Μία από τις πρώτες κινήσεις του Μπόρις Τζόνσον, μόλις ανέλαβε την πρωθυπουργία, ήταν να επισκεφθεί τη Σκωτία και να προσπαθήσει να κερδίσει την εύνοια της εχθρικής πολιτικής σκηνής της περιοχής, υποσχόμενος παροχές και κονδύλια.
Οι κάμερες είχαν καταγράψει τη «θερμή» υποδοχή που του επεφύλαξαν ορισμένοι θερμόαιμοι Σκωτσέζοι. Αν και τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στο Κοινοβούλιο του Λονδίνου αυτές τις μέρες, το Εδιμβούργο «βράζει» με συχνές διαδηλώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας και οργή κατά της κεντρικής βρετανικής κυβέρνησης. Οι εξελίξεις στο Brexit έχουν ενισχύσει τις αποσχιστικές φωνές φανατικών εθνικιστών και μη, που βλέπουν την άλλοτε κραταιά Μεγάλη Βρετανία να είναι διχασμένη, αποπροσανατολισμένη και σε αναζήτηση πυξίδας.
Η Σκωτία αισθάνεται πιο αποξενωμένη από ποτέ, όπως δείχνει και ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός των Σκωτσέζων που ζητούν νέο δημοψήφισμα, θεωρώντας πιο ελκυστική την ιδέα μιας μικρής, φιλελεύθερης ευρωπαϊκής χώρας, παρά την παραμονή τους στο γεμάτο αδιέξοδα Ηνωμένο Βασίλειο.
Σύμφωνα με τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 52% των Σκωτσέζων τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας της Σκωτίας, έναντι του 48% που εκφράζει την αντίθεσή του. Η αύξηση είναι αξιοσημείωτη από το 2014, όταν στο σχετικό δημοψήφισμα οι πολίτες είχαν απορρίψει την ανεξαρτησία της Σκωτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο με 55,4%, θεωρώντας παρακινδυνευμένη αυτήν την κίνηση. Ομως, από τότε ήρθαν τα πάνω-κάτω στο Ηνωμένο Βασίλειο, που βυθίζεται σε πρωτοφανή κρίση μετά την επικράτηση του Brexit και την ανυπαρξία στρατηγικής για τη συμφωνία αποχώρησης.
Οι Σκωτσέζοι -που ψήφισαν συντριπτικά (με 62%) υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ενωση- θεωρούν ότι έχει διαρραγεί ο πολιτικός δεσμός που ένωνε τις διαφορετικές εθνότητες στο Βασίλειο και αντιμετωπίζουν με πολύ σκεπτικισμό την κεντρική πολιτική σκηνή της Βρετανίας.
Η πρώτη υπουργός της Σκωτίας (τοπική πρωθυπουργός) Νίκολα Στέρτζον, υποσχέθηκε πως θα ξεκινήσει όλες τις διαδικασίες, ώστε να ληφθεί από το Σκωτικό Κοινοβούλιο η απόφαση διεξαγωγής νέου δημοψηφίσματος, μέσα στους επόμενους δύο μήνες. Δεν είναι μόνο το Σκωτικό Εθνικό Κόμμα (SNP) του οποίου ηγείται, το οποίο αντιτίθεται στον Τζόνσον και στα σχέδιά του, αλλά και το Συντηρητικό Κόμμα της Σκωτίας, που έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θέλει Brexit χωρίς συμφωνία. Ομως, η Στέρτζον διστάζει. Παρά το γεγονός ότι οι φανατικοί εθνικιστές του κόμματός της την ωθούν να γίνει πιο τολμηρή και διεκδικητική έναντι του Λονδίνου, η πρωθυπουργός δεν βιάζεται. Οπως τονίζουν πηγές του SNP, για να κινηθεί πιο αποφασιστικά η Στέρτζον, θα ήθελε το ποσοστό 50%-52% των Σκωτσέζων που δηλώνει ότι θέλει την ανεξαρτησία της Σκωτίας, να έφθανε το 60%! Σε κάθε περίπτωση, έχει να αντιμετωπίσει τις πιέσεις των «φονταμενταλιστών» υπέρ της ανεξαρτησίας, εντός του κόμματος, που παραμένουν πιστοί στον προκάτοχό της, Αλεξ Σάλμοντ (τον πολιτικό που έβαλε την υπογραφή του για το πρώτο δημοψήφισμα). Επίσης, ζυγίζει τις οικονομικές επιπτώσεις μιας κίνησης χωρίς γυρισμό, όπως θα είναι η ανεξαρτησία.
