Η Ορθοδοξία δεν είναι μία λογικοκρατική θεωρία ούτε μία φιλοσοφική ή θρησκευτική ή έστω φιλοσοφικο-θρησκευτική έννοια. Δεν είναι, επίσης, ούτε μία θρησκευτική φαρισαϊκή κατάσταση ή μία απλώς ορθή ηθική ζωή. Ἡ Ορθοδοξία είναι Αυτός ο Ίδιος ο Σαρκωθείς Λόγος του Θεού Πατρός και αυτή η Αγία Του Εκκλησία.
Είναι αυτονόητο ότι, για να είναι κανείς Ορθόδοξος, πρέπει –όπως το δηλώνει και ο ίδιος ο όρος «ορθοδοξία = ορθή δόξα, ορθή γνώμη»– να έχει την ορθή γνώση και κατ᾽ επέκταση την ορθή πίστη στον μόνον Αγαθό και Αληθινό Θεό, τον Τριαδικό Θεό, όπως Αυτός φανερώθηκε, μέσω του Ενανθρωπήσαντος Λόγου, στην Αποκαλυφθείσα Αλήθεια. Αυτή εμπεριέχεται στην Αγία Γραφή και στην Ιερά Παράδοση, η οποία συνίσταται από την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, των αυθεντικών ερμηνευτών τής Αγίας Γραφής.
Πώς μπορεί όμως να συμβεί αυτό; Μπορεί ο άνθρωπος με τον ορθό λόγο και την πεπερασμένη λογική του να γνωρίσει και να αποδεχθεί τον Άπειρο Τριαδικό Θεό; Δεν νομίζουμε ότι το άπειρο είναι δυνατόν να κατανοηθεί από το πεπερασμένο.
Άρα ἡ μόνη οδός, για να γνωρίσει ο άνθρωπος τον Τριαδικό Θεό, είναι η είσοδος του στο Μυστικό Σώμα του Ενανθρωπείσαντος Λόγου του Θεού Πατρός, στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξο Εκκλησία. Να συμμετέχει στην Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και κυρίως στο Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως και της Θείας Κοινωνίας, κατόπιν εντολής του πνευματικού του Πατρός. Μέσω αυτής της μετοχής θα λαμβάνει την Άκτιστη Χάρη του Παναγίου Πνεύματος, θα φωτίζεται και θα Χριστοποιείται ο νους του και η λογική του. Με αυτόν τον τρόπο θα ευρίσκεται σε κοινωνία με την Κεφαλή του Σώματος της Εκκλησίας, τον Θεάνθρωπο Κύριο και θα κατανοεί βιωματικώς την αλήθεια για τον Τριαδικό Θεό και την Αγία Του Εκκλησία. Πιστεύοντας οντολογικά και ορθά και βιώνοντας αυτήν την πίστη του θα είναι πραγματικά Ορθόδοξος Χριστιανός.
Αυτός, ο οποίος δεν αποδέχεται την Αποκαλυφθείσα Αλήθεια, όπως αυτή εκφράζεται στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση και απομονώνει μέρος της αληθείας, προσθέτοντας ή αφαιρώντας σε αυτή και το μέρος αυτό της αληθείας το απολυτοποιεί και το αποδέχεται ως όλο, αυτός είναι αιρετικός και εκτός της Μίας και Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Πολλοί αιρετικοί υπήρξαν από τα πρώτα χρόνια της Εκκλησίας, όπως οι Αρειανοί, οι Μονοφυσίτες κ.λπ., τους οποίους οι Οικουμενικές Σύνοδοι με τις αποφάσεις τους έθεσαν εκτός Εκκλησίας. Στην εποχή μας αιρετικοί είναι οι Παπικοί, οι Προτεστάντες, οι Χιλιαστές κ.α., οι οποίοι ευρίσκονται εκτός Ορθοδόξου Εκκλησίας, για τον λόγο ότι ἡ διδασκαλία τους έχει κριθεί ως αιρετική, επειδή συμπίπτει και συνταυτίζεται με εκείνες τις αιρετικές δοξασίες, οι οποίες έχουν καταδικασθεί από τις Οικουμενικές Συνόδους.
Βεβαίως, εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει να αγαπούμε και αυτούς τους ανθρώπους, τους εκτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Να τους αγαπούμε, όμως, «εν αληθεία». Όταν η αγάπη ευρίσκεται έξω από την εν Χριστώ αλήθεια, τότε δεν είναι οντολογική αγάπη. Διακελεύουν οι Ιεροί Κανόνες να μην συμποσευχώμεθα ή να μην ανταλλάσσουμε δώρα με αιρετικούς (καν. 45 Αγ. Αποστόλων, 33 Λαοδικείας, 11 ΣΤ´ Οικουμ. Συν.). Αυτό στην σημερινή εποχή εκλαμβάνεται ως ακραίο και ως έλλειψη αγάπης. Ως προς το ότι θεωρείται ακραίο απαντούμε ότι η αλήθεια είναι ακραία, διότι –αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί– πρέπει να συμφωνήσουμε ότι πέρα από την αλήθεια δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Η Αλήθεια είναι η αρχή και το τέλος. Άρα βιώνοντας την αλήθεια δεν έχω να βιώσω κάτι άλλο πέραν αυτής. Ως προς το ότι θεωρείται έλλειψη αγάπης απαντούμε ότι όχι μόνον δεν είναι έλλειψη αγάπης, αλλά τουναντίον είναι οντολογική αγάπη. Η συμπροσευχή μετά αιρετικού σημαίνει ότι του αποκρύπτω την αλήθεια ότι αυτός ευρίσκεται στην πλάνη και εκτός Εκκλησίας. Αυτή η απόκρυψη μιας τόσο κρίσιμης πραγματικότητας φανερώνει ότι δεν τον αγαπώ οντολογικά και δεν θέλω να επανέλθει στην αλήθεια. Εάν δεν δεχθώ να συμπροσευχηθώ με έναν αιρετικό είναι σαν να του λέγω: «Αδελφέ μου, δεν ευρίσκεσαι στην αλήθεια, αλλά στην αίρεση. Πρέπει να γνωρίσεις την αλήθεια, να εξέλθεις από την πλάνη, να επανέλθεις στο Σώμα της Μίας Εκκλησίας και τότε ομού συμπροσευχόμενοι θα δοξάσουμε τον Θεό».
Αυτή είναι η αληθινή αγάπη. Όλα τα υπόλοιπα, από όποιον και αν εκφέρονται και υποστηρίζονται, είναι εκπτώσεις και προδοσία της Ορθοδόξου Αληθείας και Άρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και οδηγούν στην συντήρηση της πλάνης των αιρέσεων και κατά συνέπεια στην απομάκρυνση από την Ορθόδοξο πίστη και Εκκλησία.
«Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου». Οι καιροί που διανύουμε είναι δύσκολοι και επικίνδυνοι. Είναι απαραίτητο να μελετούμε την Αγία Γραφή και τους αυθεντικούς ερμηνευτές της, τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, ώστε να γνωρίζουμε την ορθή πίστη μας και αυτήν την πίστη να την κάνουμε βίωμα με την οντολογική εκκλησιαστική ζωή μας. Μόνον τότε θα είμαστε και θα λογιζόμεθα Ορθόδοξοι Χριστιανοί.