκτονία και αδελφοκτονία».

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