Με τη φαινομενική συναίνεση του Ντόναλντ Τραμπ, η Τουρκία έλαβε το «πράσινο φως», για εισβολή στη βορειοανατολική Συρία, προωθώντας το σχέδιο της για διαμόρφωση μιας «ζώνης ασφαλείας», η οποία θα αποτρέψει το ενδεχόμενο εδαφικής συνέχειας ανάμεσα στις ζώνες που ελέγχουν οι «Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις», δηλαδή οι δυνάμεις κυρίως των Κούρδων στη Βόρεια Συρία και τις περιοχές της Τουρκίας που έχουν κουρδική πλειοψηφία.
Ποιοι είναι οι στόχοι όμως της Άγκυρας για τους οποίους είναι διατεθειμένη να δεχθεί ένα πολύ μεγάλο κόστος, είτε οικονομικό είτε πολιτικό είτε σε ανθρώπινες ζωές;
Καταρχάς ο εφιάλτης του Κουρδικού ζητήματος. Εάν υπάρχει ένα ζήτημα, το οποίο παραμένει «υπαρξιακό» για την Τουρκία αυτό είναι το Κουρδικό: το γεγονός δηλαδή ότι ως χώρα ενσωματώνει έναν ολόκληρο πληθυσμό που ακόμη διεκδικεί την εθνική του ολοκλήρωση. Όπως πολύ εύστοχα σχολίασε χθες ο Δρ. Θάνος Ντόκος «από την εποχή της Συνθήκης των Σεβρών το 1920, όλοι οι Τούρκοι ηγέτες, είτε Kεμαλιστές, είτε Iσλαμιστές καταδιώκονται από ένα φάντασμα, το φάντασμα ή σύνδρομο των Σεβρών, δηλαδή του εδαφικού διαμελισμού της Τουρκίας, με αφορμή κυρίως το Κουρδικό».
Υπενθυμίζεται ότι στη συνθήκη των Σεβρών, με την οποία οι Ευρωπαίοι περιόριζαν την Τουρκία στην κεντρική και βόρεια Ανατολία, υπήρχαν δύο άρθρα, το 62 και τo 64, τα οποία προέβλεπαν την ίδρυση ανεξάρτητου Κουρδιστάν. Η Συνθήκη, εξαιτίας των γεγονότων και της έκβασης του πολέμου που κατέληξε στην Μικρασιατική Καταστροφή, δεν υλοποιήθηκε ποτέ, αντιθέτως με τη Συνθήκη της Λωζάνης, η γη των Κούρδων χωρίστηκε σε τέσσερα κομμάτια: Στο δυτικό Ιράν, στο βόρειο Ιράκ, στη βόρεια Συρία και σε περιοχές της νότιας και νοτιοανατολικής Τουρκία. Στη διάσκεψη αυτή δεν πήραν μέρος οι Κούρδοι, οι συμφωνίες έγιναν ερήμην τους και όπως ήταν λογικό τη Συνθήκη αυτή δεν την αναγνώρισε ποτέ ο κουρδικός λαός.
Τις ανησυχίες γύρω από το Κουρδικό ζήτημα ενέτεινε η εξέλιξη του εμφυλίου στη Συρία, καθώς επέτρεψε στους Κούρδους της χώρας να κατοχυρώσουν τον έλεγχο σε ορισμένες περιοχές, ενώ σε αυτό συνέτεινε το γεγονός πως από ένα σημείο και μετά οι ΗΠΑ είχαν αποφάσισαν ότι οι βασικοί της σύμμαχοι στον αγώνα ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος ήταν οι Κουρδικές Δυνάμεις Πολιτοφυλακής. Αυτό διαμόρφωσε μια κατάσταση που η εξέλιξη της οποίας φάνταζε για την Άγκυρα ως τον χειρότερο εφιάλτη: μια οιονεί κρατική κουρδική οντότητα σε εδαφική συνέχεια με τις περιοχές της Τουρκίας που έχουν κουρδική πλειοψηφία. Ως εκ τούτου η Άγκυρα προχώρησε σε μια σειρά ενεργειών, στο πλαίσιο των οποίων προσπαθούσε να εξασφαλίσει από την Ουάσιγκτον τη δυνατότητα να περιορίσει τους Κούρδους της Συρίας, για το οποίο χρειαζόταν η σύναψη συμφωνίας. Την ίδια ώρα, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ επιθυμούσε να απεμπλακεί σταδιακά από τον πόλεμο στη Συρία, η αμερικανική πλευρά δεν ήταν όλη σύμφωνη με αυτό, ενώ στις διμερείς σχέσεις προέκυψαν και συγκρουσιακά στοιχεία, λόγω της προσέγγισης της Τουρκίας με τη Ρωσία, γεγονός που οδήγησε στο να πληθύνουν οι «φωνές» στις ΗΠΑ που έκαναν λόγο για μια αναξιόπιστη σύμμαχο. Από την άλλη πλευρά, οι Αμερικανοί δεν ήθελαν να έρθουν σε πλήρη ρήξη με μια σημαντικη για τη δομή του ΝΑΤΟ σύμμαχο.
Η γεωστρατική σημασία της Τουρκίας φαίνεται ότι αποτέλεσε για ακόμη μια φορά καθοριστικό παράγοντα στις εξελίξεις, καθώς η πλάστιγγα στην Ουάσιγκτον έγειρε προς την πλευρά της απεμπλοκής και ταυτόχρονα της ανασυγκρότησης της συμμαχικής συνεργασίας με την Άγκυρα, ενώ δέουσας σημασίας υπήρξε από ό,τι φαίνεται ο απευθείας δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στον Ταγίπ Ερντογάν και τον Ντόναλντ Τραμπ, με τον τελευταίο να δίνειτελικά το «πράσινο φως» για την τουρκική εισβολή στη Συρία.
