Το βρετανικό τυφέκιο Lee Metford, πρόγονος του Lee Enfield τέθηκε σε υπηρεσία το 1888. Ήταν το πρώτο επαναληπτικό τυφέκιο του βρετανικού στρατού και παρέμεινε σε χρήση για πολλές δεκαετίες. Έβαλλε φυσίγγιο 0,303in (7,7 χλστ.). Το πρώτο Lee Enfield τέθηκε σε υπηρεσία το 1895.
Όταν παρουσιάστηκε το επαναληπτικό τυφέκιο οι εναντίον του αντιδράσεις υπήρξαν μεγάλες. Πριν ο βρετανικός στρατός χρησιμοποιούσε το μονόβολο οπισθογεμές τυφέκιο Martini-Henry των 11,4 χλστ. Για διαφόρους λόγους «ειδικοί», αλλά και Τύπος υποστήριξαν ότι το επαναληπτικό ήταν ένα ακριβό πολύπλοκο και κακό τυφέκιο και πως αυτό που χρειαζόταν ο στρατός ήταν ένα βελτιωμένο Martini-Henry.
Σύντομα όμως το επαναληπτικό τυφέκιο θα αποδείκνυε την αξία του. Το 1898 οι Βρετανοί πολεμούσαν ακόμα σκληρά στο Σουδάν κατά των τότε τζιχαντιστών του κινήματος του «Μαχντί» (γνωστοί ως Δερβίσιδες).
Η αποφασιστική σύγκρουση σημειώθηκε το 1898 στο Ομντουρμάν του Σουδάν. Εκεί, υπό τον στρατηγό Κίτσενερ, μια μικτή στρατιά με 8.200 Βρετανούς και 17.600 Αιγύπτιους και Σουδανούς στρατιώτες βρέθηκε αντιμέτωπη με την στρατιά των τζιχαντιστών δυνάμεων 52.000 ανδρών.
Οι Βρετανοί ήταν εξοπλισμένοι με τα νέα επαναληπτικά τυφέκια. Οι Αιγύπτιοι, οι Σουδανοί και κάποιοι από τους αντιπάλους τους έφεραν τυφέκια Martini-Henry. Η διαφορά φάνηκε σύντομα. Οι τζιχαντιστές προέλασαν κατά της βρετανικής γραμμής.
Ντυμένοι στα λευκά πλησίαζαν συνεχώς. Πρώτο το σύνταγμα των Βρετανών Φρουρών διατάχθηκε να ανοίξει πυρ εναντίον τους από απόσταση 2.470 μ. Ακολούθησε το σύνταγμα του Seaforth όταν οι αντίπαλοι είχαν φτάσει στα 1.800μ. και κατόπιν και τα υπόλοιπα συντάγματα.
Καθώς η απόσταση μειωνόταν και μια σουδανική ταξιαρχία άνοιξε πυρ. Οι Βρετανοί, επαγγελματίες, στρατιώτες, με χαρακτηριστική ψυχραιμία, έβαλλαν κατά των τζιχαντιστών επιτυγχάνοντας απίστευτους ρυθμούς βολής με το επαναληπτικό τους τυφέκιο. Τα Lee Metford επιτύγχαναν ρυθμό βολής 20 β.α.λ. (βολές ανά λεπτό), ενώ τα Lee Enfield υψηλότερο.
Τα τυφέκια «άναψαν» και στους στρατιώτες της πρώτης γραμμής δόθηκαν άλλα από τα συντάγματα της δεύτερης γραμμής. Οι σφαίρες σφύριζαν στον αέρα. «Κάθε βολή και στην άλλη πλευρά οι σφαίρες διαπερνούσαν την σάρκα, συνέτριβαν και κομμάτιαζαν οστά. Το αίμα πετάγονταν από τις τρομακτικές πληγές», αναφέρει ο αυτόπτης μάρτυρας Ουίστον Τσόρτσιλ που πολέμησε εκεί.
Οι φανατικοί τζιχαντιστές δεν σταμάτησαν πάντως αλλά εξαπέλυσαν γενική επίθεση. Έφτασαν σε απόσταση 800μ. από τους Βρετανούς, αλλά εκεί σταμάτησαν από τα πυκνά πυρά, υφιστάμενοι τρομακτικές απώλειες. Αντίθετα έναν των οπλισμένων με Martini-Henry Σουδανών κατάφεραν να φτάσουν σε απόσταση 300 μ., 100μ. Όμως ένας βρετανικό σύνταγμα με επαναληπτικά αναπτύχθηκε υπό γωνία, πλαγιοκαλύπτοντας το μέτωπο των Σουδανών.
Στους άνδρες δόθηκε η διαταγή «πυρ κατά βούληση». Σε δύο λεπτά όλα είχαν τελειώσει. Οι τζιχαντιστές είχαν συντριβεί. Με κόστος μόνο 48 νεκρών οι Βρετανοί είχαν προκαλέσει σχεδόν 24.000 απώλειες στους αντιπάλους τους (9.700 νεκροί, πάνω από 13.000 τραυματίες). Φυσικά δεν σκοτώθηκαν όλοι οι τζιχαντιστές από τα επαναληπτικά. Πολλοί όμως από αυτούς έπεσαν θύματα αυτών.
Και μόνο το γεγονός ότι οι Βρετανοί άνοιξαν πυρ από απόσταση 2.400+ μ. λέει πολλά για την αξιοπιστία του όπλου και φυσικά την εκπαίδευσή τους.