Δεν είναι ακόμη απολύτως σαφές τι ή...ποιος προκάλεσε την ίδια την έκρηξη στην Βηρυτό, η οποία αποκαλείται ήδη “το Τσέρνομπιλ του Λιβάνου”, θέτοντας έτσι το έδαφος για διάφορες εικασίες στα κυριότερα μέσα ενημέρωσης και σε πλατφόρμες κοινωνικών μέσων δικτύωσης.
Ωστόσο, αυτό που συνέβη το απόγευμα της Τρίτης δεν ήταν απλώς έκρηξη. Ήταν «Η έκρηξη» - ένα γεγονός που θα θυμάται ο Λίβανος για δεκαετίες - ακριβώς όπως αυτό που συνέβη με την δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι τον Φεβρουάριο του 2005. Το μέγεθος της καταστροφής ώθησε αρκετές διεθνείς και περιφερειακές δυνάμεις να προσφέρουν βοήθεια, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών. Αλλά και κράτη όπως το Ιράκ, το Κατάρ, το Κουβέιτ, η Τουρκία και πολλά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσέφεραν βοήθεια καθώς οι ηγέτες και οι ανώτεροι αξιωματούχοι τους ήρθαν σε επαφή με τους Λιβανέζους ομολόγους τους.
Το τραγικό συμβάν έλαβε χώρα σε μια ούτως ή άλλως δύσκολη συγκυρία για τη χώρα. Από τις 17 Οκτωβρίου 2019, ο Λίβανος βρίσκεται σε μια παρατεταμένη κατάσταση αβεβαιότητας μετά από ακατάπαυστους γύρους διαμαρτυριών και διαδηλώσεων που καλούν την κυρίαρχη ελίτ να παραιτηθεί λόγω εμπλοκής σε αδικήματα και διαφθορά. Πολλοί από τους σημερινούς ηγέτες συμμετείχαν στον 15χρονο εμφύλιο πόλεμο της χώρας που τελείωσε με την Συμφωνία Taif, που πήρε το όνομά της από την πόλη της Σαουδικής Αραβίας όπου έγινε η διαπραγμάτευση. Ωστόσο, οι συνεχιζόμενες εντάσεις έχουν δημιουργήσει ερωτήματα σχετικά με την τύχη αυτής της συμφωνίας μετά από όλα αυτά τα χρόνια.
Λίγες μέρες πριν από την έκρηξη, στα νότια σύνορα της χώρας παρατηρήθηκαν νέες εντάσεις μεταξύ της Χεζμπολάχ και των ισραηλινών δυνάμεων, με δεσμεύσεις για αντίποινα για τη δολοφονία ενός από τα μέλη της σε αεροπορική επίθεση στη Συρία. Οι ιδεολογικοί και επιχειρησιακοί δεσμοί της Χεζμπολάχ με το Ιράν την υπέβαλαν στη στρατηγική μέγιστης πίεσης εκ των Ηνωμένων Πολιτειών, κάτι που έπληξε σκληρά την ήδη προβληματική λιβανική οικονομία. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, “Η τρέχουσα οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση θα μπορούσε να θέσει περισσότερα από 155.000 νοικοκυριά κάτω από το όριο της ακραίας φτώχειας, καθώς και 356.000 νοικοκυριά κάτω από το ανώτερο όριο της φτώχειας”
Έτσι, η έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού έριξε αλάτι στις πληγές της κατεστραμμένης χώρας που βρίσκεται ήδη στη μέση της χειρότερης οικονομικής της κρίσης, μια πολιτική αντιπαράθεση χωρίς καμία λύση στον ορίζοντα, για να μην αναφέρουμε τις τρομερές κοινωνικές δυσκολίες και το χάος που ξέσπασε από την πανδημία του κορονοϊού. Ο αντίκτυπος της έκρηξης μπορεί να έχει το βάρος ενός εμφυλίου πολέμου που δεν είχε μάχες. Θα μπορούσε να είναι είτε το Τσερνομπίλ του Λιβάνου είτε τη νέα ευκαιρία του Λιβάνου να επιχειρήσει μια νέα κοινωνικοπολιτική σύμβαση. Το τελευταίο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς μια διεθνή και περιφερειακή υποστήριξη που θα ανοίξει το δρόμο για μια πραγματική αλλαγή στην πολιτική αρένα του Λιβάνου, όπου θα μπορούσαν να εμφανιστούν νέα πρόσωπα και να επιτευχθεί μια νέα διευθέτηση μεταξύ των πολιτικών φατριών και των νεοεισερχόμενων που ακολουθούν τις πρόσφατες διαμαρτυρίες.