Σε όλα αυτά συμβάλουν και λόγοι που σχετίζονται άμεσα με την εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία και την πολιτική επιβίωση του Τούρκου ηγέτη. Η δημοτικότητα του κυβερνώντος κόμματος έχει υποχωρήσει, κάτι που φάνηκε με τις μεγάλες απώλειες στις δημοτικές εκλογές, ενώ η οικονομική κρίση υποβαθμίζει τη δημοφιλία του. Στην πραγματικότητα, η πολιτική της Τουρκίας στη Συρία έχει εδώ και χρόνια ενισχύσει τη φιλοδοξία του Ερντογάν να εδραιώσει εγχώρια την κυριαρχία του, καθώς ο πόλεμος στην Συρία προσέφερε σε αυτόν την ευκαιρία να επεκτείνει την ατζέντα του προς τα έξω. Μέσα σε λίγους μήνες από την έναρξη του πολέμου στη Συρία, η τουρκική κυβέρνηση εγκατέλειψε τον Άσαντ και άρχισε να οπλίζει τους ισλαμιστές αντάρτες που πάλευαν ενάντια στη Δαμασκό, γεγονός που ενίσχυσε τα θρησκευτικά διαπιστευτήρια του Ισλαμιστή Προέδρου. Ακόμη η συνεργασία του με ένα αντι-Κουρδικό κόμμα αντιπολίτευσης, οδήγησε στο να ενισχυθεί η προσπάθεια για καταπολέμηση των κουρδικών δυνάμεων που λειτουργούσαν στη Συρία. Επιπρόσθετα ο Τούρκος πρόεδρος αισθάνεται ότι η πολιτική των «ανοιχτών θυρών» που είχε εφαρμόσει, του έχει προκαλέσει ζημιά στο εσωτερικό, καθώς το κόμμα του έχασε τον έλεγχο όλων σχεδόν των μεγάλων πόλεων στις δημοτικές εκλογές του 2019 και τώρα επιθυμεί να απαλλαγεί από τα εκατομμύρια των Σύρων προσφύγων που έχουν περάσει στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια και αποτελούν βραχνά πλέον για τον ίδιο. Μια μεγάλη στρατιωτική εισβολή δεν εγγυάται ότι θα δώσει φως στο τούνελ για τον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος όμως δείχνει αποφασισμένος να προσπαθήσει.
To σχέδιο που ανέπτυξε πρόσφατα στην ομιλία του στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών είναι η χάραξη μιας μεγάλης ουδέτερης ζώνης, μιας «ζώνης ασφαλείας» κατά μήκος των συνόρων της Συρίας με την Τουρκία, η οποία θα είναι υπό τουρκικό έλεγχο, εκτός των ορίων για τις κουρδικές δυνάμεις και η οποία θα μπορούσε να φιλοξενήσει δύο έως τρία εκατομμύρια πρόσφυγες.
Τι σημαίνει στην πράξη όμως αυτό; Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα σχέδιο αλλοίωσης της πληθυσμιακής σύνθεσης στην περιοχή εις βάρος των Κούρδων που κατοικούν εκεί, ενώ ο Ερντογάν θα καταφέρει να εδραιώσει περαιτέρω την τουρκική παρουσία σ' όλη σχεδόν τη βόρεια Συρία, η οποία θα μετατραπεί σε ένα είδος τουρκικού προτεκτοράτου.
Όσον αφορά στην εξασφάλιση της χρηματοδότησης αυτής της ιδέας, ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί να πιέσει, απειλώντας ότι θα «ανοίξει τις πύλες», γεγονός που θα πυροδοτήσει μια νέα ευρωπαϊκή προσφυγική κρίση.
Το σχέδιο του Ερντογάν μπορεί να συμβάλει στην άμβλυνση των εσωτερικών προβλημάτων του, αλλά αναμφίβολα θα δημιουργήσει νέα προβλήματα στην περιοχή, με το κυριότερο να συνοψίζεται στο γεγονός ότι η στρατηγική των ΗΠΑ στην Συρία, η οποία στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στους Κούρδους για τον αγώνα ενάντια του ISIS θα υποστεί ένα μαζικό πλήγμα, ενισχύοντας παράλληλα τους αντιπάλους της Ουάσιγκτον στη Συρία, δηλαδή τη Ρωσία, το Ιράν και το καθεστώς Assad. Αρκετοί γερουσιαστές των ΗΠΑ το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό και ως εκ τούτου ο Αμερικανός Πρόεδρος δέχθηκε εκατέρωθεν πυρά τόσο από τους Δημοκρατικούς όσο και τους Ρεπουμπλικανούς, για τη φαινομενική συναίνεσή του προς την τουρκική επιχείρηση.
Ο Τούρκος Πρόεδρος από την άλλη παρουσιάζεται αποφασισμένος να προωθήσει με κάθε κόστος τα σχέδιά του, ενισχύοντας την κυριαρχία του, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει οικονομικές κυρώσεις για την Άγκυρα και ακόμα περισσότερο όλεθρο για τη Συρία.
Πηγή: philenews.com (Νικολέττα Κουρούσιη)