«Θα κερδίσουμε την ανεξαρτησία, αλλά όχι με τον τρόπο του Brexit…», είπε πρόσφατα στο συνέδριο του κόμματος, προσπαθώντας να διατηρήσει μια ισορροπία. Η Στέρτζον έχει υποσχεθεί ότι έως το 2021 θα έχει διεξαχθεί δεύτερο δημοψήφισμα για ανεξαρτησία, αφού υπάρχει η απαραίτητη πλειοψηφία υπέρ αυτής της θέσης στο Κοινοβούλιο του Χόλιροντ (της Σκωτίας). Στο παρελθόν έχει τονίσει ότι, αν ανεξαρτητοποιηθεί η Σκωτία, το σχέδιο της κυβέρνησής της είναι να μην εγκαθιδρυθούν σύνορα με τη Βρετανία, ώστε να συνεχιστούν οι σχέσεις των δύο οντοτήτων. Η Στέρτζον θέλει, πάντως, το δημοψήφισμα να έχει τη συναίνεση της κεντρικής κυβέρνησης, αφού γνωρίζει πως η Ντάουνινγκ Στριτ έχει ρητά αποκλείσει την επαναφορά του άρθρου 30, βάσει του οποίου διεξήχθη το δημοψήφισμα του 2014.
Σε εκείνο το δημοψήφισμα, είχαν τεθεί πολλά ερωτήματα για τη σχέση της Σκωτίας με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο, για το νόμισμα και την είσοδο στην Ε.Ε., σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησης της περιοχής. Τότε, όμως, δεν υπήρχαν το Brexit και το σημερινό αδιέξοδο στο οποίο έχει βυθιστεί η Βρετανία, μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες του Λονδίνου να διαπραγματευτεί μια ήπια αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Για τη Σκωτία, τα ερωτήματα που θα επανέλθουν σε περίπτωση δημοψηφίσματος είναι:
- Αν θα παραμείνει η στερλίνα το εθνικό νόμισμα της Σκωτίας . Το 2014 το Λονδίνο είχε αποκλείσει αυτήν την επιλογή.
- Αν η Ελισάβετ Β’ θα παραμείνει βασίλισσα της Σκωτίας . Η Ενωση των δύο Στεμμάτων (1603) μάλλον δεν θα τεθεί υπό αμφισβήτηση.
- Πώς θα γίνει η είσοδος της Σκωτίας στην Ε.Ε. Θα πρέπει να περάσει τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, εκτός αν ζητηθεί αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισαβόνας, από κράτος-μέλος της Ε.Ε. Αντίστοιχες θα πρέπει να είναι οι επαφές και σε επίπεδο ΝΑΤΟ, αν και οι περισσότεροι συμφωνούν ότι τα προβλήματα στη Συμμαχία θα είναι λιγότερα.
- Πώς θα διευθετηθεί το θέμα της βρετανικής πυρηνικής βάσης Trident που βρίσκεται στη Σκωτία.
- Τα δύο μέρη πρέπει να μοιράσουν και τα περιουσιακά τους στοιχεία: Τα έσοδα από το πετρέλαιο, τον χρυσό, ακόμη και το δημόσιο χρέος. Το σκωτικό έλλειμμα είναι πολύ μεγαλύτερο από τον μέσο όρο του Ηνωμένου Βασιλείου (το 7% του ΑΕΠ της Σκωτίας ), διότι και οι δημόσιες δαπάνες είναι 13,6% πιο υψηλές από τις υπόλοιπες βρετανικές. Τα στατιστικά στοιχεία της σκωτικής οικονομίας δεν θα ενθουσιάσουν την Ε.Ε., καθώς δεν συμβαδίζουν με τις δημοσιονομικές αρχές της.