Τα σενάρια
Συγκεκριμένα, αναφορές έδειξαν ότι ορισμένα μέλη της Χεζμπολάχ βρίσκονταν στο λιμάνι τη στιγμή της έκρηξης. Αυτό προκάλεσε αμέσως υποθέσεις ότι αυτό μπορεί να οφείλεται σε κάποια ισραηλινή επίθεση, για παράδειγμα ενέργειες σαμποτάζ ή τυχόν απαρατήρητες πυραυλικές επιθέσεις και ότι ο τόπος της έκρηξης ήταν στην πραγματικότητα μέρος της στρατιωτικής υποδομής της Χεζμπολάχ.
Οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις δεν σχολίασαν επίσημα αυτές τις εικασίες. Τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, τα οποία είναι συχνά πρόθυμα να προωθήσουν υποτιθέμενες ισραηλινές στρατιωτικές νίκες, ισχυρίστηκαν ότι οι ισραηλινές δυνάμεις δεν επιτέθηκαν στη Βηρυτό. Με τη σειρά της, η Χεζμπολάχ αρνήθηκε ότι η έκρηξη συνέβη σε έναν από τους δικούς της χώρους λέγοντας ότι δεν υπήρξε ισραηλινή επίθεση στις 4 Αυγούστου. Ωστόσο, φαίνεται ότι η αμερικανική ηγεσία έχει μια εντελώς διαφορετική άποψη. Σχολιάζοντας την κατάσταση μετά από συνάντηση με στρατιωτικούς αξιωματούχους, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίστηκε ότι το περιστατικό ήταν επίθεση. «Φαίνονται να πιστεύουν ότι ήταν επίθεση. Ήταν μια βόμβα κάποιου είδους », είπε ο Τραμπ.
Όποια κι αν είναι η πραγματική αιτία της τραγωδίας, οι εκρήξεις της Βηρυτού έχουν ήδη προκαλέσει εντάσεις στην περιοχή. Και παρά τα σχόλια της Χεζμπολάχ και των ισραηλινών μέσων ενημέρωσης ότι δεν ήταν “στρατιωτικό συμβάν”, οι αντιμαχόμενες πλευρές κατηγορούν ενεργά η μία την άλλη. Τα σχόλια του Προέδρου των ΗΠΑ για μια υποτιθέμενη επίθεση στο λιμάνι της Βηρυτού δεν διευκολύνουν την κατάσταση. Λαμβάνοντας υπόψη την πρόσφατη σειρά στρατιωτικών συμβάντων στη γραμμή Ισραήλ-Λιβάνου και στην κατεχόμενη από το Ισραήλ περιοχή των Υψιπέδων του Γκολάν, οποιαδήποτε νέα πρόκληση σε επίπεδο συνόρων μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε μεγαλύτερη κλιμάκωση.
Τα χρόνια της πολεμικής προπαγάνδας και των στρατιωτικών συγκρούσεων μαζί με την αυξημένη ένταση στην ισραηλινή και τη λιβανική κοινωνία αντίστοιχα έχουν ήδη δημιουργήσει συνθήκες στις οποίες ένα περαιτέρω, ακόμη και μικρό, στρατιωτικό περιστατικό μπορεί να φαίνεται αρκετό για να προκαλέσει μεγαλύτερο πόλεμο στην περιοχή. Αυτός ο μεγάλος πόλεμος δεν ενδιαφέρει το Τελ Αβίβ ή τη Χεζμπολάχ, διότι προφανώς θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις τόσο στο Ισραήλ όσο και στο Λίβανο. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι η κυβέρνηση Τραμπ κάνει δηλώσεις που θα συνέβαλαν σε αυτό το σενάριο. Υπάρχει μια πιθανότητα ότι σε μια εποχή βαθύτερης κοινωνικής και πολιτικής κρίσης στις ΗΠΑ μετά από μια περίπλοκη οικονομική κατάσταση πριν από τις επόμενες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, ορισμένοι “καβγάδες” μπορεί να θεωρηθούν ως πεδίο δόξης λαμπρόν για έναν νέο, θεωρητικά «νικηφόρο» πόλεμο στο Μέση Ανατολή, ο οποίος θα μπορούσε να τους βοηθήσει να παραμείνουν στην εξουσία.