Σηματοδότησε την «επί του πεδίου» έναρξη εφαρμογής ενός αρρωστημένου σχεδίου ανασύστασης νεο-οθωμανικής αυτοκρατορίας μέσα στον 21ο αιώνα ενόψει συμπλήρωσης, το 2023, εκατό χρόνων από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής «Δημοκρατίας».
Αποκάλυψε επίσημα τις φαντασιώσεις που θα τροφοδοτούσαν τις λαϊκές μάζες με όνειρα για «κατακτήσεις» στην θέση του καθημερινού φαγητού και της στοιχειώδους στήριξης ενός οριακά ανεκτού βιοτικού επιπέδου.
Τα πράγματα βέβαια στην πορεία δεν εξελίχθηκαν όπως τα είχε φανταστεί ο Ρ. Τ. Ερντογάν με αποτέλεσμα η εκπλήρωση των νέο-οθωμανικών φαντασιώσεων του καθεστώτος να «μετατεθεί» για το έτος 2.071 όταν θα συμπληρωθούν χίλια χρόνια από την Μάχη του Ματζικέρτ η οποία σηματοδότησε την αρχή της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και αργότερα, την άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 29 Μαΐου 1.453.
Για το (αυτό) πραξικόπημα του 2016 στην Τουρκία, υπάρχει πλέον μια καθαρή εικόνα η οποία δημιουργήθηκε όλα αυτά τα χρόνια με διάφορες πληροφορίες που σποραδικά έβλεπαν το φως της δημοσιότητας, παρά την απαγόρευση κάθε έρευνας ή συζήτησης για το θέμα αυτό σε όλα τα ελεγχόμενα ΜΜΕ.
Υπάρχουν πλέον πολλές πληροφορίες που συμπληρώνουν την εικόνα του «πραξικοπήματος» και δημιουργούν την βεβαιότητα ότι οι ισλαμιστές γνώριζαν τα πάντα για το «πραξικόπημα» πολύ πριν την εκδήλωση του και ότι το κατηύθυναν θυσιάζοντας 265 αθώους πολίτες προκειμένου, με αφορμή το «πραξικόπημα», να αποκτήσουν την απόλυτη εξουσία του ενός ανδρός με μαζικές διώξεις αντιφρονούντων και το κάλπικο δημοψήφισμα του 51,4% τον Απρίλιο του 2017 για τις υπερεξουσίες του προέδρου.
Σύμφωνα με έρευνα του αυτοεξόριστου Τούρκου δημοσιογράφου Αμπντουλάχ Μποζκούρτ για λογαριασμό του Nordic Monitor, ο έμπιστος του καθεστώτος αξιωματικός των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ) Σαντίν Ουστούν, αφού έπαιξε βασικό ρόλο στην οργάνωση ισλαμιστικών ομάδων στη Λιβύη το έτος 2011, ανέλαβε τον τομέα πολιτικών επιχειρήσεων εξ ονόματος του Προέδρου Ερντογάν.
Στο «πραξικόπημα» του 2016 υπήρξε ενορχηστρωτής της «επιχείρησης» συμμετέχοντας στον σχεδιασμό της, στην παγίδευση στρατηγών σε στρατιωτικές επιχειρήσεις που δεν είχαν σχέση με το πραξικόπημα, στην κινητοποίηση στρατευμάτων υπό τρομοκρατικές «απειλές έκτακτης ανάγκης» και στην «χρέωση» του κινήματος Γκιουλέν, το οποίο αποκάλυψε την απύθμενη διαφθορά της «Φαμίλιας Ερντογάν», σαν τον συνωμότη που οργάνωσε το πραξικόπημα.
Ο Σαντίν Ουστούν, μετά το πραξικόπημα κλήθηκε επανειλημμένως να καταθέσει για τον ρόλο του στο πραξικόπημα, αλλά δεν κατάθεσε ποτέ ούτε σε δικαστήριο ούτε καν στην ελεγχόμενη κοινοβουλευτική επιτροπή που συστάθηκε για να ερευνήσει το «πραξικόπημα». Φυγαδεύτηκε άρον-άρον στην Αυστραλία με διπλωματική ιδιότητα προκειμένου να αποφύγει την εξέταση από τους δικηγόρους εκατοντάδων κατηγορουμένων για «συμμετοχή στο πραξικόπημα», οι οποίοι ζητούσαν να εμφανιστεί ως μάρτυρας.
Ένας άλλος πρωταγωνιστής των γεγονότων του «πραξικοπήματος» ήταν ο τότε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ. Εάν το «πραξικόπημα» δεν ήταν κατευθυνόμενο, θα έπρεπε να είχε καθαιρεί αμέσως για την ανικανότητα του να αντιληφθεί ότι υπήρχαν στο στράτευμα τόσο πολλοί «στασιαστές» του κινήματος Φετουλάχ Γκιουλέν οι οποίοι οργάνωναν «πραξικόπημα» κάτω από την μύτη του και θα είχε συρθεί στα δικαστήρια για να καταθέσει όσα γνώριζε για τα γεγονότα. Αντ΄ αυτού προήχθη σε Υπουργό Εθνικής Άμυνας της Τουρκίας και δεν κατέθεσε ποτέ σε δικαστήριο για τα γεγονότα της βραδιάς εκείνης.
Αντίθετα, αν και ενημερώθηκε προσωπικά το απόγευμα της 15.ης Ιουλίου από τον αρμόδιο για την ΜΙΤ υφυπουργό για επικείμενο «πραξικόπημα», δεν ειδοποίησε την υπόλοιπη στρατιωτική ηγεσία, ούτε το «παλάτι» που είχε εγκαινιαστεί μόλις πριν ένα χρόνο συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες, ούτε έδωσε εντολή συναγερμού όταν έγινε η έφοδος στο Γενικό Επιτελείο από ειδικές δυνάμεις και απλά… «συνελήφθη».
Με βάση τα πιο πρόσφατα στρατιωτικά πραξικοπήματα της 27ης Μαΐου 1960 και της 12ης Σεπτεμβρίου 1980, ένα νέο στρατιωτικό πραξικόπημα μέσα στην Τουρκία θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει με την ταυτόχρονη σύλληψη του Προέδρου, του Πρωθυπουργού και των Υπουργών που βρισκόταν στην κυβέρνηση, την διακοπή των τηλεπικοινωνιών καθώς και την ανάληψη του ελέγχου της κρατικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης.
Αν΄ αυτού μερικά τανκς διέκοψαν την κυκλοφορία στην γέφυρα του Βοσπόρου και η δημοσιογράφος Hande Firat μέσα στον γενικό πανικό «ξετρύπωσε» τον «αιφνιδιασμένο» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του πήρε συνέντευξη μέσω κινητού τηλεφώνου (FaceTime) προκειμένου να ξεσηκωθεί ο κόσμος.
Η Hande Firat βέβαια ήταν ήδη ενημερωμένη από την προηγουμένη του πραξικοπήματος, όπως αποκάλυψε πολύ αργότερα σε δημόσια εκδήλωση ο Aydin Doğan, το υπέργηρο αφεντικό της Hande Firat και δημιουργός του γιγαντιαίου ομίλου Doğan Holding.
Σχεδόν ταυτόχρονα, έγινε γνωστή η πληροφορία ότι η Hande Firat την παραμονή του πραξικοπήματος συναντήθηκε με τον Nur Yilmaz, υπεύθυνο της ΜΙΤ για τα τουρκικά ΜΜΕ (εφημερίδες, τηλεοράσεις, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, διαδίκτυο κλπ). Mε δυο λόγια, η «έκτακτη» συνέντευξη Ερντογάν μέσω κινητού τηλεφώνου την νύχτα του πραξικοπήματος ήταν προσχεδιασμένη σε κάθε της λεπτομέρεια!
Επί πλέον, ο υποτιθέμενος αρχηγός του πραξικοπήματος Αντιναύαρχος Mustafa Zeki Uğurlu, το βράδυ του πραξικοπήματος βρισκόταν στην Πενσυλβάνια και όταν εκδιώχθηκε από τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις πήρε άσυλο στην Αμερική. Σε σχετική δήλωση είχε τονίσει τα εξής: «Το πραξικόπημα ήταν μια ψεύτικη επιχείρηση. Ήταν ένα σχέδιο που ξεκίνησε, ελεγχόταν και ολοκληρώθηκε από το καθεστώς. Έκαναν όμως πολλά λάθη και άφησαν πίσω τους προφανή στοιχεία και μάρτυρες».
Μετά το «πραξικόπημα» του 2016 και την κατάσταση «έκτακτης ανάγκης» που επιβλήθηκε μέχρι την εδραίωση της απόλυτης εξουσίας του μέσα στην Τουρκία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θεώρησε ότι έφτασε η ώρα να ξεκινήσει την πρακτική «επίτευξη» των νέο-οθωμανικών φαντασιώσεων του, ώστε μέχρι το έτος 2023 (εκατό χρόνια από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής «Δημοκρατίας») να προλάβει να εκπληρώσει το όνειρό του και να αντικαταστήσει τον Μουσταφά Κεμάλ στην ιστορία της σύγχρονης Τουρκίας.
Έτσι, τέθηκαν αμέσως σε εφαρμογή τα σχέδια τουρκικών εισβολών στην Συρία με ευφάνταστες ονομασιες (Αύγουστος 2016 «Ασπίδα του Ευφράτη», 2018 «Κλάδος Ελαίας», 2019 «Πηγή Ειρήνης», 2022 «Γαμψό Ξίφος»), σε Ιράκ με συνεχείς βομβαρδισμούς και εισβολές (2016-2022), οι «επεμβάσεις» σε Λιβύη (το 2019 υπογραφή «Μνημονίου Κατανόησης Τουρκίας – Λιβύης» με διορισμένους από τον ΟΗΕ γραφειοκράτες χωρίς καμιά εξουσία για διεθνείς συμφωνίες που να ξεπουλάνε τους θησαυρούς της Λιβύης και (επί πλέον) να παραβιάζουν ασύστολα διεθνώς αναγνωρισμένα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων κρατών, το 2022 νέα συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης για τους υδρογονάνθρακες με «υπαλλήλους» των Τούρκων στην διαιρεμένη χώρα), σε Αρμενία (με την καθοδήγηση του Αζερμπαϊτζάν που εφαρμόζει μαζικά τις τουρκικές μεθόδους συνεχών fake news και επιθέσεων στην Αρμενία) καθώς και τα σχέδια διείσδυσης, στον Καύκασο, σε χώρες της Αφρικής, των Βαλκανίων και αλλού.
Η πρακτική εφαρμογή όλων αυτών των μεγαλεπήβολων σχεδίων είχαν φυσικά βαρύτατο φόρο αίματος και ασήκωτο οικονομικό κόστος.
Οι καθημερινοί «ήρωες» που αφήνουν την τελευταία τους πνοή στην Συρία, το Ιράκ ή την Λιβύη (ο βομβαρδισμός της Τουρκικής Βάσης Al-Watiya της Λιβύης στις 5 Ιουλίου 2020 αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των συνεπειών πρακτικής εφαρμογής των τουρκικών σχεδίων) ποτέ δεν ανακοινώνονται στην πραγματική τους έκταση, ενώ η (ουσιαστικά) πτωχευμένη τουρκική οικονομία καταδικάζει σε ανέχεια πάρα πολλά εκατομμύρια Τούρκων πολιτών.
Σ Υ Μ Π Ε Ρ Α Σ Μ Α Τ Α: Η παταγώδης αποτυχία των εξωφρενικών «στόχων» του ψευτο-σουλτάνου της Άγκυρας, η ασφυκτική πίεση που δέχεται από τα μέτωπα της οικονομίας, των δημοσκοπήσεων, των διαδοχικών σκανδάλων διαφθοράς καθώς και ο αυξανόμενος κίνδυνος να έχει την τύχη του Αντνάν Μεντερές που απαγχονίστηκε για πολύ ελαφρύτερα «αδικήματα» στις 17 Σεπτεμβρίου 1961, τον καθιστούν απρόβλεπτο αλλά και επικίνδυνο.
Μετά την υπερπροσπάθεια του Ρ. Τ. Ερντογάν να γλείφει με επιμέλεια εκεί ακριβώς που έφτυνε (Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ΗΠΑ, Ισραήλ, Αίγυπτος, Γαλλία κ.ο.κ.ε.), η Ελλάδα και η Κύπρος απέμειναν σχεδόν οι μοναδικοί σταθεροί «στόχοι» όλων των μηχανισμών του τουρκικού καθεστώτος. Η πεποίθηση ότι μια επίθεση στην Ελλάδα θα είναι κάτι σαν περίπατος θεμελιώθηκε από τον ίδιο τον Ρ. Τ. Ερντογάν σε ομιλία της 15ης Ιουλίου 2019 («Η Ελλάδα είναι μικρό κράτος, την κτυπάμε όπου θέλουμε») και εμπεδώθηκε από όλους ανεξαιρέτως τους μηχανισμούς του καθεστώτος.
Η υποτίμηση βέβαια της Ελλάδος από το τουρκικό καθεστώς αποτελεί το καλύτερο δώρο προς τους Έλληνες οι οποίοι στην μακραίωνη ιστορία τους γνωρίζουν πολύ καλά πως να τιμωρούν τους επίδοξους κατακτητές.
Η πορεία προς τις «εκλογές» του 2023 γίνεται κάτω από τις χειρότερες προϋποθέσεις που υποχρεώνουν το τουρκικό καθεστώς να αφήσει όλα τα προσχήματα στην άκρη κάνοντας απροκάλυπτες κινήσεις αυταρχισμού και επεκτατισμού για την πάρα πολύ δύσκολη «διάσωσή» του.
Μέσα όμως σε ένα τόσο θολό τοπίο ο «κόκκινος συναγερμός» σε Ελλάδα και Κύπρο πρέπει να είναι σταθερός και μόνιμος. Τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές του 2023…